"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

4/7/25

Τα πυρπολικά στην ελληνική Επανάσταση

 

 Ο τρόμος των Οθωμανών

 Η συμβολή τους στον νικηφόρο αγώνα του Εικοσιένα

 

Πρόλογος

   Η μεγάλη ακτογραμμή της ηπειρωτικής Ελλάδας, με τον επίσης μεγάλο αριθμό νησιών στο Αιγαίο, απέφερε τον αναγκαίο δεσμό των Ελλήνων με τη θάλασσα, αναδεικνύοντας την ικανότητα των ναυτικών μας. Αντίθετα, οι Τούρκοι δεν διακρίθηκαν στο θαλάσσιο χώρο.

   Η Οθωμανική αυτοκρατορία δημιούργησε το αυτοκρατορικό ναυτικό, με σημαντικό αριθμό πολεμικών πλοίων, σε μέγεθος και σε αριθμό. Μιλάμε φυσικά για μεγάλα ιστιοφόρα, που ήταν δυσκίνητα, είχαν πολύ μεγάλο πλήρωμα, αλλά με γραφειοκρατικό και άπειρο ανώτερο προσωπικό και διοίκηση.

   Η ελληνική επανάσταση του 1821 έφερε τη σύγκρουση μεταξύ τους, που θα έλεγε κανείς ότι έμοιαζε με την πάλη Δαβίδ και Γολιάθ. Όταν η σωματική δύναμη είναι άνιση, τότε έρχεται η πνευματική και η ψυχική ικανότητα, για να την ανταγωνιστεί. Μπροστά στο τουρκικό τεράστιο πολεμικό ιστιοφόρο πλοίο, το ελληνικό μικρό πλοίο βρήκε το όπλο της νίκης. Ήταν η φωτιά. Οι Έλληνες μετέτρεψαν τα πλοία τους σε πυρφόρα ή πυρπολικά, που τα έκαιγαν για να μεταδώσουν τη φωτιά στα τουρκικά ξύλινα πλοία.

   Το ιστορικό της ιδέας, της κατασκευής των πυρπολικών και κυρίως των ανθρώπων που τα οδήγησαν με κίνδυνο της ζωής τους, με σκοπό την καταστροφή των εχθρικών πλοίων, θα αποδοθεί στην παρούσα εργασία, με όσο γίνεται σύντομο, αλλά περιεκτικό τρόπο.

   Είναι η ελάχιστη αναγκαία τιμή, στους γνωστούς, αλλά κυρίως στους άγνωστους και αφανείς πυρπολητές (ή μπουρλοτιέρηδες[1]) , που μας έδωσαν την ελευθερία.

Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος

                   φυσικός

 

        1.   Μικρό ιστορικό χρήσης πυρπολικών σε παλαιότερα χρόνια

   Οι Έλληνες ήταν πάντα συνδεμένοι με τη θάλασσα. Στα παλιότερα χρόνια χρησιμοποίησαν πρώτοι το όπλο του εμπρησμού, εναντίον κάποιου εχθρού. Συγκεκριμένα, μπορούν να αναφερθούν :

   Στην εκστρατεία των Αθηναίων στη Σικελία (413 π.Χ.) οι Συρακούσιοι αφού γέμισαν ένα παλιό πλοίο με μικρά ξερά ξύλα κι εύφλεκτα υλικά, το άναψαν και το έστειλαν προς τα πλοία των Αθηναίων.

   Κάτι ανάλογο έκαναν και οι κάτοικοι της Τύρου (το 332 π.Χ.) για να αποκρούσουν τις δυνάμεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χρησιμοποιώντας ένα πλοίο φορτωμένο με φρύγανα, θειάφι και πίσσα και με ευνοϊκό άνεμο το έστειλαν επάνω σε χωμάτινο τείχος.

   Οι κάτοικοι της Ρόδου (το 304 π.Χ.) για να κάψουν τις πολιορκητικές μηχανές του Δημητρίου, γέμισαν μερικές ακάτους με ξερά κλαδιά, τους έβαλαν φωτιά και έφτασαν κοντά. Αναχαιτίστηκαν όμως από ένα χαράκωμα και από πολλά βέλη. Οι Ρόδιοι σώθηκαν κολυμπώντας.

  Οι Βυζαντινοί τον 7ο μ.Χ. αι. τελειοποίησαν τον τρόπο, χρησιμοποιώντας σιφώνια για να εκτοξεύουν υγρό πυρ. Από πλοίο σε κάποια απόσταση, οι χειριστές του όπλου κατάβρεχαν με πετρέλαιο το εχθρικό πλοίο και μετά με ειδικό σίφωνα εκτόξευαν το υγρό πυρ (αναμμένο πετρέλαιο) και το έκαιγαν.

   Στην επίθεση των Σαρακηνών το 1904 μ.Χ., κατά της Θεσσαλονίκης, ο Λέων ο Τριπολίτης χρησιμοποίησε πυρπολικά.

   Το 1203 μ.Χ., όταν οι Σταυροφόροι πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη,οι Βυζαντινοί χρησιμοποίησαν πυρπολικά. Επίσης το 1453 μ.Χ. κατά την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, πριν την άλωση, από τον Γεώρ. Φραντζή περιγράφεται η επίθεση με τρία πυρπολικά, στην περιοχή του Γαλατά, κατά του τουρκικού στόλου.

  Χρήση των πυρπολικών έγινε στα επόμενα χρόνια σε ναυμαχίες από τους Ολλανδούς, από Άγγλους κατά του ισπανικού στόλου, από Ρώσους κατά των Τούρκων (ναυμαχία Τσεσμέ, στις 26-7-1770), με πυρπολητή τον Ιωάννη Βαρβάκη.

 

     2.   Οι αντίπαλες ναυτικές δυνάμεις πριν και κατά την Επανάσταση

Το Κινούμενο Όρος φλέγεται (1822)
   Το οθωμανικό ναυτικό, που έφερε τον τίτλο Αυτοκρατορικό ναυτικό εντυπωσίαζε με τον σχετικά μεγάλο αριθμό πλοίων και το μεγάλο μέγεθος των πλοίων. Ως παράδειγμα, η ναυαρχίδα του Καρά-Αλή έφερε το όνομα “Κινούμενο Όρος”! Ήταν ένα τεράστιο πολεμικό πλοίο, με τρία κατάρτια, που έφερε κανόνια σε δύο ή τρία διαφορετικά επίπεδα (καταστρώματα) με 2.000 ναύτες.

   Ο οθωμανικός στόλος στις παραμονές του Εικοσιένα περιλάμβανε 4 τρίκροτα[2] πλοία, 13-17 δίκροτα[3], λίγες φρεγάτες και κορβέτες και πολλά μπρίκια. Τα πληρώματα δεν είχαν επαρκή εκπαίδευση και ικανότητα και συμπληρώνονταν από ναυτικούς χριστιανούς ραγιάδες των νησιών του Αιγαίου. Βέβαια υπήρχαν μεγάλες δυνατότητες ναυπήγησης νέων πλοίων και υποστηριζόταν από τους στόλους περιοχών της Βόρειας Αφρικής (Αιγύπτου, Τύνιδας, Αλγερίου). Το μέγεθος των πλοίων εντυπωσίαζε, αλλά ειδικά μετά τη ναυμαχία στον Τσεσμέ (26 Ιουνίου 1770) και την καταστροφή που έπαθε ο οθωμανικός στόλος από τους Ρώσους, είχε χαθεί το αήττητο και δεν προκαλούσε το φόβο, όπως παλιότερα, ιδιαίτερα για τους έμπειρους Έλληνες ναυτικούς.

   Ο ελληνικός στόλος, ήταν εμπορικός, αλλά ο κίνδυνος - ιδιαίτερα από τους πειρατές της Βόρειας Αφρικής - ανάγκασε τους άξιους Έλληνες ναυτικούς να βελτιώσουν την εμπειρία και ικανότητα των πληρωμάτων, αλλά και να βάλουν πυροβόλα στα πλοία τους. Την ίδια περίοδο και Έλληνες ναυτικοί άσκησαν περιορισμένα την πειρατεία (όπως οι Δημ. Παπανικολής, Ιωάν. Βαρβάκης, κ.ά.). Έτσι τα πλοία μετατράπηκαν σε πολεμικά. Υπήρχαν οι τρεις στόλοι των νησιών Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών, με μικρότερους αυτών του Γαλαξιδιού, Σάμου και Κάσου. Περιλάμβαναν 200 περίπου πλοία, από γολέτες και μπρίκια, που καθένα έφερε 12-18 κανόνια περίπου και πλήρωμα 100 ανδρών.   

Μπρίκι
   Η σύγκριση των δύο στόλων είναι άνιση. Ο οθωμανικός στόλος υπερείχε, αλλά είχε σημαντικές αδυναμίες : (α) ήταν δυσκίνητος, (β) δεν διέθετε ειδικευμένο και έμπειρο προσωπικό (εφόσον οι Έλληνες που υπηρετούσαν είτε έφευγαν, είτε τους σκότωναν οι Τούρκοι για αντίποινα). Ένα ακόμη στοιχεία ήταν ότι ο κύριος όγκος των οθωμανικών πλοίων (τα 4 τρίκροτα κυρίως) παρέμεναν στην Κωνσταντινούπολη, από το φόβο των Τούρκων ενός Ρωσο-τουρκικού πολέμου ή ρωσικής επίθεσης από τη Σεβαστούπολη.

   Αμέσως έγινε φανερό ότι μια - εκ παρατάξεως - αντιμετώπιση των πλοίων του οθωμανικό στόλου από τον ελληνικό, δεν έδινε ελπίδες νίκης. Έτσι οι Έλληνες ναυτικοί αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τη λύση της κατασκευής και χρήσης των πυρπολικών. Δεν ήταν μόνο όμως το νέο όπλο, που θα έδινε πλεονέκτημα. Ήταν απαραίτητη η ναυτική ικανότητα, η μεγάλη εμπειρία, η τόλμη και αν χρειαζόταν η αυτοθυσία των πυρπολητών.

 

3.    Το ελληνικό[4] πυρπολικό (κατασκευή, υλικά, προετοιμασία, δράση)

   Χρησιμοποιήθηκε ένα σκάφος συνήθως παλιό (μικρό μπρίκι[5]). Η αξία στα χρόνια εκείνα του πλοίου ήταν 25-30 χιλιάδες γρόσια. Στο μισό κατάστρωμα και σε απόσταση 2 μέτρων μεταξύ τους, είχαν ανοίξει 5-6 μεγάλες τετράγωνες τρύπες με πλάτος 2 πόδια, που τις λέγανε ρούμπους. (σχ. 1) Κάτω απ’ αυτές είχαν μικρά κομμάτια πεύκου μαζί με εύφλεκτα υλικά (κάρβουνο, νάφθα, κλπ.). Αυτές θα ήταν οι εστίες της φωτιάς.

   Γύρω από τους ιστούς (τα κατάρτια) άνοιγαν άλλους ρούμπους και από κάτω είχαν δοχεία γεμάτα με πυρίτιδα (μπαρούτι). Κάτω από το κατάστρωμα έφτιαχναν λούκι γεμάτο με πυρίτιδα, που πέρναγε από όλες τις εστίες της φωτιάς. Με ξύλινους σωλήνες (καλάμια) γεμάτα με εύφλεκτα υλικά και πυρίτιδα, η φωτιά μεταδιδόταν σε περισσότερα σημεία. (σχ. 2) Στα πλευρά του σκάφους είχαν ανοίξει δύο μεγάλες και πιο πολλές μικρές θυρίδες για να βγαίνει η φωτιά.

 

Οι ρούμποι στο κατάστρωμα του πυρπολικού (Σχ. 1)

   Από κάτω, σε μεγάλα δοχεία έβαζαν πυρίτιδα και άλλα εύφλεκτα υλικά, με ποσότητα διαφορετική, ώστε να δίνει μεγαλύτερη ένταση στη φωτιά προς την πλώρη του σκάφους. Στην πρύμνη είχε ένα ικρίωμα (προέκταση) για τον κυβερνήτη, που θα έβαζε φωτιά. Οι ιστοί και τα σχοινιά ήταν ποτισμένα με πίσσα, τα δε πανιά με νέφτι.

 

Οι σωλήνες μετάδοσης της φωτιάς (Σχ. 2)

   Για προφύλαξη του πηδαλιούχου από πυροβολισμούς, καλυπτόταν πίσω από σωρό με σχοινιά. Πίσω από το πυρπολικό ήταν η σωτηρία λέμβος, που έσερναν και την προφύλασσαν από το πυροβολικό του αντιπάλου. Οι πυρπολητές έφεραν μαζί τους όπλο (τρομπόνια[6]).

    Καλύτερα εξυπηρετούσε τη δράση των πυρπολητών, αν το πλοίο του αντιπάλου ήταν αγκυροβολημένο, αν δεν είχε άνεμο και αν ήταν νύχτα. Αν είχε αέρα, τότε έπρεπε να είναι προσήνεμος, για να παραμένει το μπουρλότο κολλημένο στο πλοίο του αντιπάλου. Βοηθούσε και η δημιουργία καπνού από τους πολλούς πυροβολισμούς, ώστε να μην φαίνεται η προσέγγιση του πυρπολικού.

 

Το πυρπολικό με τη λέμβο σωτηρίας πίσω (Σχ. 3)

    Στην ευνοϊκή περίπτωση, δινόταν το σήμα ή σινιάλο των μπουρλότων, λέγοντας “με τη βοήθεια του Σταυρού, κολλήστε στην πλώρη του εχθρού”. Τότε ο κυβερνήτης του πυρπολικού πλησίαζε το μπουρλότο στις θυρίδες των κανονιών της πλώρης του εχθρικού πλοίου και με τις αρπάγες προσκολλούσαν το πυρπολικό. Αμέσως πήγαιναν στη λέμβο σωτηρίας και ο κυβερνήτης επάνω στο ικρίωμα (προέκταση) της πρύμνης του πυρπολικού, με το δαυλό έβαζε φωτιά και στη στιγμή όλο γινόταν πυροτέχνημα. Μεγάλες στήλες φωτιάς εκτοξεύονταν προς το εχθρικό πλοίο από την πυρίτιδα και τα αναμμένα κομμάτια πεύκου κι άλλα εύφλεκτα υλικά, που έπεφταν στο κατάστρωμα, στα πλευρά και στο εσωτερικό του από τις θυρίδες, μεταδίδονταν την πυρκαγιά. Ταυτόχρονα γέμιζε καπνό η περιοχή αυτή, που βοηθούσε το πλήρωμα της λέμβου των πυρπολητών να απομακρυνθεί γρήγορα.

 

           4.   Ο πυρπολητής Ιωάννης Βαρβάκης (1770)

Ιωάν. Βαρβάκης (προτομή)
   Κατά την εξέλιξη της εξέγερσης, γνωστής ως Ορλωφικά γεγονότα (που ήταν αιματηρή για τους Έλληνες), οι Ρώσοι αναζητούσαν τον Οθωμανικό στόλο στο Αιγαίο. Στις 26 Ιουνίου 1770 έγινε η ναυμαχία του Τσεσμέ (μεταξύ Χίου και μικρασιατικών παραλίων). Ο Ψαριανός 25χρονος Ιωάννης Βαρβάκης, που τότε ήταν κουρσάρος κι έλαβε μέρος στη ναυμαχία, μετέτρεψε το πλοίο του σε πυρπολικό και το βράδυ της ίδιας ημέρας, το οδήγησε και το κόλλησε σε μεγάλο Τουρκικό πλοίο (ντελίνι) – πιθανά τη ναυαρχίδα των Τούρκων – το άναψε και τελικά το πλοίο κάηκε και ανατινάχτηκε. Από την έκρηξη τραυματίστηκε κι ο ίδιος που έπεσε στη θάλασσα.

   Τον μάζεψαν Ρώσοι ναύτες και στη συνέχεια τιμήθηκε από τον ναύαρχο Σπυρίντωφ,που τον ονόμασε “Ήρωα του Τσεσμέ”. Μετά από πρόταση του Αλέξη Ορλώφ, η αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β’, για την ηρωική πράξη του τον ονόμασε υπολοχαγό του Ρωσικού στρατού.

 

              5.   Η πυρπόληση τουρκικού δίκροτου στην Ερεσό

   Στις 23 Μαΐου 1821 ο ελληνικός στόλος αποτελούμενος από 57 πλοία απέπλευσε από τα Ψαρά. Την επομένη είδαν τρία πλοία από τα οποία τα δύο έφεραν ρωσική σημαία, ενώ το τρίτο ήταν πολεμικό δίκροτο και δεν έφερε καμία σημαία. Συμπέραναν ότι ήταν τουρκικό και πιθανά ήταν προφυλακή του στόλου. Στράφηκε προς τη Χίο και μετά άλλαξε κατεύθυνση πλησιάζοντας την Ερεσό της Λέσβου.

    Την ίδια νύχτα έγινε σύσκεψη των ναυάρχων. Αναρωτήθηκαν, πώς θα ναυπηγηθούν τα πυρπολικά και ποιος ήξερε τον τρόπο κατασκευής τους ; Ξαφνικά, ο ναύαρχος Νικολής Αποστόλης (1770-1827) της μοίρας των Ψαρών, θυμήθηκε ότι υπήρχε η σχετική φήμη στα Ψαρά και πολλοί Ψαριανοί είχαν βρεθεί πριν 50 χρόνια στον εμπρησμό του τουρκικού στόλου από τους Ρώσους. Κανένας όμως δεν ήξερε την τέχνη της ναυπήγησης πυρπολικού.

   Τότε παρουσιάστηκε ένας αξιωματικός της ναυαρχίδας του Αποστόλη και ανέφερε ότι μπορούσε να φτιάξει γρήγορα ένα πυρπολικό. Ήταν ο Ιωάννης Δημουλίτσας ή Πατατούκος από την Πάργα. Αμέσως το πλοίο του Υδραίου Θεοδοσίου μετασκευάστηκε σε πυρπολικό. Ακολούθησε η κατασκευή ενός άλλου πυρπολικού, από τον Ψαριανό Γεώργιο Καλαφάτη, που μετέτρεψε το πλοίο του σε πυρπολικό.

    Οι Ψαριανοί είχαν μεγάλη εκτίμηση για τις γνώσεις του Ιωάννη Δημουλίτσα. Προερχόμενος από οικογένεια της Πάργας, από νεαρή ηλικία είχε εγκατασταθεί στα Ψαρά και ταξίδευε με ψαριανά πλοία. Του έμεινε το ψευδώνυμο “Πατατούκος”. Σε ένα ταξίδι του με το πλοίο του Νικολ. Αποστόλη, πήγε στο γαλλικό λιμάνι της Τουλών (Toulon), όπου έμεινε αρκετό χρόνο. Εκεί, γνωρίστηκε και έγινε φίλος με τον αξιωματικό του μηχανικού Ρίτσι, από τη Μάλτα, που ήταν καθηγητής στο γαλλικό Ναύσταθμο. Ο Ρίτσι του έδωσε μαθήματα αστρονομίας απαραίτητα για την πλοήγηση πλοίων, αλλά και μαθήματα για κατασκευή πυρπολικών.

Έτσι η πρότασή του για να κατασκευάσει ένα πυρπολικό έγινε αμέσως δεκτή.

   Το πρώτο πυρπολικό που έγινε, το έβαλε ο Υδραίος Θεοχάρης, χωρίς όμως επιτυχία. Οι Έλληνες απογοητεύτηκαν, οι δε Τούρκοι τη θεώρησαν ως κωμική ενέργεια. Επέμειναν οι Έλληνες και τότε εμφανίστηκε ο Δημήτριος Παπανικολής (εξάδελφος του Αποστόλη) και είπε :

 - Πλοίαρχο ζητάτε ; Θα πάω εγώ, αλλά θα διαλέξω όποιους θέλω εγώ και θα πάω την ημέρα.

   Ο Δημ. Παπανικολής ήταν ικανός πλοίαρχος, τολμηρός και με μεγάλη εμπειρία από συγκρούσεις με αλγερινούς πειρατές. Ο ναύαρχος Ιάκωβος Τομπάζης (1782-1829) είπε :

 - Αν ο Παπανικολής κάψει το δίκροτο είμαστε καλά. Αλλιώς χαθήκαμε.

   Στη συνέχεια ο Παπανικολής διάλεξε τους άνδρες, ο δε Πατατούκος μετασκεύασε σε πυρπολικό, το πλοίο κάποιου από τη Λήμνο. Επίσης θα έπαιρνε μέρος στην επιχείρηση και το πυρπολικό του Καλαφάτη.

Πυρπόληση τουρκικού δίκροτου στην Ερεσό (1821)
   Μέσα στους καπνούς πλησίασαν τα πυρπολικά. Οι Τούρκοι τα είδαν έγκαιρα. Το πλοίο του Καλαφάτη το απώθησαν πριν πάρει φωτιά. Του Παπανικολή όμως, χάρη στους άριστους χειρισμούς του πηδαλιούχου Ιωάν. Θεοφιλόπουλου, το πυρπολικό προσκολλήθηκε αμέσως και το άναψε. Στη στιγμή οι φλόγες μεταδόθηκαν στο δίκροτο. Ο Παπανικολής και οι σύντροφοί του πήδηξαν στη λέμβο κι απομακρύνθηκαν. Το δίκροτο κάηκε.

    Η επιτυχία ήταν καθοριστική για τη συνέχεια του αγώνα, με το ηθικό πλεονέκτημα. Το νέο όπλο διαδόθηκε πολύ γρήγορα κι έγινε ο φόβος του οθωμανικού στόλου. Στη συνέχεια δεν υπήρξε επίθεση χωρίς τη χρήση πυρπολικών.

    Ακολούθησε η επίθεση τη νύχτα 6 προς 7 Ιουνίου 1822 στο λιμάνι της Χίου, από τους Κωνστ. Κανάρη και Ανδρ. Πιπίνο.


  

6.   Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας στη Χίο

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας (Νικ. Λύτρα)
   Μετά τη σφαγή και την καταστροφή της Χίου από τους Τούρκους (στις 30 Μαρτίου 1822), στις 31 Μαΐου αποφασίστηκε στα Ψαρά να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο με πυρπολικά. Ετοιμάστηκαν τα πυρπολικά και ανατέθηκε η εκτέλεση στον ψαριανό Κων/νο Κανάρη και στον υδραίο Ανδρέα Πιπίνο. Η επίθεση αποφασίστηκε να γίνει τη νύχτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 1822, που ήταν ασέληνη και οι Τούρκοι γιόρταζαν το μπαϊράμι. Ο Πιπίνος έβαλε το μπουρλότο του στην αντιναυαρχίδα (το δίκροτο πλοίο του Μπεκήρ Μπέη) και το πυροδότησε, χωρίς να το στερεώσει καλά και οι Τούρκοι το απομάκρυναν.

   Το μπουρλότο με την ομάδα του Κανάρη, με άριστους ελιγμούς του πηδαλιούχου Ιωάν. Θεοφιλόπουλου, από την προσήνεμη μεριά, κόλλησε καλά στη ναυαρχίδα του Καρά Αλή, βάζοντας τον πρόβολο[7] του πλοίου σε μια ανοικτή θυρίδα του τουρκικού πλοίου. Έγινε η πυροδότηση και όλοι πήδησαν στη λέμβο διαφυγής. Η φωτιά μεταδόθηκε άμεσα σε όλο το πλοίο. Τα 84 κανόνια του εκπυρσοκροτούσαν και γίνονταν συνεχείς εκρήξεις. Από το πλήρωμα 2.000 ανδρών ελάχιστοι διασώθηκαν. Τον Καρά-Αλή χτύπησε φλεγόμενο κατάρτι και τον σκότωσε. Ο Κανάρης και οι σύντροφοί του διασώθηκαν από τα πλοία των Ψαριανών Ν. Γιαννίτση και Γ. Κουτσούκου.

  Στα  Ψαρά τους υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό και δέηση στον Ι.Ν. Αγ. Νικολάου. Κυκλοφόρησε τότε το δίστιχο :

Μπουρλότο από την Ύδρα, μπουρλότο απ’ τα Ψαρά

 επήγαν και συγκάψαν τα γένια του πασά.”

 

   7.   Τα ελληνικά πυρπολικά σε δράση, στα επόμενα χρόνια

   Τον Οκτώβριο 1822 ο τουρκικός στόλος είχε αγκυροβολήσει στο στενό μεταξύ Τενέδου και Τροίας. Δύο πυρπολικά με τους Κ. Κανάρη και Γ. Βρατσάνο ήρθαν από τα Ψαρά. Ο Κανάρης κόλλησε το πυρπολικό του στο δίκροτο πλοίο του αντιναυάρχου. Από τους 800 άνδρες λίγοι σώθηκαν. Το άλλο πυρπολικό του Γ. Βρατσάνου απέτυχε (παρασύρθηκε από το θαλάσσιο ρεύμα).

   Η  επιτυχής δράση των πυρπολικών από τον Κων. Κανάρη δημιούργησε μεγάλο ενδιαφέρον στους αξιωματικούς των ξένων στόλων (αγγλικού, γαλλικού) που τότε περνούσαν στο Αιγαίο.

Κων. Κανάρης (πορτραίτο)
   Στις 20 Ιουνίου 1824, ο τουρκικός στόλος με τον Χοσρέφ πασά έπλεε προς τα Ψαρά. Οι ελληνικές δυνάμεις άργησαν και οι Ψαριανοί δεν πρόλαβαν με τα πυρπολικά τους. Τα Ψαρά καταστράφηκαν.

   Αρχές Αυγούστου 1824, σε ναυμαχία στον πορθμό μεταξύ Σάμου και τουρκικής ακτής ο Κων. Κανάρης πυρπόλησε μια τουρκική φρεγάτα, ο υδραίος Γεώρ. Βατικιώτης πυρπόλησε έναν πάρωνα και ο σπετσιώτης Λέκκας Ματρώζος πυρπόλησε έναν τουρκικό δρόμωνα.

   Στα μέσα Αυγούστου 1824 ο τουρκικός και ο αιγυπτιακός στόλος (με τον Ιμπραήμ) ενώθηκαν στην περιοχή Αλικαρνασσού και νήσου Κω. Στις 24 Αυγούστου ο ελληνικός στόλος επιτέθηκε με 18 πολεμικά πλοία και 6 πυρπολικά. Στη θέα τους τα τουρκικά πλοία συγκρούστηκαν προσπαθώντας να διαφύγουν. Με εντολή του Ανδρέας Μιαούλη, οι υδραίοι Ιωάν. Ματρώζος, Γ. Βατικιώτης και ο σπετσιώτης Λάζ, Μουσιούς πυρπόλησαν έναν αιγυπτιακό πάρωνα. Ακολούθησε ο υδραίος Γεώρ. Θεοχάρης, που έβαλε πυρπολικό στη φρεγάτα του ναυάρχου της Τύνιδας, που τελικά κάηκε. Το αποτέλεσμα ήταν να φύγει ο τουρκικός στόλος στον Ελλήσποντο, ο δε στόλος του Ιμπραήμ να διαφύγει στην Κω, χάνοντας δύο πλοία (πάρωνα και δρόμωνα). Ο ελληνικός στόλος το Νοέμβριο τον ακολούθησε με πυρπολικά χωρίς αποτέλεσμα και τέλη Νοεμβρίου ο Ιμπραήμ κατέπλευσε στη Σούδα.

   Στις 23 Ιουλίου 1825 αποφασίστηκε από το Λάζ. Κουντουριώτη (σε πρόταση του ίδιου του Κανάρη) να πυρποληθεί ο αιγυπτιακός στόλος στην Αλεξάνδρεια. Για το σκοπό αυτό έφυγαν δύο πολεμικά πλοία με τους Εμμ. Τομπάζη και Αντ. Κριεζή και τρία πυρπολικά με τους Κανάρη, Θεοφ. Βώκο και Εμμ. Μπούτη. Έφτασαν στις 29 Ιουλίου και στις 6 μ.μ. εισήλθαν στο λιμάνι. Δεν είχε ευνοϊκό άνεμο και το πυρπολικό του Κανάρη ξεκόλλησε και περιφερόταν αναμμένο μεταξύ πολεμικών και εμπορικών σκαφών. Οι άλλοι δύο πυρπολητές δεν πρόλαβαν να πλησιάσουν. Δημιουργήθηκε μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κατάσταση, που έφερε μεγάλη ταραχή στο λιμάνι. Δεν είχε επιτυχία η προσπάθεια. Ξένοι ναύαρχοι (όπως ο Γάλλος Δεριγνύ) θαύμασαν τον ηρωισμό του Κανάρη, ενώ άλλοι τον ονόμασαν πειρατή.

 

8.   Ονόματα πυρπολητών στα χρόνια της ελληνικής Επανάστασης

Ιωάννης Βαρβάκης
Βαρβάκης Ιωάννης (1732-1825) : Γεννήθηκε στα Ψαρά. Έκανε ναυτικό εμπόριο και μετά έγινε πειρατής στη ανατολική Μεσόγειο. Πήρε μέρος στα Ορλωφικά (1770) με τους Ρώσους εναντίον των Τούρκων.

    Στις 26 Ιουνίου 1770, έγινε πυρπολητής. Μετέτρεψε το πλοίο του σε πυρπολικό, με το οποίο κάηκαν στη συνέχεια αρκετά πλοία του τουρκικού στόλου στον Τσεσμέ, ενώ  ο ίδιος τραυματίστηκε. Ακολούθησε πλήρης καταστροφή του τουρκικού στόλου. Η Αικατερίνη Β’ της Ρωσίας τον ονόμασε υπολοχαγό.

   Με την εύνοια αυτής στη συνέχεια απέκτησε μεγάλο πλούτο από το χαβιάρι στο Αστραχάν της Κασπίας Θάλασσας. Διέθεσε όλο τον πλούτο του στο αγώνα του ’21. Από το 1824 ήρθε στην Ελλάδα και το 1825 πέθανε στη Ζάκυνθο από λοιμώδη νόσο (χολέρα). Δώρισε όλη την περιουσία του στην Ελλάδα.

 

Ιωάννης Δημουλίτσας
Ιωάννης Κ. Δημουλίτσας ή Πατατούκος (;-1823) : Από την Πάργα εγκαταστάθηκε στα Ψαρά. Ως ναυτικός, εργάστηκε και στο ναύσταθμο στην Τουλώνη της Γαλλίας, όπου από Γάλλο μηχανικό έμαθε την τέχνη κατασκευής πυρπολικών πλοίων. Το πρώτο πυρπολικό του το Μάιο 1821, στη ναυμαχία της Ερεσού Λέσβου, με το Δημ. Παπανικολή, κατέστρεψε ένα τουρκικό δίκροτο πλοίο. Άλλα ίδια σχεδόν πυρπολικά που έφτιαξε χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια της επανάστασης του 1821.

   Τα ονόματα του πληρώματος του πυρπολικού στην Ερεσό με αρχηγό το Δημ. Παπανικολή (όπως έγραψε στην αναφορά του προς τη Βουλή των Ψαρών) ήταν :

Τη 27 Μαΐου 1821 ημέρα παρασκευή ώρα 8 ½ π.μ.Δ.Ι. Παπανικολής, πλοίαρχος, Δ. Πλημμές, Δ. Καμπούρης του παπά, Δ.Ν. Κασσέτας, Κ. Σταματάρας, Γ.Ι. Γιαννάρας, Μ.Γ. Διασσάκης, Γ.Ι. Κονδήλος, Ι.Γ. Χατζή Ζαχαριάς, Γ.Δ. Κομνηνού, Κ.Α.Ζεύλη, Ν. Μικέ Ντεληγιάννη, Ι. Χατζή Μανιάτη, Ν. Χωριάτης (όλοι ψαριανοί), Α. Πιπίνος υδραίος, Ι. Γεωργίου, Ι. Θεοφιλόπουλος πελοποννήσιος, Π. Βρουλιώτης, Γ. Παργιανός (ή Πατατούκος), Ι. Αθανασίου ρώσος (Ιβάν Αφανάσα), Φ. Λέλλες τήνιος, Β. Κεφαλήν.

   Ο Παργιανός Ιωάννης Δημουλίτσας πέθανε στα Ψαρά το 1823 από λοιμώδη νόσο (πανώλη). Το όνομά του δεν έγινε γνωστό από τους ιστορικούς, κάτι εντελώς άδικο και η σημαντική προσφορά του σχεδόν λησμονήθηκε.

  

Ιωάν. Θεοφιλόπουλος και Κων. Κανάρης
Ιωάννης Γ. Θεοφίλου ή Θεοφιλόπουλος ή Καραβόγιαννος ή Τσάκαλος (1790-1885) : Από τα Λαγκάδια Γορτυνίας, κατέφυγε στα Ψαρά. Από νωρίς στον αγώνα, έμαθε την τέχνη των πυρπολικών από τον πρωτοπόρο Πατατούκο. Συμμετείχε στις πυρπολήσεις στην Ερεσό και στη Χίο, ως πηδαλιούχος του πυρπολικού και δαδούχος με τους Δημ. Παπανικολή και Κων. Κανάρη. Ακολούθησαν ανάλογες δράσεις σε όλο το Αιγαίο.

   Παραγκωνίστηκε από διχόνοιες και από το 1822 πολέμησε στη στεριά στο πλευρό των Κανέλ. Δεληγιάννη και Θεόδ. Κολοκοτρώνη. Εγράφη γι’ αυτόν :

Ήταν λιοντάρι της ξηράς
της θάλασσας δελφίνι
τον τρέμαν σαν τον άκουγαν

και Τούρκοι κι Αλτζερίνοι.

   Σε Πίνακα, που βρίσκεται στην αίθουσα “Ελευθ. Βενιζέλος” της Βουλής, ο Ιωάννης Θεοφιλόπουλος απεικονίζεται ως σημαιοφόρος πλάι στον Κωνσταντή Κανάρη. Απόσπασμα του Πίνακα αυτού παρατίθεται.

   Πέθανε στην Αθήνα το 1885, σε ηλικία 95 ετών.


Κωνσταντής Νικόδημος
  Κωνσταντίνος Νικόδημος (1795-1879) : Γεννήθηκε στα Ψαρά γύρω στο 1794. Διορίστηκε το 1821 από την Βουλή των Ψαρών γραμματέας στο πλοίο του Νικολάου Αργύρη.

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1824 ανατίναξε στον αέρα μια κορβέτα. Ως κυβερνήτης πυρπολικού πήρε μέρος σε επιχειρήσεις σε Τρίκερι (1823), Σάμο (1824) και Μεσολόγγι (1826). Προήχθη σε βαθμό πλοίαρχου. Συμμετείχε στις ναυμαχίες των Ψαριανών, πριν και μετά την καταστροφή του νησιού, τελειοποιώντας την κατασκευή των πυρπολικών, που έγιναν πιο εύστοχα και αποτελεσματικά.

   Άφησε πλούσιο συγγραφικό έργο. Το 1826 δημοσίευσε το «Υπόμνημα περί της Νήσου Ψαρών», προσωπική μαρτυρία ενός πυρπολητή και με πολύ σημαντικά έγγραφα.

   Πέθανε το 1879 στην Αθήνα.

 

Κωνστ. Κανάρης (Karl von Krazeisen)
Κωνσταντίνος Κανάρης (1793-1877) : Γεννήθηκε στα Ψαρά. Το επώνυμο από Κανάριος έγινε Κανάρης. Ορφανό παιδί, έγινε ναυτικός. Από το 1821 με τους άλλους Ψαριανούς υπό τον Νικολή Αποστόλη άρχισε τις επιδρομές κατά τουρκικών στόχων. Με πυρπολικό και πηδαλιούχο τον Ιωάν. Θεοφιλόπουλο, ανατίναξε τη ναυαρχίδα του Καρά Αλή στη Χίο (τη νύχτα 6-7 Ιουν. 1822). Στις 29-10-1822 έβαλε άλλο πυρπολικό σε τουρκική αντιναυαρχίδα στην Τένεδο. Άλλα δύο περιστατικά έγιναν το 1824.

   Τον Αύγουστο 1825 μπήκε στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, αλλά ο άνεμος δεν βοήθησε κι έγινε αντιληπτός. Άναψε το πυρπολικό του, που πλησίασε τον αιγυπτιακό στόλο. Ο Κανάρης πυροβολούμενος από παντού κατάφερε να γλιτώσει. Δεν είχε επιτυχία, αλλά ήταν μεγάλο εγχείρημα.

   Μετά την απελευθέρωση ανέλαβε σημαντικές θέσεις επί Καποδίστρια και βασιλιά Όθωνα. Τιμήθηκε με τον τίτλο του ναυάρχου. Ασχολήθηκε με την πολιτική και έγινε 4 φορές πρωθυπουργός της Ελλάδος σε βραχύβιες κυβερνήσεις. Απέκτησε 7 παιδιά, αλλά τα 5 πέθαναν σε νέες ηλικίες.

   Ο Κων. Κανάρης πέθανε το 1877, σε ηλικία 80 ετών.

  

Ανδρέας Πιπίνος (γλυπτό)
Ανδρέας Πιπίνος (1788-1836): Γεννήθηκε στην Ύδρα. Ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, υπηρετώντας την πατρίδα του. Πρώτο κατόρθωμα ήταν τη νύχτα 6 προς 7 Ιουνίου 1822, όταν κόλλησε το πυρπολικό του στην υποναυαρχίδα του Καρά Αλή στο λιμάνι της Χίου. Μία άποψη αναφέρει ότι αυτό ξεκόλλησε, αλλά άλλη αναφορά παρόντων στην επιχείρηση βεβαιώνει ότι η υποναυαρχίδα καταστράφηκε.

   Στη ναυμαχία των Σπετσών (8 Σεπτεμβρίου 1822) πάλι κόλλησε το πυρπολικό του σε αλγερινή φρεγάτα, αλλά το πλήρωμα το απομάκρυνε. Η δράση του συνεχίστηκε το 1823 στην Κάρυστο, στη ναυμαχία του Γέροντα έγινε επίθεση με πυρπολικά και στις 30 Απριλίου 1825, στον κόλπο της Μεθώνης κατέστρεψαν με πυρπολικά 20 πλοία περίπου.

   Μετεπαναστατικά, ονομάστηκε πλοίαρχος β’ τάξεως. Πέθανε το 1836.

   Από το Πολεμικό Ναυτικό τιμήθηκε, δίνοντας το όνομά του σε 2 υποβρύχια.

 

Δημ. Παπανικολής
 Δημήτριος Γ. Παπανικολής (1790-1855) : Γεννήθηκε στα Ψαρά. Ο πατέρας του Γεώργιος έκανε ναυτικό εμπόριο. Στις 27 Μάη 1821 επικεφαλής πυρπολικού, το κόλλησε στην πλώρη του τουρκικού δίκροτου “Μπεχτάς Καπτάν”, που το κατέστρεψε, με 1.000 νεκρούς. Στις 15 Ιουνίου 1822 ήταν έτοιμος να βάλει πυρπολικό στον οθωμανικό στόλο, στη Λέσβο, αλλά ο στόλος κατέφυγε στον Ελλήσποντο. Δεν μπόρεσε να βοηθήσει την πατρίδα του τα Ψαρά. Χρήση πυρπολικών έγινε και στη ναυμαχία του Γέροντα προκαλώντας τρόμο στον οθωμανικό στόλο. Πήρε μέρος σε πολλές άλλες καταδρομικές και αποβατικές επιχειρήσεις.

   Πέθανε το 1855.



 Ματρόζος : Είναι επώνυμο δύο αγωνιστών που διακρίθηκαν ως πυρπολητές. Υπήρξε ο Ιωάννης,που είχε γεννηθεί στην Ύδρα και ο Λέκκας (Αλέξανδρος) από τις Σπέτσες.

 

Ιωάννης Ματρόζος (;-1825): Δεν είναι γνωστό το έτος γέννησης στην Ύδρα. Συμμετείχε στον θαλάσσιο αγώνα της Επανάστασης του ’21 με πυρπολικά. Έκαψε ένα μπρίκι στη ναυμαχία του Γέροντα (απέναντι από τη Λέρο και την Κάλυμνο) και μια φρεγάτα «εν πλω» στη ναυμαχία του Καφηρέα[8] (Ιούνιο 1825).  Στις 16 Ιουνίου 1825, κατά τη σύγκρουση του ελληνικού στόλου υπό τον Μιαούλη, με τον Τουρκο-αιγυπτιακό, νοτίως του Ταινάρου, έγινε μια προσπάθεια πυρπόλησης εχθρικού πλοίου. Δεν ήταν πετυχημένη και ο Ιωάννης Ματρόζος σκοτώθηκε.

 

Λέκας Ματρόζος
Λέκας Ματρόζος (1778-1843): Γεννήθηκε το 1778 στις Σπέτσες. Το πλήρες όνομα ήταν Αλέξανδρος (Λέκας). Έγινε ναυτικός με μεγάλη εμπειρία και με την έναρξη της επανάστασης πήρε μέρος ως πυρπολητής. Αναφέρεται η επιτυχής δράση του στις ναυμαχίες της Σάμου, του Γέροντα, του Καφηρέα, στην Τένεδο και Κρήτη, Το 1824 στη Σάμο, ο Ματρόζος με τους Γ. Βατικιώτη και Δ. Ραφαλιά (Υδραίοι) πυρπόλησε δύο τουρκικά πλοία. Ανάλογη ήταν η καθοριστική επέμβασή του και στον κόλπο του Γέροντα. Στη ναυμαχία του Καφηρέα, υπό τον Γ. Σαχτούρη, μαζί με τον Σπετσιώτη πυρπολητή Λάζαρο Μουσιού πυρπόλησε τη δίκροτη τουρκική φρεγάτα “Χαζόν Γκεμισέ”, που έφερε 62 πυροβόλα. Ακολούθησαν κι άλλες σημαντικές επιτυχίες.

   Μετά την απελευθέρωση αποσύρθηκε. Το 1836 με διαταγή του Όθωνα, του απονεμήθηκε ο Αργυρούς Σταυρός. Δεν έλαβε υλική[9] επιβράβευση του έργου του. Ο ποιητής Γεώργ. Στρατήγης από τις Σπέτσες, στο ποίημά του “Ματρόζος” αναφέρει μια συνάντηση το έτος 1843 του φτωχού Ματρόζου, με τον Κων. Κανάρη τότε υπουργό Ναυτικών. Ήταν έγγαμος και είχε 4 παιδιά.

   Πέθανε το 1860, σε ηλικία 82 ετών, στον Πειραιά ή στις Σπέτσες.

 

 Λάζαρος Μουσιού ή Μουσιός (;-;) : Δεν είναι γνωστός ο χρόνος γέννησής του στις Σπέτσες.
Πρώτη φορά εμφανίστηκε ως πυρπολητής, το καλοκαίρι του 1821 στην εκστρατεία για σωτηρία της Σάμου. Ένα χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1822, συμμετείχε στη ναυμαχία των Σπετσών με το πυρπολικό “Άγιος Νικόλαος” και πυρπόλησε ένα εχθρικό μπρίκι. Το Μάιο και Ιούνιο του 1824 πήρε μέρος, πάντα ως πυρπολητής, στις εκ των υστέρων διοργανωθείσες εκστρατείες για σωτηρία της Κάσου και των Ψαρών. Κατά τη μεγάλη ναυμαχία του Γέροντα επιτέθηκε σε ένα μεγάλο μπρίκι, από το οποίο - αν και ήταν μισοκαμένο - κατάφερε να διαφύγει.

   Στη ναυμαχία του Καφηρέα (20-5-1825) σε συνεργασία με τον Ιωάννη Ματρόζο έκαψαν μια φρεγάτα 62 πυροβόλων. Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου πήρε  μέρος στην εκστρατεία για ανεφοδιασμό του πολιορκημένου Μεσολογγίου.

   Εκτός από τη ναυτική δραστηριότητά του, συμμετείχε και σε χερσαίες επιχειρήσεις το 1821 και το 1822 υπό τον Σπετσιώτη οπλαρχηγό Αντώνιο Μαλοκίνη ή Σμπόνια.

   Υπάρχει στην Ακαδημία Αθηνών μια επιστολή με το όνομα αυτό, του 1829, προς τον γνωστό πολιτικό  Ιωάννη Κωλέττη, τον οποίο παρακαλούσε για διορισμό.

   Σε πίνακα προσωπικού του στόλου, στο έτος 1834, αναφέρεται ως υποπλοίαρχος, Δεν είναι γνωστή η ημερομηνία θανάτου του.

 

Άλλα ονόματα πυρπολητών

   Στον κατάλογο αυτόν αναφέρονται τα ονόματα όσο περισσότερων πυρπολητών ήταν δυνατό να συγκεντρωθούν από διάφορες πηγές:

Υδραίοι: Αλεξανδρής Δημήτριος, Βατικιώτης Γεώργιος, Βώκος Αντώνιος του Θεοφ., Βώκος Θεόδωρος του Θεοφ., Γεωργίου Δημήτριος, Δημαμάς Αναγνώστης, Διοκαράντος Μπίκος Αντώνιος, Θεοχάρης Ιωάννης, Θεοχάρης Γεώργιος, Καλογιάννης Δημήτριος, Μάνεζας Ανδρέας, Μπουντούρης Μιχαήλ, Μπούτης Εμμανουήλ, Μπίκος Αντώνιος, Παπαπάνου Ανδρέας, Πινότσης Ανδρέας, Ραφαλιάς Δημήτριος, Ραμπότσης Αναστάσιος, Σπαχής Μαρίνης, Σπαχής Αναστάσιος, Στύπας Ιωάννης, Τζερεμές Γεώργιος, Τσαγκάρης Λινάρδος, Τσάπελης Δημήτριος, Φιλιππάγκος Α., Φωτιάς Δήμας.

Σπετσιώτες : Γουδής Δημήτριος, Καστελιώτης Ιωάννης, Λάμπρου Δημήτριος, Λεμπέσης Ανάργυρος, Μπαρμπάτσης Κοσμάς, Μπάτης Ανδρέας, Μπρέσκας Θεόδωρος, Ποριώτης Δημήτριος, Σπαχής Πέτρος, Σπύρου Παντελής, Σταύρου Π., Τσατσαρώνης Ιωάννης, Χότζας Ανδριανός, Παξινός Γεώργιος.

Ψαριανοί : Βρατσάνος Νικόλαος, Βρούλος Ανδρέας, Καλαφάτης Ιωάννης, Πέτρου Γεώργιος, Σαρηγιάννης Νικόλαος, Σπανός Νικόλαος.

   Σε αριθμούς, οι κυβερνήτες-πυρπολητές που έχουν καταγραφεί ήταν : 35 Υδραίοι, 20 Σπετσιώτες και 25 Ψαριανοί. Υπολογίστηκε ότι από τα ελληνικά πυρπολικά καταστράφηκαν 24 εχθρικά πλοία συνολικά. Για το αποτέλεσμα αυτό χρησιμοποιήθηκαν 97 περίπου πυρπολικά.


  

Δράση άλλων πυρπολητών (με περιορισμένα στοιχεία)

   Πέρα από τους φημισμένους μπουρλοτιέρηδες, τον Κωνσταντίνο Κανάρη και τον Δημήτριο Παπανικολή, μεγάλη ζημιά στον τουρκικό στόλο έκαναν, μεταξύ άλλων, και οι εξής (αλφαβητικά):

Ναυμαχία Μεθώνης – Ο Μιαούλης βύθισε τουρκοαιγύπτιους
   Ο Υδραίος Ιωάννης Βατικιώτης, στα 1824, που πυρπόλησε ένα τουρκικό μπρίκι στη ναυμαχία της Σάμου και μια φρεγάτα στη ναυμαχία του Γέροντα (29 Αυγούστου 1824).

   Ο πλοίαρχος Γ. Βρατσάνος, το 1822, στη ναυμαχία της Τενέδου.

   Ο Υδραίος Α. Βώκος κατέστρεψε μια τουρκική φρεγάτα στη ναυμαχία της Σούδας (2 Ιουνίου 1825).

   Ο πλοίαρχος Α. Δημαμάς έκαψε μια κορβέτα στη ναυμαχία της Μεθώνης (29 Απριλίου 1825).

   Ο Υδραίος Γ. Θεοχάρης πυρπόλησε μια τουρκική φρεγάτα στη ναυμαχία του Γέροντα κι άλλη μια την επόμενη χρονιά (1825) στη ναυμαχία της Μεθώνης (1825).

   Ο πλοίαρχος Μαν. Μπούτης έκαψε τουρκικά πλοία στη ναυμαχία του Καφηρέα, στην εκστρατεία στην Αλεξάνδρεια και στο Μεσολόγγι.

   Ο πλοίαρχος Α. Παυλής (γνωστός ως Μπίκος) πυρπόλησε μια κορβέτα στη ναυμαχία της Μεθώνης.

   Ο Υδραίος Ανδρέας Πιπίνος κατέστρεψε ένα τουρκικό πλοίο το 1822 στη Χίο κι άλλο ένα στη ναυμαχία του Γέροντα (1824) κι ακόμα πυρπόλησε εχθρικά πλοία στον Άθω και στις Σπέτσες.

   Ο Υδραίος Γ. Πολίτης πυρπόλησε μια κορβέτα στη ναυμαχία του Γέροντα[10], τουρκικά πλοία στη ναυμαχία της Μεθώνης κι άλλη μια τουρκική κορβέτα στο Μεσολόγγι (1826).

Μνημείο Γ. Ανεμογιάννη
   Ο Υδραίος Αναστάσιος Σπαχής έκαψε εχθρικό μπρίκι έξω από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας.

   Ο Υδραίος Δ. Τζάπελης, στα 1823, επιτέθηκε σε δυο φρεγάτες με αποτέλεσμα η μία να ξεστρατίσει και να την πυρπολήσει ο Κανάρης. Την ίδια χρονιά κατέστρεψε τα τουρκικά πλοία που ναυλοχούσαν στο Τρίκερι και το 1825 πυρπόλησε ένα τουρκικό πολεμικό στη ναυμαχία της Μεθώνης.

   Υπήρξαν και αποτυχημένες απόπειρες, θρηνήθηκαν και νεκροί πυρπολητές, ενώ άλλοι θυσιάστηκαν αφού υπέστησαν τρομερά βασανιστήρια. Ανάμεσά τους, ο Παξινός πυρπολητής Γεώργιος Ανεμογιάννης (1798-1821), που αιχμαλωτίστηκε τον Μάιο του 1821, στην πολιορκία της Ναυπάκτου. Οι Τούρκοι τον έψησαν ζωντανό. Το άγαλμά του κοσμεί σήμερα τους Παξούς.

 

                    Επίλογος

    Η άποψη του Γάλλου φιλέλληνα Olivier Voutier από το 1820 και μετά ήταν ότι :

η ελευθερία της Ελλάδος εξαρτάται περισσότερο από τον πόλεμο στην θάλασσα και λιγότερο από τον πόλεμο στην ξηρά. Όσο οι Έλληνες είχαν την υπεροχή στην θάλασσα, κανένας τουρκικός στρατός δεν μπόρεσε να επικρατήσει στον Μοριά”.

   Ο κύριος λόγος που ο αυτοκρατορικός στόλος των Οθωμανών παρέμενε κοντά στην είσοδο των στενών του Ελλησπόντου, ήταν από το φόβο των ελληνικών πυρπολικών. Ακόμη και ο Σουλτάνος λάμβανε μηνύματα[11], ότι υπάρχει κίνδυνος πυρπολικών και για τα μεγάλα πολεμικά πλοία που παρέμεναν στην Κωνσταντινούπολη.

   Ο Τάκης Λάππας στο βιβλίο του “Οι μπουρλοτιέρηδες του Εικοσιένα”, απέδωσε τέλεια την εικόνα της ενέργειας του πυρπολικού, γράφοντας :

Λαμπαδιασμένα τα καράβια του Ιμπραήμ, όπως είναι αραγμένα κοντά, το ένα αρπάζει φωτιά απ’ το άλλο … θαρρεί κανείς πως μέσα απ’ τη θάλασσα ξεπετάχτηκε ηφαίστειο.”

   Η χρήση των πυρπολικών ήρθε ως ανάγκη κι έφερε την ισορροπία δυνάμεων, αν όχι την ελληνική υπεροχή στα χρόνια της επανάστασης του ’21. Οι δε άξιοι μπουρλοτιέρηδες δεν ζήτησαν αμοιβή, ούτε άλλους τίτλους για την προσφορά τους, αλλά αρκετοί χάθηκαν στην ιστορική ανωνυμία. Κρίμα …

 

-----------------------

 

Αναφορές-Βιβλιογραφία-Ιστοσελίδες

 

1.    Ιωάννου Ρούσκα, σημαιοφόρου : “Τα πυρπολικά του αγώνος”, Ναυτική Επιθεώρησις, σελ. 161-179.

2.    Ηλίας Ν. Γαλέττας – Μαρίκα Β. Μπουζουμπάρδη : «Σπέτσες, Ιστορία Λαογραφία», τόμος Ά, έκδοση, Ένωση Σπετσιωτών, 2004.

3.    Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός : “Πώς τα πυρπολικά εξελίχθηκαν σε ένα τρομερό πολεμικό όπλο στα χέρια των Ελλήνων ναυτικών του 1821.” ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ [στην ιστοσελίδα : https://www.mixanitouxronou.gr]

4.    Κωνσταντίνα Αδαμοπούλου–Παύλου· Αννίτα Πρασσά :«Τομπάζης Ιάκωβος ή Γιακουμάκης (1782-1829)». ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ.

5.    “Πώς τα πυρπολικά εξελίχθηκαν σε ένα τρομερό όπλο” : Ιστοσελίδα https://www.mixanitouxronou.gr

6.    Ιστοσελίδα (μπλογκ) για προτομή Δημουλίτσα : https://parga-zozefina.blogspot.com

7.    Χρόνη Βάρσου, Φιλολόγου-Ιστορικού ερευνητή : Τα ελληνικά πυρπολικά στην Επανάσταση (1821-1829), Μια στατιστική αξιολόγηση της δράσης τους, 21 Ιουλίου 2021.

8.    “Αυτοί οι άπιστοι Έλληνες” (Ο Ελληνικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας μέσα από Οθωμανικά Αρχειακά Έγγραφα), σε επιμέλεια H. SukruIlicak, σε έκδοση BRILL και Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 


[1]Από την παλαιά ιταλική λέξη burlotto ή τη βενετική λέξη burloto.

[2]Ήταν ιστιοφόρα πολεμικά πλοία που έφεραν τρία καταστρώματα με κανόνια, διαθέτοντας τη μεγαλύτερη ισχύ πυρός. Ήταν μεγαλύτερα και πιο βαριά από τα δίκροτα, αλλά λιγότερο ευέλικτα. Θεωρούνταν πολύ σημαντική ναυτική δύναμη για μεγάλο χρονικό διάστημα της ιστορικής περιόδου.

[3]Ήταν ιστιοφόρα πολεμικά πλοία που είχαν δύο καταστρώματα, έφεραν 64-78 κανόνια, είχαν εκτόπισμα έως 1500 τόνους και πλήρωμα 600-700 ανδρών.

[4]Πυρπολικά κατασκεύασαν και οι Οθωμανοί, αλλά εξαιτίας της απειρίας των πληρωμάτων, ουδέποτε αποτέλεσαν απειλή για τα ελληνικά πλοία.

[5]Το επίσημο όνομα ήταν πάρωνας (δηλ. πλοίο με δύο ιστούς). Το έλεγαν και μπρίκι από την αγγλική λέξη Brig. Τα μικρότερα μπρίκια τα έλεγαν μπριγαντίνια (brigantines).

[6]Ήταν βραχύκαννα  όπλα, τα οποία έβαλλαν ταυτόχρονα πολλά μικρά σφαιρίδια μαζί.

[7]Είναι η εμπρόσθια προεξοχή, το πλάγιο κατάρτι που έχουν τα μπρίκια.

[8]ή Κάβο Ντόρο. Είναι ακρωτήριο στο νοτιοανατολικό άκρο της Εύβοιας.

[9]Μόνο ο ναύαρχος των Σπε­τσών Γ. Ανδρούτσος του χορήγησε ένα αποδει­κτικό για την δράση του.

[10]Στη Μικρασιατική ακτή. Είναι απέναντι από τη Λέρο και την Κάλυμνο.

[11]“Αυτοί οι άπιστοι Έλληνες” (Ο Ελληνικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας μέσα από Οθωμανικά Αρχειακά Έγγραφα), σε επιμέλεια του H. Sukru Ilicak. Είναι έκδοση του οίκου BRILL και του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου