"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

12/10/23

Ο οικισμός της Νέας Άμπλιανης Λαμίας, την περίοδο 1928-1966

Πρόλογος

    Είναι μια σπάνια επαφή με την ιστορία, όταν έχεις στα χέρια σου τα πρώτα Βιβλία του Ι.Ν. της Αγίας Παρασκευής Λαμίας. Τα επώνυμα φέρνουν μια ιδιαίτερη συγκίνηση, ανάμεσα στα οποία συναντάς και αυτά των συγγενών από τα έτη 1928-29. Με σεβασμό στο υλικό αυτό, έσκυψα σ’ αυτό και προσπάθησα να αποδώσω το δύσκολο τρόπο ζωής τους, μέσα σε ταραγμένα χρόνια.

   Είναι μία πρώτη αξιοποίηση του υλικού αυτού, που θα δοθεί με όσο γίνεται σύντομο αλλά και περιεκτικό τρόπο.

Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος

     φυσικός

 

1.   Πριν την εγκατάσταση

   Από το 19ο αι. η περιοχή στα νότια της Λαμίας φιλοξενούσε νομάδες κτηνοτρόφους, κατοίκους του ορεινού χωριού Άμπλιανης Ευρυτανίας, που ξεχείμαζαν. Ζούσαν σε καλύβες, την περίοδο από τα τέλη Οκτωβρίου μέχρι τον Απρίλιο του επομένου έτους. Χρησιμοποιούσαν τα βοσκοτόπια της περιοχής. Η περιοχή αυτή ανήκε σε κτηματίες της Λαμίας και Ροδίτσας και δεν υπήρχαν κτίσματα.

   Με την είσοδο του 20ού αι., νέοι Αμπλιανίτες από το 1907 μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, μέχρι το 1920 περίπου. Η νομαδική ζωή γινόταν πιο δύσκολη για τα παιδιά και η νέα γενιά ενδιαφερόταν για άλλα επαγγέλματα, που επέβαλαν τη μόνιμη εγκατάσταση σ’ ένα τόπο.

 

2.   Η απόφαση εγκατάστασης – Από τις καλύβες σε σπίτια

Παλαιά οικία Δημ. Ν. Τσιφτσή

(από το 1922)
   Στο χωριό Άμπλιανη Ευρυτανίας, είχαν δίπατα πετρόκτιστα σπίτια, με κατώι και αποθήκη για τα εργαλεία και τις ανάγκες των ζώων. Τα παιδιά τους πήγαιναν σε σχολείο την περίοδο που ήταν στο χωριό. Όμως το χωριό ήταν πολύ ορεινό (1.200 μ. υψόμετρο) και ο χειμώνας ήταν βαρύς, με πολλά χιόνια.

   Δοκίμασαν να μείνουν κάποιο χειμώνα, αλλά οι συνθήκες για τα ζώα ήταν απαγορευτικές, μαζί με την έλλειψη τροφών. Έτσι από το 1920-22, αποφάσισαν να εγκατασταθούν στα νότια της Λαμίας. Αγόρασαν κάποια έκταση και έφτιαξαν κατοικίες (ισόγειες συνήθως). Αρκετοί προτίμησαν κοντά στο δημόσιο δρόμο Λαμίας-Αμφίσσης (σημερινή οδός Αθηνών), ενώ λιγότεροι επέλεξαν άλλα σημεία (όπως τα Κραββαριτέικα, στη σημερινή οδό Αμφικτυόνων), τα Ντινοπουλέικα, κ.ά.

   Σχέδιο πόλης στην περιοχή της Νέας Άμπλιανης (νότια της σιδηροδρομικής γραμμής) δεν υπήρχε. Το 1964 έγινε η μεγάλη επέκταση του Σχεδίου Πόλης της Λαμίας και εντάχθηκαν οι οικισμοί Νέας Άμπλιανης, Γαλανέϊκων, Παγκρατίου και Νέας Μαγνησίας.

 

3.   Οι αναγκαίες υποδομές (σχολείο, ναός)

   Η ανάγκη κάλυψης των θρησκευτικών αναγκών ήταν πρωταρχική. Το ναΐδριο του Αγίου Γεωργίου του “Ελασσωνείου” Νοσοκομείου Λαμίας (από το 1911), δεν ήταν η λύση (δεν είχε εφημέριο και ήταν μόνο για έκτακτες ανάγκες). Έτσι πήραν πρωτοβουλία και σε κεντρικό οικόπεδο-δωρεά του Ι.Ν. Αγ. Νικολάου Λαμίας από το 1927 έκτισαν τον Ιερό Ναό της Αγ. Παρασκευής, τα εγκαίνια του οποίου έγιναν στις 26 Ιουλίου 1929. Εφημέριος την περίοδο μέχρι το 1946 ήταν ο π. Γεώργ. Αγγελόπουλος.

      Το 1934, με απόφαση της κυβέρνησης Παν. Τσαλδάρη και υπουργό Παιδείας το Λαμιώτη Ιωάννη Μακρόπουλο ιδρύθηκε το μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Νέας Άμπλιανης Λαμίας. Στεγάστηκε στο ανώγειο της κατοικίας[1] του Κωνσταντίνου Καλτσούλα, με ενοίκιο, που πλήρωναν οι γονείς των μαθητών. Πρώτος δημοδιδάσκαλος ήταν ο Ιωάννης Μαργιώτης. Από το 1935, στη θέση του ήρθε ο Αμπλιανίτης δημοδιδάσκαλος Κωνσταντίνος Γ. Καραχάλιος. Το υπηρέτησε ως διευθυντής μέχρι το 1959, που συνταξιοδοτήθηκε. Για την κατασκευή σχολικού κτιρίου αγοράστηκε από την Βικτωρία χήρα Χρ. Ελασσώνα το γνωστό οικόπεδο και το καλοκαίρι του 1936 έγινε η κατασκευή του. Μέχρι το 1944 λειτουργούσε μόνο μία αίθουσα (ήταν ημιτελές). Το τέλος του 1944 ολοκληρώθηκε. Το 1951 το κτίριο επεκτάθηκε με άλλες 2 αίθουσες. Το 1960 έγιναν οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και στις 11 Φεβρουαρίου 1960, ηλεκτροφωτίστηκε το Σχολείο.

   Η πόλη από το 1911-12 είχε ηλεκτρικό ρεύμα από την Ηλεκτρική Εταιρεία Λαμίας. Μετά το 1920  το δίκτυο επεκτάθηκε κατά μήκος της οδού Αθηνών. Όταν κτίστηκαν σπίτια, τότε σταδιακά συνδέθηκαν με το δίκτυο. Από το 1958 συνδέθηκαν με το ηλεκτρικό δίκτυο της ΔΕΗ.

   Μέχρι τη δεκαετία του ’70, δεν υπήρχε δίκτυο αποχέτευσης και όλοι χρησιμοποιούσαν βόθρους. Το 1971-72 έγινε το δίκτυο και καλύφτηκαν οι ανοιχτές τάφροι στα ανατολικά και δυτικά της περιοχής.

 

4.   Η ζωή στον οικισμό

   Τη νομαδική περίοδο των Αμπλιανιτών, η ζωή ήταν δύσκολη για όλους. Με τον ερχομό τους στα χειμαδιά, τα τέλη Οκτωβρίου έπρεπε να φτιάξουν τις καλύβες για την οικογένεια και για τα ζώα. Όλη η οικοσκευή μεταφερόταν με τα ζώα. Οι άντρες έπρεπε να κλείσουν συμφωνίες με τους κτηματίες για τα βοσκοτόπια. Οι γυναίκες είχαν πολλαπλά φορτία, με τα παιδιά, την καθημερινή παρασκευή φαγητού, ενώ παράλληλα βοηθούσαν στο άρμεγμα.

   Νερό έπρεπε να φέρουν με βαρέλες από δύο δημοτικές βρύσες που υπήρχαν στην κεντρική οδό Αμφίσσης (σημερινή οδός Αθηνών). Επίσης, ομάδες γυναικών, πριν ξημερώσει, πήγαιναν στα ριζά του Καλλιδρόμου για ξύλα, που ήταν αναγκαία για τη φωτιά στις καλύβες (θέρμανση και μαγείρεμα). Συχνά, πήγαιναν στην πόλη (Λαμία) και πουλούσαν τα ξύλα, βοηθώντας στα οικονομικά της οικογένειας.

   Πριν λειτουργήσει το Δημοτικό Σχολείο της Νέας Άμπλιανης (το 1935), έπρεπε τα αγόρια να περπατήσουν αρκετά για να πάνε στο Α’ Δημοτικό Σχολείο Λαμίας. Τα κορίτσια δεν τα έστελναν σχολείο οι γονείς. Από το 1935 όμως πήγαιναν στο σχολείο του οικισμού.

   Οι οικογένειες είχαν αυτονομία στα αναγκαία για τη διατροφή τους (κυρίως γαλακτοκομικά και κρέας), αλλά και σε ρούχα, εφόσον ήταν μάλλινα και τα έφτιαχναν οι άξιες γυναίκες της Άμπλιανης. Στο χωριό Άμπλιανη είχαν αργαλειό και αξιοποιούσαν το μαλλί των ζώων, φτιάχνοντας υφάσματα, κουβέρτες, χράμια, κλπ. Έπλεκαν μπλούζες, πουλόβερ και τα πλεονάσματα των υφαντών τους τα πουλούσαν σε παζάρια (όπως της Σπερχειάδας).

   Τον Απρίλιο ήταν ευκολότερα τα πράγματα. Φόρτωναν στα μουλάρια την οικοσκευή και τα μικρά παιδιά και σε 2-3 μέρες έφταναν στο χωριό Άμπλιανη, όπου υπήρχαν πετρόκτιστες οικίες. Ακολουθούσαν οι άντρες με το κοπάδι, συνήθως σε 2 ημέρες, με συνήθη στάση-διανυκτέρευση στο Γαρδίκι Ομιλαίων.

 

5.   Επαγγέλματα

Ο κτηνοτρόφος Θωμάς Πάπουτσας με τη σύζυγό του
   Το κυρίαρχο επάγγελμα ήταν κτηνοτρόφος (ή ποιμήν). Σταδιακά είχαν αρχίσει και γεωργική ασχολία, γι’ αυτό δήλωναν “γεωργοκτηνοτρόφος”. Παράλληλα, κάποιοι ήταν και εκδορείς αλλά και κρεοπώλες. Σε μικρό βαθμό έκαναν και ζωεμπόριο. Από το 1936-37 είχαν καταστήματα (κρεοπωλεία) στη Δημοτική Αγορά Λαμίας (Κραββαρίτης, Μπαρτσώκας, Σκλάβος, Τσιφτσής, Τσαμαλής). Άλλοι άνοιξαν γαλακτοπωλεία (Ζαροδήμος, Νταφλούκας, Ντινόπουλος, Σάπιος, Χαμηλός) ή έγιναν κουρείς (Αργυρίου, Καραχάλιος, Νικολάου, Ντινόπουλος Πιπερίτσας, Πολίτης, Ράμμος, Σταθόπουλος). Κάποιοι τολμηροί, έγιναν μετανάστες στην Αμερική την περίοδο 1907-1921. Καραγωγέας έγινε ο Γ. Στεφανής. Καμίνια και κεραμοποιεία άνοιξαν και δούλεψαν οι Νιάφας, Λουκάς, Καλτσούλας και Χοντρός).

   Μετά το 1938-39, που εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες Πόντιοι πρόσφυγες από την τότε Σοβιετική Ένωση, εμφανίζεται και το επάγγελμα του εργάτη. Για τις ενήλικες γυναίκες το επάγγελμα που γράφηκε ήταν “οικιακά”. Στους άνδρες, από την περίοδο του Εμφυλίου κυρίως, με τις υποχρεωτικές μετακινήσεις κατοίκων των ορεινών περιοχών, εμφανίζεται το επάγγελμα του “γεωργού”. Με τη γεωργία ασχολήθηκαν οι Έλληνες Πόντιοι από τη Ρωσία, μετά το 1939-40, την οποία ανέπτυξαν με κηπευτικά κυρίως και ακολούθησαν οι γηγενείς το επάγγελμα αυτό.

   Ελάχιστοι ήταν υπάλληλοι (Π. Βέργος, Ι. Τούντας). Αυτοκινητιστής ήταν μόνον ο Σπ. Καρέτσος. Από τη μεταπολεμική δεκαετία του ’50, η κτηνοτροφία έχει αρκετά εγκαταλειφθεί από τους μεγαλύτερους στην ηλικία και στο Βιβλίο του Ναού καταγράφηκαν πλέον ως γεωργοί. Κάποιοι έγιναν αμπελουργοί. Η νεότερη γενιά ακολούθησε άλλα επαγγέλματα. Με τη λειτουργία του Δημοτικού Σχολείου Νέας Άμπλιανης, από το 1936, καθιερώθηκε και η μόρφωση των κοριτσιών.

   Μικρά καταστήματα, όπως καφενεία, μπακάλικα προπολεμικά ήταν ελάχιστα, όπως του Γ. Ν. Ντινοπούλου (στα «σίδερα»), του Κ. Αλεξίου (απέναντι από το “Ελασσώνειο” Νοσοκομείο), του Σπυρ. Αθ. Τσιφτσή (στο κατάστημα του Ι.Ν. της Αγίας Παρασκευής), του Γ. Ντινοπούλου (γωνία οδού Αθηνών και Ταϋγέτου) και Κων. Τσιφτσή (στα πλατάνια, Αθηνών 129). Μεταπολεμικά άνοιξαν: το ταβερνάκι-ψησταριά του Γ. Κ. Ντινοπούλου (γωνία των οδών Αθηνών και Καβάφη) και το καφεμπακάλικο του Δημ. Κράνα (Αθηνών 96).

   Μεταπολεμικά έχουμε αρτοποιεία (Ανδ. Κραββαρίτη, Χαρ. Γεωργιάδη), καφενεία (Γρ. Καλτσούλα, Δημ. Ντινοπούλου), ταβέρνες (Σωτ. Κύρκου, Ελ. Κακατέ, Ιωάν. Μητσιού, Χρ. Σκούρα), μπακάλικα, (Αναργ. Αλογά, Ηλ. Φαφούτη, Χρ. Σκούρα), σιδηρουργεία (Ευστ. Γαληροπούλου, Β. Ζάρα) και Πρατήριο καυσίμων (Χαρ. Πολίτη). Επίσης λειτούργησαν τα περίπτερα του Χρ. Τσακμάκη και του Μαυροειδή Ανδρεάδη.

 

6.    Γεννήσεις

   Από τα αντίστοιχα Βιβλία του Ναού αντλούμε στοιχεία, με βάση τα οποία :

1.    Οι γεννήσεις – βαπτίσεις στην περίοδο 1929-1966 ήταν 1.709. Αντιστοιχούν 45 γεννήσεις το χρόνο.

2.    Προπολεμικό μέγιστο γεννήσεων έχουμε το έτος 1939, με 44 άτομα.

3.    Την περίοδο της Κατοχής, καταγράφηκαν μικροί αριθμοί γεννήσεων. Συγκεκριμένα έγιναν το 1942 (20 γεννήσεις), το 1943 (25 γεννήσεις) και το 1947 (27 γεννήσεις).

4.    Την περίοδο του Εμφυλίου επίσης καταγράφηκαν ελάχιστοι αριθμοί γεννήσεων. Αναλυτικά, το 1946 (22 γεννήσεις), το 1947 επίσης (22 γεννήσεις) και το 1948 μόνο (10 γεννήσεις)!

5.    Το 1950 αντίθετα οι γεννήσεις καταγράφουν σημαντική αύξηση, με 58 νέα άτομα.

   Οι γυναίκες γεννούσαν με αλληλοβοήθεια από άλλες, ακόμα και στο λόγγο, όπου πήγαιναν για να μαζέψουν ξύλα. Μαμή ήταν η Πάλαινα (Θεοδώρα Δ. Νταφλούκα). Καταγράφηκαν λίγα περιστατικά με αιμορραγία (από δύσκολη γέννα), που έφεραν το θάνατο. Η ανάγκη της μητέρας, αλλά και συζύγου οδηγούσε τους άντρες να ξαναπαντρευτούν. Έτσι έχουμε αμπλιανίτες με 2 και με 3 γάμους (Κ. Ντελής, Θ. Πάπουτσας, Ι. Μπαρτσώκας (Πατάκας), Κ. Μπαρτσώκας (Ζαβέρδας), Θ. Βεζύρης, Ι. Σάπιος, Σπ. Κρίντας).

