"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

31/10/18

Στη μνήμη του πατέρα μου



  Ομιλία στις 27 Οκτωβρίου 2018 της Αιμιλίας-Αλεξάνδρας Κ. Κρητικού, μετά το ετήσιο μνημόσυνο του πρώην δημάρχου Μακρακώμης Κώστα Κρητικού, στην τιμητική εκδήλωση του Δήμου Μακρακώμης, για μετονομασία μιας οδού.
---

  Θα ήθελα να ευχαριστήσω ειλικρινά τη δημοτική αρχή για την τιμή που επιφυλάξατε στον πατέρα μου να χαρίσετε το όνομά του στον δρόμο που περπατούσε κάθε μέρα για να φτάσει στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, στην πλατεία της Μακρακώμης. Σε αυτή την πλατεία για την οποία σκέφτομαι ότι δεν συμβολίζει μόνο το κέντρο της ζωής αυτού του τόπου, αλλά με έναν τρόπο που θα ήθελα να περιγράψω, το κέντρο αναφοράς της ζωής του πατέρα μου. Και να πώς.

18/10/18

Ημέρες αποχώρησης των Γερμανών από τη Λαμία (17 και 18 Οκτωβρίου 1944)


Μικρό χρονικό

 

του Κωνσταντίνου Αθαν. Μπαλωμένου
                  φυσικού

Πρόλογος


Γιώργος Γεωργουλόπουλος
(φωτ. 2014, Κ.Α.Μ.)
   Ήταν 28 Ιουνίου 2014, στην καφετέρια “Εντελβάις” στα Γαλανέικα. Συναντήθηκα με τον αείμνηστο Γιώργο Γεωργουλόπουλο (1923-2016) και κάναμε για ευχάριστη συζήτηση κυρίως για την παλιότερη Λαμία. Τότε, ζήτησα από το Γιώργο (συνοπτικά Γ. Γ.) να μου αφηγηθεί τι ακριβώς έκανε την παραμονή και την ημέρα της αποχώρησης των Γερμανών από τη Λαμία (στις 17 & 18 Οκτωβρίου 1944). Την απάντησή του κατέγραψα με όση ακρίβεια γινόταν. Αποτελεί μια σημαντική μαρτυρία και δημοσιεύεται με την ευκαιρία της επετείου. Ο Γιώργος, το 1944, ήταν 19 ετών και δούλευε στην Ηλεκτρική Εταιρία Λαμίας ως βοηθός ηλεκτρολόγος, όπου επίσης εργαζόταν και ο αδελφός του Κώστας, ως μηχανικός.
    Στην παρούσα συνέντευξη “μιλάει” ο ίδιος ο Γ.Γ. Η αφήγηση ακολουθεί αμέσως :



15/10/18

Βιβλίο “Η ΝΕΑ ΑΜΠΛΙΑΝΗ ΛΑΜΙΑΣ”






Ομιλία στις 14 Οκτωβρίου 2018, στην εκδήλωση
κατά την παρουσίαση του ομώνυμου βιβλίου




   Από τα προεπαναστατικά χρόνια της Ελλάδος και σε όλη τη διάρκεια του 19ου αι., η πόλη της Λαμίας οριζόταν με κατοικίες στις πλαγιές των λόφων Κάστρου και Αγ. Λουκά και στον ενδιάμεσο χώρο. Στα νότια της περιοχής αυτής ήταν μόνο κτήματα, χωρίς κατοικίες. Νοτιότερα, τα στάσιμα νερά, κυρίως από την υπερχείλιση του Σπερχειού, παρέμεναν πηγή ελονοσίας.

Κωνστ. Αθ. Μπαλωμένος
   Προερχόμενοι από το χωριό Άμπλιανη Ευρυτανίας,  όπου είχαν πετρόκτιστα σπίτια, σε μια περιοχή με σημαντικά βοσκοτόπια στις πλαγιές της Σαράνταινας, αλλά με βαρείς χειμώνες, οι νομάδες κτηνοτρόφοι αναζήτησαν τόπους για χειμαδιά. Ένα τμήμα αυτών επέλεξε την κοιλάδα του Σπερχειού, ενώ άλλοι προτίμησαν την περιοχή Μεσολογγίου. Από τα τέλη Οκτωβρίου οι οικογένειες έστηναν τις καλύβες τους, στα νότια της Λαμίας, σε σημεία που τους εξυπηρετούσαν, ώστε τα κοπάδια τους να είναι σχετικά κοντά σε βοσκοτόπια.
   Οι άνδρες είχαν τον έλεγχο του κοπαδιού, έκαναν συμφωνίες με τους “αφεντάδες” (δηλ. ιδιοκτήτες) για τα βοσκοτόπια, με κρεοπώλες για τα σφάγια και τους τυροκόμους για το γάλα. Οι γυναίκες είχαν όλα τα άλλα. Φρόντιζαν το νοικοκυριό, τα παιδιά, το φαγητό, κλπ., αλλά παράλληλα βοηθούσαν στο καθάρισμα  του χώρου των ζώων και στο άρμεγμα. Πριν ξημερώσει, παρέες γυναικών με τα μουλάρια πήγαιναν στα ριζά του Καλλιδρόμου για ξύλα και επιστρέφοντας τα πουλούσαν στην πόλη. Μαζί έφερναν αγριολάχανα και πιτολάχανα, που επίσης πουλούσαν στα σπίτια. Με τον τρόπο αυτό έφερναν και χρήματα στην οικογένεια. Με τις χαρακτηριστικές άσπρες μαντίλες τους, είχαν πάντα στα χέρια τις ρόκες και παράλληλα έγνεθαν ασταμάτητα σε όλη τη διαδρομή. Στο χωριό Άμπλιανη είχαν αργαλειούς και εκεί το καλοκαίρι έφτιαχναν τα μάλλινα υφάσματα και μετά τα ρούχα όλης της οικογένειας. Η υπόλοιπη παραγωγή σε μάλλινα, μπορούσε να πουληθεί. Η μεγάλη εργατικότητα των γυναικών της Άμπλιανης είναι ταυτόσημη με τη λέξη “Αμπλιανίτισσα”.

8/10/18

Το Χάνι της Αλαμάνας


Στο 19ο αιώνα



Πρόλογος


   Από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν χάνια. Στις πόλεις συνήθως βρίσκονταν πάνω στους δρόμους εισόδου-εξόδου, αλλά υπήρχαν και σε πιο κεντρικά και αγοραία σημεία, κυρίως εκεί όπου είχαν αφετηρία οι άμαξες (όπου ήταν οι σταθμοί ή τα πρακτορεία, θα λέγαμε σήμερα).
   Εκτός πόλεων ήταν σε περάσματα των δρόμων, κοντά σε γέφυρες και υπήνεμα ορεινά σημεία. Ο περιηγητής Αργύρης Φιλιππίδης, που πέρασε το 1815 από το Ζητούνι (όπως λεγόταν η Λαμία τότε) έγραψε ότι
“… αυτή η πολιτεία έχει και χάνια αρκετά, όπου κονεύουν οι πραματευταί και διαβάται”.
   Το Χάνι της Αλαμάνας, στον ποταμό Σπερχειό είναι το θέμα της εργασίας αυτής, που θα δοθεί - παρά τα περιορισμένα στοιχεία - με όσο γίνεται σύντομο τρόπο.
Η γέφυρα του Σπερχειού (S. Pomardi, 1805)