"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

26/7/14

Συνοπτική πολεμική ιστορία του 2ου Συντάγματος Πεζικού Λαμίας, στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13)



     Έδρα του 2ου Συντάγματος ήταν η Λαμία. Από τον Αύγουστο του 1909, μετά από σχετικές εντολές η στρατιωτική εκπαίδευση έγινε πιο συστηματική για άριστη προετοιμασία της μονάδας. Το Σεπτέμβριο του 1912 έφταναν με το τραίνο οι επίστρατοι. Προέρχονταν από τις γειτονικές περιφέρειες της Θήβας και της Λειβαδιάς. Ντύθηκαν στο χακί και παρακολούθησαν τη σχετική θεωρία με εξάσκηση σε λίγα γυμνάσια.
     Ήρθε η μεγάλη στιγμή. Η εντολή δόθηκε και στις 24[1] Σεπτεμβρίου 1912, το Σύνταγμα άφησε τη Λαμία. Πέρασε την πόλη, με τη σημαία του μπροστά και τη Φιλαρμονική να παιανίζει εμβατήρια. Βγήκε από την πόλη με βόρεια κατεύθυνση και μετά από πορεία μιας ώρας έφτασε στην Καμηλόβρυση, όπου σταμάτησε για να αποδώσει τον οφειλόμενο φόρο τιμής στους νεκρούς του 1897.
    Συνεχίζοντας την πορεία του τις επόμενες μέρες, πέρασε από τα χωριά Παλαμά, τους Μύλους Δομοκού, τα Φάρσαλα και το Μπακράτσι[2]. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1912 το Σύνταγμα έφτασε στη Λάρισα. Μαζί μ’ αυτό ήταν και η 1η Μεραρχία Λάρισας. Ο Αλκιβιάδης Οικονομίδης, συνταγματάρχης ήταν διοικητής του 2ου Συντάγματος. Στις 5 Οκτωβρίου 1912, το Σύνταγμα συντάχθηκε κοντά στη Μαγούλα Βρύση, σε ένα ύψωμα.
     Η Διαταγή Επιχειρήσεων ήρθε και το Σύνταγμα έφυγε. Από τη βραχώδη πλαγιά (τη Γκριντζόβαλα και τον Άγιο Γεώργιο) οι ελληνικές δυνάμεις μπήκαν στο τουρκικό έδαφος. Οι Τούρκοι έφευγαν. Στο Σταθμό Προφήτου Ηλιού αμύνονταν οι Τούρκοι. Το βράδυ έγινε κατάληψη του Σταθμού. Από τους Τούρκους καταγράφηκαν 7 νεκροί και 3 αιχμάλωτοι, ενώ από τους Έλληνες 7 νεκροί, 12 τραυματίες και ο ανθυπολοχαγός Κ. Μπάμπαλης. Οι Τούρκοι αιχμάλωτοι και τραυματίες έτυχαν περιποίησης.
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη της Γκριτζόβαλης[3] ήταν :
 




 
Ελληνικός στρατός στην Ελασσώνα (6-10-1912)
    Στις 6 Οκτωβρίου ακολούθησε πορεία προς την Ελασσόνα, όπου υπήρχαν 4 τουρκικά τάγματα και πυροβολικό. Οι Τούρκοι είχαν οχυρωθεί σε υψώματα (Ελασσόνας - Τσαρίτσανης[4]). Το Σύνταγμα κινήθηκε στην πεδιάδα. Υποστηριζόταν από πυροβολικό. Το ηθικό ήταν υψηλό και η επίθεση έδιωξε τους Τούρκους. Η Ελασσόνα ήταν ελεύθερη. Ο λαός με επικεφαλής τον επίσκοπο Ελασσόνας υποδέχτηκε τον ελληνικό στρατό.
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη της Ελασσόνας ήταν :


  
  
     Στις 8 Οκτωβρίου το Σύνταγμα προέλασε προς τους Δεμιράδες[5]. Ανάμεσα στα Καμβούνια όρη και τα Πιέρια όρη είναι το Στενό του ποταμού Σαραντάπορου. Σε στρογγυλό βουνό, τη Βίγλα, ήταν οι Τούρκοι με ισχυρές δυνάμεις από 20 τάγματα και 24 πυροβόλα. Η ελληνική παράταξη είχε στην πρώτη γραμμή το 4ο Σύνταγμα ΠΖ Λάρισας και το 5ο Σύνταγμα ΠΖ Τρικάλων, ενώ το 2ο Σύνταγμα Λαμίας ήταν εφεδρεία.
    Το πρωί με τουρκικά πυρά πυροβολικού, το πεζικό μας κινήθηκε προς τη Βίγλα. Η ελληνική επίθεση ήταν σφοδρή, μέσα σε πυκνά εχθρικά πυρά και με πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Το βράδυ οι ελληνικές δυνάμεις έφτασαν σε απόσταση 300 μ. από τις εχθρικές γραμμές.
     Το επόμενο πρωί (10 Οκτωβρίου 1912) η έκπληξη ήταν μεγάλη. Οι εχθρικές θέσεις ήταν κενές! Οι Τούρκοι είχαν φύγει. Το Σύνταγμα βρήκε εγκαταλειμμένα τα 24 πυροβόλα.  Η 4η  Μεραρχία κύκλωσε τον εχθρό, γι’ αυτό τα εγκατέλειψε. Στα στενά της Πόρτας, ήταν πολλοί νεκροί Τούρκοι. Η διάψευση του Γκόλτς-πασά, του Γερμανού που οργάνωσε τον τουρκικό στρατό ήρθε γρήγορα. Είχε εκτιμήσει σε 2 μήνες την αντοχή του μετώπου από τους Τούρκους!
 
Μάχη των Γιαννιτσών (19-20 Οκτωβρίου 1912 )
   Η προέλαση συνεχίστηκε και αφού το 2ο Σύνταγμα πέρασε τα Σέρβια, τη διάβαση Καταφυγία και τον ποταμό Αλιάκμονα σταμάτησε το βράδυ στις 19-10-1912 στο Μπουργάζ, ένα χωριό κοντά στα Γιαννιτσά. Οι Τούρκοι κατείχαν τα Γιαννιτσά. Από το πρωί (στις 20 Οκτωβρίου) έγινε επίθεση. Το απόγευμα διατάχτηκε γενική επίθεση και οι Τούρκοι υποχώρησαν αφήνοντας 14 πυροβόλα, 4 πολυβόλα και αιχμαλώτους. Ο εχθρός έφευγε προς τη Θεσσαλονίκη.
     Από τις 22 Οκτωβρίου, το 2ο Σύνταγμα ΠΖ προέλασε προς τον Αξιό ποταμό. Οι γέφυρες όμως είναι κομμένες. Αναγκαστικά, καθυστέρησε τέσσερις μέρες για να γίνουν άλλες γέφυρες σ’ αυτόν. Οι πληροφορίες ανέφεραν ότι στα υψώματα της περιοχής της Δυτικής Θεσσαλονίκης υπήρχαν μεγάλες δυνάμεις με 25.000 Τούρκους με πολλά πυροβόλα.

     Μετά τον ποταμό Αξιό, το 2ο  Σύνταγμα πέρασε τον Γαλλικό ποταμό και πλησίασε τον εχθρό, που ύψωσε λευκή σημαία. Τούρκοι αξιωματικοί ζήτησαν από το Διοικητή Αλκ. Οικονομίδη, να σταματήσει η προέλαση των Ελλήνων. Η Μεραρχία διέταξε αναστολή της προέλασης. Ήταν η ημέρα του Αγίου Δημητρίου, 26 Οκτωβρίου 1912.
     Το πρωί της επόμενης μέρας (27-10-1912) ο εχθρός εγκατέλειψε τα χαρακώματα Με διαταγή του Διαδόχου η Ιη Μεραρχία εισήλθε στη Θεσσαλονίκη. Το επόμενο πρωί (28-10-1912) με κρύο αέρα και βροχή, το σύνταγμα σε φάλαγγα της Μεραρχίας, ξεκίνησε και ώρα 2 μ.μ. έφτασε στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Θεσσαλονίκης και μέσω Βαρδάρη μπήκε στην πόλη.
     Ο κόσμος ήταν πολύς και χαρούμενος. Δημιουργήθηκε μεγάλη συγκίνηση στο στρατό. Το Σύνταγμα κατέλυσε σε ελληνικά σπίτια στην Αγία Τριάδα. Την επόμενη μέρα (29-10-1912) έγινε παράταξη στην προκυμαία της Θεσσαλονίκης. Υψώθηκε η Ελληνική σημαία. Οι στρατιώτες ξεχύθηκαν στην πόλη.
    Στις 30 Οκτωβρίου η Ιη Μεραρχία παρατάχθηκε στο πεδίο του Άρεως και έγινε εκκίνηση με κατεύθυνση προς το Μοναστήρι για υποστήριξη της 5ης Μεραρχίας. Η πορεία συνεχίστηκε στη διάρκεια της εβδομάδας και με διαρκή βροχή, κρύο και χιονοθύελλα έφτασαν στις 8 Νοεμβρίου στη Μπάνιτσα[6].