   Να  σημειώσουμε ότι οι γονείς δήλωναν αργότερα τα παιδιά στον ιερέα του Ναού, συνήθως όταν χρειαζόταν να βαπτιστούν. Έτσι τα έτη βάπτισης είναι πιο αξιόπιστα για τους αριθμούς που αναφέρθηκαν.

   Τα πρώτα έξι παιδιά που γεννήθηκαν και καταγράφηκαν στο Βιβλίο του Ιερού Ναού ήταν :

 


 

7.   Γάμοι

   Από στοιχεία του Βιβλίου Γάμων του Ναού, στη διάρκεια των 36 ετών, δηλ. από το 1930 μέχρι το 1966 τελέστηκαν 826 γάμοι. Το πρώτο έτος 1930 έγιναν 15 γάμοι, που δείχνει την προτίμηση των μελλονύμφων και των οικογενειών της Νέας Άμπλιανης για το νέο ναό τους.

   Ο πρώτος γάμος στον Ιερό Ναό έγινε στις 5 Μαΐου 1930, μεταξύ του Θεοδώρου Νικ. Χολέβα, ετών 22 και της Αργυρώς Νικ. Ζαροδήμου, ετών 19. Παράνυμφος ήταν ο δικηγόρος Δημ. Κοντομήτρος. Ιερέας ήταν ο Γεώργιος Αγγελόπουλος.

   Στις 21 Σεπτεμβρίου 1930 έγινε ο γάμος του Κωνσταντίνου Δ. Κραββαρίτη με την Παναγιού Δ. Τσιφτσή. Όμορφη φωτογραφία του ζεύγους ακολουθεί. Η νύφη είναι ντυμένη με την παραδοσιακή αμπλιανίτικη φορεσιά :

 

Ζεύγος Κων. Κραββαρίτη (γάμος το 1930)


   Τα επόμενα έτη όμως, οι αριθμοί γάμων μειώθηκαν, όπως φαίνεται στο Πίνακα 2. Πιθανά κάποιοι γάμοι να έγιναν τη θερινή περίοδο στο χωριό Άμπλιανη Ευρυτανίας. Νέα αύξηση καταγράφηκε στα έτη 1935 (14 γάμοι) και 1936 (11 γάμοι)

   Το έτος 1940 τελέστηκε μόνον ένας γάμος. Έγινε στις 19 Μαΐου 1940 μεταξύ του Νικ. Δ. Βερεντζή, ετών 26 και της Αφροδίτης Αλεξ. Πλατή, ετών 26. Την περίοδο της Κατοχής, αναγκαστικά περιορίστηκαν οι μετακινήσεις των αμπλιανιτών, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι αριθμοί γάμων (Πίνακας 3). Ακολούθησε σχετική μείωση του αριθμού γάμων την περίοδο του Εμφυλίου. Μετά τη λήξη του, το έτος 1950 τελέστηκαν 27 γάμοι στον Ι.Ν. της Νέας Άμπλιανης.

   Τα επόμενα χρόνια, οι αριθμοί γάμων μεγαλώνουν πολύ, περίοδος που επιβεβαιώνει την οριστική εγκατάλειψη της νομαδικής ζωής και του επαγγέλματος του κτηνοτρόφου. Παράλληλα έγινε εποίκηση της περιοχής της Νέας Άμπλιανης με οικογένειες από άλλα χωριά της Φθιώτιδας και γειτονικών νομών, με σημαντική αριθμητική αύξηση του πληθυσμού της.


 

8.   Αποβιώσεις – Υπερήλικες – Βίαιοι θάνατοι

   Από τα στοιχεία του Βιβλίου Αποβιώσεων του Ναού, στη διάρκεια των 38 ετών, δηλ. από το 1928 μέχρι το 1966 καταγράφηκαν 403 θάνατοι και τελέστηκαν ισάριθμες εξόδιες ακολουθίες. Οι τέσσερις πρώτες δίνονται στον Πίνακα 4, που ακολουθεί :

 


   Ο ετήσιος μέσος όρος αποβιώσεων είναι 12 άτομα. Στα προπολεμικά χρόνια, καταγράφηκαν δύο χρονιές, στις οποίες οι θάνατοι αυξήθηκαν πολύ. Συγκεκριμένα, το 1930 καταγράφηκαν 26 θάνατοι και το 1939, σημειώθηκαν 18 θάνατοι. Δεν έχουμε κάποια αιτιολόγηση για τους αυξημένους αριθμούς θανάτων. Στην Κατοχή, το 1942, πάλι καταγράφηκαν 18 θάνατοι, που εξηγείται από το βαρύ χειμώνα και τα προβλήματα διατροφής του πληθυσμού.

   Μετά την Κατοχή και στα χρόνια του Εμφυλίου, οι αριθμοί θανάτων είναι χαμηλοί (Πίνακας 5). Είναι μία απόδειξη ότι παρά τα δύσκολα χρόνια, οι άνθρωποι της Άμπλιανης ήταν μαθημένοι και άντεχαν στα δύσκολα. Οι ίδιοι περίπου αριθμοί καταγράφηκαν και τα επόμενα χρόνια. Από τη δεκαετία του ’60, οι αριθμοί θανάτων αυξάνονται, αλλά η εξήγηση είναι εύκολη, εφόσον έχουμε πληθυσμιακή αύξηση στη Νέα Άμπλιανη.

   Παρά τις μεγάλες δυσκολίες της ζωής κατά την ταραγμένη περίοδο 1928-1966, με τη νομαδική ζωή των κτηνοτρόφων, την εγκατάσταση των Ελλήνων Ποντίων προσφύγων από τη Ρωσία το 1938 και την αναγκαστική μετεγκατάσταση άλλων οικογενειών από τα γύρω χωριά, λόγω του Εμφυλίου, καταμετρήθηκαν 53 άτομα, που έφτασαν σε ηλικίες 80-89 ετών. Μεγαλύτερη ήταν η Αικατερίνη Σκλάβου με ηλικία 88 ετών.

   Άλλα 18 άτομα πέρασαν σε ηλικία τα 90 χρόνια ζωής. Τον έναν αιώνα ζωής έφτασε η Βασιλική Δημ. Κραββαρίτου, με ηλικία 100 ετών. Αμέσως μικρότερη ηλικία των 99 ετών κατέγραψε η Κωνσταντία χήρα Αλεξ. Αργυρίου.

   Υπήρξαν όμως και οι βίαιοι θάνατοι, που προήλθαν από ατυχήματα στη ζωή των ανθρώπων. Την περίοδο που αναφερόμαστε συνέβησαν 14 περιστατικά, με αποτέλεσμα το θάνατο αυτών. Στον Πίνακα 6 που ακολουθεί δίνονται περισσότερα στοιχεία. Σ’ αυτόν φαίνεται ότι το 50 % προήλθε από αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’60 και μετά.

    Επιπλέον αυτών, να αναφέρουμε τον αιφνίδιο θάνατο του στρατιώτη Βασιλείου Αλεξ. Τούντα, που απεβίωσε στις 17 Ιουλίου 1956, σε ηλικία 24 ετών, ενώ υπηρετούσε τη θητεία του.

   Στις αιτιολογίες θανάτου κυριαρχεί η “γεροντική εξάντληση” για τους ηλικιωμένους και υπερήλικες, αναφέρονται προβλήματα καρδιολογικά, αιματολογικά (πίεσης, εγκεφαλικά, ανεπάρκειες, κ.ά.), λιγότερα νεφρών και καρκίνου. Καταγράφηκε ένας θάνατος από φυματίωση (Γ. Σταμπολίδης) και από έκρηξη νάρκης στο Γοργοπόταμο στις 29 Νοεμβρίου 1964 (Βασιλική Θ. Μακοπούλου).

 



 

9.   Παιδική θνησιμότητα

   Ιδιαίτερη αναφορά απαιτεί η παιδική θνησιμότητα στα προπολεμικά χρόνια. Στα 38 χρόνια που έχουμε στοιχεία, από το Βιβλίο Αποβιώσεων του ναού καταγράφηκαν 110 θάνατοι παιδιών μέχρι την ηλικία των 10 ετών. Από ανάλυση των στοιχείων αυτών (Πίνακας 7) προκύπτει ότι :

1.    Ποσοστό 60 % των βρεφών πέθαναν στο πρώτο έτος της ζωής τους !

2.    Κορύφωση της παιδικής θνησιμότητας καταγράφηκε το έτος 1939, με 11 θανάτους παιδιών μέχρι 10 ετών.

3.    Από τη δεκαετία του ’50, το φαινόμενο ελαχιστοποιήθηκε. Σ’ αυτό συνετέλεσαν η αλλαγή του τρόπου ζωής, η καλύτερη διατροφή, η καθαριότητα, η υγιεινή, τα φάρμακα.

4.    Όμως αυξήθηκε ο αριθμός θυμάτων (6 θάνατοι) από αυτοκινητιστικά ατυχήματα.

 

10.Το μέλλον του οικισμού

   Η Νέα Άμπλιανη Λαμίας στα επόμενα χρόνια σημείωσε μεγάλη οικιστική ανάπτυξη.  Το 1986 έγιναν επεκτάσεις στο  Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου Λαμίας, στις περιοχές Νέα Άμπλιανη, Παγκράτι, Καλύβια και Ρεβένια. Στην επέκταση αυτή η Νέα Άμπλιανη είχε έκταση 2.127,90 στρέμματα, που αντιστοιχούσε στο 30% του συνόλου της πόλης της Λαμίας. Η πόλη επεκτάθηκε αλλά η δόμηση με πολυώροφα κτίρια, χωρίς χώρους στάθμευσης ήταν μεγάλο λάθος.

   Αντίθετα τα κτίσματα στις περιοχές επέκτασης του σχεδίου πόλης είναι διώροφα, με φαρδείς δρόμους και πεζοδρόμια. Υπάρχουν όμως κάθετοι οδοί στην κεντρική οδό Αθηνών, που ακόμη και σήμερα δεν έχουν διανοιγεί!  Οι μικροβελτιώσεις σε κάποιους κόμβους (Αθηνών και Κύπρου) βοηθούν, αλλά δεν είναι επαρκείς. Μετά από πολλά χρόνια, φτιάχνονται επιτέλους τα πεζοδρόμια της οδού Αθηνών.

   Από το παρελθόν, το όνομα που επέζησε ήταν Άμπλιανη, και οι κάτοικοι αυτής της περιοχής αμπλιανίτες. Στην μεγάλη πλειοψηφία τους οι κάτοικοι δεν προέρχονται από το χωριό Άμπλιανη. Με το θάνατο των μεγαλύτερων, οι νέες γενιές δεν έχουν μνήμες από το χωριό και αρκετοί ίσως δεν έχουν και κατοικία. Έχουμε λοιπόν αστικοποιηθεί, όπως συμβαίνει πάντα στις πόλεις. Ο Σύλλογος της Νέας Άμπλιανης έπαψε να υπάρχει, σε καιρούς με οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, που δεν βοηθούν τη συλλογική δράση.

 

Επίλογος

   Η κυκλοφορία της εφημερίδας του Συλλόγου “Φωνή της Άμπλιανης”, πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί ένα φάρο για το παρελθόν, αλλά και στο μέλλον. Θα συνδέει τη Λαμία, με το Μεσολόγγι, την Αθήνα και τα άλλα μέρη όπου υπάρχουν απόγονοι των αμπλιανιτών. Πολύ σημαντική παραμένει και η έκδοση βιβλίων, που κατέγραψαν τον κόσμο που έφυγε, αλλά παραμένει στη συλλογική μνήμη.

   Θυμίζω ότι, αν δεν ξέρεις την ιστορία σου, δεν ξέρεις τίποτα. Είσαι σαν ένα φύλλο, που δεν ξέρει ότι είναι μέρος ενός δένδρου.

 

------------------

 

Βιβλιογραφία-Αναφορές-ιστοσελίδες

1.    Βιβλία του Ι.Ν. της Αγίας Παρασκευής Νέας Άμπλιανης Λαμίας, περιόδου 1928-1966.

2.    Κωνστ. Αθ. Μπαλωμένου – Γεωργ. Ευαγ. Στεφανή : “Η Νέα Άμπλιανη Λαμίας”, 2018, Λαμία.

3.    Κωνστ. Αθ. Μπαλωμένου – Γεωργ. Ευαγ. Στεφανή : "Αμπλιανίτες της Λαμίας, μετανάστες στην Αμερική (τις 2 πρώτες 10ετίες του 20ού αι.)", 2008.

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ




[1] στη σημερινή οδό Αθηνών, αριθ. 107.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου