"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

14/12/25

Αγρόκτημα Τσοπανλάτες (Λυγαριάς) Φθιώτιδας

 Απαλλοτρίωση – Αποκατάσταση ακτημόνων

Μελέτη 

 

Πρόλογος

   Τούτη η γραφή έγινε από ένα τυχαίο περιστατικό. Στις 9 Σεπτεμβρίου 2025 έλαβα ένα μήνυμα από τον εκδότη κ. Στέργιο Μπατσιούλα[1], αν ενδιαφέρομαι για το υλικό ενός αρχείου με έγγραφα από υπουργεία της περιόδου 1920 έως 1960, που αφορούσαν τις Τσοπανλάτες, το Καρπενήσι, κ.ά. Μου τα έστειλε τελικά και ακολούθησε η καταγραφή και ταξινόμηση του αρχείου, με την προοπτική το υλικό αυτό να αποδοθεί τελικά στα ΓΑΚ.

   Επέλεξα το θέμα Τσοπανλάτες (Λυγαριά), όπου υπήρχε περισσότερο αρχειακό υλικό, επειδή αφορούσε το καυτό διαχρονικό πρόβλημα της αποκατάστασης των ακτημόνων γεωργών, ένα θέμα που συγκρουόταν με τα συμφέροντα των μεγαλοκτηματιών.

   Παρά τις σχετικές ελλείψεις του αρχείου, το υλικό αξιοποιήθηκε στο μεγαλύτερο βαθμό. Το θέμα αποδόθηκε με όσο γίνεται περιεκτικό αλλά και συνοπτικό τρόπο.

 

Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος

               φυσικός

 ----------

 

1.   Το γεωκτησιακό καθεστώς της περιοχής μέχρι το 19ο αι.

   Κατά τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, τα 37 από τα 49 χωριά της επαρχίας Ζητουνίου τα κατείχαν Τούρκοι τσιφλικάδες. Για την περιοχή που αναφερόμαστε, τα τσιφλίκια[2] των χωριών Κόμμα, Τζομπαλάδες (Λυγαριά) και Μεγάλη Βρύση ανήκαν στη Σαϊδέ χανούμ, που ήταν κόρη του Βελή[3] πασά και σύζυγος του Χαλήλ μπέη, βοεβόδα της Λαμίας.

   Στα πρώτα χρόνια της ελληνικής ανεξαρτησίας, από το έτος 1833 ακολούθησε η αγορά των τσιφλικιών από Έλληνες εμπόρους, κυρίως του παροικιακού ελληνισμού, που είχαν χρήματα. Έτσι το αγρόκτημα Τσοπανλάτες το αγόρασε ο Ευάγ. Μπαλατσός ή Βαλατσός (με συντρόφους) για 65.000 γρόσια και 3 ζευγάρια[4], για 9.000 γρόσια. Τα 2 ζευγάρια αγόρασε ο Δρόσος Μανσόλας και 1 ζευγάρι ο Παπαστάθης.

   Αυτό το ιδιότυπο εμπόριο γης ακολούθησε και στα επόμενα χρόνια, με πολυτεμαχισμό της γης και πωλήσεις σε άλλους. Αργότερα, τμήμα του αρχικού τσιφλικιού απέκτησε[5] ο Δημήτριος Λιάκος που ήταν αγωνιστής του εικοσιένα και έγινε και γαμπρός του Ευαγ. Βαλατσού.

   Το 1894 περίπου, μερίδιο 10.500 στρεμμάτων πουλήθηκε από τη Βασιλική χήρα Αλεξ. Χατζίσκου ή Βαλατσού στον Βασ. Γάτο, που το έδωσε στις κόρες[6] του Σεβαστή και Ελένη. Όπως τότε συνηθιζόταν τα καλλιεργήσιμα τμήματα τα έδιναν σε κολλήγους με τριτάρικο[7] σύστημα, ενώ οι βοσκότοποι ενοικιάζονταν από κτηνοτρόφους.

 

 

2.   Η προσπάθεια αγροτικής μεταρρύθμισης μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή

   Από το ελληνικό Σύνταγμα του 1911 είχε προβλεφθεί η δυνατότητα απαλλοτρίωσης των μεγάλων έγγειων ιδιοκτησιών από το Δημόσιο. Το 1917, από την κυβέρνηση Ελευθ. Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, με υπουργό Γεωργίας τον Ανδρέα Μιχαλακόπουλο, θεσμοθετήθηκε η διανομή γης σε ακτήμονες και η αποκλειστική καλλιέργεια από την ιδιοκτήτη της γης, με απαγόρευση κατάτμησης του κλήρου στην οικογενειακή διαδοχή. Συγκεκριμένα,  στις 8 Νοεμβρίου 1917 ψηφίστηκε το σχετικό νομοθετικό Διάταγμα 6 “Περί απαγορεύσεως δικαιοπραξιών επί αγροτικών ακινήτων καλλιεργουμένων επί μακρόν εν Παλαιά Ελλάδι”. Στο άρθρο 2 προέβλεπε ότι μπορούσε να αρθεί η απαγόρευση αυτή, με υπουργική απόφαση, μετά από θετική κρίση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου.

   Τέτοια περίπτωση υπήρξε. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1918, απόφαση του τότε υπουργού Γεωργίας[8], επέτρεψε στη Βασιλική Αθαν. Κουνούπη την απαλλοτρίωση κτημάτων της, που βρίσκονταν στην περιφέρεια  του χωρίου Τσοπανλάτες δήμου Λαμιέων, αντί συμφωνημένου τιμήματος 60.000 δρχ., στον  Γεώργιο Σ. Καρακαντά, δικηγόρο Λαμίας.

   Η Ελλάδα, με το τεράστιο ποσοστό γεωργών, χωρίς κλήρο, αναζητούσε και πίεζε για διανομή των μεγάλων ιδιοκτησιών, στις οποίες ένα μεγάλο μέρος αυτών που ήταν ακτήμονες, εργαζόταν ως κολλήγοι, με πολυμελείς συνήθως οικογένειες. Καταγράφουμε από τις 3 Νοεμβρίου 1918 την αίτηση κολλήγων του χωριού Οζερός Δομοκού προς το υπουργείο Γεωργίας, για καταμέτρηση από την τοπογραφική υπηρεσία του κτήματος ιδιοκτησίας Γ. Πανοπούλου 1.300 στρεμμάτων, με σκοπό την εξαγορά από τον τοπικό Γεωργικό Συνεταιρισμό ακτημόνων καλλιεργητών. Από τον πρόεδρο της κοινότητας Οζερού Αναγνωστόπουλο, στις 7 Μαρτίου 1920, υποβλήθηκε αναφορά προς την νομαρχία Φθιωτιδοφωκίδος με την οποία βεβαίωνε ότι η αναφερόμενη έκταση δεν είναι τσιφλίκι της κοινότητος, αλλά ιδιοκτησίες των κατοίκων, πλην των 1.000 στρεμ. του Γεωργ. Πανοπούλου. Στις 14 Μάη 1920 υποβλήθηκε νέα αίτηση τριών γεωργών Οζερού Ξυνιάδος με παράπονα για τον πρόεδρο της Κοινότητας Οζερού, ο οποίος έδωσε ελλιπή στοιχεία για το κτήμα Πανοπούλου. Ζητούσαν να απαλλοτριωθεί το κτήμα.

   Τον Απρίλιο 1919, ο πρόεδρος της κοινότητας Μπεκή (μετονομάστηκε σε Σταυρός) υπέβαλε δήλωση στην υπηρεσία Εποικισμού της Δ/νσης Δημοσίων Κτημάτων του υπουργείου Γεωργίας για το αγρόκτημα  του χωρίου Τσοπανλάτες[9]. Είναι μια καλή καταγραφή των στοιχείων του κτήματος, που θα δοθούν αμέσως στην επομένη ενότητα.

   Το Κοινοτικό Συμβούλιο Μπεκή[10] (με πρόεδρο τον Γ. Κούτρα, στις 27 Ιουλίου 1919, επειδή - όπως είπαν - το όνομα του χωριού Τσοπανλάτες είναι ξενόγλωσσο και κακόηχο, γι’ αυτό αποφάσισε να μετονομαστεί το χωριό σε “Άγιος Αθανάσιος”.

   Μετά από Συνέλευση στις 28 Ιουλίου 1919, συμφωνήθηκε και υπογράφηκε το Πρακτικό καταρτισμού Προσωρινής Επιτροπής καλλιεργητών του αγροκτήματος Τσοπανλάτας (που είχε μετονομαστεί σε “Άγιο Αθανάσιο”) μέχρι συμπήξεως της εξαγοράς του Αγροκτήματος.  Η σύνθεση της Επιτροπής ήταν πρόεδρος : Κ. Σταϊκούρας, γραμματέας : Γ. Β. Λιάκος, ταμίας : Ι. Καραγιώργος, αναπληρωτές : Ηλ. Στάικος, Ν. Μητράκος, Δ. Καρβούνης. Υπογράφηκε από 23 άτομα.

   Το 1920, με υπουργό Γεωργίας τον Ευρυτάνα Γεώργιο Καφαντάρη, ψηφίστηκε νόμος με τον οποίο αποκεντρώθηκε η διαδικασία της απαλλοτρίωσης και ορίστηκαν οι κανονισμοί αποζημίωσης των πρώην ιδιοκτητών, όπως και η έκταση του κλήρου στις γεωργικές και επαγγελματικές οικογένειες. Στην έδρα κάθε Πρωτοδικείου δημιουργήθηκε Επιτροπή που ρύθμιζε τα θέματα της απαλλοτρίωσης.

   Το Σεπτέμβριο 1920 με Βασιλικό Διάταγμα, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ αριθ. 224/1-10-1920, σύμφωνα με το νόμο 2052, το αγρόκτημα “Τσοπαλάτες”,  κηρύχθηκε απαλλοτριωτέο.

   Την 1η Νοεμβρίου 1920 έγιναν οι βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, όπου ο Ελευθ. Βενιζέλος δεν έγινε ούτε βουλευτής!

   Η αντίδραση από τους μεγάλους ιδιοκτήτες στην απαλλοτρίωση ήρθε στις 11 Οκτωβρίου 1920. Οι κληρονόμοι[11] Βασ. Γάτου, που κατείχαν 10.500 στρέμματα (το 50 % της ολικής έκτασης του αγροκτήματος), με αίτηση προς το υπουργείο Γεωργίας ζήτησαν την ανάκληση του Βασ. Διατάγματος για απαλλοτρίωση. Επικαλέστηκαν ότι το ήμισυ του κτήματος πρόκειται να δοθεί στην Ελένη[12] Β. Γάτου ως προίκα, αλλά κυρίως το άγονο της μεγαλύτερης έκτασης του κτήματος, κρίνοντας ότι είναι κατάλληλο μόνο για κτηνοτροφία, αλλά και την αδυναμία των κολλήγων να το αξιοποιήσουν. Υπόσχονταν άρδευση στο κτήμα και την προμήθεια γεωργικών μηχανημάτων για την καλλιέργεια.

   Από τον Αθαν. Παπαχρήστο, Νομογεωπόνο Φθιωτιδοφωκίδος, στις 18 Νοεμβρίου 1920, υποβλήθηκε στη Δ/νση Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας, η “Έκθεση περί του Αγροκτήματος Τσοπανλάτας”. Έχει πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία και θα δοθεί στη συνέχεια.

   Στις 8 Ιανουαρίου 1921, οι 5 κληρονόμοι Β. Βαλατσού και ιδιοκτήτες σε ποσοστό 15/64 του κτήματος Τσοπανλάτας, υπέβαλαν αίτηση στον υπουργό[13] Γεωργίας. Αναφέρουν ότι το κτήμα τους έκτασης 5.200 στρεμ., είναι δύο περίπου ισομεγέθη τμήματα, ένα στα ανατολικά με το όνομα “Ζούπουρνο” και άλλο στα δυτικά του χωριού με το όνομα “Καραχρήστου”. Απ’ αυτά, τα 3.200 στρέμ. είναι ορεινά και βραχώδη, τα 2.000 στρέμ. στα πεδινά, τα 500 στρέμ. είναι χέρσα (για λιβάδια) και τα υπόλοιπα 900 στρέμ. καλλιεργούνται με σίτο και καλαμπόκι, με 4-5 καλλιεργητές. Στο φυσικό λιβάδι παραχειμάζουν 1.000 γίδια και 200 ζώα του τσελιγκάτου. Έτσι το αγρόκτημα εξυπηρετεί μόνο την κτηνοτροφία και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί απαλλοτριωτέο, με βάση το νόμο. Οι ιδιοκτήτες ζητούσαν άδεια διανομής του κτήματος.

    Η στάση των ιδιοκτητών προς τους άλλους καλλιεργητές, έφερε τη διαμαρτυρία τους προς την Παμφθιωτική Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Λαμίας. Γι’ αυτό, στις 10 Απριλίου 1921 εστάλη έγγραφο της Ένωσης προς το υπουργείο Γεωργίας ζητώντας να παρέμβει προς τους ιδιοκτήτες κληρονόμους Βαλατσού, οι οποίοι λαμβάνουν καταπιεστικά μέτρα εναντίον των, όπως :

(1) απαγορεύουν τη βοσκή, (2) ορίζουν δικό τους αγροφύλακα, (3) μειώνουν την έκταση της καλλιέργειας, (4) δεν δίνουν σπόρο ή δίνουν άχρηστο. Όπως αναφέρθηκε, αυτά τα κάνουν για να παραιτηθούν οι καλλιεργητές των δικαιωμάτων τους.

Ο λογότυπος της Συνεταιριστικής Ένωσης
   Με άλλο έγγραφο-αίτηση της Παμφθιωτικής Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Λαμίας στις 13 Απριλίου 1921, προς το τμήμα Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας, με θέμα τη στάση των κληρονόμων Βασ. Βαλατσού και ιδιοκτητών του μεγάλου κτηματομεριδίου, ζήτησαν να συστήσει στους κληρονόμους αυτούς να μην καταπιέζουν τους δυστυχείς καλλιεργητές, τη στιγμή που τα τέκνα των προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στον εθνικό αγώνα.

     Το χρονικό διάστημα που ακολούθησε, με την εξέλιξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας και την Καταστροφή έφερε αδράνεια στο θέμα της απαλλοτρίωσης. Ο ερχομός των προσφύγων ανέδειξε πάλι την μεγάλη ανάγκη για αποκατάσταση αυτών, αλλά και των γηγενών ακτημόνων.


 

 

3.   Ο οικισμός και το αγρόκτημα Τσοπανλάτες (1919)

   Με ημερομηνία 1η Απριλίου 1919, από τον Γ. Κούτρα, τότε πρόεδρο της Κοινότητας Μπεκή (όπου υπαγόταν διοικητικά ο οικισμός Τσοπανλάτες) έγινε καταγραφή των στοιχείων του αγροκτήματος Τσοπανλάτες. Ιδιοκτήτες ήταν οι κληρονόμοι Βασιλείου Γάτου και οι κληρονόμοι Βασιλείου Βαλατσού. Οι ιδιοκτήτες κατάγονταν και διέμεναν στην Άμφισσα.

   Το χωριό είχε 30 κατοικίες, για ισάριθμες οικογένειες, με 116 άτομα, των αγροτών και κτηνοτρόφων. Υπήρχε ο Ι.Ν. του Αγίου Αθανασίου και Δημοτικό Σχολείο με 25 μαθητές. Δεν υπήρχε εγκεκριμένος Αγροτικός Συνεταιρισμός ακόμη. Είχε δημιουργηθεί προσωρινή Επιτροπή για ίδρυση Συνεταιρισμού, με πρόεδρο τον Κ. Σταϊκούρα. Η έκταση του συνοικισμού ήταν 150 στρέμματα.

   Το αγρόκτημα Τσοπανλάτες συνόρευε με τα κτήματα των χωριών : Δερβέν Φούρκα (Καλαμάκι), Στύρφακας, Αμουρίου, Μπεκής (Σταυρού) και Δαϊτσάς (Αγριλιάς).

    Η καλλιεργήσιμη έκταση ήταν 8.000 Βασιλικά στρέμματα. Οι βοσκότοποι ήταν 3.500 στρέμματα, ενώ οι μη καλλιεργήσιμοι βοσκότοποι ήταν 7.350 στρέμματα. Η πετρώδης γη ήταν 1.500 στρέμματα.

   Το έτος 1919 είχε καλλιεργηθεί από κολλήγους έκταση 2.000 στρεμμάτων. Σημειώθηκε και αυτοκαλλιέργεια κολλήγων σε  700 στρέμματα. Τα καλλιεργούμενα είδη στο κτήμα ήταν δημητριακά, καρποί και καπνός. Υπήρχαν και 200 ελαιόδεντρα.

   Οι κτηνοτρόφοι είχαν 3.000 αιγοπρόβατα. Καταγράφηκαν και 48 μεταφορικά ζώα (5 των ιδιοκτητών και 43 των κολλήγων).

   Το σύστημα καλλιέργειας ήταν τριτάρικο, δηλ. από την παραγωγή ο ιδιοκτήτης έπαιρνε το 1/3 και τα 2/3 οι καλλιεργητές.

 

4.   Το αγρόκτημα Τσοπανλάτες (από Έκθεση του νομογεωπόνου)

     Η συνολική έκταση του αγροκτήματος “Τσοπανλάτες” είναι 22 χιλιάδων περίπου στρέμματα που διαιρούνται σε 64 ψήφους (κάθε ψήφος υπολογίζεται σε 340 στρέμματα περίπου) και ανήκουν στους κάτωθι ιδιοκτήτες :

 

1)    Κληρονόμοι Βασ. Γάτου               ψήφοι          30

2)    Κληρονόμοι Β. Βαλατσού             ψήφοι          15

3)    Γεώργ. Καρακαντάς                    ψήφοι          4

4)    Νικόλ. Αθ. Βαλατσός                   ψήφοι          1

5)    Κληρονόμοι Χρ. Βαλατσού           ψήφοι          2

6)    Αδελφοί Β. Λιάκου                      ψήφοι          2

7)    Κληρονόμοι Π. Λιάκου                 ψήφοι           2

8)    Κληρονόμοι Ανδρ. Λιάκου           ψήφοι          2

9)    Αλέξανδρος Καραγεώργος           ψήφοι          1

10)  Αδελφοί Καραγιώργου                ψήφοι          1

11)  Κληρονόμοι Λιάκου                     ψήφοι          4

                                                        --------------------------------

                                                                                64

 

   Εκτός των ανωτέρω ψήφων υπάρχουν και περί τα 1.500 στρέμματα διεσπαρμένα σε όλη την έκταση, που ανήκουν σε διαφόρους μικροϊδιοκτήτες.

   Το μερίδιο που ανήκει στους κληρονόμους Β. Γάτου 30 ψήφων, έκτασης 11.000 περίπου στρεμμάτων νοικιαζόταν για σειρά ετών στον Π. Μιχαλόπουλο, που το καλλιεργούσε με κολλήγους. Από το 1919, ο κυρίως κληρονόμος αυτού Χρ. Καλλιακούδας το καλλιεργεί με 6 κολλήγους και με 4 δικά του ζευγάρια.

   Συνολικά  το αγρόκτημα “Τσοπανλάτες” είναι ορεινό ως επί το πλείστον, που χρησιμεύει ως λειβάδι στο οποίο διατρέφονται 4 τσελιγγάτα με 7.000 περίπου αιγοπρόβατα και επιπλέον όσα αιγοπρόβατα ανήκουν στους καλλιεργητές.

   Το μερίδιο των κληρονόμων Β. Γάτου είναι επίσης ως επί το πλείστον ορεινό, με 8.000 στρέμματα περίπου χέρσα, που χρησιμοποιούνται μόνο ως λειβάδια, μη καλλιεργήσιμα και έκταση περί τα 3.000 περίπου στρέμματα που καλλιεργούνται κατά το τριαδικό σύστημα, από τους κάτωθι κολλήγους και με 4 δικά τους ζευγάρια με υπηρέτες.

   Κολλήγοι ήταν οι : Ιωάννης Καραγεώργος, Κωνστ. Σάκκος, Δημ. Καρβούνης, Δημ. Μπαλαφούτης, Γεώργ. Φίλιππας και Ιωάν. Σταϊκούρας. Καθένας απ’ αυτούς καλλιεργεί 100 στρέμματα ετησίως, εκτός του τελευταίου, που εκδιώχθηκε το 1918.

   Οι κληρονόμοι Β. Γάτου μέχρι σήμερα δεν έφεραν καμία βελτίωση στο κτήμα τους, εκτός από τη φύτευση 800 περίπου ελαιοδένδρων πριν από 15 χρόνια. Ο νομογεωπόνος ανέφερε ότι δεν παρατήρησε κάποια προετοιμασία των ιδιοκτητών, ώστε να κάνουν βελτιώσεις στο κτήμα τους.

  

Πρόχειρο σχεδιάγραμμα του αγροκτήματος Τσοπανλατών


5.   Το αγρόκτημα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή

   Το 1924, από την κυβέρνηση[14] Ανδρέα Μιχαλακοπούλου, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία μετά την παραίτηση της Κυβέρνησης Θεμιστοκλή Σοφούλη, ψηφίστηκε το νομοθετικό διάταγμα 3250/1924 (ΦΕΚ Α’ 324/31-12-1924), που όριζε ότι :

 

 Απαγορεύεται επί ποινή απολύτου ακυρότητας η δια πράξεων εν τη ζωή καθ’ οιονδήποτε τρόπον μεταβίβασις ή διανομή ή σύστασις οιουδήποτε εμπραγμάτου δικαιώματος επί αγροτικών ακινήτων εις φυσικά ή νομικά πρόσωπα Ιδιωτικού δικαίου ως προς την πέραν των 250 στρεμμάτων έκτασιν κατ’ ιδιοκτήτην.”

 

    Το ίδιο ίσχυε και για αγροτικά κτήματα που ανήκαν στην εκκλησιαστική περιουσία ή σε Ν.Π.Δ.Δ. Οι απαγορεύσεις αυτές μπορούσαν να αρθούν μόνο με απόφαση του υπουργού Γεωργίας, μετά από δημοσιευμένη γνώμη του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Εποικισμού του αντίστοιχου νομού.

   Η Παμφθιωτική Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Λαμίας, με έγγραφό της στις 14 Απριλίου 1923, διαβίβασε στο υπουργείο Γεωργίας την Αίτηση των Κων. Σκόνδρα και Παν. Κ. Λιάκου, τέως κολλήγων και επιστρατευθέντων, οι οποίοι ζητούσαν την εγκατάστασή τους στα κτήματα, όπως πριν την επιστράτευση, που καλλιεργούσαν στη Λυγαριά, με τα εφόδια καλλιέργειας. Το έγγραφο της Ένωσης υπογραφόταν από τον πρόεδρο Τριαντ. Τασιόπουλο.

   Στις 20 Ιουλίου 1923 υποβλήθηκε Αίτηση-αναφορά στον υπουργό Γεωργίας, του Αντωνίου Κούτρα, κτηνοτρόφου, κατοίκου Λουπακίου[15] Υπάτης κατά των ιδιοκτητών Καλλιακούδα και Θεοδωρίδου, του λιβαδιού Τσοπανλάτες. Σ’ αυτήν ανέφερε ότι ήταν μισθωτής του λιβαδιού από 20ετίας και οι ιδιοκτήτες δυσαρεστήθηκαν επειδή ζήτησε και πέτυχε διακανονισμό του μισθώματος κατά το ενοικιοστάσιο. Ζήτησε από τον υπουργό να απορρίψει την αίτηση των ιδιοκτητών.

   Για το ίδιο θέμα, στις 4 Αυγούστου 1923 εστάλη έγγραφο του επόπτη του Γεωργικού Γραφείου Λαμίας, προς τη Διεύθυνση Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας. Αναφέρεται στα μερίδια κτημάτων των Χρ. Καλλιακούδα και Θαλή Θεοδωρίδου στις Τσοπανλάτες-Λυγαριά, που κληρονόμησαν από τον Β. Γάτο. Έχουν έκταση 12.000 στρεμμάτων (6.000 στρέμ. είναι φυσικά λιβάδια, 3.000 στρέμ. είναι καλλιεργήσιμα και 3.000 στρέμ. είναι μερικώς καλλιεργήσιμα με καπνό και μπορούν να εκχερσωθούν). Ο κτηνοτρόφος-τσέλιγκας Αντ. Κούτρας είχε προ πολλού ενοικιάσει το λιβάδι για 30.000 δρχ. Έχει 700 πρόβατα και ζήτησε έκταση 500 στρεμ. για βόσκηση.

   Ακολούθησε αλληλογραφία στις 23 Οκτωβρίου 1923 μεταξύ των Γραφείων Εποικισμού Λαμίας και Θεσσαλίας (στο Βόλο). Ο επόπτης του Γραφείου Λαμίας ανέφερε ότι οι κληρονόμοι Βαλατσού έχουν εκτάσεις σε ορεινή, πεδινή καλλιεργήσιμη και σε βαλτώδη περιοχή ως εξής :

 

Ορεινή με πρίνους        3.200 στρέμματα

Καλλιεργήσιμη πεδινή   2.300 στρέμματα

Βαλτώδη                          230 στρέμματα

Σύνολο                         5.730  στρέμματα

 

   Η καλλιεργήσιμη έκταση ήταν είναι 1.000 στρέμματα με 4 κολλήγους κα 2ετή αγρανάπαυση. Οι ιδιοκτήτες τη διετία 1919-20 έκαναν αυτοκαλλιέργεια με 2 ζευγάρια. Μετά αυτοί επιστρατεύτηκαν και την καλλιέργησαν κολλήγοι. Το έτος 1923 κολλήγοι ήταν :

(i)     Νικ. Μητράκος, με 360 στρέμ. ορεινά και πεδινά.

(ii)    Ν. Οικονόμου, που έχει ιδιοκτησία.

(iii)   Γιώργος Μπαλαφούντης, χωρίς ιδιοκτησία.

(iv)   Γρηγόριος Σταματάς, χωρίς ιδιοκτησία.

   Για το ίδιο θέμα, στις 27 Οκτωβρίου 1923, η Διεύθυνση Εποικισμού Θεσσαλίας ενημέρωσε την αντίστοιχη στο υπουργείο Γεωργίας. Εκτίμησε ότι η αποκατάσταση των ακτημόνων ήταν εφικτή και σύσταινε να παραχωρηθεί η ζητούμενη άδεια στους ιδιοκτήτες, με κάποιους όρους.

   Στις 12 Ιανουαρίου 1924, από το υπουργείο Γεωργίας-Δ/νση Εποικισμού εκδόθηκε “Πιστοποιητικό” (παρατίθεται στην εικ. 1). Αυτό πιστοποίησε ότι το Αγρόκτημα Τσοπανλάτες Φθιωτιδοφωκίδας με Βασιλικό Διάταγμα (ΦΕΚ 224/1-10-1920) κηρύχθηκε απαλλοτριωτέο.

   Στο Συμβούλιο Εποικισμού, στις 16 Ιανουαρίου 1924, από τους 4 ιδιοκτήτες Βαλατσού (με αριθμό ψήφων 15/64) υποβλήθηκε αίτηση, με την οποία ζήτησαν άδεια για αυτοκαλλιέργεια στο μερίδιό τους του κτήματος Τσοπανλάτας. Σε απάντηση, την 1η Φεβρουαρίου 1924, το Συμβούλιο Εποικισμού[16] αποδέχτηκε την Αίτηση για άδεια αυτοκαλλιέργειας στον χώρο τους, με κάποιους όρους

   Ο Θαλής Α. Θεοδωρίδης, στις 5 Απριλίου 1924, ως εκπρόσωπος των αδερφών ιδιοκτητών του κτήματος έκτασης 10.500 στρεμ., από τα οποία 8.000 στρέμ. είναι λειβάδια και τα 2.500 στρέμ. είναι καλλιεργήσιμα κατά το ήμισυ, με αίτησή του προς το υπουργείο Γεωργίας, τμήμα Εποικισμού ζήτησε άδεια για να γίνει η αγοραπωλησία σε 72 κατοίκους του γειτονικού χωριού Στύρφακα, ώστε κι αυτοί να γίνουν μικροϊδιοκτήτες.

   Από τον Προϊστάμενο Εποικισμού … Κουλόπουλο, στις 26 Μαΐου 1924, υποβλήθηκε “ΕΚΘΕΣΙΣ” για την εκούσια απαλλοτρίωση τμήματος του κτηματομεριδίου Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου και Σεβαστής συζ. Χρ. Καλλιακούδα, περιφ. αγροκτήματος Τσοπανλάτας. Σ’ αυτήν έδωσε στοιχεία του κτήματος και το ιστορικό του. Καταλήγοντας, πρότεινε να χορηγηθεί άδεια πώλησης του δυτικού τμήματος με έκταση 500 στρεμάτων σε 66 ακτήμονες του χωριού Στύρφακα.

   Στην ίδια ημερομηνία (26 Μάη 1924) από τη Δ/νση Εποικισμού Θεσσαλίας (Βόλος) εστάλη έγγραφο προς τη Δ/νση Εποικισμού Αθήνας στο οποίο ανέφερε ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η Αίτηση των προαναφερθέντων ιδιοκτητών του κτήματος Τσοπανλάτας, εφόσον η έκταση που απέμεινε και υπόκειτο σε απαλλοτρίωση επαρκούσε για την εγκατάσταση απομάχων καλλιεργητών του κτήματος.

    Νέα αίτηση υποβλήθηκε στις 3 Ιουνίου 1924, από τον Θαλή Θεοδωρίδη προς τον υπουργό Γεωργίας, με την οποία ζητούσε να δοθεί άδεια πώλησης του αγροκτήματος Τσοπανλατών των Αφών Ελένης Θ. Θεοδωρίδου και Σεβαστής Χρ. Καλλιακούδα, σε κατοίκους του χωριού Στύρφακα. Ακολούθησε διαβίβαση της αίτησης αυτής στο Συμβούλιο Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας, που συμφώνησε με την πώληση του ½ του κτήματος, σε 72 κατοίκους του χωριού Στύρφακα, εφόσον η υπόλοιπη έκταση ανατολικά, επαρκούσε για αποκατάσταση των καλλιεργητών στη θέση Τσοπανλάτες. Όπως ο νόμος όριζε, η αίτηση διαβιβάστηκε στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Εποικισμού (στις 9 Αυγούστου 1924) που αποφάσισε και ενέκρινε την πώληση τμήματος 5.000 στρεμμάτων του κτήματος Τσοπανλάτες σε χωρικούς της Στύρφακας.

   Όμως δεν έγιναν δεκτές οι προτάσεις πώλησης του δυτικού τμήματος με το όνομα “Καλαντζίνο”, έκτασης 5.000 στρεμμάτων. Μετά το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων, στις 6 Ιανουαρίου 1925, υποβλήθηκε στο υπουργείο νέα Αίτηση από τη Σεβαστή συζ. Χρ. Καλλιακούδα και την Ελένη συζ. Θαλή Θεοδωρίδου. Πριν λίγες ημέρες είχαν καταλήξει σε οριστική συμφωνία για πώληση του τμήματος “Καλαντζίνα”, στο Γεωργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό του χωριού Λιανοκλάδι, με ακτήμονες καλλιεργητές. Στην αίτηση αυτή ζητούσαν ανάκληση της άδειας πώλησης του κτήματος στη Στύρφακα και στη συνέχεια να εκδοθεί νέα άδεια για πώληση στο Γεωργικό Συνεταιρισμό Λιανοκλαδίου.

   Ταυτόχρονα (στις 21-1-1925) υπογράφηκε και προσύμφωνο[17] αγοραπωλησίας του κτήματος 5.000 στρεμμάτων στον Πιστωτικό Γεωργικό Συνεταιρισμό Λιανοκλαδίου, με τίμημα 1.000.000 δρχ. Στη Γεν. Συνέλευση των μελών του Γεωργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού Λιανοκλαδίου (στις 22-1-2025) αποφασίστηκε να σταλεί ψήφισμα στην κυβέρνηση, ζητώντας να δοθεί άδεια πωλήσεως του κτήματος “Καλαντζίνα” των Καλλιακούδα και Θεοδωρίδου.

   Ο πρόεδρος της κοινότητας Λιανοκλαδίου με έγγραφό του, στις 25-1-1925 πιστοποίησε ότι  το ¼ είναι ακτήμονες, το άλλο ¼ έχει ανεπαρκή αγροτική ιδιοκτησία (κάτω των 20 στρεμμάτων), οι δε υπόλοιποι έχουν ιδιοκτησίες κάτω των 50 στρεμμάτων. Θυμίζουμε ότι η περιφέρεια Λιανοκλαδίου συνορεύει με την ιδιοκτησία “Καλαντζίνα” των Καλλιακούδα και Θεοδωρίδου.

   Από το Γεωργικό Γραφείο Εποικισμού Λαμίας, στις 29-1-1925, εστάλη στο Υπουργείο Γεωργίας-Δ/νση Εποικισμού, η Αίτηση του Γεωργικού Συνεταιρισμού Λιανοκλαδίου που ζητούσε αποποίηση του κτήματος “Καλαντζίνα”, ιδιοκτησίας Καλλιακούδα-Θεοδωρίδου προς τους ακτήμονες της Στύρφακας, ώστε να δοθεί στους ακτήμονες του Λιανοκλαδίου. Ο προϊστάμενος του Γραφείου Λαμίας, κατόπιν επιτόπιας εξέτασης ανέφερε ότι :

 

Με προηγούμενη απόφαση του υπουργείου επετράπη η πώληση του άνω κτήματος προς τους κατοίκους Στύρφακας, αλλά επειδή δεν επετεύχθη συμφωνία μεταξύ ιδιοκτητών και κατοίκων Στύρφακας, οι ιδιοκτήτες συμφώνησαν την πώληση του κτήματος σε ακτήμονες του Πιστωτικού Συνεταιρισμού Λιανοκλαδίου, με Προσύμφωνο αγοραπωλησίας. Η περιφέρεια Λιανοκλαδίου συνορεύει με το αγρόκτημα “Καλαντζίνα”, όπου υπάρχουν αγροί κατοίκων του Λιανοκλαδίου που στερούνται του δικαιώματος  βοσκής. Ο Συνεταιρισμός έχει 150 μέλη κατοίκους Λιανοκλαδίου. Η κτηνοτροφία των μελών του Συνεταιρισμού Λιανοκλαδίου δεν υπερβαίνει τα 1.000 αιγοπρόβατα. Ο Συνεταιρισμός έχει ανάγκη του κτήματος “Καλαντζίνα”, όχι μόνο για καλλιέργεια (μόνον 500 στρέμματα είναι καλλιεργήσιμα) όσο και για κτηνοτροφία και ξύλευση. Για αποκατάσταση των κολλήγων της Στύρφακας και Τσοπανλατών μπορούν να χρησιμοποιηθούν το αγρόκτημα Μπαξαΐς και η υπόλοιπη έκταση Τσοπανλατών. Προτείνει τελικά να χορηγηθεί αιτούμενη άδεια, με τροποποίηση της προηγούμενης απόφασης και τον όρο να πωληθεί στους ακτήμονες καλλιεργητές του Λιανοκλαδίου, αντί της Στύρφακας.

 

      Το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Εποικισμού, στις 17 Φεβρουαρίου 1925 ανακάλεσε την απόφασή του για πώληση του δυτικού τεμαχίου του κτήματος Τσοπανλάτας σε κατοίκους της Στύρφακας. Η πρόταση τροποποίησης κατέληγε στην “ανάπλαση της αποφάσεως και την κήρυξη του κτήματος αναγκαστικώς απαλλοτριωτέου προς άρσιν πάσης αδικίας”.

   Τελικά, στις 18 Μαΐου 1925 ανακοινώθηκε η απόφαση του αρμοδίου υπουργού Γεωργίου Γ. Μαρή[18], που επιτρέπει την πώληση του δυτικού τεμαχίου κτήματος Τσοπανλάτας έκτασης 5.000 στρεμ. ιδιοκτησίας των Σεβαστής Χρ. Καλλιακούδα και Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου, στον Γεωργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό Λιανοκλαδίου.

   Στο μεταξύ, με φανερή την ανησυχία των αγροτών της Τσοπανλάτας, ο … Σταϊκούρας, πρόεδρος του Γεωργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού του αγροκτήματος Τσοπανλάτες (Λυγαριάς), στις 8-3-1925, έστειλε επιστολή προς τον υπουργό Γεωργίας – Διεύθυνση Εποικισμού, για την απαλλοτρίωση 15.000 στρεμμάτων. Θέμα της ήταν “Να απαγορευτεί η πώληση εκτάσεων σε ξένους”. Είχε επισυνάψει και Πίνακα ιδιοκτητών του κτήματος Τσοπανλάτες 22.000 στρεμμάτων.

   Τον Οκτώβριο 1925, το Αγρόκτημα Λυγαριά ή Τσοπανλάτες κηρύχθηκε απαλλοτριωτέο.

  

6.   Μετά από παλινωδίες, γίνεται η απαλλοτρίωση του κτήματος Λυγαριάς

   Η περίοδος 1923-28 ήταν πολιτικά ταραγμένη. Από τη βραχύβια κυβέρνηση Αλεξ. Παπαναστασίου (Μάρτιο-Ιούλιο 1924) που καθιέρωσε την Αβασίλευτη Δημοκρατία στην Ελλάδα, ακολούθησαν 6 διαδοχικές[19] κυβερνήσεις μέχρι το 1928, με τελευταία την κυβέρνηση Ελευθ. Βενιζέλου που έμεινε και τα επόμενα χρόνια. Η αστάθεια και η αδυναμία άσκησης γεωργικής πολιτικής για την αποκατάσταση των ακτημόνων γεωργών γηγενών και προσφύγων, δεν έδινε τις αναγκαίες λύσεις.

   Το 1926 ιδρύθηκε και λειτούργησε ο Συνεταιρισμός Ακτημόνων Αγροτών Καλλιεργητών με την επωνυμία Σ.Α.Α.Κ. Λυγαριάς Φθιώτιδος.

   Οι ιδιοκτήτες των μεγάλων αγροκτημάτων αναζητούσαν αγοραστές και με διάφορους τρόπους προσπαθούσαν να αποφύγουν την απαλλοτρίωση. Υπέβαλαν συνεχώς αιτήσεις στη Διεύθυνση Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας.

   Ως παραδείγματα αναφέρουμε ότι για το κτήμα στη θέση “Ζούπουρνο”, ιδιοκτησίας των κληρονόμων Βαλατσού, έγιναν 2 αιτήσεις στο υπουργείο Γεωργίας για ζητήματα νομής και για μισθώματα βοσκής. Επιπλέον στις 29 Οκτωβρίου 1926, οι ίδιοι ιδιοκτήτες[20] του κτήματος υπέγραψαν προσύμφωνο[21] αγοραπωλησίας λιβαδιού έκτασης 3.500 στρεμμάτων στη θέση “Ζούπουρνο”, με 2 κτηνοτρόφους-κατοίκους του χωριού Μπρούφλιανης, με τίμημα 1,5 εκατομμύριο δρχ. σε 3 δόσεις.

   Στις Αιτήσεις των ιδιοκτητών του μισού κτήματος Λυγαριάς, οι οποίοι ζητούσαν άδεια πώλησης, το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Εποικισμού (στις 10 Αυγούστου 1927) πρότεινε να παραπεμφθούν σε Επιτροπή για ορισμό των δικαιούχων. Στις 18 Οκτωβρίου 1927 το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας χορήγησε άδεια πώλησης όλων των κτηματομεριδίων στην Τσοπανλάτα, σε κληρονόμους Βαλατσού.

    Στις 24 Μαρτίου 1927, ο Στεφ. Παπαγεωργίου, αγρότης, χωροφύλακας, κάτοικος Τσοπανλάτας υπέβαλε Αίτηση στο αρμόδιο τμήμα του υπουργείου Γεωργίας, με την οποία ζητούσε την παραχώρηση αγροκτήματος 5 στρεμμάτων. Η αίτηση εστάλη με διαβιβαστικό (στις 26 Μαρτίου 1927) του τότε Δημάρχου[22] Λαμίας!

    Με απόφαση του υπουργού Γεωργίας Αλέξ. Παπαναστασίου[23], στις 3 Νοεμβρίου 1927, έγινε άρση της απαγόρευσης του νόμου και επιτράπηκε η πώληση ορισμένης εκτάσεως στον Συνεταιρισμό Ακτημόνων, για αποκατάσταση 21 καλλιεργητών.

   Το θέρος του 1928, πήγε το Συνεργείο καταμέτρησης της τοπογραφικής υπηρεσίας και συνέταξε τοπογραφικό χάρτη των κτημάτων και οικημάτων.

   Στις 26 Μαρτίου 1930 συνήλθε και συνεδρίασε η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Λαμίας, στο δικαστικό κατάστημα του Πρωτοδικείου Λαμίας, με ακροατήριο. Πρόεδρος ήταν ο Πρωτοδίκης Θεμ. Μιχαλάκης. Μετά την εκδίκαση των ενστάσεων, εξαιρέθηκαν της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης οι οικίες, στάβλοι, αχυρώνες και αλωνότοποι και ακολούθησε η διανομή-αποκατάσταση των κληρούχων.

   Απαλλοτρίωσε[24] υπέρ του Συνεταιρισμού Λυγαριάς για συνεταιρικούς κλήρους και για αποκατάσταση των μελών του ως εξής :

Πλήρη κλήρο (130 στρέμ.) έλαβαν 24 άτομα, ελαττωμένο κλήρο (65 στρέμ. δηλ. το ½ ) έλαβαν 17 άτομα, ελαττωμένο κλήρο στο ¼ κλήρου (32,5 στρέμ.) έλαβαν 20 άτομα, κλήρο συντηρήσεως (10 στρέμ.) έλαβαν 6 άτομα και επαγγελματικό κλήρο (5 στρέμ.) έλαβαν 10 άτομα.

    Επίσης παραχωρήθηκαν : σχολικός κλήρος (94 στρέμ.) και 1 κλήρος για τον εκάστοτε ιερέα του Ναού.

Πλήρη κλήρο έλαβαν

1)    Κων. Σταϊκούρας                             για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

2)    Γρηγόριος Κ. Σιαμαντάς                   για 1 κλήρο και 4/5             στρέμματα 234

3)    Ηλίας Ι. Σταϊκούρας                         για 1 κλήρο και 3/5             στρέμματα 208

4)    Δημ. Χρ. Καρβούνης                         για 1 κλήρο και 2/5 - 5        στρέμματα 182

5)    Δημ. Αθαν. Μπολοκούτας                 για 1 κλήρο και 1/5             στρέμματα 156

6)    Γεώργ. Δημ. Φίλιππος                     για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

7)    Ηλίας Χρ. Καρβούνης                       για 1 κλήρο και 1/5             στρέμματα 153

8)    Νικ. Κ. Σάκκος                                 για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

9)    Παναγ. Κ. Σάκκος                            για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

10)  Γεώργ. Ι. Μπαλαφούτης                   για 1 κλήρο – 10                  στρέμματα 120

11)  Ιωάν. Γ. Μπαλαφούτης                     για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

12)  Αθαν. Ν. Ζάχος                                για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

13)  Σπ. Καραγεώργος ιερεύς                  για 1 κλήρο και 4/5 – 100     στρέμματα 133,500

14)  Κων. Ανδρ. Καραγεώργος                για 1 κλήρο – 22                  στρέμματα 108

15)  Δημ. Κ. Λιάκος                                για 1 κλήρο – 30                  στρέμματα 100

16)  Παναγ. Κ. Λιάκος                             για 1 κλήρο – 30                  στρέμματα 100

17)  Ελένη χήρα Θ.(;) Λιάκου                  για 1 κλήρο – 30                  στρέμματα 100

18)  Νικολ. Στ. Οικονόμου                       για 1 κλήρο – 40                  στρέμματα  90

19)  Αθαν. Σπ. Καραπαναγιώτης             για 1 κλήρο -32                   στρέμματα  98

20)  Παναγ. Αθ. Αποστόλου                     για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

21)  Κωνσ. Σ. Καραγεώργος                    για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

22)  Χρ. Ι. Καραγεώργος                         για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

23)  Βασιλ. Χήρα Ανδ. Καραγεώργου       για 1 κλήρο – 55                  στρέμματα  75

24)  Κωνσ. Αυγέρης                                για 1 κλήρο                         στρέμματα 130

 

Ελαττωμένο κλήρο ½ βάσει εφοδίων και λοιπών στοιχείων

1)    Βασιλ. Ι. Καραγεώργος                    για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

2)    Αθαν. Ι. Καραγεώργος                     για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

3)    Στέφ. Παπαγεωργίου                       για ½ κλήρου – 10                στρέμματα 55

4)    Ιωάννης Π. Κούτρας                         για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

5)    Ιωάννης Καλόγηρος                         για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

6)    Ελένη χήρα Γ. Καραγεώργου            για ½ κλήρου - 10                στρέμματα 55

7)    Παναγ. Γ. Καλόγηρος                       για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

8)    Βασίλ. Ανδρ. Καραγεώργος              για ½ κλήρου – 22                στρέμματα 43

9)    Ευάγ. Ανδρ. Καραγεώργος               για ½ κλήρου – 22                στρέμματα 43

10)  Ιωάν. Κ. Παληαλέξης                       για ½ κλήρου – 18                στρέμματα 47

11)  Ελένη χήρα Δ. Σταϊκούρα                 για ½ κλήρου – 10                στρέμματα 55

12)  Κων. Αργ. Δρούγας                          για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

13)  Μαρία χήρα Β. Μητροπούλου            για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

14)  Γεώρ. Β. Αποστόλου                        για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

15)  Δημ. Αυγέρης                                   για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

16)  Παναγ. Ανδ. Καραγεώργος               για ½ κλήρου – 22                στρέμματα 43

17)  Θωμάς Μιχόπουλος                          για ½ κλήρου                       στρέμματα 65

 

Για ¼ κλήρου ως άνευ εφοδίων

1)    Αθαν. Δ. Μπουλοκούτας                   για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

2)    Νικ. Ι. Καραγεώργος                       για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

3)    Πέτρος Ι. Καραγεώργος                    για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

4)    Θεόδ. Κ. Παλαντάς                          για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

5)    Γεωρ. Χήρα Στ. Μπασούρα               για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

6)    Άγγελος Νικ. Τσιμπούρης                 για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

7)    Αθαν. Ι. Μπαλαφούτας                     για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

8)    Φώτιος Λεων. Ζέρβας                      διά ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

9)    Βασιλ. Λεων. Ζέρβας                        για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

10)  Δημ. Στεφ. Τσαμαδιάς                     για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

11)  Αλεξ. Δ. Αδαμαντόπουλος                για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

12)  Νικ. Δ. Αδαμαντόπουλος                  για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500        

13)  Γεώργ. Τσαμαδιάς                           για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500        

14)  Χρ. Μητρόπουλος                             για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

15)  Παρασκευάς Τσιαπουρτζής               για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

16)  Αθαν. χήρα Δ. Ζέρβα                       για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

17)  Δημ. Κούτρας                                  για ¼ κλήρου                       στρέμματα 32,500

18)  Ηλ. Ιωάν. Παληαλέξης                     για ¼ κλήρου – 10                στρέμματα 22,500

19)  Κων. Ι. Παληαλέξης                         για ¼ κλήρου – 10                στρέμματα 22,500

20)  Ευάγ. Δ. Ζέρβας                              για ¼ κλήρου – 4                 στρέμματα 28,500

 

Κλήροι συντηρήσεως

1)    Ιωάν. Κ. Καραγεώργος                              για στρέμματα 10

2)    Δημ. Σταθοκώστας                                    για στρέμματα 10

3)    Κων. Δ. Λαμπρόπουλος                             για στρέμματα 10

4)    Κων. Ευστ. Σάκκος                                    για στρέμματα 10

5)    Δημ. Σταθοκώστας                                    για στρέμματα 10

6)    Ευφρ. χήρα Ι. Κοντοπάνου                        για στρέμματα 10

 

Επαγγελματικοί

1)    Αθαν. Καζανής                                          για στρέμματα 5

2)    Θεόδωρος Π. Ασίκης                                 για στρέμματα 5

3)    Δημ. Γ. Καλλιώρας                                    για στρέμματα 5

4)    Αθαν. Δ. Κούτρας                                      για στρέμματα 5

5)    Κων. Π. Κούτρας                                       για στρέμματα 5

6)    Γεώργιος Π. Κεφάλας                                για στρέμματα 5

7)    Ηλίας Π. Κεφάλας                                     για στρέμματα 5

8)    Παναγ. Κ. κεφάλας                                   για στρέμματα 5

9)    Χρ. Καζανής                                             για στρέμματα 5

10)  Δημ. Καζανής                                           για στρέμματα 5

 

   Η αποζημίωση προς τους ιδιοκτήτες ήταν :

(α) Για τις ιδιοκτήτριες Καλλιακούδα και Θεοδωρίδου :  1.227.815,50 δρχ.

                                             προσαύξηση Δημοσίου  :     444.869,70 δρχ.

                                                                                  ----------------------       

                                                          Σύνολο            :  1.672.676,20 δρχ.

 

(α) Για τους κληρονόμους  Β. Βαλατσού :     909.556       δρχ.

                         προσαύξηση Δημοσίου  :     329.549,25   δρχ.

                                                                  ----------------------       

                                      Σύνολο            :  1.239.105,25  δρχ.

 

   Από την απαλλοτρίωση εξαιρέθηκαν :

(α) Υπέρ των ιδιοκτητριών Σεβαστής Χρ. Καλλιακούδα και Ελένης Θεοδωρίδου : 800 στρέμματα, η οικία με τους στάβλους, αχυρώνας, αποθήκες στο Συνοικισμό και τα γήπεδα 6 στρεμ. προ της οικίας.

(β) Οι μικροϊδιοκτησίες που ανήκουν  σε : Χρ. Καλιακούδα, Αμαλία χήρα Β. Βαλατσού και λοιπούς.

(γ) Υπέρ των ιδιοκτητών, κληρονόμων Β. Βαλατσού : 560 στρέμματα, αλωνότοπους, μια οικία και δύο συνεχόμενες οικίες στο Συνοικισμό και γήπεδα 8 στρεμ. Επίσης δύο εκτάσεις 65 και 73 στρεμ.

   Η απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων, εκδόθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1930, με την Πράξη 27 και υπογράφηκε από  τον πρόεδρο Θεμ. Μιχαλάκη πρωτοδίκη, Σωτ. Κούκα, προϊστάμενο του γραφείου Εποικισμού Λαμίας και Αθαν. Παπαχρήστο, εισηγητή του γραφείου Εποικισμού Λαμίας.

 

 

7.   Αδράνειες και αβεβαιότητες μετά την απόφαση απαλλοτρίωσης (Δεκαετία ’30)

   Η δεκαετία του ’30  χαρακτηρίστηκε από πολιτική αστάθεια και οικονομική κρίση (χρεωκοπία 1932). Δύο κόμματα (Φιλελευθέρων και Λαϊκό Κόμμα) εναλλάχτηκαν στην εξουσία, με παλινόρθωση της μοναρχίας και πραξικοπήματα. Η απόφαση απαλλοτρίωσης έπρεπε στη συνέχεια να υλοποιηθεί στο έδαφος. Η τοπογραφική υπηρεσία έπρεπε να επιβεβαιώσει τις εκτάσεις και να καθορίσει τα όρια των κτημάτων για καθένα κληρούχο. Συνεχίζουμε την παρουσίαση των στοιχείων του αρχείου.

   Στις 20 Ιουλίου 1931, το Γραφείο της Γεωργικής Περιφέρειας Λαμίας με έγγραφό του προς το Υπουργείο Γεωργίας – Τμήμα Εποικισμού, αναφέρει ότι υπέρ του Συνεταιρισμού Λυγαριάς (Τσοπανλάτες) απαλλοτριώθηκαν οι εκτάσεις :

 

(α) Από τις ιδιοκτησίες Σεβαστής Χρ. Καλλιακούδα και Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου :

        Καλλιεργήσιμοι αγροί       :    1.224,230 στρέμματα

                Αλωνότοποι             :           8  στρέμματα

Αγροί επιδεκτικοί καλλιέργειας :    1.800 στρέμματα

Αγροί ανεπίδεκτοι καλλιέργειας :      773,770 στρέμματα

(β) Από την ιδιοκτησία κληρονόμων Βαλατσού :

     Καλλιεργούμενοι αγροί        :      1.079,330 στρέμματα

                Αλωνότοποι              :            8  στρέμματα

Αγροί επιδεκτικοί καλλιέργειας  :     1.000 στρέμματα

Αγροί ανεπίδεκτοι καλλιέργειας :        774,163 στρέμματα

 

   Διαπιστώθηκε όμως ότι οι εκτάσεις που χαρακτηρίστηκαν ως επιδεκτικές καλλιέργειας δεν ήταν πράγματι έτσι. Σε συνεννόηση με το μηχανικό της διανομής και με σύμφωνο το Συνεταιρισμό δεν έγινε διανομή αυτών των εκτάσεων.

   Από τα 1.800 στρέμματα των κληρονόμων Γάτου (Θεοδωρίδου-Καλλιακούδα) βρέθηκαν μόνο 274 στρέμματα επιδεκτικά καλλιέργειας. Από το κτηματομερίδιο Βαλατσού, από τα 1.000 στρέμματα, βρέθηκαν μόνον 25 στρέμματα αντίστοιχα.

   Ο Συνεταιρισμός ζήτησε να επιστραφεί η έκταση στους ιδιοκτήτες, που δεν είναι αγροί, για να μην πληρώνει τοκοχρεωλύσιο ανεπίδεκτων εκτάσεων. Αλλιώς, να ανταλλαχθεί η έκταση αυτή, με την αναπαλλοτρίωτη έκταση στη θέση “Ζούπουρνο”, που χαρακτηρίστηκε βοσκήσιμη.

   Τελικά προτάθηκε η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων να αποφασίσει περί του θέματος.

 

   Από τη Γεωργική Περιφέρεια Λαμίας, στις 20 Ιουλίου 1931, έγγραφο προς το Υπουργείο Γεωργίας (Τμήμα Εποικισμού) όπου αναφέρει ότι απαλλοτριώθηκε υπέρ του Συνεταιρισμού Τσοπανλατών έκταση 186,170 στρεμμάτων, ιδιοκτησίας Καλλιακούδα. Άλλες εκτάσεις που κατέχονταν από κατοίκους του κτήματος Δερβέν Φούρκα, πρέπει να επιστραφούν στους ιδιοκτήτες.

   Χειρόγραφο έγγραφο από τον Συνεταιρισμό Ακτημόνων Καλλιεργητών (Σ.Α.Α.Κ.) Λυγαριάς (Τσοπανλατών), στις 10 Ιανουαρίου 1932 εστάλη στο υπουργείο Γεωργίας, υποβάλλοντας αντίγραφο αποφάσεως της Γενικής Συνέλευσης του Συνεταιρισμού (με πρόεδρο τον Ι. Αποστόλου). Ζητούν να μην γίνει διανομή των συνεταιριστικών εκτάσεων (δηλ. αλωνότοπων 1.500 στρεμ. ορεινών για βοσκή ζώων, κλπ.), οι οποίες αφέθηκαν με την απόφαση απαλλοτρίωσης. Αντίθετα να δοθεί έκταση 2.800 στρεμμάτων που δεν διανεμήθηκαν τότε, κατά την οριστική διανομή, ως ανεπίδεκτα καλλιέργειας και αποτελούν μέρος του κλήρου, τον οποίο έλαβε έκαστος συνεταίρος, μειωμένος κατά 75 στρέμματα. Τελικά, ζητούσαν να δοθεί εντολή διανομής της ανωτέρω έκτασης, για συμπλήρωση του κλήρου αυτών.

   Στις 10 Ιουλίου 1932 εστάλη έγγραφο[25] με θέμα “Αίτηση θεραπείας των κληρούχων Κοινότητας Λυγαριάς Φθιώτιδας”. Σ’ αυτό ανέφερε ότι η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Λαμίας καθόρισε γεωργικό κλήρο 130 στρέμματα συνολικά, με διανομή 55,600 στρεμμάτων, δηλ. μειωμένο κατά 58 %, τα δε υπόλοιπα 74,400 στρέμ. είναι τελείως άγονα και πετρώδη στην Όρθρη. Όμως από τα 55 στρέμ. μόνο τα 40 στρέμ. είναι γόνιμα και καλλιεργήσιμα, τα δε 15 στρέμ. είναι άγονα στις υπώρειες της Όθρυος. Η καταβλητέα ετήσια δόση για καθένα ορίστηκε σε 8.400 δρχ., που όμως δεν θα εισπραχθούν από την καλλιέργεια μόνον των 20 στρεμμάτων. Ανέφεραν ότι “δεν απομένουν χρήματα για να ζήσουμε”. Κλείνοντας 70 οικογένειες ζητούσαν να ελεγχθεί το αληθές των λόγων τους και να καταβάλουν το ήμισυ του ετήσιου ποσού. [Ακολουθούσαν 65 υπογραφές]

   Νέα Αίτηση 62 ακτημόνων κληρούχων γεωργών του χωριού Λυγαριάς εστάλη στις 14 Αυγούστου 1932. Ανέφεραν ότι το Συνεργείο της Τοπογραφικής Υπηρεσίας για τη διανομή και παράδοση του κλήρου εκάστου, αντί για 130 στρέμματα βρήκε μικρότερες εκτάσεις και διένειμε μόνο 54,600 στρέμματα. Οι υπόλοιπες εκτάσεις είναι άχρηστες. Δηλώνουν ότι δεν επιθυμούν την έκταση των 2.800 στρεμμάτων  να αποτελεί τμήμα του κλήρου κανενός και ζητούσαν να μειωθεί το καταβλητέο ποσό, μόνο για την πραγματική έκταση. [Ακολουθούσαν 65 υπογραφές]

    Αν και είχε γίνει η διανομή και η οριοθέτηση των κτημάτων και η χάραξη των αγροτικών δρόμων, η κατάσταση είχε αφεθεί και έλειπε ο έλεγχος. Κάποιοι καλλιεργούσαν ξένα κτήματα, ή τα είχαν μετατρέψει σε δρόμο. Το επιβεβαιώνουν τα επόμενα στοιχεία.

   Χειρόγραφη Αίτηση του προέδρου του Συνεταιρισμού Ακτημόνων Καλλιεργητών Λυγαριάς, προς το υπουργείο Γεωργίας – τμήμα Εποικισμού, στις 2 Φεβρουαρίου 1933, ανέφερε ότι συντρέχουν εμπόδια στην τήρηση της τάξεως και στην εκμετάλλευση των κτημάτων από τα μέλη του Συνεταιρισμού. Η διανομή παραβιάζεται από διάφορα μέλη και μη συνεταίρους. Οι δρόμοι που χαράχτηκαν από την Τοπογραφική Υπηρεσία δεν αναγνωρίζονται ως επίσημοι. Τα οικόπεδα του παλιού Συνεταιρισμού δεν αναγνωρίζονται για διανομή και στέγαση, κ.ά. Ζητήθηκε να γίνει έλεγχος της διανομής και της τάξεως.

   Μετά από αίτηση του Συνεταιρισμού Λυγαριάς προς τη Γεωργική Περιφέρεια Λαμίας για το παραπάνω θέμα, δόθηκε εντολή στον γεωπόνο Γ. Παλαμιώτη, που πήγε στη Λυγαριά και κατέγραψε τη κατάσταση. Στην επίσημη αναφορά του (στις 13 Απριλίου 1933) προς τη Γεωργική Περιφέρεια Λαμίας αναφέρει :

(1) Μετά τη διανομή και κατάτμηση των τεμαχίων και των αγρών, ο δρόμος που αφέθηκε δεν ακολουθεί τον παλιό δρόμο Λυγαριάς-Αμούρι και οι κάτοικοι περνούν από τη γη κληρούχων. Πρέπει να χαραχθεί δρόμος.

(2) Η έκταση για αλωνότοπο δεν ξεκαθαρίστηκε και κάποιοι κληρούχοι έφτιαξαν καλυβο-αχυρώνες. Πρέπει ένα Συνεργείο να ξεκαθαρίσει τις ξένες ιδιοκτησίες.

(3) Έπρεπε να διανεμηθούν τα οικόπεδα του νέου Συνοικισμού στους κληρούχους. Το Συνεργείο να κάνει τη διανομή.

(4) Ο χώρος του νέου Συνοικισμού έχει καταληφθεί από πρόχειρα οικήματα-καλύβες για στέγαση των αστέγων κληρούχων.

   Καταλήγει αναφέροντας ότι πρέπει να γίνει η οριστική διανομή και να γίνει σεβαστή από όλους.

  

   Στις 3 Νοεμβρίου 1933, εστάλη στην Αθήνα, ο Δημήτριος Κ. Λιάκος, ως αντιπρόσωπος από το Συνεταιρισμό του χωριού Λυγαριάς Λαμίας, με σκοπό να συναντήσει τον υπουργό[26] Γεωργίας και να του μεταφέρει προφορικά τα προβλήματα των κατοίκων.  Όμως στάθηκε αδύνατο να τον δει και επειδή έπρεπε να φύγει πάλι για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τα έγραψε σε συστημένη επιστολή (4 σελίδες) και την υπέβαλε στο υπουργείο. Σ’ αυτήν ανέφερε ότι από την τωρινή κυβέρνηση οι συγχωριανοί μου πολλά έλαβαν. Οι διαμαρτυρίες μας χρονολογούνται από πολλών ετών, αλλά δεν ωφέλησαν. Οι Βενιζελικοί αδίκησαν το χωριό μας. Όργανα αυθαιρεσιών είναι οι Ζούκης και Παπαχρήστος. Εξαιτίας τους λιμώτουν 500 άτομα. κ.λ.π.

    Στις 18 Δεκεμβρίου 1933 εκδικάστηκε η προσφυγή της Κοινότητας Λυγαριάς (πρόεδρος ήταν ο Αλεξ. Καρβούνης) και μαζί των Ευαγ. Λιάκου, Δημητρίου Κ. Λιάκου κατοίκων Λυγαριάς κατά του Κων/νου Σταϊκούρα, κατοίκου Λυγαριάς (με δικηγόρο το Δημ. Λατσό). Το Ειρηνοδικείο Λαμίας συνεδρίασε (στο ύπαιθρο) στη θέση Φρουκαλιά. Επρόκειτο για δημοτική οδό πλάτους 3 μ. κοινής χρήσης, ιδιωτική, που οδηγούσε από τη Λυγαριά προς νότον (θέση Φρουκαλιά) και κατέληγε στη δημόσια οδό Λαμίας-Καρπενησίου. Υπηρετούσε από αμνημονεύτων ετών τους κατοίκους και τα υποζύγια της Λυγαριάς. Ο Σταϊκούρας έβαλε φράχτη και εμπόδιζε τη διέλευση. Οι ενάγοντες ζητούσαν την απελευθέρωση του δρόμου, λαμβάνοντας προσωρινά μέτρα. Το δικαστήριο αποφάσισε και διέταξε να άρη τους φραγμούς και σε περίπτωση υποτροπής θα πληρώσει πρόστιμο 2.000 δρχ.

   Η διανομή της γης στους ενδιαφερομένους αγρότες και οι αυθαίρετες καταλήψεις που έγιναν έφεραν κάποιες διαμαρτυρίες. Έτσι ο κληρούχος Λυγαριάς Γρηγ. Σιαμαντάς, με αίτησή του στις 3 Ιανουαρίου 1934 προς το υπουργείο Γεωργίας (Διεύθυνση Εποικισμού), διαμαρτύρεται για μικροϊδιοκτήτες που δεν δέχονται να εφαρμοστεί το διάταγμα οριστικής διανομής. Επίσης οι  Αθανάσιος Ν. Ζάχος και Θεόδωρος Παλαντάς, κάτοικοι Λυγαριάς, το 1935 υπέβαλαν αίτηση ζητώντας να συμπληρωθεί ο κλήρος τους, ο οποίος δόθηκε μειωμένος, εκ πλάνης.

   Άλλη προσφυγή έγινε το 1937 από την Σεβαστή συζ. Χρ. Καλλιακούδα και Ελένη συζ. Θαλή Θεοδωρίδου (με δικηγόρο τον Βασ. Κακκάβα) να τους αποδοθούν τα οικόπεδα και οικήματα στο αγρόκτημα Τσοπανλάτες (Λυγαριάς), που καταλήφθηκαν παράνομα.

   Η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων που εξέτασε τις προαναφερθείσες αιτήσεις τις απέρριψε.

   Η Επιτροπή του Συνοικισμού Λυγαριάς με αναφορά της προς την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Λαμίας, ζήτησε να εκδοθεί απόφαση, αν πρέπει όλοι οι γενικώς οι κληρούχοι να λάβουν ίση έκταση οικοπέδου, από το απαλλοτριωμένο τμήμα του κτήματος και αν δικαιούνται οικοπέδου και οι επαγγελματίες. Η απόφαση, στις 6 Σεπτεμβρίου 1937, της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Λαμίας ήταν ότι για το θέμα αυτό πρέπει να εκδοθεί απόφαση του υπουργού.

   Καινούργια Αίτηση στις 26 Ιανουαρίου 1938 των Σεβαστής συζ. Χρ. Καλλιακούδα και Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου προς τον υπουργό Γεωργίας. Μετά το ιστορικό του Αγροκτήματος Λυγαριάς ή Τσοπανλατών, που κηρύχθηκε απαλλοτριωτέο το 1925, αναφέρουν ότι έγινε λάθος στην καταμέτρηση των εκτάσεων. Νέα μέτρηση το 1938 από γεωμέτρη, έδειξε ότι η συνολική έκταση είναι 17.390,12 στρέμματα. Παραδόθηκαν στον Σ.Α.Α.Κ.[27] Τσοπανλατών από το Φεβρουάριο 1926, αλλά ο Συνεταιρισμός τα άφησε αυτά έρμαια και καταλήφθηκαν από διάφορους κατοίκους και μη Λυγαριάς, μη κληρούχων, που αυθαίρετα έκτισαν οικήματα παρανόμως. Ζήτησαν από την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Λαμίας να εκδικάσει τα παραπάνω οικόπεδα και να καθορίσει τη τύχη τους. Συνυπέβαλε Πιστοποιητικό του γεωμέτρη ΕΜΠ Α. Αναστασοπούλου που βεβαίωνε την έκταση.