Εύζωνοι μετά τη μάχη του Μπιζανίου (1913)
    Στις 10 Νοεμβρίου, η Μεραρχία με Διαταγή της πληροφόρησε τις μονάδες ότι ο τουρκικός στρατός υποχώρησε προς τη Φλώρινα, με ταυτόχρονη σύλληψη πολλών αιχμαλώτων και πυροβόλων. Στο Σύνταγμα δόθηκε διαταγή να επιστρέψει σιδηροδρομικώς στη Θεσσαλονίκη. Έτσι την επομένη (11-11-1912), το Σύνταγμα επιβιβάστηκε στο τραίνο και στις 13 Νοεμβρίου έφτασε στη Θεσσαλονίκη. Στρατωνίστηκε στο πεδίο του Άρεως. Τις επόμενες μέρες ήταν χαλαρές με καλοπέραση, γλέντια, διασκέδαση, ειδύλλια.
     Μπήκαμε στο νέο έτος 1913. Κόντευε να τελειώσει ο Γενάρης και το Σύνταγμα διατάχθηκε να φύγει. Με το σιδηρόδρομο στις  28-1-1913 έφτασε στη Φλώρινα. Στις 30 του Γενάρη, το Σύνταγμα ξεκίνησε για την Κορυτσά. Με χιόνι, την 1η μέρα έφτασε στο Πισοδέρι. Μια άλλη μέρα κι έφτασε στην περιφέρεια της Μπίγλιτσας. Η αποστολή του Συντάγματος ήταν να αγωνιστεί εναντίον Αλβανών, στην Κορυτσά, Ερσέκα[7]  και Μοσχόπολη, που στήριζαν τους Τούρκους των Ιωαννίνων. Μετά την πτώση των Ιωαννίνων[8], ακολούθησε διαταγή και στις 6 Μαρτίου 1913, το Σύνταγμα κλήθηκε πίσω στη Θεσσαλονίκη. Έφτασε εκεί στις 12 Μαρτίου. Ακολούθησε πάλι ανάπαυση.
      Τις επόμενες μέρες (στις 18 Μαρτίου, με το νέο ημερολόγιο), έγινε η δολοφονία του βασιλιά[9] Γεωργίου Α’. Στο μεταξύ στη Θεσσαλονίκη είχαν αρχίσει οι βουλγαρικές προκλήσεις με σημαίες και παρελάσεις στην πόλη.
     Στις 6 Απριλίου 1913, η μεραρχία έφυγε για το Στρυμόνα. Στην πορεία είχε ζέστη και κούραση. Πέρασαν τα όμορφα Μακεδονικά Τέμπη (στενά της Ρεντίνας). Μετά τα χωριά Χορτιάτης - Λαγκαδίκια - Εγρί Μπουσνάκ - Βρασνά το Σύνταγμα μαζί με τις άλλες μονάδες έφτασε στο Τσάγεζι, στις 11 Απριλίου. Η παράταξη των μονάδων[10] ήταν η εξής (με τη σειρά):
     VΙΙη μεραρχία και Ιη μεραρχία (με 2ο, 5ο και 4ο Συντάγματα), μεραρχίες VΙη, Vη, ΙVη και  ΙΙΙη.
    Στις 9 Μαΐου 1913 βομβαρδίστηκε η VΙΙη Μεραρχία. Υπήρξαν νεκροί και διατάχθηκε διορθωτική υποχώρηση των Ελλήνων. Στις 25 Μαΐου το 2ο Σύνταγμα έφυγε σε νέα θέση, στα Λαγκαδίκια. (μεταξύ Βόλβης και Λαγκαδά). Εκεί έφτιαξε χαρακώματα. Δημιουργήθηκαν φόβοι από την επιδημία χολέρας που μάστιζε τους Βουλγάρους.
Εμμ. Μανουσογιαννάκης
     Στις 17 Ιουνίου οι Βούλγαροι προσέβαλαν (χτύπησαν) φυλάκια στον τομέα-Νιγρίτας - Λαχανά. Έτσι, άρχισε ο πόλεμος, δηλ. έγινε επίθεση σε Βουλγάρους. Την ίδια χρονική περίοδο η ΙΙη Μεραρχία εκκαθάρισε τη Θεσσαλονίκη από τους Βουλγάρους.
     Την επομένη 18-6-1913, στις 5 το απόγευμα, έφτασε το τελευταίο τάγμα Χαντζοπούλου του 4ου Συντάγματος ΠΖ. Ο Μέραρχος Μανουσογιαννάκης[11] διέταξε εκκίνηση και στις 6.30 μ.μ. έφυγαν. Σκοπός της Ιης Μεραρχίας (μαζί και της VΙης) ήταν η κατάληψη του Λαχανά. Η VΙΙη Μεραρχία είχε σαν αντικειμενικό σκοπό τη Νιγρίτα.
    Στις 19 Ιουνίου το 2ο Σύνταγμα έφτασε κοντά στη Βυσσώκα[12]. Ο Μέραρχος ήταν στην πρώτη γραμμή. Ο εχθρός πλεονεκτούσε σε θέσεις που ήταν οχυρωμένες. Οι ελληνικές δυνάμεις πλησίασαν στα 300 μ. Έγινε έφοδος, ο εχθρός επέμενε, αλλά τελικά εγκατέλειψε, αφήνοντας πυροβόλα και νεκρούς. Οι Έλληνες μπήκαν στη Βυσσώκα και συνέχισαν καταδιώκοντας. Μπήκαν στο χωριό Μπέροβα που ήταν στις φλόγες. Το βράδυ διήλθε με ανάπαυση στη Μπέροβα[13].
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη της Βυσσώκας (ή Βυσσώκειας) ήταν :

 
      Από την επομένη (20-6-1913) το Σύνταγμα αποτελούσε την εφεδρεία της Μεραρχίας. Ήταν η μάχη Λαχανά[14]. Η περιοχή είχε χαμηλά υψώματα, ο εχθρός είχε φτιάξει διπλά χαρακώματα, διέθετε πολύ πυροβολικό και πολλές δυνάμεις. Ήταν πολύ καλά οχυρωμένος, με οδηγίες Γερμανών συμβούλων, οι δε Βούλγαροι  αμύνονταν με πείσμα κάνοντας και μικρές αντεπιθέσεις. Ήταν ένας καθόλου ανάξιος εχθρός. Μέχρι το βράδυ, οι ελληνικές δυνάμεις, παρά τις μεγάλες απώλειες είχαν  φτάσει σε απόσταση 300-500 μ. από τις εχθρικές θέσεις.
Μάχη του Λαχανά (20 – 21/6/1913)
   Την επομένη (21-6-1913) το Ελληνικό Πυροβολικό πλησίασε και βοηθούσε. Δύο τάγματα του 2ου Συντάγματος βοήθησαν το 5ο Σύνταγμα πεζικού. Βουλγαρικό αεροπλάνο πετώντας έβλεπε τις ελληνικές θέσεις. Το απόγευμα έγινε γενική επίθεση της Ιης και VΙης Μεραρχίας. Προηγήθηκε καταιγισμός πυροβολικού. Στις 3 μ.μ. διατάχθηκε έφοδος. Με λόγχη και φωνή «αέρα» στις χαράδρες του Λαχανά, εφόρμησαν πρώτοι και οι αξιωματικοί. Πολλοί οι νεκροί. Μαζί επιτέθηκαν και οι τσολιάδες του 9ου Τάγματος του Ιωάν. Βελισσαρίου. Κάποιοι βούλγαροι αντιστέκονταν μέχρι το τέλος. Τελικά οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν τον αγώνα, έφυγαν ή παραδόθηκαν. Άφησαν όπλα, πυροβόλα, οχήματα, τροφές. Οι απώλειες όμως του Συντάγματος ήταν πολλές.
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη του Λαχανά ήταν :







Ιωάννης Βελισσαρίου (1861-1913)
      Το 2ο Σύνταγμα στις 22-6-1913, μαζί με την Ιη Μεραρχία κινήθηκε προς το Στρυμόνα. Από το Χαντζή Μπεϊλίκ[15] κινήθηκε στις 23-6-1913 προς το Δεμίρ-Ισσάρ[16], όπου ήταν οχυρωμένοι οι Βούλγαροι. Η θέση ήταν οχυρή και προστατευόταν από τον ποταμό Στρυμόνα και το βουνό Μπέλες. Το στενό προστατευόταν με 4 οβιδοβόλα (που ήταν πρωτόγνωρα για τους Έλληνες). Επίσης στο πεδινό, η προχώρηση ήταν αδύνατη, εφόσον βαλλόταν από τα οβιδοβόλα (άνοιγαν πηγάδι με νερό, όπου έπεφτε οβίδα). Το Βυζαντινό Τάγμα του Ιωάν. Βελισσαρίου επιτέθηκε από τους απότομους βράχους, του Μπέλες και σκόρπισε τους Βουλγάρους, που έφυγαν στο δάσος. Το Δεμίρ-Ισσάρ έπεσε, αλλά οι Βούλγαροι ανατίναξαν τη γέφυρα.
     Από την επόμενη μέρα (24-6-1913) φτιάχτηκε η γέφυρα κι έτσι πέρασε το Πεζικό. Την 1η Ιουλίου 1913, το Σύνταγμα έφτασε στα Λουτρά της Κοίλας. Την άλλη μέρα (2-7-1913) μεταστάθμευσε στο Λιβούνοβο[17]. Συνεχίζοντας την πορεία του έφτασε στις 4-7-1913 στο Στέτι-Βράτση. Ο εχθρός ήταν βέβαια μακριά, αλλά υπήρχε ο κίνδυνος της χολέρας.
 
Τα στενά της Κρέσνας
    Στις 6-7-1913, έγινε προσβολή του εχθρού στο Χάνι Βελίτσας. Οι Βούλγαροι έβαλλαν με το πεδινό πυροβολικό. Η πυροβολαρχία μας μετακινήθηκε και έριχνε βολές στον εχθρό, που υποχώρησε και μπήκε στα στενά της Κρέσνας. Από την 7η Ιουλίου μεταφέρθηκαν 2 πυροβολαρχίες κοντά στις γραμμές, κάτω από καταιγισμό βολών του βουλγαρικού πυροβολικού. Υποστήριξε και ο λόχος του Φασίτσα του 2ου Συντάγματος. Τελικά (στις 11-7-1913) οι Βούλγαροι έφυγαν, γκρεμίζοντας τη γέφυρα.
     Στις 12 Ιουλίου έγινε μάχη πυροβολικού. Οι μεραρχίες κινήθηκαν προς το Σιμιτλή[18]. Λόχοι του 4ου Συντάγματος και του 2ου Συντάγματος ΠΖ σε επιθετική άμιλλα μεταξύ τους κατέλαβαν εχθρικά κανόνια. Ακολούθησε φυγή του εχθρού προς το Ουράνοβο[19]. Πάντως ο εχθρός αμυνόταν καλά και παραδινόταν δύσκολα. Τελικά οι Βούλγαροι υποχώρησαν έξω από το αιματοβαμμένο Σιμιτλή. Ακολούθησε κατάληψη του Σιμιτλή από τις ελληνικές δυνάμεις.
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη του Σιμιτλή ήταν :

     Στις 16-7-1913, η Ιη Μεραρχία κινήθηκε στο δρόμο προς τη Τζουμαγιά[20]. Οι Βούλγαροι είχαν 14 πυροβολαρχίες. Η θέση του Συντάγματος ήταν δεινή, λόγω του πυροβολικού των Βουλγάρων.
      Οι νεκροί του 2ου Συντάγματος στη μάχη της Άνω Τζουμαγιάς ήταν :



     Στις 18-7-1913 ήρθε διαταγή που ανέφερε ότι :
«Πενθήμερος ανακωχή υπεγράφη μεταξύ Κυβερνήσεων Ελλάδος και Βουλγαρίας. Διακόπτονται οι εχθροπραξίες. Τα στρατεύματα να παραμείνουν αυστηρώς στις θέσεις τους».
Κι έφερε την ανακούφιση των στρατιωτών. Από την επομένη ημέρα (19-7-1913), μετά από σχετική διαταγή, η Ιη Μεραρχία μεταφέρθηκε πίσω. Ο νέος καταυλισμός της Μεραρχίας (από τις 21-7-1913) ήταν στο Χάνι Γκραντενίτσας, στην είσοδο των στενών της Κρέσνας.
     Στις 27-7-1913, ήρθε το μήνυμα της Ειρήνης. Ορίστηκαν τα νέα όρια του ελληνικού Κράτους. Οι στρατιώτες του Συντάγματος ξέσπασαν σε ζητωκραυγές. Την 1-8-1913 η Μεραρχία κινήθηκε και στις 6 Αυγούστου έφτασε στις Σέρρες (τη νέα έδρα της). Οι στρατιώτες ανέμεναν την αποστράτευση.
     Στις 26-8-1913, μετά την άρνηση των Τούρκων να υπογράψουν τη Συνθήκη Ειρήνης, το 2ο Σύνταγμα μετακινήθηκε και  πήγε στη Δράμα. Τελικά την 1-11-1913, υπεγράφη η συνθήκη Ειρήνης.
    Έτσι, από τις 7-11-1913, το Σύνταγμα φορτώθηκε στο τραίνο και μεταφέρθηκε προς το Γιδά[21], την Κατερίνη την Ελασσώνα και τη Λάρισα, όπου έφτασε στις 23-11-1913 και έτυχε θερμής υποδοχής. Την επόμενη μέρα (24-11-1913) η αμαξοστοιχία έφτασε στη Λαμία. Η υποδοχή των στρατευμένων έγινε με μεγάλο ενθουσιασμό, άσμα[22] αφιερωμένο στο Σύνταγμα, λουλούδια και χαρές. Ακολούθησε η αποστράτευση.

Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
               φυσικός


***

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.      Κλεάνθης Μπουλαλάς : Ιστορία του 2ου Συντάγματος Πεζικού, 1921, Τύποις Σ. Κ. Βλαστού, Αθήναι
2.      Γεώργιος Ρούσσος : Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 1975, Ελληνική Μορφωτική Εστία, Αθήνα.
3.      εφ. Η ΣΗΜΑΙΑ, 23-11-1913, Λαμία.
4.      Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη.
5.      περιοδικό “Επτά Ημέρες”, : Βαλκανικοί Πόλεμοι, της εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
6.      wikipedia



----------------------------------------------------------------
Δημοσιεύτηκε στην εφ. “ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ”, σε συνέχειες,  στα  : φ. 19639, σελ. 6, 13-7-2010,φ. 19640, σελ. 6, 14-7-2010 και φ. 19641, σελ. 10, 15-7-2010, Λαμία.


      ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Όλες οι χρονολογίες που ακολουθούν αναφέρονται στο νέο (Γρηγοριανό) ημερολόγιο. Τότε όμως χρησιμοποιείτο το παλιό (Ιουλιανό) ημερολόγιο, που (διέφερε) καθυστερούσε 13 ημέρες.
[2] Το Μπακράτσι ή Σουϊκλί, απέχει  20 χλμ. από τη Λάρισα Βρίσκεται σε υψόμετρο 170 μ.  Τώρα λέγεται  Ζάππειο και ανήκει στο Δήμο Νίκαιας.
[3] Από το 1927 μετονομάστηκε σε Βοτανοχώρι του δήμου Τυρνάβου.
[4] Η Τσαριτσάνη είναι κοινότητα, δίπλα στην Ελασσώνα, στους πρόποδες του Ολύμπου. Παλαιότερα λεγόταν Μελούνα. Ανήκε στο δήμο Ελασσώνας από τον οποίο αποσπάστηκε το 2006, αποτελώντας ξεχωριστή κοινότητα.
[5] Τον καιρό της Τουρκοκρατίας ήταν τούρκικο τσιφλίκι με την ονομασία Δεμιράδες. Μετονομάστηκε σε Κοκκινόγη και ανήκει διοικητικά (τώρα) στο Δήμο Ολύμπου. Απέχει από την Ελασσόνα 20 χλμ. και είναι χτισμένη σε υψόμετρο 570 μ. Το χωριό σήμερα έχει 300 κατοίκους, που ασχολούνται με την γεωργία και την κτηνοτροφία.
[6] Η Μπάνιτσα, στη νεότερη Ιστορία, είναι γνωστή από την μάχη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου του 1912. Έγινε μεταξύ της 5ης Μεραρχίας του Ελληνικού Στρατού, εναντίον πολύ μεγαλύτερων τουρκικών δυνάμεων (πλέον των 35.000 ανδρών) υπό τον Τζαβήτ Πασά. Η ελληνική υποχώρηση στο Αμύνταιο (Σόροβιτς) έφερε τον τουρκικό στρατό που πυρπόλησε τα περισσότερα σπίτια της. Έχει μετονομαστεί σε Βεύη. Βρίσκεται ανατολικά της πόλης της Φλώρινας και απέχει από αυτή γύρω στα 20 χλμ.  Το 1913 είχε 1.167 κατοίκους, που μειώθηκαν σε 688 (το 2001). Είναι δ.δ. του δήμου Μελίτης του νομού Φλώρινας.
[7] Ερσέκα : είναι πόλη της Αλβανίας, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα (Βόρεια Ήπειρος) στους πρόποδες του όρους Γράμμου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.050 μέτρων. Διοικητικά υπάγεται στο νομό της Κορυτσάς. Είναι μια από τις 36 κύριες πόλεις της Αλβανίας. Ο πληθυσμός της, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, είναι 7.750 κάτοικοι.
[8] Στις 21 Φεβρουαρίου 1913, τα Ιωάννινα απελευθερώθηκαν κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και ενσωματώθηκαν στο Ελληνικό Κράτος.
[9] Ο Χριστιανός- Γουλιέλμος- Φερδινάνδος-Αδόλφος-Γεώργιος, ευρύτερα γνωστός ως Γεώργιος Α΄ υπήρξε ο μακροβιότερος βασιλιάς του Βασιλείου της Ελλάδας, από το 1863 μέχρι 1913. Ήταν ο δεύτερος κατά σειρά βασιλιάς της νεότερης Ελλάδας μετά τον Όθωνα και αρχηγός νέου Βασιλικού Οίκου. Γεννήθηκε στην Κοπεγχάγη στις 24 Δεκεμβρίου 1845 και ήταν δευτερότοκος γιος του πρίγκιπα και μετέπειτα Βασιλέως της Δανίας Χριστιανού Θ΄. Ο Γεώργιος Α’ δολοφονήθηκε στις 18 Μαρτίου 1913 (στις 5 Μαρτίου με το τότε ισχύον Ιουλιανό ημερολόγιο) στη Θεσσαλονίκη.
[10] επικεφαλής κάθε μεραρχίας ήταν ο υποστράτηγος: Εμμ. Μανουσογιαννάκης της Ιης, Κων. Δαμιανός της ΙΙΙης, Κων. Μοσχόπουλος της IVης, Στέφ. Γεννάδης της Vης, Νικ. Δελαγραμμάτικας της VIης και  Ναπολ. Σωτίλης της VIIης.
[11] Εμμανουήλ Μανουσογιαννάκης (1853-1916) : Γεννήθηκε στην Κρήτη, το 1853. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στην Αθήνα. Το 1897 στάλθηκε στη Κρήτη επί κεφαλής εθελοντικού σώματος ενισχυμένου με τρία στοιχεία πυροβολικού για να υποστηρίξει την επανάσταση στα Χανιά. Το 1909 επί κυβέρνησης Δημητρίου Ράλλη ανέλαβε υπουργός των Στρατιωτικών. Το 1911 τοποθετήθηκε διοικητής της Ιης Μεραρχίας την οποία και διοίκησε και στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους όπου και επέδειξε τα μεγάλα στρατιωτικά του προσόντα. Μετά τις νικηφόρες μάχες Σαρανταπόρου και Γιαννιτσών προήχθη σε υποστράτηγο. Τον Μάιο του 1913 προήχθη σε αντιστράτηγο. Ειδικότερα στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο του ανατέθηκε η διοίκηση συγκροτήματος μεραρχιών, 1ης και 6ης, επικεφαλής του οποίου και κέρδισε θριαμβευτικά τη μάχη του Λαχανά και εξεδίωξε τον εχθρό μέχρι το Δεμίρ Ισσάρ, εκπόρθησε τα στενά της Κρέσνας και ανέτρεψε τους Βουλγάρους στη μάχη του Σιμιτλή και Τζουμαγιάς. Με τη λήξη του πολέμου ο Εμ. Μανουσογιαννάκης τοποθετήθηκε διοικητής του Β’ Σώματος Στρατού στην Πάτρα, όπου και πέθανε το 1916.
[12] Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ονομαζόταν Βυσσώκα και οι άνδρες κάτοικοί της ήταν φημισμένοι παπουτσήδες, τσαγκάρηδες, ταμπάκηδες (βυρσοδέψες), έμποροι μαλλιών και μάλλινων υφασμάτων. Χτισμένη στις βελανιδοσκέπαστες πλαγιές του όρους Βερτίσκος και σε υψόμετρο 650 μ., αγναντεύει από ψηλά τον κάμπο του Λαγκαδά. Οι κάτοικοί της είναι ντόπιοι με καταγωγή πολλών οικογενειών από την Ήπειρο. Μετά το 1922 ήρθαν κάποιες οικογένειες από το Αλμαλί της Αν. Θράκης. Μετονομάστηκε σε Όσσα και αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του δήμου Βερτίσκου της επαρχίας Λαγκαδά.
[13] Το όνομα Μπέροβα σημαίνει μαζώματα, επειδή παλιότερα οι σκόρπιοι μικροί μαχαλάδες στην περιοχή μαζεύτηκαν σ’ έναν μεγαλύτερο, που ονομάστηκε Μπέροβα.  Στις 17 Ιουνίου τα 1913 Βουλγάρικα στρατεύματα έκαψαν πολλά σπίτια του χωριού. Η Μπέροβα βίωσε έντονα τις ταραχές και τις συνέπειες των Βαλκανικών Πολέμων. Οι κάτοικοί  της συμμετείχαν στη Μάχη Κιλκίς -Λαχανά  ως οδηγοί του Ελληνικού Στρατού. Από το 1918, μετά την απελευθέρωση, αναγνωρίστηκε ο οικισμός Μπερόβης, ως Κοινότητα. Το 1928 μετονομάστηκε σε Κοινότητα Βερτίσκου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 850 μέτρων και έχει ογδόντα περίπου μονίμους κατοίκους.
[14] Το χωριό Λαχανάς από το 1998 αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Λαχανά με έδρα την Ξυλόπολη. Ο Δήμος Λαχανά βρίσκεται σε υψόμετρο 634 μέτρων. Συνορεύει με το Δήμο Βερτίσκου του νομού Θεσσαλονίκης. Ο πληθυσμός του Δήμου είναι 3.779 κάτοικοι (απογραφή 2001).
[15] Σήμερα λέγεται Βυρώνεια. Στο Χατζή-Μπεϊλίκ βρισκόταν το στρατηγείο του βασιλιά Κωνσταντίνου Α' κατά τον Β' Βαλκανικό Πόλεμο. Ως θέση του στρατηγείου θεωρείται ο πλάτανος του Σιδηροδρομικού Σταθμού Βυρώνειας. Εδώ μαζί με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο δέχτηκε την 1 Ιουλίου 1913 την αντιπροσωπεία της Βουλγαρίας για να υπογραφεί η συνθήκη ανακωχής μετά την νίκη της Ελλάδας. Σήμερα το χωριό Βυρώνεια είναι δημοτικό διαμέρισμα (με 1.127 κατοίκους) του δήμου Πετριτσίου, του νομού Σερρών. Βρίσκεται ανάμεσα στην λίμνη Κερκίνη (απέχει 5 χλμ.) και τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
[16] Το Δεμίρ-Ισσάρ (Σιδερένιο Κάστρο), σήμερα Σιδηρόκαστρο, έχει πάρει το όνομά του από το ιστορικό κάστρο της πόλης και βρίσκεται σε απόσταση 20 χιλιομέτρων από τα Ελληνοβουλγαρικά Είναι πρωτεύουσα της επαρχίας Σιντικής του Νομού Σερρών και ομώνυμος Δήμος με πληθυσμό 10.600 κατοίκους (2001).
[17] Βρίσκεται στην κοιλάδα του Στρυμόνα και στα νότια των Στενών της Κρέσνας. Από τις 6-7-1913 ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος εγκατέστησε το γενικό στρατηγείο στο Λιβούνοβο, μέχρι το τέλος του ελληνο-βουλγαρικού πολέμου. Γενικός Επιτελάρχης ήταν ο  Συνταγματάρχης Δούσμανης. Εδώ στις 28-7-1913 υπέγραψε το Διάγγελμα λήξης του πολέμου.
[18] Χωριό της Βουλγαρίας. Ανήκε στο νόμο Πετριτσίου, 16 χλμ. νότια της Τζουμαγιάς, στα βόρεια των Στενών της Κρέσνας και στη δυτική όχθη του Στρυμόνα. Από αυτό πήρε το όνομα και η μάχη του Σιμιτλή, που έγινε  την περίοδο 12-17 Ιουλίου 1913.
[19] Μικρό χωριό της Βουλγαρίας. Ανήκε στο νόμο Πετριτσίου και σε απόσταση 12 χλμ. νότια της Τζουμαγιάς και 4 χλμ. Β.Α. του Σιμιτλή.
[20] Είναι η πόλη Μπλαγκόεβγκραντ της νοτιoδυτικής Βουλγαρίας. Μέχρι το 1950 ονομαζόταν Άνω Τζουμαγιά  Έχει πληθυσμό 76.000 κατοίκους (περίπου). Απέχει 100 χιλιόμετρα νότια από τη Σόφια. Η πόλη είναι αδελφοποιημένη με τη Θεσσαλονίκη. Πήρε το όνομά της από τον μεγάλο βούλγαρο κομμουνιστή Ντιμιτάρ Μπλαγκόεφ.
[21] Έτσι λεγόταν μέχρι το 1953, η Αλεξάνδρεια της επαρχίας και νομού Ημαθίας. Είναι πρωτεύουσα ομώνυμου Δήμου.
[22] Ο καθηγητής - φιλόλογος του Γυμνασίου Αρρένων Λαμίας Θεοδόσιος Παν. Λάσκαρης έγραψε σε 5 στροφές Άσμα αφιερωμένο στο 2ο Σύνταγμα Λαμίας. Μελοποιήθηκε και το τραγουδούσαν μαθητές και μαθήτριες στους δρόμους της πόλης. [εφ. Η ΣΗΜΑΙΑ, 23-11-1913, Λαμία]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου