"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

26/8/16

Ο Ελαιουργικός Συνεταιρισμός Στυλίδος


Στα προπολεμικά χρόνια



   Ιδρύθηκε το 1920 από 17 συνεταίρους. Στην αρχή περιορίστηκε σε πιστωτικές εργασίες. Με λογική και νοικοκυρεμένη διαχείριση και αποκτώντας εμπειρία κατόρθωσε σταδιακά να οργανώσει τις γεωργικές μικροεκμεταλλεύσεις των μελών του στη βάση νέων και επιστημονικών καλλιεργητικών  μεθόδων, υπερβαίνοντας τις πρωτόγονες μεθόδους καλλιέργειας και γενικά εκμεταλλεύσεις. Αυτά είχαν θετικό αποτέλεσμα στην οικονομική βελτίωση των συνεταίρων.
   Αργότερα, ο Συνεταιρισμός ενισχυμένος οικονομικά και διαρκώς αυξανόμενος σε αριθμό μελών, παρακολουθώντας και φροντίζοντας την πρόοδο των μελών του και την οικονομική τους βελτίωση, διαπίστωσε ότι σημαντικό μέρος της αξίας του προϊόντος αυτών, της ελιάς, διέφευγε από τα χέρια των παραγωγών.
Όμορφη εικόνα από τον ελαιώνα της Στυλίδας
   Όπως είναι γνωστό, η ελιά πουλιόταν συνήθως “στο δέντρο” ή “στην κόφα”. Ορισμένοι όμως παραγωγοί που διέθεταν τεχνικά μέσα για συλλογή, αλλά και χώρους για επεξεργασία του προϊόντος (διαλογή, αποθήκευση) πουλούσαν τις ελιές στους ίδιους εμπόρους σε τιμή πολύ μεγαλύτερη από όση υπολογιζόταν για τα έξοδα συλλογής, μεταφοράς, επεξεργασίας και συντήρησης. Η διαφορά αυτή, που διέφευγε από τον παραγωγό εκτιμήθηκε σε 4 δραχμές την οκά (ο υπολογισμός έγινε από τους ίδιους τους παραγωγούς).
   Εκτός όμως από τη διαφορά τιμής που χανόταν για τον παραγωγό, χανόταν και η προσωπική εργασία του ίδιου αλλά και των μελών της οικογένειάς του. Επίσης υπήρχε απώλεια σημαντικού ποσοστού της παραγωγής τους, σε σύγκριση με την πώληση “στο δέντρο”.
   Έτσι ο Συνεταιρισμός επικέντρωσε την προσπάθειά του για να οργανώσει τη διάθεση του προϊόντος. Έκανε διαφώτιση και καθοδήγηση των μελών του. Ακολούθως απευθύνθηκε στην Αγροτική Τράπεζα, ζητώντας τα απαραίτητα κεφάλαια για αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών συλλογής, επεξεργασίας και συντήρησης του ελαιοκάρπου. Η Τράπεζα ανταποκρίθηκε άμεσα και ο Συνεταιρισμός διέθεσε ως βραχυπρόθεσμα δάνεια στα μέλη του τα απαιτούμενα ποσά για τη μεταφορά και ως μεσοπρόθεσμα δάνεια, τα απαιτούμενα ποσά για να αποκτήσουν τα αναγκαία μέσα για την απόκτηση χώρων επεξεργασίας και συντήρησης του προϊόντος. Με τον τρόπο αυτό, όλα τα μέλη του Συνεταιρισμού απέκτησαν τις “κάδες” τους, για να κάνουν μόνοι τους τη συλλογή του ελαιοκάρπου και την επεξεργασία του σε δικούς τους χώρους.
   Από την ενέργεια αυτή και μόνο, η οικονομική κατάσταση των μελών του Συνεταιρισμού ενισχύθηκε στο σημαντικό ποσοστό 30-40% του ενεργητικού τους. Συγκεκριμένα, η πώληση “στο δέντρο” ή “στην κόφα” (σε Άνυδρο, Πελασγία, Γλύφα κ.ά.) απέδιδε 8-8,50 δρχ./οκά, ενώ “στην κάδη” έφτανε τις 14-15 δρχ./οκά (μείον 1,50-1,80 δρχ./οκά τα έξοδα), δηλ. κατέληγε 12,50-13,20 δρχ./οκά. Η διαφορά είναι 4-5 δρχ./οκά. Στο σύνολο του Συνεταιρισμού με παραγωγή 1.200.000 οκάδων, πολλαπλασιασμένο με 4,50 δρχ. προκύπτει ποσό 5.400.000 δρχ., που αν κατανεμηθεί στις 142 οικογένειες-μέλη του Συνεταιρισμού, αναλογούν 38.000 δρχ. περίπου!

Προσωπικό του Ελαιοτριβείου Λασκοπούλου
(Στυλίδα, 1935)
   Από το ποσό αυτό πρέπει να αφαιρεθεί ένα μέρος, που αντιστοιχεί στην ποσότητα του προϊόντος που δεν πωλείται ως ελαιόκαρπος, αλλά συνθλίβεται για παραγωγή λαδιού (όπως θα δούμε κατωτέρω) τότε απομένει ένα ποσό της τάξεως των 30 χιλιάδων δρχ. σε κάθε οικογένεια. Το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν απίστευτο, όσο και καταπληκτικό. Καταγράφηκε όμως και ήταν πολύ σημαντική επιτυχία του Συνεταιρισμού.
   Δεν επαναπαύτηκε στο αποτέλεσμα αυτό, αλλά η δράση του συνεχίστηκε, διεκδικώντας την αρμόζουσα θέση που του ανήκε στην οικονομική ζωή της χώρας, συντελώντας ταυτόχρονα στην πρόοδο του συνόλου, με νέες ιδέες και βασιζόμενος στον υγιή ανταγωνισμό.
   Ο άλλοτε μικρός Συνεταιρισμός των 17 μελών του 1920 με την πενιχρή οικονομία, έφτασε σε αριθμό τα 142 μέλη, με συνεταιριστική ευθύνη 17.650.000 δρχ. και πολλαπλάσια περιουσία, που κάλυπτε αυτή την ευθύνη, με κεφάλαια, τα οποία προήλθαν από έκτακτα και τακτικά μερίδια 500.000 δρχ. Τα μέλη του είχαν 137.500 ελαιόδεντρα, ξερικά και ποτιστικά σε αναλογία 50%, η δε ετήσια παραγωγή ελαιοκάρπου ήταν 1.500.000 οκάδες[1] και ελαιολάδου 100.000 οκάδες.
   Μετά την πρώτη οργάνωση της διαθέσεως, διαπιστώθηκε ότι από την αξία της εργασίας του παραγωγού χανόταν ένα μέρος της. Συγκεκριμένα, η δαπάνη της έκθλιψης του ελαιοκάρπου, με το θεμιτό κέρδος της βιομηχανίας, διαπιστώθηκε ότι δεν μπορεί να είναι ανώτερη του 5%, τη στιγμή που τα μέλη του Συνεταιρισμού πλήρωναν στα ιδιωτικά ελαιοτριβεία ως δικαίωμα ποσοστό 10% στην ποσότητα για έκθλιψη. Επιπλέον δε τα ελαιοτριβεία κρατούσαν και τον ελαιοπυρήνα. Επίσης ένα μέρος του λαδιού διαφεύγει από κακή λειτουργία στη διαδικασία του ελαιοτριβείου, αλλά και η ποιότητα του παραγόμενου λαδιού δεν ήταν απόλυτα ικανοποιητική, για τον ίδιο - πιθανότατα - λόγο. Με βάση τον υπολογισμό του Συνεταιρισμού, όλα τα παραπάνω (ποσοστό δικαιώματος, αξία του ελαιοπυρήνα, διαφυγή μέρους του λαδιού και όχι άριστη ποιότητα της βιομηχανικής παραγωγής) αποτελούσαν σημαντική διαφορά και απώλεια χρημάτων. Για την παραγωγή των 100.000 οκάδων λαδιού που παραγόταν από τα μέλη του προσδιορίστηκε το ποσό της απώλειας σε 500.000 δρχ.
Κονσερβοελιά Στυλίδας (2016)
   Για τα 140 μέλη του Συνεταιρισμού το παραπάνω ποσό των 500.000 δρχ. αναλογούσε κατά μέσο όρο σε 3.500 δρχ. για κάθε μέλος, χωρίς να προσμετρηθεί και η διαφορά από την όχι και τόσο καλή ποιότητα του παραγόμενου λαδιού. Ο ιδρώτας του παραγωγού δεν έπρεπε να πηγαίνει χαμένος, εφόσον ήταν αξία που του ανήκε.
   Έτσι ο Συνεταιρισμός αποφάσισε να αποκτήσει συνεταιριστικό ελαιοτριβείο. Απευθύνθηκε στον φυσικό του συμπαραστάτη, την Αγροτική Τράπεζα, στην οποία υπέβαλε σχετικό αίτημα. Παράλληλα σε συνεργασία με την Αγροτική Τράπεζα μελετήθηκε η από κοινού προώθηση του προϊόντος απ’ ευθείας στο εξωτερικό, με διερεύνηση των (υφισταμένων και νέων) αγορών, αφού πρώτα οργανωθεί η αποθήκευση και επεξεργασία του. Η ολοκλήρωση της πρότασης θα γινόταν με τη βιομηχανοποίηση και τυποποίηση του προϊόντος, όπως επέβαλαν οι καταναλωτικές συνήθειες των νέων αγορών.
  Επικεφαλής της προσπάθειας το 1939, στη διοίκηση του Συνεταιρισμού ήταν ο Σπύρος Χαρλαμπίτας[2], ένας εμπνευσμένος απόστολος της συνεταιριστικής ιδέας και ακούραστος εργάτης της ευημερίας των συνεταίρων του. Η προοπτική που διανοίχθηκε  ήταν πολύ καλή.


Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
               φυσικός

---------------------------------

ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
1.        Δημ. Θ. Νάτσιου : “Ιστορία της Στυλίδας”, 1989, Στυλίδα.
2.        εφ. “Η ΕΠΑΡΧΙΑ”, 1939, Λαμία.
3.        Ιστοσελίδα http://www.stylidacoop.gr
4.        Ιστοσελίδα http://stilida.blogspot.gr


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Η 1 οκά αντιστοιχούσε σε 1,28 κιλά. Έτσι 1.500.000 οκάδες ελαιοκάρπου ισοδυναμούν με 1.920.000 κιλά ή 1.920 τόνους. Οι 100.000 οκάδες ελαιόλαδο ισοδυναμούν με 128 τόνους.
[2] Ήταν ο τελευταίος δήμαρχος Στυλίδας την περίοδο 1940-42. Μετά, οι αρχές Κατοχής, διόρισαν άλλον για δήμαρχο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου