"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

8/12/24

Μνήμες Κώστα Γεωργουσόπουλου από το Δημοτικό Σχολείο στη Λαμία – Δύο εκθέσεις του, στην Στ’ τάξη

 Ως εισαγωγή

   Για τα πρώτα σχολικά του χρόνια, τον δάσκαλό του και τον τόπο καταγωγής του, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος είχε δώσει μια συνέντευξη στη Lifo και στη Ματίνα Καλτάκη. Ένα απόσπασμα αυτής ακολουθεί.

                  Κ.Α.Μ.

----

 

   Γεννήθηκα στη Λαμία. Η καταγωγή μου είναι από το ευρύτερο ρουμελιώτικο γεωγραφικό φάσμα: η μητέρα μου ήταν από την Αταλάντη, ο παππούς από τον Δομοκό, ο προπάππους από την Υπάτη. Ο πατέρας μου, Χρήστος, ήταν φιλόλογος. Είχε πάει εξορία τα χρόνια του Εμφυλίου και στη συνέχεια, για να μας συντηρήσει, παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα κρυπτόμενος στην Αθήνα. Επανήλθε στο σχολείο με τα μέτρα επιικείας του Πλαστήρα κι έγινε το 1951 γυμνασιάρχης στην Καλαμπάκα.

   Εμείς, η μάνα μου και τα δυο μου αδέλφια (ο ένας είναι αρχιτέκτων και ο άλλος φυσικός), μείναμε στη Λαμία, όπου και τελείωσα το γυμνάσιο. Περάσαμε πολύ δύσκολα τα χρόνια του Εμφυλίου. Το σχολείο μου το είχαν επιτάξει και είχαν μετατρέψει σε τάξη το οστεοφυλάκιο. Όταν πρωτοπήγα και είδα το μακάβριο θέαμα, είπα της μάνας μου ότι σχολείο δεν ξαναπάω. Και τότε με πήρε και με πήγε στο μοναδικό ιδιωτικό που είχε η Λαμία (μόνο δημοτικό), τη Σχολή Παπαρούπα. 

 

   Ο Θανάσης Παπαρούπας μου έμαθε τα γράμματα, όσα ξέρω ακόμα. Έμπαινε στην τάξη το πρωί, εν μέσω Εμφυλίου, άνοιγε τα «Νέα» και μας έλεγε: «Για να δούμε τι γράφει σήμερα ο Ψαθάς» ή «για να δούμε τι γράφει ο Παλαιολόγος». Με χρονογράφημα ξεκίναγε η μέρα μας. Αυτός ο μέγας δάσκαλος, της γλώσσας πάνω απ' όλα, στην Έκτη Δημοτικού μας είπε:

- «Όποιοι θέλετε το Σάββατο (που τελειώναμε στις 12 το μεσημέρι), μετά το φαγητό, στις 3 μ.μ., να έρχεστε στο σχολείο με την πένα, το μελανοδοχείο και το στυπόχαρτο. Στην Α2 θα έχω αφήσει κόλλες πάνω στην έδρα και θα σας έχω γράψει στον πίνακα 10 θέματα, να διαλέξετε και να γράψετε όποιο θέλετε».

   Ε, σας πληροφορώ ότι από τους 60 μαθητές, οι 55 πηγαίναμε. Ο δε Παπαρούπας, απ' όλον αυτό τον όγκο κειμένων που συγκεντρώθηκαν από τον Οκτώβρη μέχρι το Πάσχα, επέλεξε 100 κι όταν το καλοκαίρι πήγαμε να πάρουμε τα χαρτιά μας, μας τα έδωσε σε τόμο τυπωμένο στον Πεχλιβανίδη στην Αθήνα (εκδότη τότε των Κλασικών Εικονογραφημένων)!

   Σ' εκείνη τη συλλογή, που είχε τίτλο “Αγρολούλουδα”, εγώ είχα τη μερίδα του λέοντος: από τις 100 εκθέσεις, οι 12 ήταν δικές μου. Με τέτοιους ανθρώπους μεγάλωσα και σ' αυτούς οφείλω τα πάντα. ……………

 Κώστας Χ. Γεωργουσόπουλος

---

 

Το εξώφυλλο του βιβλίου
  Από ένα αντίτυπο αυτού του βιβλίου “Αγρολούλουδα”, που μου έστειλε τον Ιανουάριο 2020, ο γνωστός σκηνοθέτης Τάσος Ψαρράς, όταν γύρισε σχετικό ντοκιμαντέρ για το Ιδιωτικό Σχολείο Αθαν. Παπαρούπα της Λαμίας, για το οποίο ευχαρίστως του παραχώρησα υλικό μιας εργασίας μου, επέλεξα 2 εκθέσεις του Κώστα Γεωργουσόπουλου, τότε αποφοίτου της Στ’ τάξης Δημοτικού Σχολείου. Είναι τα πρώτα “δείγματα” της γραφής του μεγάλου σπουδαίου Λαμιώτη συγγραφέα, μεταφραστή, ποιητή και κριτικού θεάτρου. Αποτελεί ελάχιστη τιμή στη μνήμη του.

Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος

 

Έκθεση 1η

 

ΤΑ ΠΡΩΤΟΤΟΚΙΑ

 

   Ημέρα Απριλιάτικη … Ώρα 6η πρωϊνή.

   Η σκηνή στην κρεβατοκάμαρα του σπιτιού μου.

   Εγώ και τα δυο μικρότερα αδέλφια μου κοιμούμαστε. Ξυπνάω πρώτος … Ξεροτεντώνομαι … Δίνω μια στο Σούλη, τον μεσαίο αδελφό μου, που κοιμάται στο διπλανό κρεβάτι, και ξαναξαπλώνομαι… Ο Σούλης κατσουφιάζει, χασμουριέται, ξεροτεντώνεται και φραπ… κάνει μια τουμπαρίδα, όπως την λέει ο Βασιλάκης, ο πιο μικρός, και πέφτει στο δικό μου το κρεβάτι… μ’ όλη του τη δύναμη.

Θανάσης και Κώστας (Αταλάντη, 1944)
   - Ωχ ! με σκότωσες… Δεν σούφτανε, κοτζάμ’ κρεβατάρα ;

   Χαστούκι … δαγκωματιά στο μπράτσο … μπουνιά στη μύτη … φωνές κακό …

   Καταφθάνει η μαμά … παίρνει τη σκούπα κι αρχίζει …

  - Παλιόπαιδα, τέρατα … κι όλα τα κοσμητικά επίθετα, το ένα κοντά στο άλλο, συνοδεύουν το ανάποδο ξετίναγμα της σκούπας πάνω μας.

   - Όχι εγώ μαμάκα μου … ου ! … φωνάζει ο μικρός.

   - Αυτός με χτύπησε ! … ξεφωνίζει ο Σούλης.

   Η διανομή γίνεται γρήγορα … πρωινή … χωρίς ανακρίσεις. Από τη μια ο καθένας και πάλι απ’ την αρχή. Πολλές φορές δίνονται και διπλές … έτσι για να μη χαθεί ο ρυθμός. Με τη διαφορά ότι τις διπλές τις παίρνει πάντα ο πρωτότοκος.

   - Ωχ ! Ωχ ! … και μισοκλάμματα ακούονται απ’ όλους μας. Μα εγώ πούφαγα τις διπλές δεν είχα δικαίωμα να φωνάξω πολύ, και τούτο πάλι γιατί είμαι πρωτότοκος.

   Τη στιγμή αυτή σκέφτηκα πόσο καλά έκανε ο Ησαύ που πούλησε τα πρωτοτόκια για ένα πιάτο φακή …

   Τελείωσε η διανομή κι η μαμά αποτραβήχτηκε στην κουζίνα …

   Μόλις έφυγε, παίρνω την καρέκλα για την πρωινή γυμναστική των χεριών μου, που με πονούσαν κιόλα απ’ το ξαφνικό σκουπομασάζ.

   Τη σηκώνω … τη χαμηλώνω … την ξανασηκώνω. Και να ! … μια καρούλα στο κεφάλι του κούτσικου …

   Απ’ τα ξεφωνητά και τις κλαψάρες ξύπνησε η γειτονιά κι ο μπαρμπα-Θωμάς, ο χασάπης, περνώντας δεν βάσταξε, χτύπησε το παράθυρο με τη μαγκούρα του και είπε με βαρύτονη φωνή :

   - Δεν αφήνετε τον κόσμο να κοιμηθεί … Τι ουρλιάζετε έτσι, πρωί-πρωί σαν τ’ αγριόσκυλα ; … Μπράβο σας !

   Ύστερα γυρίζει σε μένα και μου λέει …

   - Δεν ντρέπεσαι εσύ που είσαι κι ο μεγαλύτερος ;

   Πάλι τα πρωτοτόκια μπροστά !

   Σταματήσαμε για λίγο, αλλά ο μικρός δεν παρηγοριόταν.

   - “Μπιλικάφκα”. Έλεγε και ξανάλεγε κλαίγοντας …

   Άκου “Μπιλικάφκα”. Νέα λέξη. Πρώτη φορά την άκουσα … Ούτε και ξέρω τι θα πει, αλλά ο μικρός έχει δικό του λεξιλόγιο, μια και δεν πήγε σχολείο ακόμα, και το μεταχειρίζεται κάθε φορά που τον κάνομε να κλαίει δυνατά.

    Όλα τέλειωσαν μόλις ακούστηκε η φωνή της μαμάς.

   - Σηκωθείτε, το γάλα είναι έτοιμο …

   Κι έτσι εκτελείται και η συνταγή του μπαμπά μου, που την γράφει και την επαναλαμβάνει σε κάθε γράμμα του.

   - Βαγγελίτσα ! το νου σου στα παιδιά … φαγητό καλό … και ξύλο αλύπητο ! …

   Με τη διαφορά πως η μαμά την εκτελεί ανάποδα ή μάλλον σερβίρει, όπως εμείς ζητάμε. Πρώτα ξύλο κι ύστερα φαγητό. Και εκτός συνταγής … διπλή μερίδα ξύλου στον πρωτότοκο ! …

 

Κώστας Χ. Γεωργουσόπουλος




 

---

  

Έκθεση 2η 

 

ΕΧΕ ΓΕΙΑ ΚΑΛΟ ΜΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟ

 

   Εσύ, που με πήρες από την αγκαλιά της μάνας μου, από τόσο μικρό, τώρα με διώχνεις ! Συ, που με πήρες απ’ τη στοργή των γονιών, τώρα με διώχνεις μ’ ένα τετράγωνο χαρτί, που δείχνει τόσα ! …

   Αλήθεια, πόσα κρύβει το χαρτί αυτό ! Μια ολάκερη ζωή γεμάτη θυσίες, χαρές, προσδοκίες, ανησυχίες, όνειρα …

   Δε θέλω να φύγω. Κι αν φύγω δε θα σε ξεχάσω ποτέ, καλό μου σχολείο.

Ο Κ.. Γεωργουσόπουλος , 

16 ετών, απαγγέλει ποίημά του

σε εθνική γιορτή ( 25-3-1953)
   Με το λαμπερό σήμα στο στήθος προχωρούσαμε  ό λ ο  μ π ρ ο σ τ ά.

   Μες στις πλατιές σου αίθουσες, που τόσα είδαμε και μάθαμε, κρύβεις μια ζωή γεμάτη αναμνήσεις, στοχασμούς. Με βοηθό το Θεό, που λάμπει σαν φάρος στο σκοτάδι, πλουτίσαμε το μυαλό μας μ’ ένα κομμάτι από μόρφωση, με ψυχή Ελληνική.

   Π ά ν τ α  Ε μ π ρ ό ς ! Με τον ύμνο σου στο στόμα, έξι ολόκληρα χρόνια διαβαίναμε τους δρόμους και τις πλατείες, περήφανοι για σε, καλό μου σχολείο.

   Και να τώρα, πλουτισμένοι με κάθε αγαθό, υπερπηδούμε το τελευταίο εμπόδιο και, με το θέλημα του Θεού, ακολουθούμε το ταξίδι των Γυμνασιακών γνώσεων.

   Αγαπημένο μου σχολείο ! Μαζί σου έζησα τόσες χαρές, τόσες λύπες ! Δεν θέλω να φύγω ! Με πνίγει μια φοβερή συγκίνηση σαν σκέπτομαι, πως θα σε αποχωριστώ ! Ένας κόμπος στο λαιμό μου λέει κάποτε-κάποτε : Πού πας ; Θα φύγεις μες απ’ την εξάχρονη αγκαλιά ;Θα μ’ αποχωριστείς, που σα μάνα σου σε φύλαξα μες στα σπλάχνα μου στοργικά ; Θα με παρατήσεις τώρα ; Πρόσεξε παιδί μου … Κει που πας να θυμάσαι πάντα, πως μια φορά φορούσες στο μέτωπό σου το λαμπερό σήμα της μέλισσας.

   Κι αλήθεια, πώς δουλεύαμε ! Με τα μούτρα στη δουλειά … Σα μέλισσες τριγυρίζαμε από θυμάρι σε θυμάρι, με την πένα στο χέρι, ζητώντας δουλειά.

   Και να τώρα τελειώνουμε ! Η κερήθρα είναι έτοιμη ! Και με τα έξι χρόνια της εντατικής προσπάθειας, μάθαμε τη γλύκα της εργασίας, για να συνεχίσωμε το δρόμο του Χριστού και του μαθητικού βίου.

   Καλό μου σχολείο ! Με πήγες νήπιο και με διώχνεις μεγάλο παιδί … Στα μάτια μου θα βλέπω πάντα με σεβασμό εκείνους που μου έδειξαν το δρόμο της προόδου, τον δρόμο τον αληθινό.

   Αντίο λατρευτό μου σχολείο. Σ’ ευχαριστώ για τη στοργή σου ! Έχε γεια. Φεύγω.

   Οι γνώσεις που μου χάρισες θάναι για μένα μια ευχάριστη ανάμνηση σ’ όλη μου τη ζωή.

   Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ.

 

Κώστας Χ. Γεωργουσόπουλος

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου