"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

30/1/15

Προπολεμικά κουρεία της Λαμίας


Ανδρικά προνόμια



1.      Λίγη … προϊστορία

   Η τριχοφυΐα είναι … προνόμιο των ανδρών. Η ανάπτυξή τους όμως (μακριά μαλλιά, μακριά γένια και μουστάκια) δεν μπορεί να αφήνεται ανεξέλεγκτη. Η σωστή κοπή και εν γένει η περιποίησή τους ήταν απαραίτητη. Έτσι οι αρχαίοι Αθηναίοι βοηθούσαν την αύξηση του μήκους των μαλλιών τους αλείφοντάς τα με λάδι, που περιείχε αρωματικές ουσίες. Τα μακριά κατσαρά μαλλιά (βόστρυχοι[1]) των αρχαίων Αθηναίων του 6ου  αι. π.Χ., τα έκοβαν πιο κοντά αργότερα (μετά τη μάχη του Μαραθώνα). 
κούρεμα (ειδώλιο)
 Μετά το Μέγα Αλέξανδρο (στα ελληνιστικά χρόνια) ξύριζαν τα μουστάκια και τα γένια. Μουστάκι χωρίς γένια δεν είχαν ποτέ οι αρχαίοι Έλληνες. Μετά το κούρεμα ή το ξύρισμα, οι κουρείς περιποιόντουσαν τα χέρια του πελάτη και όταν τελείωναν του έδιναν έναν καθρέφτη για να θαυμάσει το αποτέλεσμα (όπως κάνουν και στα χρόνια μας).
   Στα κουρεία και στα αρωματοπωλεία της αρχαίας Αθήνας, σχολιάζονταν τα τελευταία νέα ή  γίνονταν……φιλοσοφικές συζητήσεις. Μια συνήθεια τόσο διαδεδομένη, που ο ρήτορας Δημοσθένης σ' ένα λόγο του κατηγορεί έναν Αθηναίο ως “ακοινώνητο”, γιατί “δεν μπαίνει ποτέ σε κουρεία, αρωματοπωλεία και άλλα καταστήματα”. Οι άνδρες προτιμούσαν τα κουρεία, ως τόπο συναντήσεων, όπου ο κουρέας φημιζόταν για την πλατιά και πολύπλευρη πείρα του.
   Όταν ο κουρέας έφτιαχνε τα μαλλιά[2] (την κόμη) ενός πελάτη, οι άλλοι πελάτες - που περίμεναν τη σειρά τους - φλυαρούσαν για κάθε θέμα. Με τον τρόπο αυτό οι κουρείς ήταν κατατοπισμένοι για όλα τα νέα και τα κουτσομπολιά, που τα διέδιδαν και τα ερμήνευαν όπως ήθελαν. Είχαν τη φήμη (και είναι αλήθεια) ότι ήταν φλύαροι και αθυρόστομοι. Αναφέρεται ο διάλογος :
 - Πώς θέλετε να σας κουρέψω; ρώτησε ο κουρέας το Βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαο.
 - Χωρίς πολλές κουβέντες, απάντησε ο Βασιλιάς.

23/1/15

Μετανάστες στην Αμερική από το Προκοβενίκο (Σκαμνό) Φθιώτιδος


Στις αρχές του 20ού αιώνα



1. Η κατάσταση στο χωριό - Η απόφαση μετανάστευσης


 Στο τέλος του 19ου αι. και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού ο Προκοβενίκος είχε μικρό αριθμό κατοίκων. Από 146 άτομα το έτος 1896, απογράφηκαν 184 άτομα το 1920 (βλ. πίνακα). Το 1920 ήταν συνοικισμός στην κοινότητα Γαρδικάκι (Οίτη), της επαρχίας Φθιώτιδας, του νομού Φθιωτιδοφωκίδος. Το 1927, ο συνοικισμός Προκοβενίκος μετονομάσθηκε[1] σε Σκαμνό. 
Στην παρούσα εργασία αναζητήθηκαν και εντοπίστηκαν 12 μετανάστες του Προκοβενίκου, που πήγαν στην Αμερική, στις  πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. Είναι ποσοστό 8% του πληθυσμού του χωριού, που συμπίπτει με το μέσο όρο της μετανάστευσης της Ελλάδας.
   Η ζωή των κατοίκων και η οικονομία της γύρω περιοχής στα χρόνια εκείνα στηριζόταν κυρίως στην κτηνοτροφία και λιγότερο στη γεωργία[2] (εφόσον δεν υπήρχε αρκετή καλλιεργήσιμη γη).


   Μεγάλο ποσοστό κατοίκων από τους μεγαλύτερους στην ηλικία ήταν αναλφάβητοι[3] (πολύ δε περισσότερο οι γυναίκες) όπως και κάποια από τα παιδιά τους. Οι γυναίκες είχαν το μεγάλο φορτίο τόσο του σπιτιού και των παιδιών όσο και των αγροτικών (γεωργικών ή κτηνοτροφικών) εργασιών. Τα παιδιά βοηθούσαν στις εργασίες ακολουθώντας το πατρικό επάγγελμα. Τα οικονομικά των σπιτιών ήταν περιορισμένα γι’ αυτές τις οικογένειες. Η αγορά των απαραίτητων απ’ το μπακάλη γινόταν για κάποιους με πίστωση.
   Μεγαλύτερες ανάγκες (όπως για σπορά των δημητριακών, τις συναλλαγές των κτηνοτρόφων, την αγορά εργαλείων, έκτακτα περιστατικά, κ.ά.) απαιτούσαν χρήματα που πολλές φορές ήταν δανεικά. Η τοκογλυφία αποτελούσε τη λύση ανάγκης και τα χρήματα αυτών των δανείων δίνονταν με υποθήκη κάποιου ακινήτου[4] (συνήθως μικροκτήματος).

11/1/15

εις μνήμην Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911)





Όπου και να σας βρίσκει το κακό αδελφοί,
όπου και να θολώνει ο νους σας,
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και
μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα
θα αναπαύσει το πρόσωπο του μαρτυρίου.

     Άξιον Εστί”, Οδυσσέας Ελύτης


 
Το λιμάνι της Σκιάθου (από παλιά γκραβούρα)


Αυτοβιογραφικό σημείωμα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

   "Εγεννήθην εν Σκιάθω, τη 4 Μαρτίου 1851. Εβγήκα απὸ το Ελληνικὸν Σχολείον εις τα 1863, αλλά μόνον τω 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, άπου ήκουσα την Α΄ και Β΄ τάξιν. Την Γ΄ εμαθήτευσα εις Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου και έμεινα εις την πατρίδα.
    Κατά Ιούλιον του 1872 υπήγα εις το Άγιον Όρος χάριν προσκυνήσεως, όπου έμεινα ολίγους μήνας. Τω 1873 ήλθα εις Αθήνας και εφοίτησα εις την Δ΄ του Βαρβακείου. Τω 1874 ενεγράφην εις την Φιλοσοφικὴν Σχολήν, όπου ήκουα κατ’ εκλογὴν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ησχολούμην εις τας ξένας γλώσσας.
    Μικρός εζωγράφιζα Αγίους, είτα έγραφα στίχους, και εδοκίμαζα να συντάξω κωμωδίας. Τω 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστόρημα.
     Τω 1879 εδημοσιεύθη "η Μετανάστις" έργον μου εις το περιοδικὸν "Σωτήρα". Τω 1882 εδημοσιεύθη "Οι έμποροι των Εθνών" εις το "Μη χάνεσαι".
    Αργότερα έγραψα περὶ τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικὰ και εφημερίδας."

4/1/15

Η Ιερά Μονή Αντινίτσης "Το Γενέσιον της Θεοτόκου" (Μέρος Β')

Β'  μέρος
----------


7.  Ο Ιερομόναχος και ηγούμενος Θεοφάνης Κωνσταντίνου (1769-1847)




   Γεννήθηκε το 1769[1] στη Γούρα[2]. Στο μοναχικό βίο εισήλθε το 1800, σε ηλικία 31 ετών. Δεν μας είναι γνωστή η πρώτη μονή που εισήλθε. Είναι πολύ πιθανή η βοήθεια (χωρίς να αποκλείεται και η συμμετοχή του) στον αγώνα για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Υπηρέτησε διάφορους αρχιερείς στην Κωνσταντινούπολη. Με τα χρήματα που κέρδισε απέκτησε σημαντική κτηματική περιουσία 500 και πλέον στρεμμάτων στην περιοχή Δομοκού (στα χωριά Κεραμοχώρι, Σκόριζα, Παλαμάς, Σερβάνι). Το 1834, απεβίωσε ο ηγούμενος της μονής Αντίνιτσας Αγαθόνικος Καλλίνικος και το επόμενο έτος 1835, ο ιερομόναχος Θεοφάνης ανέλαβε νέος ηγούμενος της μονής σε ηλικία 66 ετών.
Η υπογραφή του ηγουμένου Θεοφάνη (1841)

    Μετά την έκδοση του Βασιλικού Διατάγματος της 16-9-1833, με το οποίο διαλύθηκε η Ιερά Μονή Αντινίτσης (ως νομική υπόσταση) και συγχωνεύτηκε με την Ι. Μ. Αγάθωνης[3], στην οποία έγινε  μετόχι, ο Θεοφάνης ανέλαβε αγώνα διατήρησης της μονής, με βασικά επιχειρήματα τη σημαντική περιουσία της (ένα μέρος αυτής είναι προσωπική περιουσία) και τη θέση της στα σύνορα της Ελλάδας με το Οθωμανικό Κράτος. Έστειλε πολλές αναφορές προς τον Έπαρχο, τον Μητροπολίτη Φθιώτιδος και τη Γραμματεία Εκκλησιαστικού του Κράτους, ζητώντας τη διατήρησή της και δεν έφυγε  από τη μονή. Έτσι πέτυχε να διατηρηθεί η περιουσία της μονής στο οθωμανικό έδαφος (ευρύτερη περιοχή Δομοκού).
   Τον Απρίλιο του 1834, διέτρεξε τα χωριά Μακρολείβαδο και Δίβρη - μετά από εντολή του επισκόπου Ιακώβου - ασκώντας πνευματικό έργο[4] (για εξομολόγηση των χριστιανών εν αναμονή του Πάσχα).
    Στις 9 Ιανουαρίου 1835 επισκέφτηκε τη μονή ο Βαυαρός-Γάλλος περιηγητής Γουσταύος Εϊχτάλ (Eichthal). Βρήκε εκεί τον ηγούμενο κι έναν καλόγερο μόνο. Έγραψε[5] σχετικά :

   … Εκδρομή εις το μοναστήριον Αντινίτσα, παρά τα σύνορα. Εντός αυτού ο Ηγούμενος και είς καλόγηρος μόνον. Αλλά κατά τον χειμώνα τούτον η μονή εχρησίμευσεν ως καταφύγιον εις πολλά οικογενείας. Μένουν εισέτι γυναίκες τινές, σταθμεύει δ’ ενταύθα και απόσπασμα στρατιωτικών, ώστε δεν μένει ασυντρόφευτος ο ηγούμενος. Λέγεται ότι ο ηγούμενος ούτος, έχων περιουσίαν, ηγόρασεν επί του Τουρκικού χωρίον τι επί σκοπώ να μεταβή εκεί, εάν διαλυθή η μονή του … ”.

    Σχετικά με τις επιπτώσεις από το οθωνικό διάταγμα για διάλυση των μονών έγραψε: 
«Οι Τούρκοι επωφελούνται της δυσαρεσκείας, την οποίαν προκαλεί η διάλυσις των μονών. Οι Φράγκοι έκαμαν ό,τι δεν έκαμαν οι Τούρκοι εις διάστημα τριακοσίων χρόνων, λέγει ο λαός».