   Ακολούθησε γραφειοκρατική διαβίβαση της αίτησης αυτής στο Γραφείο Γεωργικής Υπηρεσίας Λαμίας, που διαπίστωσε ότι στην απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Λαμίας υπάρχουν κενά. Το υπουργείο ζήτησε πάλι να αναφερθούν τα κενά στην απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Λαμίας για την τύχη των οικοπέδων των τέως ιδιοκτητών εντός του χωρίου Λυγαριά. Δεν είναι γνωστή η συνέχεια και το αποτέλεσμα της προσφυγής αυτής, από έλλειψη αρχειακού υλικού.

   Για την διαμορφωμένη κατάσταση, στις 24 Φεβρουαρίου 1939, ο  Συνεταιρισμός Αποκαταστάσεως Ακτημόνων Καλλιεργητών Λυγαριάς (ΣΑΑΚ), που υπογράφηκε από τον Γεώργ. Αποστόλου, απέστειλε χειρόγραφο έγγραφο προς την Εθνική Συνομοσπονδία[28] Συνεταιρισμών Ελλάδος (Ε.Σ.Σ.Ε.), Αθήνα, στο οποίο αναφέρει ότι :

 

Το έτος 1931 έγινε η οριστική διανομή του απαλλοτριωθέντος αγροκτήματος της περιοχής, αλλά παραμένουν τα οικόπεδα αδιανέμητα για αποκατάσταση των συνεταίρων. Αποτέλεσμα της βραδύτητας αυτής ήταν κάποιοι να κτίσουν αυθαίρετα οικίες στα οικόπεδα χωρίς σχέδιο, σ τόπο της δικής τους εκλογής. Άλλοι άρχισαν εκχερσώσεις κοινοχρήστων εκτάσεων. Το 1937 εστάλη στο υπουργείο Πίνακας με τις παράνομες οικοδομές. Ο ΣΑΑΚ Λυγαριάς ζήτησε την άσκηση επιρροής για λύση του προβλήματος.

 

   Στη συνέχεια η Ε.Σ.Σ.Ε., στις 20-3-1939 διαβίβασε το παραπάνω αναφερόμενο έγγραφο-αναφορά του Σ.Α.Α.Κ. Λυγαριάς στο υπουργείο Γεωργίας – Διεύθυνση Εποικισμού. Αυτή η αρμόδια υπηρεσία με έγγραφό της στις 9-5-1939, προς το Γραφείο της Γεωργικής Υπηρεσίας στη Λαμία, ζήτησε να δοθούν σχετικές πληροφορίες για τις αναφερόμενες ανωμαλίες. Μετά τη σχετική έρευνα, η Γεωργική Υπηρεσία νομού Φθιωτιδοφωκίδας, στις 29-5-1939, με “εξαιρετικώς επείγουσα” επιστολή προς το Υπουργείο Γεωργίας - Δ/νση Εποικισμού, στο ίδιο θέμα “Επί παρουσιαζομένων ανωμαλιών εν τω Συνοικισμώ Λυγαριάς του αγροκτήματος Τσοπανλάτες”, αναφέρει ότι :

 

Όντως παρουσιάζονται διάφορες ανωμαλίες (αυθαίρετες καταλήψεις οικοπέδων, κλπ.), που οφείλονται στην μη εισέτι διανομή του Συνοικισμού. Είναι άμεση ανάγκη διανομής του Συνοικισμού, η οποία κατά πληροφορίες του ελεγκτή της Τοπογραφικής Υπηρεσίας κ. Ράπτη, που αφίχθηκε, δεν θα γίνει την τρέχουσα περίοδο εργασιών του τοπογραφικού συνεργείου, εφόσον δεν εκδόθηκε απόφαση του υπουργείου. Να γίνουν οι ενέργειες για έκδοση της παραπάνω απόφασης και να επανέλθει η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Λαμίας για να συμπληρώσει τα κενά, ώστε να γίνει δυνατή η διανομή του Συνοικισμού στο τρέχον έτος.

 

    Συμπληρωματικά στο ανωτέρω θέμα, η Γεωργική Υπηρεσία Φθιωτιδοφωκίδας, στις 31 Ιουλίου 1939,  με έγγραφό της και θέμα “Διανομή Συνοικισμού Τσοπανλατών”, ζήτησε να δοθούν διαταγές για οριστική διανομή και ρυμοτομία.

   Η αβεβαιότητα της διαμορφωμένης κατάστασης στο χωριό Λυγαριά, αποδεικνύεται και από την Αίτηση γεωργών με 31 υπογραφές (πρώτο επώνυμο είναι Πέτρος Καραγιώργης), κατοίκων Λυγαριάς, προς τον Πρόεδρο[29] της Κυβερνήσεως (Ιωάν. Μεταξά). Εστάλη στις 20 Οκτωβρίου 1939 και σ’ αυτήν ανέφεραν :

 

Στο χωριό υπάρχουν χωράφια 2.000 στρέμματα, που δεν έχουν καθόλου καλλιεργηθεί (ενώ είναι καλλιεργήσιμα), από τα οποία τα 1.200 στρέμματα είναι στο χωριό Αγριλιά, που υπάγεται στην Κοινότητα Λυγαριάς. Εμείς γεωργοί έχουμε 100 στρέμματα που μας έδωσε η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων, ενώ άλλοι δεν έχουν ούτε σπιθαμή. Ζητούμε να απαλλοτριωθούν για να αποκατασταθούμε, αλλιώς θα πεθάνουμε.

   Από τα αγροκτήματα (α) Σεβαστής συζ. Χρ. Καλλιακούδα και Ελένης συζ. Θ. Θεοδωρίδου και (β) των κληρονόμων Β. Βαλατσού, από την απαλλοτρίωση αφέθηκαν 900 στρέμματα στους πρώτους και 1.000 στρέμματα στους δευτέρους, καλλιεργήσιμη γη και 1.500 στρέμματα ακαλλιέργητη. Δεν τις καλλιέργησαν ποτέ, αλλά πάντα τις εκμίσθωναν. Οι πρώτοι δεν δικαιούνται αυτοκαλλιέργεια, γιατί έχουν κι άλλη ιδιοκτησία μεγάλης έκτασης στο χωριό Κόμμα, που δεν απαλλοτριώθηκε.

 

   Μετά από λίγες ημέρες, στις 28 Οκτωβρίου 1939 ο Συνεταιρισμός Ακτημόνων αγροτών Καλλιεργητών (Σ.Α.Α.Κ.), που υπογράφει ο πρόεδρος Καραγιώργος, αποστέλλει επιστολή στον υπουργό[30] Γεωργίας. Σ’ αυτήν αναφέρει ότι :

 

Tα 40 στρέμματα που παραχωρήθηκαν στον Συνεταιρισμό κατά τη διανομή ως οικόπεδα, παραμένουν αδιανέμητα. Σ’ αυτά πολλοί εκ των συνεταίρων έχουν οικοδομήσει σπίτια χωρίς άδεια, άλλοι φύτεψαν αμπέλια σε περισσότερα από 4 στρέμματα ή δένδρα. Παρακαλεί να έρθει το Συνεργείο να τα διανείμει το συντομότερο.

 

      Από τη Γεωργική Υπηρεσία Λαμίας ζητήθηκε να γίνει επιτόπια εξέταση και μετά να υποβληθεί έκθεση, με τις εκτάσεις, τη σύσταση των γαιών και τις ανάγκες των κατοίκων, χωρίς βλάβη για την κτηνοτροφία. Στις 24 Νοεμβρίου 1939, το Υπουργείο Γεωργίας αναφερόμενο στο ίδιο θέμα  Επί της υποθέσεως διανομής του Συνοικισμού Λυγαριάς”, ενημέρωσε ότι :

 

   Η Επιτροπή διανομής από τις 3-7-1931 στη θέση Μότσου διαχώρισε έκταση 40 στρεμμάτων για να γίνει οικισμός των κληρούχων, που στερούνται οικοπέδου ή έχουν οικόπεδα αλλά ανεπαρκή. Με πρακτικό στις 27-10-1936 η Επιτροπή ανέβαλε τη διανομή των οικοπέδων μέχρις ότου η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων ορίσει αν οι κληρούχοι οι κατέχοντες ιδιόκτητη έκταση δικαιούνται να λάβουν και οικόπεδο. Στο ανωτέρω θέμα γνωρίζουμε τα κάτωθι : Η αποκατάσταση οικήματος σε γεωργικό κλήρο απαραίτητα περιλαμβάνει τη χορήγηση οικοπέδου, εφόσον στερείται. Εν προκειμένω, εφόσον υπάρχει επαρκής οικοπεδική διανεμητέα έκταση, να λάβουν άπαντες ίση έκταση, ή για να συμπληρώσουν όσοι έχουν μειωμένη. Αν η διανεμητέα έκταση για οικόπεδα, δεν επαρκεί, τότε όσοι δεν έχουν οικόπεδο θα  λάβουν ίσης έκτασης οικόπεδο, όχι όμως όσοι ήδη έχουν έστω και μικρότερης έκτασης. Τα ίδια ισχύουν  και για τους επαγγελματίες. Η τοπογραφική υπηρεσία θα προβεί στη διανομή των οικοπέδων.

 

   Ζητήθηκε η γνώμη του επαρχιακού γεωπόνου Δομοκού Κλεομένη Μαλιώρα, ο οποίος το Μάιο 1940, μετά από σχετική έρευνα, έστειλε έγγραφο στη Γεωργική Υπηρεσία του νομού Φθιωτιδοφωκίδας στη Λαμία. Αναφέρει ότι κακώς αναφέρεται στην Αίτηση των γεωργών κατοίκων Λυγαριάς ότι υπάρχει κοινοτική έκταση καλλιεργήσιμη 2.000 στρεμ., εφόσον στη Λυγαριά έχει εκτάσεις βοσκήσιμες από την απαλλοτρίωση, στη δε Αγριλιά δεν υπάρχει κοινοτική έκταση. Επομένως, για τα 2.000 στρέμ. καλλιεργήσιμα που αφέθηκαν από την Επιτροπή, στους τέως ιδιοκτήτες Καλλιακούδα, Μπαλατσό, Πλατή, Κούτο, κλπ. δεν είναι δυνατή η απαλλοτρίωση.

   Έτσι δόθηκε η απάντηση στην παραπάνω Αίτηση κατοίκων της Λυγαριάς στο θέμα της απαλλοτριώσεως εκτάσεων για αποκατάστασίν τους. Αναφέρθηκε ότι “μετά από αναφορά του επαρχιακού γεωπόνου Δομοκού, που έκανε επιτόπια εξέταση Δομοκού, που έκανε επιτόπια εξέταση, δεν πρόκειται για κοινοτικές εκτάσεις, αλλά για ιδιοκτησίες”.

   Το υπουργείο Γεωργίας, τις 17 Αυγούστου 1940, με έγγραφο προς τον Πέτρο Καραγιώργη (για λογαριασμό των ακτημόνων γεωργών) στη Λυγαριά, για την Αίτηση των συγχωριανών του περί απαλλοτριώσεως και παραχωρήσεως των εκτάσεων που εξαιρέθηκαν από την απαλλοτρίωση του αγροκτήματος Τσοπανλάτας, τους γνωρίζει ότι λόγω συνταγματικού κωλύματος, οι εκτάσεις αυτές δεν υπόκεινται σε απαλλοτρίωση, από τη νομοθεσία. Έτσι το Αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί.


 

8.   Μετά την Κατοχή

   Η διαμορφωμένη προπολεμικά κατάσταση παρέμεινε, με πολύ πιθανή την επιδείνωση. Αυτό προκύπτει από έγγραφο[31] της Γεωργικής Υπηρεσίας Φθιωτιδοφωκίδος – Τμήμα Εποικισμού, στις 7 Ιουνίου 1945, που αναφέρει ότι η Επιτροπή διανομής του Συνοικισμού Λυγαριάς (Τσοπανλάτες) ανέλαβε τη διανομή των οικοπέδων, μέχρις ότου η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων ορίσει αν όσοι κατέχουν ιδιόκτητη έκταση δικαιούνται να λάβουν και οικόπεδο από τη διανομή. Μεσολάβησαν τα πολεμικά γεγονότα και η Κατοχή, με αποτέλεσμα να μείνει εκκρεμής η υπόθεση. Έγιναν καταλήψεις οικοπέδων και οικοδόμηση οικιών, με αποτέλεσμα προστριβές.

   Στο ίδιο θέμα η υπηρεσία καταλήγει “Για ρύθμιση του ζητήματος των οικοπέδων, στο Πρόγραμμα εργασιών υπαίθρου των Τοπογραφικών Συνεργείων στο θέρος, αποφασίστηκε να περιληφθεί και η διανομή του Συνοικισμού Λυγαριάς”.

  

9.   Στη δεκαετία του ’50 και μετά

   Την περίοδο αυτή οι μεγαλύτερες σχετικά εκτάσεις, των πρώην ιδιοκτητών του αγροκτήματος Λυγαριάς, όσες εξαιρέθηκαν της απαλλοτρίωσης, διανεμήθηκαν στα μέλη των οικογενειών ή πωλήθηκαν σε τρίτους. Για τους σκοπούς αυτούς επειδή παρέμενε η απαγόρευση του νόμου 3250, ήταν αναγκαία η υπουργική απόφαση για άρση της απαγόρευσης αυτής. Τέτοιες περιπτώσεις αναφέρονται στη συνέχεια.

   Μετά από Αίτηση της Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου, που ζήτησε δικαίωμα κυριότητας σε 358 στρέμματα περίπου του αγροκτήματος Λυγαριάς (Τσοπανλάτας), για να συνάψει προικοσύμφωνο (που ήταν υπό δημοσίευση), υπέρ της θυγατρός της Καλλιόπης, στις 8 Φεβρουαρίου 1950, ο υπουργός Γεωργίας Α. Λαμπρόπουλος αποφάσισε την άρση απαγόρευσης του νόμου 3250 για το σκοπό αυτό.  Στις 4 Μαΐου 1950 υπογράφηκε το Προικοσύμφωνο[32] της Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου προς την κόρη της Καλλιόπη και το σύζυγό της Νικ. Σκυλακάκη, σπουδαστή ΕΜΠ, δίνοντας ως προίκα 200 στρέμματα από τα  358 στρεμ. που της είχαν απομείνει μετά την απαλλοτρίωση.

   Το επόμενο έτος η Σεβαστή χήρα Χρ. Καλλιακούδα, με αίτησή της στο υπουργείο Γεωργίας, ζήτησε να πουλήσει ένα κτήμα 200 στρεμμάτων, από την έκταση που εξαιρέθηκε της απαλλοτρίωσης στη Λυγαριά. Θυμίζουμε ότι ήταν 708 στρέμματα, που τα διένειμαν[33] με την αδερφή της Ελένη σύζ. Θαλή Θεοδωρίδου. Για το σκοπό αυτό το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο στις 3-5-1951 πρότεινε την άρση απαγόρευσης (νόμος 3250) και στη συνέχεια ο υπουργός Γεωργίας αποφάσισε την άρση αυτή για να γίνει η πώληση. Αγοραστές ήταν οι : 

Κ. Παληαλέξης (20 στρέμ.), Ηλ. Παληαλέξης (15 στρέμ.), Αλεξάνδρα χήρα Καλλιώρα (15 στρέμ.), Κ. Τσαμαδιά (15 στρέμ.), Δ. Φάσσα (15 στρέμ.), Αθαν. Κυροδήμο (15 στρέμ.), Κ. Καρατζούνη (15 στρέμ.), Ευάγ. Μπάκα, Παν. Κούτρα (20 στρέμ.), χήρα Κουκούλη (20 στρέμ.), Αφούς Κεφάλα (20 στρέμ.), Δημ. Καρβούνη (15 στρέμ.), ήτοι συνολικά 200 στρέμματα. Όλη η διαδικασία ολοκληρώθηκε μέσα στο μήνα Μάιο 1951.

Σφραγίδα του Συλλόγου (1954)
      Ανάλογη περίπτωση έχουμε το 1954, όταν η Βασιλική χήρα Αλεξ. Καρβούνη, με αίτησή της στις 27-1-1954 στο τμήμα Εποικισμού Λαμίας ζήτησε άδεια διανομής του κτήματος Αθαν. Βαλατσού. Ακολούθησε η θετική  γνωμάτευση του Συμβουλίου για άρση της απαγόρευσης του νόμου, με σκοπό οι κληρονόμοι Αλεξ. Καρβούνη να διανείμουν μεταξύ τους τα δικαιώματα συγκυριότητας σε αγροτική ιδιοκτησία[34] περιοχής Λυγαριάς, η οποία δεν υπόκειτο σε αναγκαστική απαλλοτρίωση. Στις 22-3-1954, με απόφαση του υπουργού Γεωργίας Παναγή Παπαληγούρα έγινε άρση της απαγόρευσης του Ν. 3250 και επιτράπηκε στους κληρονόμους Αλεξ. Καρβούνη, να κάνουν τη διανομή αυτή.

   Τον Ιούνιο 1955 οι αδελφοί[35] Μπαλαφούτη, με αίτησή τους στη Διεύθυνση Εποικισμού ζητούσαν αναγνώριση μισθωτικών δικαιωμάτων σε 150 στρέμματα αγραναπαυμένης έκτασης στην περιφέρεια Λυγαριάς, με την ονομασία “Ζούπουρνο”[36]. Παράλληλα κοινοποίησαν την αίτησή τους και στον βουλευτή Φθιώτιδας Γεώργιο Πλατή[37], ο οποίος έστειλε έγγραφο στον τότε υφυπουργό Γεωργίας Περικλή Κάβδα[38], με παράκληση για ευνοϊκό αποτέλεσμα της Αίτησης των Αφών Μπαλαφούτη.

   Να θυμίσουμε ότι η μεταπολεμική κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα (1950-52), προχώρησε σε σημαντικές αγροτικές μεταρρυθμίσεις και σε απαλλοτριώσεις τσιφλικιών, με σκοπό την κοινωνική δικαιοσύνη και αποκατάσταση ακτημόνων αγροτών, παρά τις έντονες αντιδράσεις από μεγαλοϊδιοκτήτες. Κάποιες έμειναν ανολοκλήρωτες. Ο Σύλλογος Ακτημόνων Καλλιεργητών Λυγαριάς, στις 32-1956, με υπόμνημά του στον πρόεδρο[39] της κυβερνήσεως ζητούσε ταχύτερη εκδίκαση του απαλλοτριωτέου κτήματος Λουτρών Υπάτης, κληρονόμων Πλατή από την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων. Το υπόμνημα διαβιβάστηκε στον υπουργό Γεωργίας.

   Ακολούθησε νέα αίτηση στις 16 Απριλίου 1956 του Συλλόγου Ακτημόνων Καλλιεργητών Λυγαριάς, προς τον υπουργό Γεωργίας Ευάγ. Αβέρωφ, με θέμα την “αποστολή διαγράμματος του απαλλοτριωτέου κτήματος Λουτρών Υπάτης, κληρονόμων Πλατή, για δικαστική χρήση ώστε να δοθούν γεωργικοί κλήροι, με σκοπό την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών Λυγαριάς, από κτήματα Ανατολικής και Δυτικής Δαϊτσάς και κτημάτων Λουτρών Υπάτης κληρονόμων Πλατή.” Στις 18-5-1956 από την Τοπογραφική υπηρεσία της Διεύθυνσης Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας απεστάλησαν αντίγραφα των διαγραμμάτων αποτυπώσεων του κτήματος “Δαϊτσά” και του κτήματος “Λουτρά Υπάτης” στο έτος 1955. Επίσης ενημέρωσαν και το Σύλλογο Ακτημόνων καλλιεργητών Λυγαριάς Φθιώτιδας.

   Δεν είναι γνωστή η συνέχεια του θέματος από έλλειψη αρχειακού υλικού.

   ----------

Επίλογος

  Παρά τα περιορισμένα ιστορικά στοιχεία του τσιφλικιού-αγροκτήματος Τσοπανλάτας, βρέθηκαν ονόματα του αρχικού ιδιοκτήτη Βαλατσού και άλλων (Χατζίσκου, Γάτου) μεταγενεστέρων. Αναδείχθηκε η σύγκρουση συμφερόντων αυτών με την αριθμητικά μεγάλη κοινωνική ομάδα των ακτημόνων καλλιεργητών, που όμως η οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα επέβαλε την αποκατάστασή τους με την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Η σημαντική καθυστέρηση αυτής οφειλόταν επίσης και στα πολλαπλά ιστορικά πολεμικά γεγονότα των Πολέμων (Βαλκανικών,  Α’ & Β’ Παγκοσμίων, της Μικρασιατικής Εκστρατείας & Καταστροφής, της Κατοχής και του Εμφυλίου), αλλά και στα οικονομικά προβλήματα (χρεωκοπίες) της χώρας.

   Η χρονική καθυστέρηση αποκατάστασης των ακτημόνων δεν επέτρεψε την οικονομική ανέλιξη του μεγάλου κλάδου των αγροτών και στην ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα. Εκτιμώ ότι αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα της ελλειμματικής ανάπτυξης της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, φαινόμενα που εξακολουθούν να υπάρχουν και στα τρέχοντα χρόνια.

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Θα δοθούν μερικά έγγραφα (επιλεκτικά)

 

--------------------------------

 

 

Προς το επί της Γεωργίας Υπουργείον

                   Αίτησις

Χρήστου Ι. Καλλιακούδα, ιατρού, κατοίκου Αμφίσσης.

Ευαγγελίας Γ. Πανοπούλου κατοίκου Αθηνών,

Σεβαστής Χρ. Καλλιακούδα,

Ελένης Β. Γάτου και

Σταύρου Β. Γάτου, κατοίκων Αμφίσσης.

 Εν Αθήναις τη 11 Οκτωβρίου 1920

Κύριε υπουργέ

   Δια Β. Διατάγματος από Σεπτεμβρίου ε.ε. εκηρύχθη απαλλοτριωτέον το εν τω τέως δήμου Λαμιέων κείμενον αγροτικόν κτήμα “Τσοπαλάτες”. Του κτήματος τούτου είμεθα συγκύριοι κατά τα 30/60 περίπου οι αιτούντες, του υπολοίπου ανήκοντος εις την κοινότητα Τσοπαλάτες εις διαφόρους ταύτης κατοίκους εις Καρακαντάν και εις κληρονόμους Βαλατσού. Είναι δε φυσικώς κεχωρισμένα συνεπεία διανομής εις ημάς ως κληρονόμους του Βασιλείου Σ. Γάτου ανήκοντα 30/60, εκ των οποίων το ήμισυ μεν εξ αδιαιρέτου ανήκει λόγω προικός εις τον εξ ημών Χρ. Καλλιακούδαν, το δε έτερο ήμισυ ανήκει εις τους λοιπούς αιτούντας, πρόκειται δε να δοθεί ως προίξ εις τον μετά της αιτούσης Ελένης Β. Γάτου μεμνηστευμένον κ. Θαλήν Αρ. Θεοδωρίδην κάτοικον Αθηνών και Διευθυντήν της Ασφαλιστικής Εταιρείας η “Ανατολή”.

   Το εις ημάς ως άνω ανήκον κτήμα περιέχει έκτασιν περίπου δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) στρεμμάτων, εκ των οποίων οκτώ χιλιάδες (8.000) περίπου στρέμματα είναι χέρσα, χρησιμεύοντα ως λειβάδια, εν οίς το πλείστον ορεινά και βραχώδη ανεπίδεκτα ετέρας χρησιμοποιήσεως, τα δε υπόλοιπα καλλιεργούνται κατά τριετίαν εκ περιτροπής κατά το έν τρίτον (δηλαδή ολιγότερον των χιλίων στρεμμάτων ετησίως). Εκ του καλλιεργουμένου τούτου τμήματος πλέον του ημίσεως αυτοκαλλιεργούμεν δι’ ιδίων αροτήρων και εξόδων, ολιγότερον δε του ημίσεως καλλιεργείται υπό των εν τω κτήματι μόνον υπαρχόντων πέντε κολλήγων και ενός γέροντος ανικάνου προς εργασίαν και άνευ κληρονόμων.

   Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι το κτήμα χρησιμεύει κυρίως προς κτηνοτροφίσν, φημιζόμενον μάλιστα δια τας βοσκάς του. Το γεγονός τούτο συνδυαζόμενον αφ’ ενός μεν προς το περιστατικόν ότι το κυριώτερον μέρος της καλλιεργείας ασκούμεν ημείς αυτοί οι αιτούντες και αφ’ ετέρου προς το μικρόν του αριθμού των εν αυτώ κολλήγων, προδήλως δυσανάλογον προς την έκτασιν αυτού, έχει νομίζομεν ως αναγκαίαν συνέπειαν την έλλειψιν των όρων και των προϋποθέσεων, εις τας οποίας στηρίζεται η εις τους ακτήμονας γεωργούς διανομή των αγροτικών κτημάτων. Διότι τοσαύτην έκτασιν είναι αδύνατον να επαρκέσωσι καλλιεργούντες οι ως άνω πέντε κολλήγοι, οι οποίοι κατ’ ανάγκην θέλουσιν αφήσει ακαλλιέργητον μέγα μέρος των καλλιεργησίμων γαιών επί γενικωτέρα της γεωργίας βλάβη και εν πλήρει αντιθέσει προς τον διά της απαλλοτριώσεως επιδιωκόμενον σκοπόν. Ημείς εξ αντιθέτου προπαρασκευαζόμεθα εις την επιχείρησιν μεγάλων βελτιώσεων εν των κτήματι, εις διοχέτευσιν υδάτων, εις επιχείρησιν φυτειών, εις την προμήθειαν και χρησιμοποίησιν γεωργικών μηχανημάτων προς εντεταμένην καλλιέργειαν, άτινα μέσα είναι απολύτως αδύνατον να χρησιμοποιήσωσιν οι μικροϊδιοκτήται.

  Εξαιτούμεθα συνεπώς όπως το Σ. Υπουργείον προκαλέσει ευαρεστούμενον την ανάκλησιν του ειρημένου Β. Διατάγματος ως προς το ημέτερον κτήμα.

   Ο των αιτούντων πληρεξούσιος δικηγόρος

                    Αριστομένης Θεοδωρίδης

 

-------------------

 

ΕΚΘΕΣΙΣ

Βόλος, 26 Μάη 1924

    Έχει ολική έκταση 10.500 στρέμματα, από τα οποία 3.000 στρέμ. είναι πεδινά καλλιεργούμενα και τα υπόλοιπα είναι ορεινά και βοσκότοποι. Είναι χωρισμένο δε δύο μέρη.

   Το πρώτο τμήμα από 5.000 στρέμ. από τα οποία 900 στρέμ. καλλιεργούμενα, 200 καλλιεργήσιμα και τα υπόλοιπα είναι ορεινά, από τα οποία 200 στρέμ. πρόκειται να πουληθούν από τους ιδιοκτήτες σε ακτήμονες του χωριού Στύρφακα. Είναι στα δυτικά και συνορεύει με το χωριό Στύρφακα.

  Το άλλο μισό της έκτασης από 5.500 στρέμ. είναι στα ανατολικά του κτήματος, από τα οποία τα 1.900 στρέμ. είναι καλλιεργούμενα, 200 στρέμ. είναι καλλιεργήσιμα και τα υπόλοιπα είναι ορεινά καλυμμένα από αειθαλείς θάμνους. Επισυνάπτεται πρόχειρο σχεδιάγραμμα.

   Το μερίδιο περιήλθε στην ιδιοκτησία της Ελένης συζ. Θαλή Θεοδωρίδου και Σεβαστής συζ. Χρ. Καλλιακούδα από πατρική κληρονομιά. Ο πατέρας των Β. Γάτος πριν από 30 χρόνια το αγόρασε από τη Βασιλική χήρα Αλεξ. Χατζίσκου ή Βαλατσού. Πριν 15 χρόνια είχε ενοικιαστεί από τον Π. Μιχαλόπουλο που το καλλιεργούσε με 5 κολλήγους και 2 άροτρα αυτοκαλλιέργειας. Πριν από 5 χρόνια και μετά το κτήμα ανέλαβε ο Χρήστος Καλλιακούδας δι’ αντιπροσώπων του και η κατάσταση βελτιώθηκε, εφόσον εκχέρσωσε 500 στρέμ., αύξησε την αυτοκαλλιέργεια από 2 σε 5 άροτρα, οικοδόμησε σταύλους, κλπ. και ανέπτυξε την δενδροφυτεία.

    Στο κτήμα καλλιεργούνταν κυρίως φθινοπωρινά δημητριακά με 5 άροτρα αυτοκαλλιέργειας και 5 από κολλήγους. Σε έκταση 150 στρεμ. καλλιεργήθηκε καπνός. Επίσης υπάρχει ελαιοπερίβολο με 500 ελαιόδενδρα.

   Ισχύει το τριτάρικο σύστημα στην καλλιέργεια, δηλ. ο ιδιοκτήτης χορηγεί το σπόρο. Μετά τη συγκομιδή και αφού αφαιρεθεί ο σπόρος, ο ιδιοκτήτης παίρνει το ένα τρίτο, οι δε κολλήγοι παίρνουν τα 2/3 της παραγωγής.

  Το δυτικό τμήμα του κτήματος αν πωληθεί στους κατοίκους της Στύρφακας, δεν δημιουργεί βλάβη στα συμφέροντα των ακτημόνων του χωριού Τσοπανλατών, εφόσον η υπόλοιπη έκταση στο ανατολικό μέρος είναι επαρκής για αποκατάστασή τους.

 

Κουλόπουλος

προϊστάμενος Εποικισμού

 

 ------------------------------------

 Αυτοδιοικητικά

 Οικισμός Τσοπανλάτες - Λυγαριά

   Από τις 20 Απριλίου 1835 ο οικισμός Τσοπανλάτες προσαρτήθηκε στο δήμο Λαμιέων του νομού Φωκίδος και Λοκρίδος. Το ίδιο έτος ο νομός μετονομάστηκε σε Φθιωτιδοφωκίδος.

   Στις 31 Αυγούστου 1912 το όνομα του οικισμού διορθώθηκε σε Τσοπαλάδες. Επίσης ο οικισμός αποσπάστηκε από το δήμο Λαμιέων και προσαρτήθηκε στην Κοινότητα Μπεκί[40].

   Στις 3 Μαΐου 1919 ο οικισμός αποσπάστηκε από την Κοινότητα Μπεκί. Συστάθηκε Κοινότητα Τσοπαλάδων, με τον οικισμό και ομώνυμη έδρα. Στις 22 Οκτωβρίου 1920, ο οικισμός και η κοινότητα μετονομάστηκαν σε Λυγαριά, του νομού Φθιώτιδος και Φωκίδος.

   Στις 31 Μαρτίου 1943, ο νομός διαιρέθηκε και η Λυγαριά υπάγεται πλέον στο νομό Φθιώτιδος. Από τις 4 Δεκεμβρίου 1997, η Κοινότητα Λυγαριάς καταργήθηκε (σχέδιο “Καποδίστριας”) και ο οικισμός Λυγαριά προσαρτήθηκε στο δήμο Λαμιέων. Μαζί με τον οικισμό Αγριλιά (πριν Δαϊτσά) αποτελούν την τοπική κοινότητα Λυγαριάς.

   Ο πληθυσμός της (απογραφή 2011) του οικισμού Λυγαριά ήταν 403 κάτοικοι. Ως κοινότητα (μαζί με την Αγριλιά) ο πληθυσμός της (απογραφή 2011) ήταν 748 κάτοικοι.

  

----------------------

 

Βιβλιογραφία – Αναφορές – Ιστοσελίδες

 

1.   Αρχειακό υλικό του υπουργείου Γεωργίας της  περιόδου 1918-1956.

2.   Ιωάννου Ε. Μακρή : “Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των χωριών της επαρχίας Ζητουνίου”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1998, σελ. 27-35, Λαμία.

3.   https://lygarialamiasblogaddres.blogspot.com  (Ιστοσελίδα Γεωργίου Καλλιώρα)

4.   ΕΕΤΑΑ, Διοικητικές μεταβολές οικισμών, στην ιστοσελίδα  https://www.eetaa.gr

5.   Βικιπαίδεια

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 



[1] Εκδόσεις - Βιβλιοπωλείο Ν. & Σ. Μπατσιούλας, Αναγνωστοπούλου 9, 10673 Αθήνα.

[2] Ιωάννου Ε. Μακρή : “Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των χωριών της επαρχίας Ζητουνίου”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1998, σελ. 27-35, Λαμία.

[3] Ήταν γιος του Αλή πασά των Ιωαννίνων. Για το ζευγάρι βλ. επόμενη υποσημείωση.

[4] Το ζευγάρι ήταν έκταση γης, που ο γεωργός μπορούσε να καλλιεργήσει σε ένα έτος με 1 ή 2 ζευγάρια βοδιών. Η έκταση αυτή ήταν 60-200 στρέμματα (βλ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 11, σελ. 109),

[5] Ιστοσελίδα Γεωργίου Καλλιώρα https://lygarialamiasblogaddres.blogspot.com

[6] Η Σεβαστή παντρεύτηκε το γιατρό Χρήστο Καλλιακούδα. Η Ελένη παντρεύτηκε τον Θαλή Θεοδωρίδη.

[7] Οι ιδιοκτήτες έπαιρναν το 1/3 της παραγωγής (αφαιρώντας τα έξοδα) και οι καλλιεργητές (κολλήγοι) έπαιρναν τα 2/3.

[8] Στην κυβέρνηση Ελευθ. Βενιζέλου 1917-20, υπουργός Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων ήταν ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος. Η απόφαση αυτή είναι χειρόγραφη και το πρωτότυπο έγγραφο υπάρχει στο αρχείο. Υπογράφεται όμως από τον τμηματάρχη.

[9] Ο οικισμός Τσοπανλάτες το 1919 είχε προσαρτηθεί στην Κοινότητα Μπεκή.

[10] Το 1912, ο οικισμός Τσομπαλάδες (πριν Τσοπανλάτες) είχε προσαρτηθεί στην κοινότητα Μπεκί. Το έτος 1927 ο οικισμός και η Κοινότητα Μπεκί μετονομάστηκαν σε Σταυρό.

[11] Ήταν οι : Χρήστος Ι. Καλλιακούδας, γιατρός, Σεβαστή Χρ. Καλλιακούδα, Ευαγγελία Γ. Πανοπούλου, Ελένη Β. Γάτου και Σταύρος Β. Γάτος, όλοι κάτοικοι Άμφισσας.

[12] Ήταν μνηστευμένη με τον Θαλή Αρ. Θεοδωρίδη κάτοικο Αθηνών και Διευθυντή της Ασφαλιστικής Εταιρείας η “Ανατολή”.

[13] Ήταν ο  Γεώργιος Μπαλτατζής (1868-1922), υπουργός Γεωργίας και Δημοσίων κτημάτων.

[14] Την περίοδο από Οκτώβριο 1924 έως Ιούνιο 1925.

[15] Ορεινός οικισμός από κτηνοτρόφους στην Οίτη. Από το 1897 είχε προσαρτηθεί στο δήμο Υπάτης. Το 1851 ο οικισμός καταργήθηκε.

[16] Αναζήτησε πληροφορίες από το Γραφείο Εποικισμού Λαμίας, το οποίο στη συνέχεια υπέβαλε σχετική Έκθεση. Ανέφερε εκτάσεις και ονόματα 4 κολλήγων (Νικ. Μητράκος, Ν. Οικονόμου, Γ. Μπαλαφούντης και Γρηγ. Σταματάς). Οι ιδιοκτήτες για αυτοκαλλιέργεια αγόρασαν βενζινάροτρο (όπως δήλωσαν).

[17] Συμβόλαιο αριθ. 3907/21-1-1925 του συμβολαιογράφου Λαμίας Νικολ. Καρδάκου.

[18] Γεώργιος Κ. Μαρής (1882-1949) : Υπουργός Γεωργίας το 1925 στην κυβέρνηση Ανδρ. Μιχαλακοπούλου και προσωρινά Συγκοινωνίας, ενώ αργότερα στο ίδιο έτος έγινε υπουργός Εσωτερικών.

[19] Ήταν οι κυβερνήσεις των Θεμιστοκλή Σοφούλη, Ανδρέα Μιχαλακοπούλου, Θεόδωρου Παγκάλου (με την οποία κήρυξε δικτατορία), Αθανασίου Ευταξία, Γεωργίου Κονδύλη και τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις του Αλεξάνδρου Ζαΐμη.

[20] Ήταν οι : Αμαλία χήρα Β. Βαλατσού, Ξανθή συζ. Κ. Θεοδωράκου, Βασιλική θυγ. Β. Βαλατσού και Νικόλαος Βασ. Βαλατσός φαρμακοποιός.

[21] Συμβόλαιο αριθ. 11878/29 Οκτωβρίου 1926, του συμβολαιογράφου Λαμίας Ιωάν. Παπακυριτσοπούλου.

[22] Δήμαρχος ήταν ο Ιωάννης Μακρόπουλος (1883-1954).

[23] Ήταν υπουργός Γεωργίας την περίοδο 1926-1928, στην «οικουμενική» κυβέρνηση Α. Ζαΐμη.

[24] Το Πρακτικό στο πρωτότυπο έχει έκταση 26 σελίδων (σε πληκτρολογημένη μορφή Α4 είναι 10 σελίδες περίπου).

[25] Υπάρχει σε χειρόγραφη και δακτυλογραφημένη μορφή.

[26] Ήταν ο Ιωάννης Θεοτόκης, στην κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη.

[27] Συνεταιρισμός Αποκαταστάσεως Ακτημόνων Καλλιεργητών

[28] Η διεύθυνση της Ε.Σ.Σ.Ε. - τμήμα Αναγκαστικών Σ.Α.Α.Κ. ήταν Όθωνος 6, Αθήνα.

[29] Στις 30-10-1939 , η Αίτηση αυτή από το Υφυπουργείο παρά τω Προέδρω της Κυβερνήσεως (υφυπουργός Κ. Μπουρμπούλης) διαβιβάστηκε στο Υπουργείο Γεωργίας.

[30] Ήταν ο Γεώργιος Κυριακός, γεωπόνος, με Γενικό Γραμματέα του υπουργείου τον Χαράλαμπο Αλιβιζάτο.

[31] Βρέθηκε μόνο μια σελίδα, οι άλλες λείπουν.

[32] Συμβόλαιο με αριθ. 2766/4-5-1950, του Χαρίδ. Βαρουξή, συμβολαιογράφου Αθηνών.

[33] Συμβόλαιο 1358/11-5-1933.

[34] Ήταν έκταση των κληρονόμων Καρβούνη, η οποία - στη διανομή του 1872 – είχε διαχωριστεί σε καλλιεργήσιμη και σε ορεινή έκταση.

[35] Ήταν οι Ιωάννης, Αθανάσιος και Ηλίας Μπαλαφούτης.

[36] Το 1955 ήταν ιδιοκτησία της Κούλας συζύγου Α. Τουρκονικήτα.

[37] Είχε εκλεγεί με το Κόμμα “Ελληνικός Συναγερμός” του Αλέξ. Παπάγου. Το 1955 ήταν και αντιπρόεδρος της Βουλής.

[38] Από τις 15 Δεκεμβρίου 1954 διορίστηκε υφυπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση Αλέξ. Παπάγου και  παρέμεινε υφυπουργός Γεωργίας ως τις 6 Οκτωβρίου 1955.

[39] Ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

[40] Στις 28 Σεπτεμβρίου 1927 ο οικισμός Μπεκί μετονομάστηκε σε Σταυρός.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου