Το αγγελάκι
του Δημήτρη Κ. Καραθεοδώρου
1958. Μια ξεχωριστή χρονιά για τη μικρή μας πόλη. Ιδρύεται Γυμνάσιον Στυλίδος και χαρά μεγάλη σε μας τους αποφοίτους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου. Με εισιτήριες εξετάσεις τον Ιούλιο του ’58, να ’μαι κι εγώ μαθητής της Α’ τάξεως του Γυμνασίου Στυλίδος, το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς.
Εφηβάκι - βραχνοκοκοράκι (λόγω μεταφώνησης) και ποιος με πιάνει.
Με το πηλήκιο της σοφής μου κουκουβάγιας, πλαισιωμένης εκατέρωθεν με τα μεταλλικά γράμματα Γ.Σ. (Γυμνάσιο Στυλίδος ή γάιδαρος σαμαρωμένος, όπως μας παίρναν κάποιοι στο ψιλό, ως είναι το συνήθειό τους, οι απαίσιοι), φούσκωνα από περηφάνια και καμάρι που κι εγώ έμπαινα στον ναό της Γνώσης και επένδυα στα Γράμματα και τη θεραπευτική δύναμη της Παιδείας.
Είχα μια προδιάθεση Νίκης... Αυστηρό το Γυμνάσιο, αυστηροί και οι καθηγητές (Νικολακοπούλου, φιλόλογος, Καρτσακλής, φιλόλογος, Κουτρούμπας, μαθηματικός, Νάκος, φυσικός), αφοσιωνόμουνα με αγάπη κι ευχαρίστηση στα μαθήματα εκείνα που πολλά είχαν να πουν στα ενδιαφέροντά μου.Εξηγούμαι, τα φιλολογικά. Τα διάβαζα μετά μανίας, τα ερευνούσα, τα αποστήθιζα, γιατί υφάρπαζαν το μυαλό και την ψυχούλα μου και μου υπόσχονταν κάτι καλό και σοφό για το μέλλον μου.
Πλησίαζαν τα Χριστούγεννα του ’58 και οι καθηγητές μας μάς είπαν να φέρουμε όλοι στο Σχολείο από ένα τάλιρο για να αγοράσουμε δώρα, παιχνίδια και λαμπιόνια χριστουγεννιάτικα και να τα κληρώσουμε παραμονές των Χριστουγέννων σε όλα τα παιδιά. Για μας τους φτωχούς μαθητές με τα μπαλωμένα παντελόνια, τα τρύπια παπούτσια και τα λερά και σχισμένα πανωφόρια ήταν ασήκωτο ποσόν.