Πρόλογος
Είναι γνωστή η ιστορία του φυτού καπνός, που
έφερε ο Κολόμβος στην Ευρώπη, μετά την ανακάλυψη της Αμερικής (1492). Ήταν μια
συνήθεια των Ινδιάνων που τον έκαιγαν για να εισπνεύσουν τον καπνό, για
θρησκευτικούς-θεραπευτικούς λόγους. Τον ονόμαζαν tobaccos. Επιστρέφοντας ήρθε ο καπνός στην
Ευρώπη. Το φυτό καλλιεργήθηκε από το 1550 στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και
μετά στο Βέλγιο. Ο Γάλλος πρέσβης στην Πορτογαλία Jean Nicot, το 1560 έστειλε καπνό στην
Αικατερίνη των Μεδίκων, για θεραπεία από ημικρανίες. Ακολούθησε η εξάπλωση της
χρήσης του καπνού, πρώτα για θεραπευτική χρήση. Η συνήθεια του καπνίσματος
διαδόθηκε σε πολλές χώρες έκτοτε.
Στην παρούσα εργασία θα δοθούν τα
(περιορισμένα δυστυχώς) στοιχεία για τις καπνοβιοτεχνίες-καπνοβιομηχανίες, που
δημιουργήθηκαν στη Στερεά Ελλάδα, με όσο γίνεται σύντομο τρόπο.
1. Ο καπνός στην Ελλάδα (ποικιλίες, καλλιέργεια)
Από τις αρχές του 16ου αιώνα ο καπνός έγινε
γνωστός στην Ελλάδα, από τη Δύση. Η καπνοκαλλιέργεια άρχισε από τη Μακεδονία
και τη Θράκη. Αργότερα επεκτάθηκε νοτιότερα (Λαμία, Λειβαδιά, Άργος, Καλαμάτα). Στην
Ελλάδα καλλιεργήθηκαν οι ποικιλίες ανατολικού τύπου (όπως λέγονται) από τις
οποίες οι πιο γνωστές είναι :
1. Μπασμά(ς) : Παραγόταν σε Ανατ.
Μακεδονία και Θράκη.
2. Κατερίνη : προήλθε από σπόρους
ποικιλίας της Σαμψούντας. Καλλιεργήθηκε στην Κατερίνη.
3. Καμπά-Κουλάκ : Καλλιεργήθηκε σε
Κεντρική-Δυτική Μακεδονία και Θράκη.
4. Μυρωδάτα Αγρινίου.
5. Τσεμπέλια Αγρινίου
6. Μαύρα : Καλλιεργήθηκαν σε Θεσσαλία και
Αργολίδα.
Οι ποικιλίες αυτές διαφέρουν μεταξύ τους στο
σχήμα του φύλλου, στο μέγεθος, στο χρωματισμό, στο άρωμα (αν έχουν), στη γεύση,
κ.ά. Από περιοχή σε περιοχή διαφέρουν τα φύλλα και της ίδιας ποικιλίας, εφόσον
είναι διαφορετική η σύσταση του εδάφους,
το υψόμετρο, η θέση, η ηλιοφάνεια.
Φύλλα καπνού
|
Τα κατώτερα φύλλα του φυτού έχουν λιγότερη
νικοτίνη και λιγότερη αξία. Από τη μέση του βλαστού και πάνω αναδεικνύονται τα χαρακτηριστικά της
ποικιλίας (γεύση, ποιότητα, άρωμα). Υπάρχουν λεπτόφυλλες και παχύφυλλες
ποικιλίες καπνού. Περισσότερα τσιγάρα δίνουν οι λεπτόφυλλες.
Οι κλασσικές ποικιλίες των ελληνικών
ανατολικών καπνών (μπασμάς, Κατερίνη, μπασμάς-κουλάκ) είναι εξαιρετικής
ποιότητας με ευχάριστο άρωμα και καλή γεύση, που γίνονταν τσιγάρα είτε
μεμονωμένες είτε σε χαρμάνια. Η ζήτησή τους (λόγω της υψηλής ποιότητας) ήταν
πάντα πολύ μεγάλη, παρά την υψηλή τιμή αυτών των καπνών.
Από τη δεκαετία του ’80 υποχώρησαν οι καλλιέργειες καπνών ανατολικού τύπου και αναπτύχθηκαν άλλες ποικιλίες. Προήλθαν από την αμερικανική ήπειρο. Αναφέρουμε τις δύο πιο γνωστές :
1)
Τα καπνά Βιρτζίνια (Virginia), από την ομώνυμη πολιτεία των ΗΠΑ, είναι τριών
τύπων, ανάλογα με τον τρόπο αποξήρανσης και το χρώμα των φύλλων. Στην Ελλάδα η
παραγωγή τους άρχισε από τη δεκαετία του ’70. Η αύξηση της κατανάλωσης καπνών
Βιρτζίνια τα τελευταία χρόνια οφείλεται στην εξάπλωση του American Blend, που εκτόπισαν άλλους τύπους τσιγάρων
όπως τα ανατολικού τύπου και τα μαύρα γαλλικού τύπου.
2)
Τα καπνά Μπέρλεϋ (Burley)
αποξηραίνονται αργά και δεν περιέχουν ζάχαρη. Τα φύλλα τους είναι μεγάλα και
έχουν σκούρο καφέ χρώμα. Καλλιεργούνται σε χώρες αμερικάνικες. Χρησιμοποιούνται
στα χαρμάνια των τσιγάρων American Blended.
2. Χρήσεις του καπνού
Αρχικά συνδέθηκε με το θρησκευτικό
τελετουργικό, οπότε μάγοι-θεραπευτές, γιατροί της εποχής και πάσχοντες
περιβάλλονταν από καπνούς και θεραπεύονταν. Αργότερα έγινε ατομική απόλαυση και
αποτέλεσε στοιχείο του κοινωνικού χώρου.
Στην Ευρώπη, στη διάρκεια των 4 αιώνων
χρησιμοποιήθηκε για μάσημα, για κάπνισμα ή για εισπνοή (σνιφάρισμα[1]).
Το μάσημα γινόταν για τη γεύση των αρωματικών ουσιών του επεξεργασμένου (κυρίως
με μέλι) καπνού. Τρίμματα καπνού με αρωματισμένο νερό, σε μορφή σκόνης
αποτελούσαν το ταμπάκο, που εισπνεόταν (πρέζα) και ήταν μέρος του σαβουάρ βιβρ
των κοσμικών κύκλων την περίοδο της Μπελ-εποκ και του Μεσοπολέμου.
Η καύση του καπνού για εισπνοή, ξεκίνησε από
τις καπνοσύριγγες-πίπες των Ινδιάνων της Αμερικής και εξελίχθηκε σε κατάλληλα
αντικείμενα (πίπες, ναργιλέδες). Στην Ευρώπη εκτός των χειροποίητων τσιγάρων
προτιμήθηκαν τα πούρα. Στην Ελλάδα συναντάμε πούρα από τα μέσα του 19ου αι.,
αλλά ήταν εισαγόμενα και ακριβά.
Στο Μεσοπόλεμο (δεκαετίες ’20 και ’30) στα
σαλόνια έγινε μόδα η χρήση πίπας για τσιγάρα. Παράλληλα κυκλοφόρησαν ποιοτικές
ταμπακιέρες για τσιγάρα.
3. Καπνοπωλεία και καπνοβιομηχανίες
Όπως γράφει ο Μακρυγιάννης στα
Απομνημονεύματά του, από το 1821 άνοιξε στο Ναύπλιο το πρώτο καπνοπωλείο στην
ελεύθερη Ελλάδα. Στα καπνοπωλεία, από τα δέματα με καπνό ποιότητας που
διέθεταν, έκοβαν με χαβάνια ορισμένη ποσότητα καπνού για ημερήσια κατανάλωση. Ο
κομμένος καπνός έμπαινε σε καπνοσακούλες ή σε ταμπακιέρες. Επίσης τα καπνοπωλεία
διέθεταν για πώληση τσιγαρόχαρτο, χειροποίητα τσιγάρα, πούρα και πίπες.
Χαβάνι (για κοπή του καπνού) |
Την περίοδο 1835-38 η “τέχνη της ταμβακοποιίας[2]” αναφέρεται από τον Κων. Κούμα, ότι
είναι από τις πρώτες σε ανάπτυξη βιομηχανικές τέχνες στην Ελλάδα. Μέχρι το 1864
δημιουργούνται στην Ελλάδα πολλές εμπορικές επιχειρήσεις επεξεργασίας καπνών,
με ειδικά διαμορφωμένες καπναποθήκες. Σε εμπορικά κέντρα (συνήθως λιμάνια)
περιοχών με καπνοπαραγωγή ανοίγουν καπνομάγαζα.
Τα πιο σημαντικά κέντρα ήταν η Ερμούπολη, ο Πειραιάς, ο Βόλος, η Λαμία,
το Αγρίνιο και η Ζάκυνθος. Με την απελευθέρωση της Μακεδονίας επιπλέον έγιναν η
Δράμα, η Καβάλα, οι Σέρρες και η Θεσσαλονίκη.
Τσιγάρα Ζάννου-Ρως |
Από τα μέσα του 19ου αι., οι Αριστόβουλος Ζάννος και Εμμανουήλ Ρως σύστησαν μεγάλη γεωργική[3] και βιομηχανική εταιρεία, με πολλαπλές δραστηριότητες. Τις επόμενες δεκαετίες, στη Φθιώτιδα δημιούργησαν καπνοφυτείες σε ιδιόκτητη έκταση 70.000 στρεμ. με ποικιλίες από σπόρους καπνών Ξάνθης και Καβάλας. Από το 1877 με το λογότυπο “Ζάννου-Ρως & Σία” κυκλοφόρησαν χειροποίητα τσιγάρα με τίτλους : ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, ΜΙΝΕRVA, ΖΕΥΣ, ΑΠΟΛΛΩΝ, ΘΗΣΕΥΣ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΑΧΙΛΛΕΥΣ με προορισμό το εξωτερικό. Η εταιρεία είχε γραφεία στην Αθήνα, το δε κεντρικό καπνοπωλείο της ήταν στην πλατεία Συντάγματος. Στη Διεθνή Έκθεση των Αθηνών το 1903, “τα σιγαρέττα Ζάννου-Ρως έλαβαν το υψηλότερο βραβείο μεταξύ των ελληνικών σιγαρέττων”. Το 1905 η καπνοβιομηχανία διέκοψε τη λειτουργία της.
Από το 1883 άρχισε να φορολογείται η εμπορία
του καπνού και των προϊόντων του (κυβέρνηση Χαρ. Τρικούπη). Για το κράτος αυτή υπήρξε
πολύτιμη πηγή εσόδων. Όμως ποτέ ο καπνός δεν έγινε μονοπώλιο του ελληνικού
κράτους. Τα τσιγαρόχαρτα όμως από το 1887 με νόμο έγιναν αποκλειστικό δικαίωμα
(μονοπώλιο) του κράτους.
Από το 1885 εμφανίζονται στα ελληνικά
καπνοπωλεία τα πρώτα έτοιμα χειροποίητα τσιγάρα. Συνήθως τα έφτιαχναν στο πίσω
μέρος του καπνοπωλείου λίγοι εργάτες καθισμένοι στο πάτωμα. Η μάρκα των
χειροποίητων τσιγάρων έπαιρνε το όνομα του καπνοπωλείου που τα έφτιαχνε, π.χ.
Καπνοπωλείον “Η Αδελφότης”, Π. Μιχαλάκης, Εν Λεβαδεία, ή
Καπνεμπορείον “Το Ωμέγα”, Αθαν. Δημητρά, εν Αμφίσση.
Σιγαρέττα “ΩΜΕΓΑ” Αθαν. Δημητρά |
Το 1895 έρχεται στην Ελλάδα (στο καπνεργοστάσιο του Πειραιά), η πρώτη - κάπως πρωτόγονη - σιγαροποιητική μηχανή, με παραγωγή 50 κιλά τσιγάρα την ημέρα. Πάντως στις αρχές του 20ού αιώνα πωλούνται μόνο χειροποίητα τσιγάρα, που έχουν και επιστόμια (από βαμβάκι ή φελλό).
Το 1895 ο Κωνσταντίνος Π. Αγαθοκλής ίδρυσε[4]
καπνεργοστάσιο, όπου απασχολούσε 70 άτομα. Το κεντρικό πρατήριο πώλησης
βρισκόταν στην Αθήνα, στην οδό Πραξιτέλους 36 και οι κεντρικές αποθήκες στην
Ακτή Μιαούλη, στον Πειραιά. Διέθετε υποκαταστήματα στην Πάτρα, στην Τρίπολη και
στη Χαλκίδα. Έκλεισε το 1900.
Από το 1909 έρχονται στην Ελλάδα (σε Αθήνα
και Πύργο) βελτιωμένες σιγαροποιητικές μηχανές, που παράγουν 200 χιλιάδες
τσιγάρα στο 7ωρο. Οι τεχνίτες-σιγαροποιοί αντιδρούν και απειλούν να τις
καταστρέψουν προκαλώντας ταραχές. Ακολούθησε περίοδος δύσκολης συνύπαρξης. Στα
επόμενα χρόνια τα φτηνότερα μηχανοποιημένα τσιγάρα επικράτησαν των
χειροποίητων. Πάντως για μια εικοσαετία περίπου θα συνυπάρχουν με τα έτοιμα
χειροποίητα τσιγάρα.
Τα καπνοπωλεία πουλούσαν εκτός από τσιγάρα και
επιπλέον ζαχαρωτά, εφημερίδες, χαρτικά, κ.ά. Έγιναν προάγγελοι των περιπτέρων
λιανικής πώλησης, που ιδρύθηκαν το 1922 και από το 1929, η πώληση τσιγάρων και
καπνού έγινε μονοπώλιο από “τα θύματα πολέμου”. Από την 31η Δεκεμβρίου 1925, με
νόμο, απαγορεύτηκε η πώληση κομμένου καπνού για τσιγάρα.
Από το 1926 καταργείται το “χειροποίητον
σιγαρέττον” και απαγορεύεται η κυκλοφορία του. Όμως, τα χειροποίητα τσιγάρα θα
συνεχίσουν λαθραία να συντροφεύουν τους καπνιστές. Τα “στριφτά” τσιγάρα έγιναν
η συντροφιά της φτωχολογιάς και της παρανομίας, των στρατιωτών στον πόλεμο και ήταν
τα τσιγάρα[5]
της Κατοχής.
Με ψήφισμα, το 1927, στους καπνοπαραγωγούς
(με καλλιέργειες άνω των 2 στρεμμάτων)
δίνεται το δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν ορισμένη ποσότητα τσιγαρόχαρτου.
Μέχρι το 1930 έχουμε κορύφωση του αριθμού των μονάδων που παράγουν τσιγάρα. Αρκετές
συνυπάρχουν με καπνοπωλεία.
Γεώργιος Κεράνης |
Το 1927, ο Γεώργιος Α. Κεράνης (1903-1948) από το Μικρό Χωριό Ευρυτανίας κυκλοφορεί τα πρώτα τσιγάρα ΕΘΝΟΣ με επιτυχία. Τα επόμενα χρόνια δημιουργεί στην Αθήνα μία από τις μεγαλύτερες καπνοβιομηχανίες της Ελλάδας.
Από το 1929 ο Γεώργιος Μπόγδανος στη Λαμία,
δήλωνε καπνοβιομήχανος. Δεν βρέθηκαν άλλα στοιχεία για τη δραστηριότητά του.
Το 1930 καταγράφονται 331 καπνοβιομηχανίες
στην Ελλάδα (που απασχολούσαν 5.347 άτομα), από τις οποίες οι 83 βρίσκονταν στη
Στερεά Ελλάδα. Οι περισσότερες καπνοβιομηχανίες (ορθότερα καπνοβιοτεχνίες) ήταν
μικρού μεγέθους και απασχολούσαν μέχρι 5 άτομα.
Από το 1931 ο Χαρίλαος Κωνσταντίνου από την Αταλάντη πιστοποιεί τα σήματα τσιγάρων ΕΓΓΛΕΖΙΚΑ και SANTE. Από το 1933 μαζί με τα αδέρφια του Δημοσθένη και Γεώργιο θα δημιουργήσουν σημαντική καπνοβιομηχανία[6] με κύριο προϊόν τα τσιγάρα SANTE (με έδρα την Αθήνα).
Στη Λαμία και στις περισσότερες πόλεις της
Ελλάδας ξεσπούν απεργίες εναντίον των μεγάλων κεντρικών καπνοβιομηχανιών, που
μειώνουν το κέρδος των καπνοπωλών και σβήνουν τις μικρές περιφερειακές
καπνοβιοτεχνίες, που έδιναν δουλειά σε πολύν κόσμο. Στις 28-3-1933 η απεργιακή
επιτροπή καπνοπωλών Λαμίας κυκλοφόρησε ανακοινωθέν προς το κοινό της πόλεως
“Η τάξις μας πάσχουσα εκ της μεγάλης κρίσεως
ήτις μαστίζει την χώραν μας και εκ του αθεμίτου συναγωνισμού καθώς και της κατά
μέτωπον επιθέσεως του καπνοβιομηχανικού κεφαλαίου. Περικόπτονται και αυτά τα
ελάχιστα κέρδη μας, που αποτελούσαν την ύπαρξιν της ζωής μας, βρεθήκαμε στην
ανάγκη να κατέλθωμεν σε απεργιακόν αγώνα δια να σταματήσουμε την εκμετάλλευσιν
των καπνοβιομηχάνων και να περιφρουρήσουμε τα συμφέροντά μας. Τιθέμεθα εναντίον
στην αύξησι της τιμής τως σιγαρέττων, γιατί αυτήν θα κληθή να πληρώση ο Λαός, ο
οποίος μόλις εκοικονομεί ένα ξερό κομμάτι ψωμί. Αυτά είνε τα δίκαιά μας
αιτήματα και καλούμε το κοινόν να τεθή στο πλευρό μας, εναντίον των σχεδίων του
καπνοβιομηχανικού κεφαλαίου.”
Οι ντόπιοι καπνοβιομήχανοι συμπαρίστανται με
ανάλογο ανακοινωθέν : Εις τον απεργιακόν αγώνα μας εναντίον του
καπνοβιομηχανικού κεφαλαίου έχομεν υποχρέωσιν να σας γνωρίσωμεν ότι η ντόπια
καπνοβιομηχανία καταδικάζει κάθε αύξησιν της τιμής των σιγαρέττων και υιοθετεί
τα δίκαια αιτήματά μας μη περικόπτοντας τα ποσοστά άτινα μας χορηγούν μέχρι
σήμερον. Για την απεργιακή επιτροπή το υπογράφουν: Ι. Μαστρογιαννόπουλος
(γραμματεύς). Δια τους καπνοβιομηχάνους Λαμίας : Ρίζος Ριζόπουλος, Χρίστος
Γαλάνης, Αδεφοί Μανιά, Δημ. Γερονικάκης.
Μέχρι το 1940 οι μικρές καπνοβιοτεχνίες
έκλεισαν. Εκτός του άξονα Αθηνών-Πειραιά λίγες απέμειναν, στα κέντρα παραγωγής του
καπνού για εσωτερική κατανάλωση (σε Στερεά Ελλάδα-Εύβοια, Πελοπόννησο, Θεσσαλία
και Ήπειρο).
Έρχεται η Κατοχή. Η ελληνική καπνοβιομηχανία
είχε αποθέματα καπνών για 2 χρόνια, αλλά οι λεηλασίες, επιτάξεις και αρπαγές
σταμάτησαν την παραγωγή. Από το 1945 μπήκε διατίμηση στα τσιγάρα (που
καταργήθηκε το 1950).
Το 1950 απέμειναν μόνοι 56 καπνοβιομηχανίες
(στην ανατολική Στερεά Ελλάδα καμία). Λόγω του οικονομικού αδιεξόδου που
περιήλθαν, με το Ν.Δ. 2946/1954, σε μικρούς καπνοβιομήχανους δόθηκε η ευχέρεια
εθελουσίας εξόδου (παύση λειτουργίας) με εξαγορά των μηχανημάτων τους απ’ το
κράτος.
Στο τέλος του 20ού αι. (από τις 1.000
καπνοβιομηχανίες σε Ελλάδα και εξωτερικό) απέμειναν οι καπνοβιομηχανίες
Γεωργιάδη, Καρέλια, Κεράνη και Παπαστράτου.
4. Οι καπνεργάτες
Από τον παραγωγό τα καπνά έφταναν στις
καπναποθήκες, όπου οι ειδικευμένοι εργάτες (οι καπνεργάτες) έκαναν τη διαλογή.
Ακολουθούσε η ταξινόμηση και μετά η δεματοποίηση των καπνών. Στη διάρκεια του
19ου αι. οι συνθήκες εργασίας ήταν κακές (χαμηλό μεροκάματο, παρατεταμένα
ωράρια και ανθυγιεινές συνθήκες στους χώρους εργασίας). Η Καβάλα εξελίχθηκε στο
μεγαλύτερο κέντρο επεξεργασίας ποιοτικών καπνών στα Βαλκάνια.
Καπνεργάτες (1928) |
Με την είσοδο του 20ού αι. εισάγονται μηχανές στις καπνοβιομηχανίες και μειώνεται ο αριθμός καπνεργατών. Η Μικρασιατική Καταστροφή έφερε πλεόνασμα εργατικού δυναμικού. Οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επιδεινώθηκαν με την ανεργία, τα χαμηλά ημερομίσθια και τις ασθένειες (φυματίωση, ελονοσία, δάγκειος πυρετός).
Οι αγώνες των καπνεργατών οδήγησαν στην πρώτη
συλλογική σύμβαση το 1914. Ακολούθησε ο νόμος του Πάγκαλου το 1925 για το
Ταμείο Ασφαλίσεως Καπνεργατών (ΤΑΚ) και τέλος έγιναν οι μεγάλες απεργίες της
δεκαετίας του ’30. Μετά τα αιματηρά γεγονότα του Μάη 1936 στη Θεσσαλονίκη οι
πολιτικές κρίσεις έφεραν τη δικτατορία Μεταξά και ακολούθησε ο Β’ Παγκόσμιος
Πόλεμος.
Μεταπολεμικά, το 1953, το επάγγελμα του
καπνεργάτη δεν είχε καμιά κατοχύρωση και τους ανάγκασε να γίνουν μετανάστες.
5. Καπνοβιομηχανίες στην ανατολική Στερεά Ελλάδα και Εύβοια
Από τα υπάρχοντα στοιχεία γνωρίζουμε ότι
δημιουργήθηκαν μικρές μονάδες που θα τις λέγαμε καπνοβιοτεχνίες (αντί για το
βαρύγδουπο τίτλο καπνοβιομηχανίες). Παράλληλα έκαναν και καπνεμπόριο. Αναγκαίο
ήταν και το καπνοπωλείο ή πρατήριο πώλησης προϊόντων καπνού. Καταγράψαμε 6-7
στη Λαμία, 6 στην Άμφισσα, 4 στη Λειβαδιά και 5 στη Χαλκίδα. Δυστυχώς τα
στοιχεία είναι πολύ περιορισμένα, εφόσον η περίοδος που λειτούργησαν ήταν
μικρή, δεν διαφυλάχθηκαν κουτιά τσιγάρων, δεν υπήρξαν διαφημίσεις σε εφημερίδες
της εποχής και δεν βρέθηκαν μαρτυρίες. Ακολουθούν τα στοιχεία.
Στη Λαμία
υπήρξαν οι καπνοβιομηχανίες :
1. Π.
Αιγινίτου & Σία,
που λειτούργησε στα μέσα της δεκαετίας του ’20 και σίγουρα το έτος 1924. Από
εκλεκτά ελληνικά καπνά παρήγαγε τα μηχανοποιημένα τσιγάρα “ΤΑΝΞ”. Δεν είναι
γνωστή η διάρκεια λειτουργίας του και πότε σταμάτησε. Επιπλέον κυκλοφόρησε τα “Γλυκοσέρτικα σιγαρέττα ΑΝΘΟΣ ΛΑΜΙΑΣ” σε κούτα.
2. Αθανασίου
Δ. Γαλάνη (1881-1931).
Γεννήθηκε στη Λαμία. Προέρχεται από οικογένεια μεγαλοκτηματιών, που διέμεναν
στη Σαρμουσακλή (Ροδίτσα). Ασχολήθηκε με το εμπόριο καπνών. Από τη δεύτερη
δεκαετία του 20ού αι., από το 1917, δημιούργησε βιομηχανία μηχανοποίητων
τσιγάρων, σε κτίριο της περιοχής Επτά Βρύσες (πίσω απ’ τη Μητρόπολη Λαμίας).
Από τους τίτλους των συρταρωτών πακέτων που κυκλοφόρησε, χαρακτηριστικές ήταν
δύο: τα σιγαρέττα “ΑΒΕΡΩΦ”, με
φωτογραφία του μεγάλου ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ που κυκλοφόρησε από το 1927 και
τα “Σέρτικα Λαμίας”.
Αθανάσιος Δ. Γαλάνης |
Ο Αθαν. Γαλάνης πέθανε[7]
το 1931, σε πρώιμη ηλικία 50 ετών. Ανέλαβαν τα παιδιά του και στη δεκαετία του
’30 δημιούργησαν και πρατήριο-καπνοπωλείο σε ιδιόκτητο μαγαζί, στην αρχή της
οδού Καραϊσκάκη δεξιά στην πλατεία Λαού (υπάρχει και σήμερα).
Η φίρμα “Σέρτικα Λαμίας” μετά
από συμφωνία με τη γνωστή εταιρεία ΚΑΡΕΛΙΑ Α.Ε. συνέχισε να παράγεται από το 1947
σε κούτα των 100 σιγαρέττων.
3. Δημητρίου Μουζέλη
: Η οικογένεια Μουζέλη, με καταγωγή από την Αμφίκλεια, περιλάμβανε
τρία αδέρφια (Δημήτριο, Γεώργιο και Παναγιώτη). Ασχολήθηκαν με το εμπόριο
δημητριακών και καπνών. Με τον Κων. Κρόκο, οι Αφοί Μουζέλη είχαν τράπεζα (με
έτος ίδρυσης το 1887) στη Λαμία, με υποκατάστημα στον Πειραιά. Το έτος 1927 ο
Δημήτριος Μουζέλης[8] ίδρυσε στη Λαμία καπνοβιομηχανία μηχανοποίητων
τσιγάρων. Δεν είναι γνωστό το σήμα των τσιγάρων που κυκλοφόρησε, ούτε η
διάρκεια (που μάλλον ήταν βραχύβια).
Ρίζος Ριζόπουλος |
4. Ρίζου
Ριζοπούλου
(1869-1945) : Γεννήθηκε στη Λαμία. Ασχολήθηκε με το καπνεμπόριο και δημιούργησε
βιοτεχνία παραγωγής τσιγάρων, με
Πρατήριο πώλησης στην πλατεία Λαού (ήταν ένα τμήμα του ισογείου του
ξενοδοχείου “Εμπορικόν”, όπου πουλούσε τσιγάρα). Ο Ρίζος Ριζόπουλος[9]
δήλωνε καπνοπώλης[10]
(1932) αλλά καταγράφηκε[11]
ως καπνοβιομήχανος. Κυκλοφόρησε μηχανοποίητα τσιγάρα την περίοδο 1927-1934. Παρήγαγε
τσιγάρα σε δύο ποιότητες «Εκλεκτόν» και δεύτερης ποιότητας (σέρτικα). Είχε
μεγάλη κατανάλωση στην περιοχή (ειδικά η δεύτερη ποιότητα).
5. Αδελφοί
Μανιά : Ο Κωνσταντίνος Μανιάς γεννήθηκε το 1852. Δεν
καταγόταν[12]
από τη Λαμία. Ασχολήθηκε με το εμπόριο καπνών από το οποίο απέκτησε αρκετά
χρήματα. Μαζί με τους αδελφούς του Ιωάννη[13]
(1841-1916) και Ευστάθιο (1859-1924), από το 1895, δημιούργησαν εταιρεία, με
αντικείμενο την επεξεργασία και εμπορία καπνού, στη Λαμία. Το εργοστάσιο της
εταιρείας ήταν στην σε ενοικιασμένο κτίριο στην πλατεία Ελευθερίας (σήμερα
είναι εκεί ο κινηματογράφος “Γαλαξίας”).
Κωνσταντίνος Μανιάς |
Στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 20ού αι. ο Κωνστ. Μανιάς
δημιούργησε δικό του καπνεργοστάσιο στη βόρεια γωνία των οδών Κολοκοτρώνη και
Δημολιούλια. Παρήγαγε χειροποίητα τσιγάρα και καπνό σακούλας, με καπνά
ανατολικού τύπου. Το 1917 ο Κωνστ. Μανιάς πέθανε σε ηλικία 65 ετών. Συνέχισε ο
Ευστάθιος Μανιάς μέχρι το θάνατό του το 1924, αλλά ανέλαβε και ο νεότερος
Δημήτριος Κων. Μανιάς, που βελτίωσε την παραγωγή του με μηχανοποιημένα τσιγάρα
κατά την περίοδο 1927-1933.
Στα επόμενα χρόνια της δεκαετίας του ’30, με την ανάπτυξη των κεντρικών
μεγάλων καπνοβιομηχανιών με τα μηχανοποιημένα τσιγάρα, οι μικρές μονάδες της
περιφέρειας οδηγήθηκαν στο κλείσιμο.
6. Γιαννουκάκη
: Είχε εργοστάσιο
τσιγάρων Έφτιαχνε σέρτικα τσιγάρα στη Λαμία. Η αναφορά προέρχεται από τη μνήμη
του πατέρα μου Αθανασίου Κ. Μπαλωμένου (1918-2003). Ελλείπουν άλλα στοιχεία.
7. Γ.
Φαρόπουλου[14] : Με τον Ε. Αποστολόπουλο λειτούργησαν
καπνεργοστάσιο που παρήγαγε μηχανοποίητα τσιγάρα στην Άμφισσα. Παρήγαγαν
μηχανοποίητα τσιγάρα με το σήμα “ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ”, που κυκλοφόρησαν από
το 1924 σε όλη την περιοχή (και φυσικά στη Λαμία). Το έργο τους συνέχισαν οι
αδελφοί Ταλαμάγκα με νεότερη μηχανή μέχρι το 1932.
Στους καπνέμπορους της Λαμίας πρέπει να
αναφέρουμε[15]
τους : Ν. Αθανασίου, Δ. Βαρσαμή και Σία, Δημ. Δεληγιάννη, Χρ. Ελασσώνα, Σπ.
Καρφή, Δημ. Κονταξή, Δήμο Κουφοδήμο, Ευστάθιο Μανιά, Λουκά Κ. Μανιά, Κωνστ.
Μηλαρόπουλο και Ταξιάρχη Ταξιαρχόπουλο (1876-1951). Επίσης τους καπνομεσίτες
Ανάργ. Μπασακάρη και Παύλο Στυλ. Στεργιόπουλο (1874-1931), που καταγόταν από το
Δομοκό.
Τέλος καταγράφουμε τους καπνοπώλες Λαμίας :
Απόστολο Παλαμιώτη (1851-1918), Απόστολο Κουφοδήμο (1871-1926), Γεώργιο Λάλο
(1910-1935) και Ευάγγελο Σκορδά (1892-1948). Ο Χρήστος Ν. Λάγκας (1866-1926) γράφτηκε
ως σιγαροπώλης. Για όλους δηλώθηκε ως τόπος καταγωγής η Λαμία (εκτός του Γεωργ.
Λάλου, που ήταν από το Δαδί).
Η άριστη ποιότητα των καπνών περιοχής Λαμίας
και Βελίτσας, οδήγησε μερικούς καπνοβιομήχανους άλλων πόλεων να τα διαφημίζουν
ανάλογα. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τον Ηλία Μιχαλόπουλο, ο οποίος ίδρυσε την καπνοβιομηχανία
“Η Λαμία”, στην οδό Αγ. Ανδρέου στην
Πάτρα. Λειτούργησε την περίοδο 1923-1955. Τα πακέτα είχαν ως σήμα κατατεθέν την
προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και μεταπολεμική κασετίνα με το σήμα
ΑΣΣΟΣ.
Στην Άμφισσα
υπήρξαν οι καπνοβιομηχανίες :
1. Αθανασίου
Δημητρά : Ιδιωτικό
καπνεργοστάσιο και καπνεμπορική επιχείρηση στην Άμφισσα, με την επωνυμία “Το
Ωμέγα”. Σώζονται συσκευασίες κομμένου καπνού και χειροποίητων τσιγάρων. Δεν
βρέθηκαν στοιχεία για τη διάρκεια λειτουργίας της.
2. Γ.
Σ. Καλλία & Σία
: Δημιούργησε εταιρεία στην Άμφισσα, που
παρήγαγε χειροποίητα τσιγάρα Αγρινίου και Βελίτσας.
3. Γιώργου
Παπαρίδη : Το 1920
περίπου κατασκεύαζε τα τσιγάρα ΦΛΩΡΑ στην Άμφισσα (από προφορική μαρτυρία του
Ιωάν. Παπαρίδη).
4. Σπ. Αναστασόπουλου
: Λειτούργησε στην Άμφισσα μικρή μονάδα παραγωγής μηχανοποίητων τσιγάρων. Η
προσπάθεια ήταν βραχύβια (1933-34).
5. Γεωρ.
Φαρόπουλου - Ευθ. Αποστολόπουλου & Σία (1924) : Δημιούργησαν καπνοβιομηχανική ένωση[16],
με την επωνυμία “Η Ανατολή” και έδρα τον Πειραιά (στην οδό Τσαμαδού 6). Το
καπνεργοστάσιο που παρήγαγε μηχανοποίητα τσιγάρα βρισκόταν στην Άμφισσα. Σώζεται
συρταρωτό πακέτο τσιγάρων, με το σήμα “ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ”. Από το 1924
άρχισαν την παραγωγή μηχανοποίητων τσιγάρων, που κυκλοφόρησαν σε όλη την
περιοχή (και φυσικά στη Λαμία). Το έργο τους συνέχισαν οι αδελφοί Ταλαμάγκα με
νεότερη μηχανή μέχρι το 1932.
6. Νικ.
& Ευαγ. Ταλαμάγκα : Οι αδελφοί Ταλαμάγκα
συνεταιρίστηκαν με τους Γ. Φαρόπουλο και Ε. Αποστολόπουλο από το 1924. Αγόρασαν μια σιγαροποιητική μηχανή από τη
Γερμανία. Η εγκατάσταση της μηχανής έφερε κρίση στην αγορά εργασίας, με
αποτέλεσμα να γίνει μεγάλη απεργία για την εποχή εκείνη. Χρειάστηκε επέμβαση
της αστυνομίας από τη Λαμία και τη Λειβαδιά, για να αποτραπεί το σπάσιμο της
μηχανής. Το 1928 ο συνεταιρισμός διαλύθηκε και οι αδελφοί Ταλαμάγκα συνέχισαν
την δραστηριότητά τους ως καπνοβιομηχανία, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’30
(κυρίως την περίοδο 1927-32).
Στη Λειβαδιά
υπήρξαν οι καπνοβιομηχανίες :
1. Π.
Μιχαλάκη : Ίδρυσε το
καπνοπωλείο “Η Αδελφότης”, στη Λειβαδιά. Κατασκεύαζε χειροποίητα τσιγάρα.
Τεκμηριώνεται από το ανάπτυγμα συσκευασίας σε λιθογραφική πλάκα του
Παπαχρυσάνθου.
2. Ε.
Σ. Στάικου :
Καπνεμπορικός οίκος στη Λειβαδιά. Από το 1924 κατασκεύαζε χειροποίητα τσιγάρα.
Ελλείπουν άλλα στοιχεία.
3. Αδελφοί
Ι. Στάικου : Είχαν εργοστάσιο
τσιγάρων στη Λειβαδιά. Ήταν διάδοχοι Αδελ. Στάικου. Στεγαζόταν στο “Δημόσιο
Καπνεργοστάσιο Λεβαδείας”.
4. Νάρκισσος : Ήταν το όνομα μιας εταιρείας, η
οποία λειτούργησε μια μικρή καπνοβιομηχανία στη Λειβαδιά κατά την περίοδο 1923-28.
Δυστυχώς τα στοιχεία είναι ελλιπή.
Στη Χαλκίδα
υπήρξαν οι καπνοβιομηχανίες :
1. Βασ.
Κορόλη : Δημιούργησε μικρή μονάδα στη Χαλκίδα
φτιάχνοντας χειροποίητα τσιγάρα από το 1888.
2. Γ.
Ανδρούτσου : Από το
1890 έφτιαχνε χειροποίητα τσιγάρα στη Χαλκίδα.
3. Κ.
Δ. Σχινά : Ίδρυσε “Καπνεμπορείον”
με τίτλο «Η Σφακτηρία», εν Χαλκίδι. Χρησιμοποιούσε καπνά Φθιώτιδας και
Θεσσαλίας. Τα πακέτα στο εξώφυλλο έγραφαν “Σιγαρέττα Λαμίας”. Δεν βρέθηκαν
στοιχεία για την περίοδο που λειτούργησε.
4. Β.
Τσίμπου : Δεν υπάρχουν στοιχεία για την περίοδο που
λειτούργησε στη Χαλκίδα και το όνομα των τσιγάρων που πουλούσε.
5. Αδελφοί
Μυρτοκόκη :
Καπνεμπορικός οίκος στη Χαλκίδα. Η βιοτεχνία βρισκόταν στην κάτω αγορά, στη
διασταύρωση των οδών Ερμού και Καραμουρτζούνη. Λειτούργησε την περίοδο
1911-1928. Η κοπή του καπνού γινόταν στο δημόσιο καπνοκοπτήριο στην οδό
Σαλονικιού, με μηχανήματα κοπής που πρώτος έφερε στη Χαλκίδα ο Μυρτοκόκης. Το
1926 η Ο.Ε. “Αφοί Μυρτοκόκη” κατέθεσε για βιομηχανική διάκριση τα σήματα
τσιγάρων ΜΥΡΤΙΣ και ΦΩΦΩ (ντάμες).
Επίλογος
Από τις 230 καπνοβιομηχανίες που υπήρχαν στη
δεκαετία του ’80, στις αρχές του 2000 είχαν απομείνει μόνο 30. Το 2003 η
εταιρεία “Παπαστράτος” εξαγοράστηκε (σε ποσοστό 75 %) από τη Philip Morris, συνεχίζοντας με επιτυχία τη
λειτουργία της. Έτσι σε ελληνικά χέρια έμειναν μόλις 4 μεγάλες αμιγώς ελληνικές
καπνοβιομηχανίες : Καρέλιας, ΣΕΚΑΠ, Κεράνης και Θ. Γεωργιάδης.
Κλείνοντας την περίοδο της μεταπολεμικής
μεγάλης ανάπτυξης, με μεγάλη συρρίκνωση του κλάδου, με αύξηση της φορολογίας
των προϊόντων καπνού, με την αρνητική διαφήμιση από τον κίνδυνο καρκίνου από το
κάπνισμα, αλλά και την προτίμηση των καταναλωτών προς τα ξένα τσιγάρα, η
ελληνική καπνοβιομηχανία πέρασε σε νέα εποχή. Αξιοποιώντας τα ελληνικά καπνά που
αποτελούν “το χρυσάφι της γης μας” για την άριστη ποιότητά τους, θα κερδίζουν
ξένες αγορές και απαιτητικούς καταναλωτές.
Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
--------------------------------------
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
1. “Ιστορία του ελληνικού τσιγάρου”,
Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1997.
2. Κωνστ. Αθ. Μπαλωμένου : “Η ζώνη της
ενορίας του Ι. Ναού Παναγίας Δέσποινας Λαμίας (στο πρώτο μισό του 20ού αι.)”,
2008, Λαμία.
3. Κωνσταντίνου Αθαν. Μπαλωμένου : “Η βιοτεχνία
– βιομηχανία της Λαμίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου”, περιοδ. Φθιωτικά Χρονικά
2007 (28), Λαμία.
4. Κωνστ. Αθ. Μπαλωμένου : “Η ζώνη της
ενορίας του Ι. Ναού Αγίου Νικολάου Λαμίας (στο πρώτο μισό του 20ού αι.)”, 2007,
Λαμία.
5. Σερραίος : “Η κατανάλωσις του καπνού
εν Ελλάδι κατά το έτος 1928”.
6. Χ. Μακρίδου : “Οδηγός της Ελλάδος”,
Εμπόριον, Βιομηχανία, Διοίκησις, κτλ, εν Αθήναις, 1892-93.
7. http://www.dealnews.gr
8. http://www.kathimerini.gr
9. Κων/νου Μπαλωμένου : “Η βιοτεχνία –
βιομηχανία της Λαμίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου”, περιοδ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ 2007 (28), Λαμία.
10. Νικολ. Δαβανέλλου : “Λαμία, τα πρόσωπα
(1760-1930)”, Λαμία, 2003.
11. Βικιπαίδεια
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[3] Η εταιρεία
Αριστόβουλου Ζάννου-Εμμ. Ρως & Σία, στα κτήματά της στη Φθιώτιδα εκτός των
καπνών, καλλιεργούσε μουριές (10.000 δένδρα) και οπωροφόρα δένδρα, αλλά είχε
και χιλιάδες αιγοπρόβατα για την παραγωγή γάλακτος και τυριών.
[4] Κουσουλίνος,
1900.
[5] Αγόραζαν κρυφά
καπνό στη μαύρη αγορά (μόνο οι καπνοπαραγωγοί κάπνιζαν ελεύθερα). Τον έκοβαν
μόνοι τους, ενώ για τσιγαρόχαρτα χρησιμοποιούσαν επιστολόχαρτα ακόμα και χαρτί εφημερίδας.
[6] Το 1976 η
εταιρεία έγινε Α.Ε. και (μετά το θάνατο των Χαριλάου και Δημοσθένη
Κωνσταντίνου) περιήλθε τελικά στο Γεώρ. Α. Χριστόπουλο. Στις αρχές του νέου
αιώνα, το σήμα SANTE πουλήθηκε στην καπνοβιομηχανία “Παπαστράτος
Α.Β.Ε.Σ.”.
[7] Στο Βιβλίο
Θανάτων του Ι. Ν. Παναγίας Δέσποινας γράφτηκε ως “καπνοπώλης”.
[9] Για περισσότερα
βλ. Κων/νου Μπαλωμένου «Η βιοτεχνία – βιομηχανία της Λαμίας στα χρόνια του
Μεσοπολέμου», περιοδ. Φθιωτικά Χρονικά 2007 (28), Λαμία.
[10] Βιβλίο
Γεννήσεων-Βαπτίσεων του Ι. Ν. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Λαμίας.
[11] Βιβλίο Θανάτων
του Ι. Ν. Παναγίας Δέσποινας Λαμίας.
[14] Από προφορική
μαρτυρία του Στέργιου Φαρόπουλου.
[15] Χ. Μακρίδου :
“Οδηγός της Ελλάδος”, Εμπόριον, Βιομηχανία, Διοίκησις, κτλ, εν Αθήναις,
1892-93.
[16] Τα στοιχεία
προήλθαν από προφορική μαρτυρία του Στέργιου Φαρόπουλου.
Εξαιρετική δουλειά. Συγχαρητήρια!
ΑπάντησηΔιαγραφή