"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

15/5/19

Κτηνοτρόφοι στην προπολεμική Λαμία


Μελέτη



Πρόλογος


   Η κτηνοτροφία ήταν - ιστορικά - η κυρίαρχη απασχόληση των Ελλήνων από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Τα χωριά μας αντηχούσαν από τα κυπροκούδουνα των κοπαδιών, που έβοσκαν στα βοσκοτόπια των βουνών μας και κάλυπταν τις διατροφικές ανάγκες του λαού. Έδιναν το κρέας, το γάλα και τα παράγωγα αυτού, όπως επίσης το μαλλί και το δέρμα. Οι οικογένειες είχαν τροφική αυτονομία, όπως επίσης ένδυση και υπόδηση. Στο τοπικό εμπόριο (παζάρια) πουλούσαν τα πλεονάσματα των προϊόντων που οι ίδιοι έφτιαχναν.
   Η παρούσα εργασία εστιάζεται στη Λαμία και αξιοποιεί τα περιορισμένα υπάρχοντα στοιχεία, που προέρχονται (i) από καταγραφές των ξένων και Ελλήνων περιηγητών, στο 19ο αι. και (ii) από τα  Βιβλία των Ιερών Ναών της πόλης στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.
   Θα παρουσιαστούν με όσο γίνεται σύντομο τρόπο.





1.    Κτήματα,  βοσκοτόπια και κτηνοτροφία στην περιοχή Ζητουνίου στο 19ο αι.


  Στη Στερεά Ελλάδα και ειδικότερα στην επαρχία Ζητουνίου[1], μέχρι και το 19ο αι., η κτηνοτροφία αποτελούσε το βασικό κλάδο παραγωγής. Τα τσιφλίκια στα πεδινά ανήκαν σε Τούρκους, όπου οι Έλληνες αυτών των περιοχών ήταν κολλήγοι (ακτήμονες αγρότες). Αντίθετα στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές υπήρχαν άφθονοι βοσκότοποι για τα κοπάδια. Τα προϊόντα της κτηνοτροφίας (γάλα, τυρί, μαλλιά, κρέας, δέρματα) κάλυπταν τις ανάγκες των οικογενειών (έχοντας αυτοτέλεια).
   Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπως έγραψε ο Φελίξ Μπωζούρ, πρόξενος της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη, στα τέλη του 18ου αι. :
“… η κατάσταση στην κτηνοτροφία ήταν καλύτερη με εκτροφή πολλών ζώων, εφόσον τα ¾ του εδάφους της τουρκοκρατούμενης τότε Ελλάδας ήταν ακαλλιέργητα. Τα χωράφια που έμεναν ακαλλιέργητα δεν έμεναν χωρίς βλάστηση. Παρήγαγαν μόνα τους θυμάρι, ρίγανη, μαντζουράνα και όλα τα αρωματικά φυτά. Μια τέτοια χώρα ήταν ιδιαίτερα κατάλληλη για να διατρέφει κτήνη. …   Οι βοσκές της Οίτης και του Παρνασσού άξιζαν περισσότερο από τις βοσκές των γειτονικών περιοχών. Τα πρόβατα αυτών των τόπων έδιναν πιο λεπτό κρέας και τα ωραιότερα μαλλιά. O τυρός, όστις παρασκευάζεται εις τα γειτονικά όρη, είναι περιζήτητος δια την ποιότητά του…”
   Το έτος 1805 πέρασε ο Ιταλός περιηγητής Σιμόνε Πομάρντι, ο οποίος έγραψε :
… το Ζητούνι είναι η πρωτεύουσα της περιοχής και κατοικείται από 3.000 κατοίκους από τους οποίους μόνο το 1/10 είναι Τούρκοι και πολλοί Αλβανοί. … Το γάλα και τα τυριά είναι πολύ εξαιρετικά, γιατί τα λιβάδια είναι εξαίσια…
   O ξένος περιηγητής Χένρι Χόλλαντ (πέρασε την περίοδο 1812-13) ανέφερε για την περιοχή Ζητουνίου :
… Η κοιλάδα καλλιεργείται στο μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειάς της, παράγοντας κυρίως σιτηρά και στα σημεία όπου κατηφορίζει προς τα χαμηλότερα εδάφη, κοντά στη θάλασσα, παρέχει άφθονη βοσκή στα άλογα και τα πρόβατα, που βόσκουν σε τεράστια κοπάδια…”
    Ο Άγγλος περιηγητής Κρίστοφερ Γουέρντσγουερθ, που διήλθε από την ίδια περιοχή (την περίοδο 1832-33) σημείωσε :
 … Η μαγευτική κοιλάδα, την οποία αρδεύει ο Σπερχειός, από τις παράλληλες πλαγιές της Όθρυος και της Οίτης μέχρι το Μαλιακό Κόλπο, με μήκος 60 μίλια είναι ξακουστή για τη γονιμότητα του εδάφους της, για τα πλούσια βοσκοτόπια της και για την όμορφη ποικιλία των δασών και των λόφων της …
   Ο περιηγητής Γουστάβος Εϊχτάλ, που επισκέφθηκε τη Λαμία τέλη Δεκεμβρίου 1834, σημείωσε σχετικά :
  Οι Βλάχοι διατρέφουν τους ληστάς εις τα όρη προς προφύλαξιν των ποιμνίων των. Οι αρχιποιμένες έχουν το προνόμιο να μην πληρώνουν τίποτα για τα ποίμνιά τους. Ο αριθμός τους είναι 2-3 χιλιάδες οικογένειες, που έχουν 200-300 χιλ. πρόβατα. Οι Αρβανιτόβλαχοι ζήτησαν να εγκατασταθούν στο Βαρδάρι (πλησίον  της Βουδουνίτσας). …
   Η φορολογία σήμερον πιέζει περισσότερο το γεωργό παρά το βοσκό. Η ετήσια αποφορά ενός προβάτου (ή αιγός) υπολογίζεται σε ένα τάλιρο, ο δε φόρος είναι 12 λεπτά μόνο. … Από το προϊόν των ποιμνίων τρέφονται και ντύνονται οι κάτοικοι του εσωτερικού αλλά και των νήσων (Αιγαίου και Ιονίου). Γίνεται και κάποια εξαγωγή στη Νάπολη και στην Παπική επικράτεια, όπου ο τυρός ξοδεύεται για τα μακαρόνια.
  Η Στερεά Ελλάς έχει σήμερον περί τα 2 εκατομμύρια ζώα. Ο αριθμός μέγας, εν τούτοις η αξία των μαλλιών υψώθηκε από 60 λεπτά πέρυσι, να τιμώνται εφέτος 1 δραχμή…
   Από τις 28 Μαρτίου 1833 (με το παλαιό ημερολόγιο, ή στις 9 Απριλίου με το νέο ημερολόγιο) ημέρα Μεγάλη Τρίτη οι Τούρκοι έφυγαν και η περιοχή ελευθερώθηκε.



2.    Κτηνοτρόφοι στη Λαμία του 19ου αι.


   Η κτηνοτροφία ήταν νομαδική και η διαρκής αναζήτηση βοσκοτόπων δεν επέτρεπε τη μόνιμη εγκατάσταση τόσο των κτηνοτρόφων, όσο και όλης της οικογένειάς των. Επιπλέον, είναι προφανής ο λόγος που οι κτηνοτρόφοι απέφευγαν την αγορά γης, ακόμα και όταν είχαν χρήματα. Να θυμίσουμε ακόμη ότι αρκετοί κτηνοτρόφοι ήταν παράλληλα και ζωέμποροι (όπως επίσης εκδοροσφαγείς και ενίοτε περιοδεύοντες κρεοπώλες), που τους απέφεραν επιπλέον χρήματα.
Καλύβα κτηνοτρόφου (κονάκι)
   Η εκτεταμένη ληστεία, ιδιαίτερα στον τότε μεθοριακό νομό Φθιώτιδος (μέχρι το 1881)  είχε δημιουργήσει - κατ’ ανάγκην - μια ιδιόμορφη σχέση αλληλεξάρτησης με τους κτηνοτρόφους. Κάποιοι ληστές “προστάτευαν” κτηνοτρόφους από άλλους ληστές, με αντάλλαγμα τη διατροφή τους (κυρίως με κρέας και τυρί). Όμως οι κτηνοτρόφοι κινδύνευαν να χαρακτηριστούν ως “ληστροτρόφοι” και να συλληφθούν από τα καταδιωκτικά αποσπάσματα. Δεν γινόταν όμως διαφορετικά.
   Τα κτήματα που αγοράστηκαν από τους Τούρκους γύρω από τη Λαμία και περιήλθαν σε ντόπιους κτηματίες, όσα έμεναν ακαλλιέργητα ή μετά την καλλιέργεια αποτελούσαν βοσκοτόπους, που “ενοικίαζαν” οι κτηνοτρόφοι. Το αντίτιμο του ενοικίου (ο λεγόμενος “αέρας”) δινόταν σε είδος και ήταν ένα σφάγιο για το Πάσχα ή κάποια ποσότητα τυριού. Αυτά γίνονταν με συμβόλαια (υπάρχουν αρκετά στο Ιστορικό Αρχείο Λαμίας).
   Μόνιμοι επαγγελματίες κτηνοτρόφοι, με σταθερή διαμονή στη Λαμία, δεν υπήρχαν. Τα υπάρχοντα περιορισμένα στοιχεία, από το Ληξιαρχείο του δήμου Λαμίας και τα Βιβλία Αποβιώσεων των Ιερών Ναών της πόλης, κατέγραψαν όσα άτομα τελεύτησαν στην πόλη. Προφανώς βρέθηκαν στη Λαμία για λόγους υγείας ή στα γηρατειά τους.
  Από τα χειρόγραφα Βιβλία ληξιαρχικών πράξεων θανάτου του δήμου Λαμίας στα έτη[2] 1860 και 1863, εντοπίστηκαν οι παρακάτω, που δηλώθηκαν ως ποιμένες. Ο Αθαν. Κωνσταντίνου καταγράφηκε ως βουκόλος. Ο Γεώρ. Κωστούλας καταγόταν από τη Βομβόκα Κρεμαστής Λαρίσης (Πελασγία), ενώ ο Γεώρ. Νταής ήταν από την Άμπλιανη. Ακολουθεί ο πίνακας:




Σημείωση : Είναι χαρακτηριστικές οι μικρές ηλικίες των κτηνοτρόφων, που υποδηλώνει ότι πέθαναν από κάποια ασθένεια.


3.    Κτηνοτρόφοι μέχρι τα μέσα του 20ού αι.


   Με την πλήρη εγκατάσταση των ανθρώπων σε έναν τόπο και τον πλήρη χωρισμό της πρωτόγονης κοινωνίας σε αγρότες και κτηνοτρόφους και στη συνέχεια με τη δημιουργία των άλλων ειδικοτήτων (τεχνίτες, χειροτέχνες, κ.ά.) η κτηνοτροφία απέκτησε εμπορικό χαρακτήρα. Άτομα από κτηνοτροφικές οικογένειες έγιναν γαλακτοπώλες, κρεοπώλες, τυροκόμοι, δερματέμποροι, κ.ά. Στη Λαμία άνοιξαν καταστήματα με τα παραπάνω είδη, από άτομα της Νέας Άμπλιανης (π.χ. Ντινόπουλος, Ζαροδήμος, Σάπιος), των Γαλανέικων μετά (π.χ. Γαλανός), αλλά και από χωριά της Στερεάς Ελλάδας (π.χ. Κορόζος).
   Από τα Βιβλία των Ιερών Ναών της Λαμίας, έχουμε στοιχεία όσων τελεύτησαν στη Λαμία και δηλώθηκαν ως κτηνοτρόφοι. Θα δοθούν τα στοιχεία αυτά χωριστά για κάθε ενοριακή ζώνη.
   Η περιοχή-ζώνη των ενοριών των Αγίων Θεοδώρων δεν είχε κτήματα. Από τα παλαιότερα χρόνια οι κάτοικοι αυτού του τμήματος της Λαμίας δεν ασχολήθηκαν ποτέ με τη γη, ούτε με την κτηνοτροφία. Μοναδικός κτηματίας, που καταγράφηκε ήταν ο Απόστ. Μ. Δούκας (1848-1915). Μοναδικός κτηνοτρόφος που καταγράφηκε στην περιοχή αυτή ήταν ο Χαράλαμπος Χολέβας, από το Μαυρολιθάρι. Γεννήθηκε το 1870 και πέθανε στη Λαμία το 1943, σε ηλικία 73 ετών.
   Η ανατολική πλευρά του λόφου του Κάστρου, στην περιοχή Αφανού, ήταν θαυμάσιος βοσκότοπος, όπου - κυρίως - τα κοπάδια των νομάδων Αμπλιανιτών κτηνοτρόφων έβοσκαν όταν αυτοί έρχονταν στα χειμαδιά. Μερικά επώνυμα είναι  Γατσινάρης, Τσιφτσής, Κρίντας, κ.ά. Μάλιστα στην επιδημία γρίπης του 1918 πέθανε ο αμπλιανίτης Θεόδωρος Γατσινάρης, 37 ετών ποιμήν, με τα δύο μικρά παιδιά του. Από τα Βιβλία του Ναού, που καλύπτουν την περίοδο 1912-1950 έχουμε τα ονόματα των ποιμένων:




   Η ζώνη της ενορίας του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Λαμίας δεν είναι αγροτική περιοχή, αλλά μόνον αστική και πυκνοδομημένη από πολλά χρόνια. Αστός και ταυτόχρονα κτηνοτρόφος είναι έννοιες ασύμβατες στην ιστορία των κοινωνιών. Οι κάτοικοι της ενορίας του Αγίου Νικολάου ζώντας για πολλές γενιές σε μια από τις κεντρικές περιοχές της πόλης και διαθέτοντας εργασία που απέδιδε ικανοποιητικά έσοδα, δεν υπήρχε περίπτωση να ασχοληθούν με κάποιο κλάδο του πρωτογενή τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία).
   Στα βιβλία του Ναού που καλύπτουν την περίοδο 1913-1965, καταγράφηκαν μόνον 2 κτηνοτρόφοι, που έχουν εντελώς τυχαία σχέση με την ενορία. Συγκεκριμένα, ο ένας δεν έχει μόνιμη κατοικία (είναι σκηνίτης)  και ο άλλος πέθανε αιφνίδια από την καρδιά του, σε πρώιμη ηλικία (38 ετών) στα σκληρά χρόνια του εμφυλίου πολέμου (1945), όταν οι ορεινοί πληθυσμοί μετακινήθηκαν υποχρεωτικά στη Λαμία.  Ακολουθεί ο πίνακας :



  
   Μερικά από τα βόρεια κτήματα της Λαμίας, που ανήκαν σε ενορίτες του Ι. Ν. Παναγίας Δέσποινας αποτελούσαν και βοσκότοπους για τα κοπάδια που χείμαζαν στην περιοχή, εφόσον η κτηνοτροφία εκείνο τον καιρό ήταν κυρίως νομαδική. Περιλάμβανε κυρίως πρόβατα και βοοειδή.
   Στα βιβλία του Ι. Ναού που καλύπτουν την περίοδο 1913-1951, καταγράφηκαν 30 κτηνοτρόφοι. Απ’ αυτούς στους 13 δηλώθηκε η Λαμία ως τόπος καταγωγής τους, οι 14 προέρχονται από χωριά της Φθιώτιδας και 2 από τη γειτονική Ευρυτανία. Από τους νομάδες κτηνοτρόφους, οι 5 κατάγονταν από το Γαρδίκι Ομιλαίων και 2 από τη Δίβρη. Ο Μαν. Αντωνίου ήταν βουκόλος. Τα ονόματα και λοιπά στοιχεία των κτηνοτρόφων ή ποιμένων-βοσκών ακολουθούν :



Σημείωση : Είναι χαρακτηριστικές οι μεγάλες ηλικίες των μισών κτηνοτρόφων, που υποδηλώνει ότι είχαν πλέον εγκατασταθεί μόνιμα στην περιοχή αυτή της Λαμίας.

Η Λαμία όπως φαίνεται από το λόφο του Αγ. Λουκά
   Η ζώνη της ενορίας του Ι.Ν. Ευαγγελίστριας Λαμίας, που καλύπτει το κέντρο της πόλης και τότε επεκτεινόταν μέχρι τα δυτικά της πόλης (δεν υπήρχε τότε ενορία του Αγίου Λουκά). Είναι μια αστική περιοχή, πυκνά δομημένη, όπου οι ασχολίες του πρωτογενή τομέα δεν μπορούν να συνυπάρχουν. Ούτε κτήματα στο ορεινό της ζώνης προς τον Άγιο Λουκά υπάρχουν, ούτε μαντριά και στάνες έχουν θέση.
     Στα βιβλία του Ι. Ναού της Ευαγγελίστριας καταγράφηκε ένας κτηνοτρόφος, που μετοίκησε σε μεγάλη ηλικία από τη Στρώμη Παρνασσίδας, πιθανά κατά την Κατοχή και τελεύτησε στη Λαμία. 





   Η ζώνη της ενορίας του Ι. Ν. Αγίου Δημητρίου κάλυπτε το νότιο τμήμα της πόλης μέχρι την σιδηροδρομική γραμμή. Κι αυτή ήταν αστική ζώνη. Τα στοιχεία του Ι. Ναού καλύπτουν την περίοδο 1929-1965. Το αποτέλεσμα της αναζήτησης ήταν κι εδώ πενιχρό. Καταγράφηκε μόνο ένας υπερήλικας κτηνοτρόφος, που δηλώθηκε με καταγωγή τη Λαμία.



  Κάτω της σιδηροδρομικής γραμμής και νότια μέχρι την περιοχή του στρατιωτικού αεροδρομίου, έρχονταν οι νομάδες κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια και τις οικογένειές τους από την Άμπλιανη Ευρυτανίας, την περίοδο Οκτωβρίου-Απριλίου (στα χειμαδιά). Από το 1920 περίπου έφτιαξαν πετρόκτιστα σπίτια κατά μήκος της οδού Αθηνών (κυρίως) και από το 1929 λειτούργησε ο ενοριακός ναός της Αγίας Παρασκευής Νέας Άμπλιανης. Θα αναφέρουμε επώνυμα οικογενειών κτηνοτρόφων, που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή αυτή και απετέλεσαν τους μόνιμους κατοίκους της με απογόνους στα μεταπολεμικά χρόνια. Αυτά ήταν:

Λαμιώτισσα με παραδοσιακό φόρεμα
(φωτ. Nellys, 1932)
   Αρβανίτης, Βεζύρης, Γατσινάρης, Γιαννακόπουλος, Γιώτης, Γκουζούνης, Ζαροδήμος, Καλτσούλας, Καραχάλιος, Καστανιώτης, Κοντογιάννης, Κοτρώνης, Κραββαρίτης, Κρανιάς, Κρίντας, Μπαρτσώκας, Νιάφας, Νταής, Νταφλούκας, Ντελής, Πάπουτσας, Ράμμος, Σάπιος, Σκλάβος, Στεφανής, Τούντας (ή Μπάκας), Τσιφτσής και Χολέβας.
   Στην περιφέρεια της Λαμίας υπήρχαν βοσκότοποι, στην περιοχή βόρεια του λόφου Κάστρου, την Ταράτσα  και λόφου του Προφήτη Ηλία μέχρι τη Νταϊτσά (τώρα λέγεται Αγριλιά) και τις Τσοπανλάτες (τώρα λέγεται Λυγαριά), τον Τσαρουχόκαμπο και τη Μαυρομαντήλα στα ανατολικά και βόρεια των Καλυβίων στα δυτικά. Μέχρι το 1940 έρχονταν νομάδες κτηνοτρόφοι από την Ευρυτανία και ξεχείμαζαν. Μεταπολεμικά, οι απόγονοι αυτών εγκαταστάθηκαν μόνιμα, αλλά δεν συνέχισαν το κτηνοτροφικό επάγγελμα.
   Την περίοδο του Εμφυλίου 1936-49, με την αναγκαστική μετακίνηση των πληθυσμών από τα ορεινά κυρίως χωριά προς τη Λαμία, η κτηνοτροφία μειώθηκε σημαντικά.



Επίλογος


     Στα μεταπολεμικά χρόνια, η υποχώρηση της νομαδικής κτηνοτροφίας καλύφθηκε από την ημινομαδική μορφή της, δηλ. η κτηνοτροφική μονάδα (μαντρί) ήταν κοντά και έξω από τον μόνιμο τόπο κατοικίας του κτηνοτρόφου (συνήθως το γειτονικό χωριό). Η διατροφή των ζώων γινόταν με βόσκηση στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και με χορτονομές ή ζωοτροφές την περίοδο του χειμώνα. Εξέλιξη αυτών ήταν η σταβλισμένη κτηνοτροφία, όπου τα ζώα παραμένουν μόνιμα σε στεγασμένο χώρο, όπου διατρέφονται, φροντίζονται ιατρικά και αρμέγονται με τη βοήθεια εξελιγμένων μεθόδων. Στην Ελλάδα, ο τελευταίος τρόπος άργησε να εφαρμοστεί, κυρίως λόγω κόστους και απουσίας επαγγελματικής αντίληψης.
   Οι σημαντικές απαιτήσεις του επαγγέλματος, με πολύωρη απασχόληση, σε δυσμενείς συνθήκες εργασίας δεν έφεραν νέους ανθρώπους σ’ αυτό. Η ζήτηση του προϊόντος παραμένει μεγάλη, αλλά με χαμηλές σχετικά τιμές των ζωικών προϊόντων και αυξημένο κόστος ζωοτροφών. Τα χωριά μας άδειασαν από κόσμο και οι νέοι στράφηκαν κυρίως σε επαγγέλματα υπηρεσιών.
   Μετά από 180 χρόνια, η Στερεά Ελλάδα με ζωικό πληθυσμό 2 εκατομμυρίων ζώων (το 1834), δεν καλύπτει τις ετήσιες ανάγκες σε κρέας και εισάγει από άλλες χώρες. Κρίμα …


Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
                 φυσικός

-------------------

Βιβλιογραφία-Αναφορές

1.    Βιβλία Ιερών Ναών της Λαμίας
2.    Γεωργ. Αλ. Πλατή : “Η ΛΑΜΙΑ (ιστορική και κοινωνική έρευνα)”, έκδ. Δήμου Λαμιέων, 1973, Λαμία.
3.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “Προϊόντα της περιοχής Ζητουνίου (Λαμίας) και λοιπής Στερεάς στο 18ο και στο 19ο αιώνα (από κείμενα ξένων και Ελλήνων περιηγητών)”, αναρτήθηκε στο www.amfictyon.blogspot.gr, από τις 23-9-2018.
4.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “ Οικογένειες μεγαλοκτηματιών Τσάλλη στην περιοχή Λαμίας και τσιφλίκι Ιμίρμπεη ”, στην εφ. “ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ” σε 6 συνέχειες από την Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015 (φ. 20894, σ. 8) μέχρι και το Σάββατο 11 Ιουλίου 2015 (φ. 20902).
5.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “Οικισμός αγροτών προσφύγων Μεγάλης Βρύσης Λαμίας”. Δημοσιεύτηκε στο περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2009, σελ. 105-117, Λαμία.
6.    Κων. Μπαλωμένου - Γεωρ. Στεφανή : “Η Νέα Άμπλιανη Λαμίας”, 2018, Λαμία.
7.    Ιωάν. Κ. Γαλανού “Η διαχρονική εξέλιξη του συνοικισμού Γαλανέικων και η συνεισφορά των πρώτων κατοίκων του” , σελ. 25, Λαμία, 2011.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



[1] Όπως ονομαζόταν η Λαμία από το 869 μ.Χ.
[2] Ο πληθυσμός της Λαμίας το έτος 1856 ήταν 3.376 κάτοικοι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου