"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

5/11/21

Οι μπαρουτόμυλοι του Μαυρίλου

 

Τα εργαστήρια της φωτιάς

 

   Μετά τη Δημητσάνα, το ιστορικό χωριό της Γορτυνίας στην Αρκαδία, με τους 11 μπαρουτόμυλους, το χωριό Μαυρίλο της Δυτικής Φθιώτιδας, ήταν η 2η περιοχή, που ιστορικά παρήγαγε πυρίτιδα (μπαρούτι) στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο από το 1700 περίπου μέχρι το 1914 περίπου, οπότε ουσιαστικά έπαψε. Είναι γνωστή η ιδιόχειρη επιστολή που έστειλε ο ήρωας Αθανάσιος Διάκος στις 11 Απριλίου 1821 στους άρχοντες της Λειβαδιάς για βοήθεια, όπου αναφέρει :

 “… μας υποσχέθησαν εις του Μαυρήλου να μας προφθάσουν 80 οκάδες μπαρούτι και σήμερις εστείλαμε τα άσπρα[1] δια να μας την φέρουν …

    Από τα δύσκολα  χρόνια της τουρκοκρατίας οι μπαρουτόμυλοι λειτούργησαν στο Μαυρίλο, με υδροκίνηση από τα πολλά νερά του ρέματος της Γκούρας.

 

   Η βασική κατασκευή τους δεν διέφερε από τους άλλους υδρομύλους για την κίνηση της φτερωτής από τη δύναμη του νερού. Ο μηχανισμός τους άλλαζε μετά (βλ. παρατιθέμενο σκίτσο).

 


   Η περιστροφική κίνηση από τον άξονα του μύλου μετατρεπόταν σε παλινδρομική για να κινήσει τα ξύλινα “γουδοχέρια”, που θα έκαναν την καλή ανάμειξη των 3 υλικών της μπαρούτης, μέσα σε μεγάλα ξύλινα γουδιά.

   Καταγράφηκαν 10-12 διαδοχικοί μύλοι (το 1929 είδε τα ερείπιά[2] τους ο ιστορικός-ερευνητής Δημ. Λουκόπουλος). Ξέρουμε τα ονόματα των :

1)    Σπ. Τσιάκα & Κώστα Κοτοπούλου

2)    Γεωργ. Ζωροπούλου & Θεοφ. Σκιαδοπούλου

3)    Ιωάν. Σιούλα

4)    Φιλίπ. Τσιάκα

5)    Ιωάν. Σταυρακάκη

6)    Δημ. Τσιάκα

7)    Γεωργ. Παπαγεωργίου

8)    Γεωργάκη Τσιάκα

9)    Κωνστ. Σκιαδοπούλου

10)  Γρηγ. Καλέντζου & Αθαν. Καλέντζου

 

Ο μηχανισμός ανάμειξης

   Οι πρώτες ύλες της μπαρούτης είναι νίτρο, θειάφι και ξυλάνθρακας. Τα δύο πρώτα έρχονταν από την Πόλη με καράβι στη Στυλίδα, σε βαρέλια ή σακιά, ενώ το ξυλοκάρβουνο το έφτιαχναν στο Μαυρίλο. Οι αναλογίες των τριών υλικών (σε μορφή σκόνης) ήταν : 75% νίτρο, 12,5% θειάφι και 12,5% ξυλάνθρακας. Υπήρχαν και μικρές παραλλαγές της αναλογίας αυτής.

   Αυτά τα υλικά έπρεπε να αναμιχθούν πολύ καλά και το ρόλο αυτό αναλάμβανε ο μπαρουτόμυλος. Με τη βοήθεια λίγου νερού στο μίγμα αυτό, μέσα σε μεγάλα ξύλινα γουδιά, όπου ανεβοκατέβαιναν (με παλινδρομική κίνηση) τα ξύλινα  “γουδοχέρια”, πετύχαιναν να γίνει καλύτερη η ανάμειξή του (βλ. παρατιθέμενο σκίτσο). Η εργασία αυτή διαρκούσε 5-6 ώρες και επαναλαμβανόταν μερικές φορές μέχρι το μίγμα να γίνει σαν “ζυμάρι”, όπου δεν ξεχώριζαν πλέον τα διαφορετικά υλικά (είχε γίνει πολύ καλή ανάμειξη).

   Μετά το μετέτρεπαν σε πολύ μικρούς βόλους με τα χέρια. Ακολουθούσε στέγνωμα στον ήλιο των μικρών - όσο γινόταν - κομματιών και μετά τα έτριβαν και τα κοσκίνιζαν, ώστε να γίνουν σαν χοντροκομμένο σιτάρι. Σε περιστρεφόμενο βαρέλι (που το γύριζε ο υδρόμυλος) η μπαρούτη αυτή, με προσθήκη λίγου γραφίτη γινόταν στρογγυλή και εξωτερικά γυάλιζε από το γραφίτη, ώστε να είναι πλέον και αδιάβροχη. Η εργασία διαρκούσε 5 μέρες περίπου και η μπαρούτη ήταν έτοιμη.

   Παράγονταν 2 είδη πυρίτιδας : η κυνηγετική (με αξία 3 δρχ./οκά) και η υπονομευτική (με αξία 2 δρχ./οκά). Η “μαυριλιώτικη μπαρούτη” μεταφερόταν με ζώα από πραματευτάδες για τις αγορές σε Ρούμελη, Θεσσαλία, Ήπειρο, κ.α. Ακόμα και στα παζάρια της Λαμίας και αλλού. Ήταν περιζήτητη.

Το κτίριο του ανακαινισμένου μπαρουτόμυλου στο Μαυρίλο
   Κάθε μύλος απασχολούσε 2 εργάτες (το ημερομίσθιο ήταν 3 δρχ.). Η ετήσια παραγωγή όλων των μύλων ήταν 10.000 οκάδες. Σε έκθεση[3] του υπουργείου Οικονομίας το 1896, η αξία κάθε μύλου εκτιμήθηκε σε 2.000 δρχ. της εποχής, ενώ η ετήσια παραγωγή μπαρούτης κάθε μύλου ήταν 300 οκάδες.

   Από την απογραφή του 1907 ξέρουμε τα ονόματα 6 πυριτιδομυλωθρών. Ήταν οι : Αθαν. Καλέντζος, Λεων. Μητσάκος, Γεωργ. Οικονόμου, Ευθ. Τσάκας, Γεώργ. Τσάκας και Κωνστ. Τσάκας.

   Το 1909-10 η φορολογία που επιβλήθηκε και η βιομηχανική πλέον παραγωγή της πυρίτιδας έδυσαν τους μπαρουτόμυλους. Λίγοι απ’ αυτούς συνέχισαν παράνομα μέχρι το 1925.

    Την περίοδο 2002-08, με τη βοήθεια των προγραμμάτων διάσωσης, στήριξης, διατήρησης, αναπαλαίωσης και ανάδειξης των προβιομηχανικών μνημείων, ο τέως δήμος Αγίου Γεωργίου Φθιώτιδας επισκεύασε έναν μπαρουτόμυλο (η φωτογραφία παρατίθεται).

 

Βιβλιογραφία

    Χαριλάου Μηχιώτη : “Το εργαστήρι της φωτιάς”, εκδόσεις Κασταλία, 1995, Αθήνα.

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

   Παρουσιάζονται με συνοπτικό αλλά και περιεκτικό τρόπο, στοιχεία για τους υδρομύλους στο χωριό Μαυρίλο της Δυτικής Φθιώτιδας στην Κεντρική Ελλάδα, που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή μπαρούτης. Λειτούργησαν για 2 αιώνες περίπου, την περίοδο 1700-1914, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, το δε μπαρούτι χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες της ελληνικής επανάστασης του 1821, αλλά και για εμπορικούς λόγους.

 

--------------------------------------------------

 The workshops of fire

 Gunpowder mills of Mavrillo in Pthiotis

    After Dimitsana, the historic village of Gortynia in Arcadia, with its 11 gunpowder mills, the village of Mavrilo in Western Fthiotida, was the 2nd area that historically it produced gunpowder in Greece during the period from about 1700 to 1914, when it virtually ceased . It is famous the handwritten letter sent by the hero Athanasios Diakos on April 11, 1821 to the lords of Livadia for help is well known, stating:

 "… they promised us in Mavrilo that 80 barrels of gunpowder would catch up with us and today we sent the white ones to bring it to us…"

    From the difficult years of the Turkish occupation, the gunpowder mills operated in Mavrilo, with water movement from the many waters of the Goura stream. Their basic construction did not differ from the other watermills for the movement of the impeller by the force of water. Their mechanism were changing afterwards (see sketch quoted).

   The rotary motion from the axis of the mill was converted to reciprocating to move the wooden "pestles", which would make a good mix of the 3 materials of gunpowder, in large wooden mortars. Were recorded 10-12 consecutive mills (in 1929 the historian-researcher Dim. Loukopoulos saw their ruins). We know the names of:

1) Sp. Tsiakas & Costas Kotopoulos

2) Georg. Zoropoulos & Theof. Skiadopoulos

3) John. Sioulas

4) Philip. Tsiakas

5) John. Stavrakakis

6) Dem. Tsiakas

7) Georg. Papageorgiou

8) Georgaki Tsiakas

9) Const. Skiadopoulos

10) Greg. Kalentzos & Athan. Kalentzos

   The raw materials of gunpowder are nitro, sulfur and charcoal. The first two were coming from Constantinople by ship to Stylida, in barrels or sacks, while the charcoal was made in Mavrilo. The proportions of the three materials (in powder form) were: 75% nitro, 12.5% sulfur and 12.5% charcoal. There were also small variations of this ratio.

   These materials had to be mixed very well and this role was taken over by the gunpowder mill. With the help of a little water in this mixture, in large wooden mortars, where the wooden "pestles" went up and down (with reciprocating motion), they managed to mix it better (see sketch given). This work was lasting 5-6 hours and was repeated several times until the mixture became like "dough", where the different ingredients no longer stood out (it had been mixed very well).

   Then they turned it into very small balls by hand. This was followed by drying in the sun of the small pieces - as much as possible - and then they were rubbed and sieved, so that they became like coarse wheat. In a rotating barrel (turned by the watermill) this gunpowder, with the addition of a little graphite, became round and externally polished from the graphite, so that it is now waterproof. The work lasted about 5 days and the gunpowder was ready.

   They were produced 2 types of gunpowder: the hunting (with a value of 3 drachmas/oka) and the subversive (with a value of 2 drachmas/1 oka). The "Mavrilo gunpowder" were transporting with animals from merchants for the markets in Roumeli, Thessaly, Epirus, etc. Even in the bazaars of Lamia and elsewhere. It was sought after.

   Each mill employed 2 workers (the wage was 3 drachmas). The annual production of all the mills was 10,000 okades. In a report of the Ministry of Economy in 1896, the value of each mill was estimated at 2,000 drachmas at the time, while the annual gunpowder production of each mill was 300 okades.

   From the census of 1907 we know the names of 6 gunpowder millers. These were: Athan. Kalentzos, Leon. Mitsakos, Georg. Economou, Efth. Tsakas, Georg. Tsakas and Const. Tsakas.

   In 1909-10, with the taxation that was imposed and with the industrial production of gunpowder, they finished the gunpowder mills. Few of them continued illegally until 1925.

   In the period 2002-08, with the help of the programs of rescue, support, preservation, restoration and promotion of the pre-industrial monuments, the former municipality of Agios Georgios in Fthiotis repaired a gunpowder mill (photo is shown).

 

SUMMARY

    Data on the watermills in the village of Mavrilo in Western Fthiotida in Central Greece, which were used for the production of gunpowder, are presented in a concise and comprehensive way. They operated for about 2 centuries, during the period 1700-1914, during the years of Ottoman rule, and gunpowder was used for the needs of the Greek revolution of 1821, but also for commercial purposes.



[1] Ήταν το τουρκικό νόμισμα, που επίσημα λεγόταν ακτσές και ήταν ασημένιο. Από το λευκό χρώμα του νομίσματος ο λαός το ονόμασε άσπρο.

[2] Χαριλάου Μηχιώτη : “Το εργαστήρι της φωτιάς”, εκδ. ΚΑΣΤΑΛΙΑ, 1998, Αθήνα.

[3] Τότε (το έτος 1896) είχαν απομείνει και καταγράφηκαν 4 μόνο μπαρουτόμυλοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου