"Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ
Ψηλά που με νανούριζες καημένo Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.

Με κρουσταλλένια σφυριχτά, σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά, σαν την ψυχή της Ρούμελης, τα ελάτια..."

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

Κυλιόμενο

6/7/15

Καταστήματα τροφίμων (παντοπωλεία) της προπολεμικής Λαμίας

Πρόλογος


 Η ζωή του ανθρώπου ήταν πάντα συνδεδεμένη με ανάγκες και τον αγώνα για ικανοποίησή τους. Στις βασικές ανάγκες ανήκει η διατροφή και ακολουθούν η ένδυση, υπόδηση κι ένα σωρό άλλες. Στα παλαιότερα χρόνια κάθε οικογένεια φρόντιζε να έχει αυτονομία, τουλάχιστον στη διατροφή, εφόσον καλυπτόταν με οικόσιτα ζώα και γεωργικά προϊόντα παραγωγής της. Όμως, από τον καιρό που ο άνθρωπος άφησε την πρωτογενή παραγωγή και ασχολήθηκε με άλλα επαγγέλματα, είχε ανάγκη να προμηθεύεται τα αναγκαία αγαθά. Αυτός ήταν ο ρόλος του εμπορίου, που γρήγορα αναπτύχθηκε δημιουργώντας την αγορά. Στην παρούσα εργασία θα αναφερθούμε στο στεγασμένο εμπόριο τροφίμων και άλλων βασικών ειδών (καταστήματα γνωστά ως παντοπωλεία) της προπολεμικής Λαμίας.


 1. Εμπορικά καταστήματα τροφίμων (μπακάλικα)


 Αφήνοντας το λαϊκό εμπόριο των αγορών και τα παζάρια, που επίσης έχουν σημαντικό ενδιαφέρον και είναι πολύ παλαιοί θεσμοί στην ιστορία των κοινωνιών, οι έμποροι χαρακτηρίζονται:
από τις μεγάλες ή μικρές ποσότητες που εμπορεύονται (χοντρέμποροι, λιανέμποροι)
από το αντικείμενο που ασχολούνται (δερματέμποροι, κρεατέμποροι, φρουτέμποροι, κ.ά.)
από την περιοχή όπου δραστηριοποιούνται (τοπικοί ή μικρέμποροι, μεγαλέμποροι).
από την κατεύθυνση της εμπορικής δραστηριότητας (εισαγωγείς, εξαγωγείς).
Εδώδιμα-Αποικιακά στο κατάστημα
Αφών Δ. Κονταξή
 Στα είδη διατροφής και οικιακής χρήσης έχουμε τα γνωστά παντοπωλεία ή μπακάλικα. Η λέξη μπακάλικα και μπακάλης είναι αραβική και τουρκική (bakkal), σημαίνοντας τον άνθρωπο που πουλάει τρόφιμα και μικροπράγματα για το σπίτι. Μπακάλικα υπήρχαν σε κάθε χωριό και γειτονιά διαθέτοντας τα χρειώδη για το σπίτι. Ήταν η κατάληξη της αλυσίδας του λιανικού εμπορίου. Η άλλη λέξη “παντοπωλεία” ήταν η εξέλιξη του μικρού μπακάλικου, εφόσον διέθεταν όλα τα αγαθά για το νοικοκυριό, σε τρόφιμα (εκτός κρέατος και ψαριών), σε είδη καθαρισμού, σε καύσιμα (φωτιστικό πετρέλαιο, οινόπνευμα), κλπ.
 Μερικά μπακάλικα συνυπήρχαν με ταβέρνα (μπακαλοταβέρνες) διαθέτοντας και βαρέλια με δικό τους κρασί. Στα δύσκολα - από οικονομική άποψη - χρόνια (όπως έγινε και στα πρώτα μεταπολεμικά) τα μπακάλικα έκαναν πίστωση στα νοικοκυριά και στο τέλος του μήνα πλήρωναν το χρέος (ολόκληρο ή μέρος του). Στα συνοικιακά καφε-μπακάλικα ή των ορεινών χωριών διέθεταν πολύ μικρό αριθμό ειδών.


Παλιά ταμπέλα καταστήματος

 Στη Λαμία του Μεσοπολέμου καταγράφονται αρκετά σε αριθμό μεγάλα παντοπωλεία, που πρόσθεταν και τον τίτλο “Εδώδιμα[1]-Αποικιακά”. Αυτά διέθεταν και είδη που προέρχονται από τις τότε αποικίες των ευρωπαίων, όπως μπαχαρικά, τσάι Κεϋλάνης, κ.ά. Επιπλέον έκαναν εισαγωγές σε είδη που δεν υπήρχαν στην Ελλάδα, όπως ζάχαρη, καφέ, ταραμάς, λακέρδες, χαβιάρι, σαμπάνιες, κ.ά. Ήταν τα μεγαλομπακάλικα (αντίστοιχα θα λέγαμε με τα σημερινά σούπερ μάρκετ), όπως των Αφών Ποντικόπουλου, των Αφών Κονταξή, του Χρ. Αλαμάνη, Ιωάν. Λεπίδα & Αφών Κολοκυθά, Δημ. Κατσούδα, Αφών Ανταχοπούλου, και άλλων. Αυτά έκαναν χονδρική πώληση για τα μικρότερα μπακάλικα, αλλά και λιανική στους καθημερινούς πελάτες-καταναλωτές.
Προϊόντα σε σακιά προς χύμα πώληση
 Τα περισσότερα καταστήματα αποτελούσαν προσωπικές ή οικογενειακές[2] επιχειρήσεις, εφόσον υπήρχε εμπιστοσύνη μεταξύ των μελών και ταυτόχρονα μείωση του κόστους, επειδή παράλληλα εργάζονταν στο κατάστημα. Τα μεγάλα μπακάλικα (Αφών Ποντικόπουλου, Αφών Κονταξή, Αφών Ανταχοπούλου, κλπ.) που διέθεταν κεφάλαια έκαναν και εισαγωγές προϊόντων (π.χ. οι Αφοί Κονταξή έφερναν ζάχαρη από τη Ρουμανία με καράβι στο λιμάνι της Στυλίδας). Έτσι τροφοδοτούσαν τα μικρότερα μπακάλικα της Φθιώτιδας και γειτονικών νομών.
 Το 1934 συστάθηκε ο προμηθευτικός Συνεταιρισμός[3] “Αδελφωσύνη” από παντοπώλες της Λαμίας. Έκανε εμπόριο  χοντρικής πωλήσεως, με εισαγωγές προϊόντων σε καλές τιμές. Μεταξύ των συνεταίρων ήταν: Γ. Ανταχόπουλος, Καρανάσος, Ριζοκώστας, Π. Αναστασίου, Χρ. Βαλάρης, κ.ά. Στεγάστηκε[4] σε κτίρια ιδιοκτησίας Δημ. Αλεξίου στην οδό Σατωβριάνδου (δίπλα στο Στεφόπουλο). Με τον πόλεμο του ’40 και την Κατοχή, ο συνεταιρισμός διαλύθηκε.



 2. Γνωρίζοντας ένα παντοπωλείο[5] του Μεσοπολέμου


Επιτραπέζια ζυγαριά και σταθμά (ζύγια)
 Βρίσκονταν σε κεντρικά σημεία της Λαμίας, με αγοραία κίνηση. Μερικά ήταν διαμπερή μαγαζιά (με 2 εισόδους). Χρησιμοποιούσαν και το πεζοδρόμιο, εκθέτοντας τα είδη. Οι εσωτερικοί τοίχοι είχαν ράφια μέχρι το ταβάνι (ψηλοτάβανα κτίρια) γεμάτα προϊόντα. Με σκάλα ανέβαιναν και έπαιρναν όσα βρίσκονταν στα επάνω ράφια. Άλλα προϊόντα μέσα σε σακιά (π.χ. όσπρια, ρύζι, κ.ά.) ήταν μπροστά από τους πάγκους. Είχαν και υπόγειο όπου αποθήκευαν κυρίως τα υγρά (πετρέλαιο, οινόπνευμα, λάδια, κ.ά.). Άλλα προϊόντα πιο μικρά σε μέγεθος ήταν επάνω στους στενόμακρους μαρμάρινους πάγκους, όπου επίσης ήταν οι ζυγαριές, εφόσον όλα τα είδη ήταν χύμα και έπρεπε να ζυγιστούν. Στην άκρη ήταν η πλάστιγγα, για να ζυγίζουν μεγάλες ποσότητες προϊόντων μέσα σε σακιά.
 Τα καταστήματα αυτά είχαν ανάγκη από προσωπικό, με πολλούς βοηθούς (μπακαλόπαιδα ή μπακαλόγατοι). Τα πατώματα ήταν ξύλινα και είχαν ποτιστεί από χυμένα προϊόντα, με αποτέλεσμα να είναι χαρακτηριστική η μυρωδιά τους από τα παστά (μπακαλιάρο κυρίως) το φωτιστικό πετρέλαιο, τα λάδια, τα τυριά και επίσης μύριζαν τα διάφορα μπαχαρικά.
Μεταλλική σέσουλα
 Τα προϊόντα δεν ήταν συσκευασμένα, όπως σήμερα. Ο πελάτης δεν έπαιρνε από τα ράφια το προϊόν. Έπρεπε να αποταθεί σε υπάλληλο του καταστήματος. Εκείνος έδειχνε το προϊόν και ετοίμαζε τη ζητούμενη ποσότητα. Αν το είδος ήταν στερεό, τότε το έβαζε σε χαρτοσακούλα (μικρή ή μεγάλη) και το ζύγιζε. Χρησιμοποιούσε μικρή ή μεγάλη σέσουλα[6]. Έκλεινε τη σακούλα και την έδενε με σπάγκο (τότε δεν υπήρχαν κολλητικές ταινίες). Τα μακαρόνια, από τις τοπικές βιομηχανίες[7] ήταν πάντα χύμα, τα τύλιγε με εφημερίδα ή άλλο μεγάλο χαρτί και τα έδενε με σπάγκο. Θυμίζουμε ότι μονάδα μέτρησης της ποσότητας ενός υλικού ήταν τότε η οκά[8]. Για τις πολύ μικρές ποσότητες, έφτιαχναν ένα χωνάκι με εφημερίδα, έβαζαν μέσα το προϊόν, το ζύγιζαν και το έκλειναν διπλώνοντας την άκρη.
Δοχεία μισής οκάς
και καρτούτσα
 Για τα υγρά, έπρεπε ο πελάτης να φέρει μαζί του κάποιο δοχείο (συνήθως γυάλινο μπουκάλι, τσίγκινο δοχείο ή δαμιζάνα) για να βάλουν μέσα το υγρό προϊόν (λάδι, πετρέλαιο, οινόπνευμα, ξύδι, μπύρες[9], ούζο[10], λικέρ). Με κατάλληλα μετρικά δοχεία της μιας οκάς, μισής οκάς (ή 200 δράμια) και τέταρτου οκάς (καρτούτσο ή 100 δράμια), έβαζε την ποσότητα που ήθελε ο πελάτης στο δοχείο. Τα μπακάλικα συνήθως δεν πουλούσαν κρασί (υπήρχαν στη Λαμία οινοπωλεία και κρασαποθήκες για το σκοπό αυτό).
 Συσκευασμένα σε μεταλλικά κουτιά (κονσέρβες) υπήρχαν για ορισμένα είδη όπως ο τοματοπελτές, διάφορες κομπόστες, οι σαρδέλες του κουτιού, κ.ά. Κι αυτά όμως μπορούσαν να πουληθούν και χύμα, π.χ. φτωχοί πελάτες ζητούσαν 1 δρχ. πελτέ, ή 20 δράμια σαρδέλες!
   Για να μεταφέρει τα ψώνια του, έπρεπε ο πελάτης να φέρει μαζί του μια πάνινη ή πλεχτή τσάντα, ένα δίχτυ ή μικρό καλάθι, εφόσον το κατάστημα δεν έδινε σακούλες όπως σήμερα (τα πλαστικά ήταν τότε άγνωστα). Αν τα προϊόντα ήταν σχετικά λίγα, τότε στο μαγαζί τα έκαναν ένα μεγαλύτερο πακέτο, με χαρτί εφημερίδας δεμένο με σπάγκο, ώστε να το μεταφέρει ευκολότερα.
 Τα  περισσότερα προϊόντα  υπάρχουν και σήμερα, ενώ μερικά  άλλα έπαψαν να κυκλοφορούν (όπως π.χ. η ασετυλίνη, τα χαρούπια, κ.ά.).
  

 3. Βιοτεχνίες[11] ειδών διατροφής της Λαμίας


 Η Λαμία διέθετε αρκετές μονάδες, με σημαντική παραγωγή, που τροφοδοτούσαν τόσο την τοπική αγορά, όσο και των γειτονικών νομών. Συγκεκριμένα για :
άλευρα : Εκτός των αρχικών μεγάλων μονάδων του Αριστ. Π. Γιαννόπουλου[12] και του Κων. Αγαθοκλή[13], η οποία (του Κ. Αγαθοκλή) εξαγοράστηκε και ανανεώθηκε σε μηχανήματα από τους Κων. Κρόκο & Αφούς Μουζέλη, υπήρχαν οι κυλινδρόμυλοι Κων. Χ. Στεργιοπούλου, Παν. Κίτσου, Πέτρ. Χατζοπούλου και Γεωρ. Καραγεώργου.
λάδια : Ήταν το σπορελαιουργείο Μουζέλη (παρήγαγε  βαμβακέλαιο). Ήταν φτηνό και το αναμίγνυαν με ελαιόλαδο για οικονομικούς λόγους, στην παρασκευή φαγητού.
ζυμαρικά : Από τις βιοτεχνίες των αδελφών Δασκαλοπούλου (ΔΑΣΚΟ), όπως και των αδελφών Μεγαλιού που μετά εξαγοράστηκε από τους αδελφούς Ηλία & Αθαν. Ράμμο.
αλάτι : Από τη βιοτεχνία του Χρ. Βαλάρη.
ζαχαρώδη προϊόντα : από τα εργαστήρια-βιοτεχνίες των Δημ. Μπουσίου και Εμμ. Καρανδρέα.
ποτών-αναψυκτικών : Εκτός από κρασί, έφτιαχναν ούζο, τσίπουρο, ηδύποτα, λεμονάδες, πορτοκαλάδες, κ.ά. Στη Λαμία υπήρχαν οι βιοτεχνίες-ποτοποιίες των Γεωργ. Στεφοπούλου, Ανδρ. Ντούτσια, Κων. Κωνσταντέλλου, Γεωρ. Μπούτλα, Ευστ. Παππή, Αθαν. Αρχοντίκη και Αντ. Αρχοντίκη.
σαπούνια : Από τη βιοτεχνία των αδελφών Λ. & Ι. Τσιπούρα.


 4.Παντοπώλες[14] στη δεκαετία 1930-40


 Το 1934, έγινε καταγραφή όλων των επαγγελματιών και με βάση το τζίρο τους έγινε κατάταξη σε οικονομική κατηγορία (κλάση) και προσδιορίστηκε ο σχετικός φόρος. Ο πίνακας που ακολουθεί δίνει αρκετά στοιχεία για τους εμπόρους τροφίμων (παντοπώλες) της περιοχής Λαμίας και τα ονόματα τέθηκαν σε φθίνουσα οικονομικά κατάταξη.

α/α
Ονοματεπώνυμο
Κλάσις
δραχ.
1
Γεώργ. Ποντικόπουλος
24
24000
2
Βασ. Ποντικόπουλος
20
18000
3
Ιωάν. Λεπίδας
14
9000
5
Αλέξ. Κονταξής
13
7500
6
Θεοδόσ. Κονταξής
13
7500
7
Ιωάν. Κονταξής
13
7500
8
Κωνστ. Κονταξής
13
7500
9
Δημοσθ. Ποντικόπουλος
12
6000
10
Χρήσ. Αλαμάνης
12
6000
11
Δημ. Κουλτούκης
10
4600
12
Γ. Παπαγεωργίου
7
2900
13
Π. Παπαγεωργίου
7
2900
14
Α. Ανταχόπουλος
6
2400
15
Α. Κολοκυθάς
6
2400
16
Γ. Ανταχόπουλος
6
2400
17
Γ. Κολοκυθάς
6
2400
18
Γ. Τσέλιος
6
2400
19
Δ. Κατσούδας
6
2400
20
Ε. Παπαδογεώργος
6
2400
21
Κων. Σινοδινός
6
2400
22
Σπυρ. Παπαδογεώργος
6
2400
23
Κων. Πετρούλιας
5
2000
24
Ε. Βασιλόπουλος
4
1600
25
Η. Κατσούδας
4
1600
26
Α. Κυριανής
3
1200
27
Αθ. Κουμαρτσιώτης
3
1200
28
Β. Κάππος
3
1200
29
Β. Τριανταφύλλου
3
1200
30
Γ. Καρανδρέας
3
1200
31
Ε. Κοτσίκης
3
1200
32
Κ. Τσόρλιας
3
1200
33
Παν. Αντιπάτης
3
1200
34
Παν. Ράπτης
3
1200
35
Χ. Κουβέλης
3
1200
36
Χ. Παπαλέξης
3
1200
37
Α. Κολοφωτιάς
2
900
38
Α. Μπαλάσης
2
900
39
Γεώρ. Τσαμαλιάγκας
2
900
40
Δ. Εμμανουήλ
2
900
41
Δ. Καρανάσος
2
900
42
Ε. Κατσόγιαννος
2
900
43
Η. Ολυμπίου
2
900
44
Η. Παναγιωτόπουλος
2
900
45
Η. Πούλος
2
900
46
Κ. Μηνάς
2
900
47
Χρ. Ριζοκώστας
2
900
48
Α. Κουμαρτσιώτης
1
600
49
Α. Πισλής
1
600
50
Α. Ταξιάρχου
1
600
51
Α. Τίγκας
1
600
52
Β. Χαρίλας
1
600
53
Δ. Ξηρομερίτης
1
600
54
Η. Τασόπουλος
1
600
55
Θ. Ρίζος
1
600
56
Ι. Κουτσόβελος
1
600
57
Ι. Τσαμετάς
1
600
58
Κ. Παπαρίζος
1
600
59
Ρ. Παπαρηγόπουλος
1
600
60
Χρ. Βαλάρης
1
600
61
Δ. Γερογεώργης
1/2 α’
300
62
Ε. Πιλάτος
1/2 α’
300
63
Ν. Τσούκος
1/2 α’
300

 Τον Απρίλιο του 1941, με τον βομβαρδισμό της Λαμίας από γερμανικά αεροπλάνα προκλήθηκαν καταστροφές, όπως και λεηλασίες των έρημων καταστημάτων από ντόπιους. Η Κατοχή που ακολούθησε έφερε την καταστροφή των (κυρίως) μεγάλων παντοπωλείων, που δεν είχαν προϊόντα και κυρίως με την απώλεια της αξίας του νομίσματος (λόγω υψηλού πληθωρισμού). Μόνον όσοι έμποροι προνόησαν και μετέτρεψαν τα χρήματά τους σε λίρες (αγγλικές) κατάφεραν να διασώσουν την περιουσία τους, αλλά αυτοί ήταν ελάχιστοι. Το κακό παρατάθηκε με τον Εμφύλιο που ακολούθησε και ο κλάδος των παντοπωλών έχασε αρκετά μέλη του από εκτελέσεις ή πολύχρονες φυλακίσεις.
 Το 1949 με τη λήξη του Εμφυλίου το Εμπορικό-Βιομηχανικό Επιμελητήριο Φθιώτιδος προχώρησε στη σύνταξη καταλόγου (με ονόματα και ποσά) των πληγέντων και λεηλατηθέντων από τα στρατεύματα Κατοχής και στον Εμφύλιο, που υποβλήθηκε στη Νομισματική Επιτροπή της Κυβερνήσεως. Το 1951, η Νομισματική Επιτροπή αποφάσισε και διατέθηκε στην Ομοσπονδία Επαγγελματιών-Βιοτεχνών Φθιώτιδος το ποσό των 200 εκατομμυρίων δραχ. για κάλυψη των λεηλατηθέντων, αλλά και για δάνεια με σκοπό την ανασυγκρότηση αυτών.

  

 5. Η θέση των παντοπωλείων στη Λαμία της δεκαετίας 1930-40


 Όπως προαναφέρθηκε, οι παντοπώλες της πόλης επέλεγαν κεντρικές και αγοραίες θέσεις για τα καταστήματά τους, όπως οι οδοί Ρήγα Φεραίου, Όθωνος, Κολοκοτρώνη, Σατωβριάνδου, Καραϊσκάκη, Ροζάκη-Αγγελή, Καλύβα-Μπακογιάννη, Καποδιστρίου, Λεωνίδου, και λιγότερο τις πλατείες Λαού και Σταροπάζαρο (σημερινή πλατεία Πάρκου). Για την περίοδο που προαναφέρθηκε δίνονται[15] τα ονόματα και η θέση των παντοπωλείων της Λαμίας :

1. Αδελφοί Δημ. Κονταξή. Γενικό εμπόριο. Το μαγαζί ήταν ιδιόκτητο. Οδός Ρήγα Φεραίου.
2. Αδελφοί Κ. Ποντικόπουλου (Βασίλειος & Δημοσθένης). Γενικό εμπόριο. Στη γωνία των οδών Ρήγα Φεραίου και Συγγρού.
3. Εδώδιμα-αποικιακά Παναγ. Αντιπάτης (στη ΒΔ γωνία των οδών Όθωνος και Αγίου Νικολάου).
4. Μπακάλικο Νικολάου Κουτσοδόντη (στη βόρεια πλευρά της οδού Όθωνος).
5. Μπακάλικο Θεοδώρου Ρίζου (στη βόρεια πλευρά της οδού Όθωνος).
6. Μπακάλικο Χαράλαμπου Κουβέλη (στη βόρεια πλευρά της οδού Όθωνος).
7. Μπακάλικο Νικολάου Κουκουβίνου (στη νότια πλευρά της οδού Όθωνος).
8. Εδώδιμα-αποικιακά Γεωργίου Τζαμαλιάγκα (στην οδό Καλύβα-Μπακογιάννη, δεξιά).
9. Γενικό εμπόριο-αποικιακά Ιωάν. Λεπίδας-Αφοί Κολοκυθά. Ιδιόκτητο μαγαζί (στην οδό Συγγρού, μεταξύ των οδών Ρήγα Φεραίου και Ροζάκη-Αγγελή).
10. Γενικό εμπόριο Δημ. Κατσούδα (στην οδό Κολοκοτρώνη δεξιά απ’ την πλατεία Πάρκου και πριν την οδό Δημολιούλια).
11. Αποικιακά - Κρασιά Αφοί Καρανάσου  (στην οδό Κολοκοτρώνη).
12. Μικρό μπακάλικο του Θανασιά (στην οδό Κολοκοτρώνη).
13. Παντοπωλείο Κων/νου Συνοδινού (στη ΝΑ γωνία της πλατείας Διάκου και συνέχεια της οδού Διάκου). Στον όροφο του κτιρίου ήταν η κατοικία του.
14. Μπακάλικο Αφοί Ζουμπόπουλοι (στη ΒΔ γωνία των οδών Ροζάκη-Αγγελή και Καραϊσκάκη).
15. Αποικιακά Αφών[16] Ανταχοπούλου (στα αριστερά της οδού Καραϊσκάκη).
16. Γενικό εμπόριο (μπακάλικο) Βασιλείου Τριανταφύλλου (στα αριστερά της οδού Καραϊσκάκη).
17. Εδώδιμα-αποικιακά Σπύρου Παπαδογεώργου (στα αριστερά της οδού Καραϊσκάκη).
18. Μπακάλικο (είχε επίσης κρασί και τυριά) της Καλλιόπης Μαλάμου[17] (στα δεξιά της οδού Καραϊσκάκη, μετά την πλατεία Λαού).
19. Χρήστου Παπαλέξη (στα δεξιά της οδού Καραϊσκάκη, μετά την πλατεία Λαού).
20. Μπακάλικο Χρήστου Ριζοκώστα (τέρμα της οδού Ροζάκη-Αγγελή). Ήταν την περίοδο 1930-1934. Μεταφέρθηκε στη ΒΔ γωνία των οδών Λεωνίδου και Παλαιολόγου.
21. Μπακάλικο Η. Ολυμπίου (στη ΒΔ γωνία των οδών Ροζάκη-Αγγελή και Κολοκοτρώνη).
22. Παντοπωλείο Δημητρίου Κουλτούκη (στην δυτική πλευρά της πλατείας Πάρκου).
23. Παντοπωλείο Διαμαντόπουλου-Παπαναστασίου (στη νότια πλευρά της πλατ. Πάρκου).
24. Μπακάλικο Αφών Τασόπουλου (στη νότια πλευρά της πλατ. Πάρκου).

Εσωτερικό μπακάλικου από την ελληνική
ταινία “Της κακομοίρας”
25. Μπακάλικο Χρ. Βαλάρη (στη νότια πλευρά της πλατ. Πάρκου).
26. Αποικιακά Παναγ. Ράπτης (στην ανατολική πλευρά της πλατ. Πάρκου).
27. Παντοπωλείο Αθανασίου & Κων/νου Καρανάσου (στην ανατολική πλευρά της πλατ. Πάρκου).
28. Μπακάλικο Σπύρου Γιωτόπουλου (στην οδό Βενιζέλου, αριστερά από την πλ. Πάρκου).
29. Μπακαλοταβέρνα Ζυγούρη (στη ΒΔ γωνία των οδών Βενιζέλου και Αβέρωφ).
30. Κατάστημα Αποικιακών Αθανασίου Κουμαρτσιώτη (στη ΒΑ γωνία των Δροσοπούλου και Πατρόκλου).
31. Συνεταιρισμός μικρών μπακάλικων “Αδελφωσύνη” (στην οδό Σατωβριάνδου, δίπλα στου Στεφόπουλου).
32. Μπακάλικο Αντωνίου Τσόρλια (στην οδό Σατωβριάνδου).
33. Μπακάλικο Ιωάννου Πολυζωΐδη (στην οδό Σατωβριάνδου).
34. Μπακάλικο Ντέκου (στην οδό Καποδιστρίου).
35. Μεγαλομπακάλικο χονδρικής πωλήσεως Χρήστου Αλαμανή (στην οδό Καποδιστρίου).
36. Μπακάλικο Δημητρίου Ριζοκώστα (στην οδό Αμφίσσης, σημερινή οδός Λεωνίδου).
37. Μπακάλικο Χρήστου Ριζοκώστα, στη ΒΔ γωνία των οδών Λεωνίδου και Παλαιολόγου, όπου μεταφέρθηκε από το 1934 (ήταν πριν στο τέρμα της οδού Ροζάκη-Αγγελή).
38. Μπακάλικο-ταβέρνα Αναστασίου Κουμαρτσιώτη, στην οδό Λεωνίδου.
39. Μπακάλικο του Στέφανου Ρόκα (ήταν πριν του Κων. Μηνά), στη γωνία με τον οδό Πανουργιά. Στο ανώγειο ήταν η οικία του.
40. Μπακαλοταβέρνα Σπύρου Αθ. Τσιφτσή (μπροστά στον Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής στη Νέα Άμπλιανη.
41. Μπακάλικο Γεωργίου Παπαγεωργίου (στη ΝΔ γωνία των οδών Σκληβανιώτου και Αχιλλέως).
42. Μπακάλικο Παπαλελούδη (στη ΒΔ γωνία των οδών Θερμοπυλών και Παπακυριαζή).
43. Πανδοχείο και μπακάλικο του Ιωάν. Κουτσόβουλου (στη ΝΔ γωνία των οδών Αβέρωφ και Βενιζέλου, όπου σήμερα είναι η Κλινική Κ. Τσεκούρα).
44. Μπακάλικο Αφών Αλεξίου (στην οδό Μάρκου Μπότσαρη).


 6Ονόματα παντοπωλών από τα βιβλία των Ιερών Ναών της Λαμίας


 Καταγράφηκαν 29 άτομα, όλοι άνδρες. Ο αριθμός τους είναι μικρός, γεγονός που δείχνει ότι αρκετοί παντοπώλες δεν κατάγονταν από τη Λαμία και δεν ετάφησαν εδώ. Για τους περισσότερους (από τους 29) δηλώθηκε ως τόπος καταγωγής η Λαμία, εκτός από τους Αθ. Κρανιώτη (Ήπειρος), Κων. Δημητρίου (Δαϊτσά), Κων. Μηνά (Ανθήλη), Ευθ. Ράπτη (Αγόριανη) και Αθαν. Παπαναστασίου (Ελευθεροχώρι). Ο Κωνστ. Αγιοστρατίτης ήταν πρόσφυγας. Ο Νικ. Αλεξίου καταγράφηκε ως γεωργός-παντοπώλης! Τα παντοπωλεία τους βρίσκονταν σε ενοικιασμένα κτίρια, αλλά υπήρχαν και ιδιόκτητα. Τα ονόματα δεν τέθηκαν με αλφαβητική σειρά, αλλά με βάση το έτος γέννησης αυτών.

α/α

Ονοματεπώνυμο

έτη
ηλικία
1.     
Κρανιώτης Αθ.
1843-1913
70
2.     
Μαργαρίτης Δημήτριος Ιωάν.
1846-1924
78
3.     
Μπαϊζάνος Χρήστος
1850-1915
65
4.     
Μπιλίγης Κων.
1850-1920
70
5.     
Δημητρίου Κων/νος
1856-1941
85
6.     
Σπανός Θωμάς Ηλ.
1864-1934
70
7.     
Μηνάς Κωνσταντίνος Σωτ.
1866-1950
84
8.     
Παλαμιώτης Νικόλαος
1869-1914
45
9.     
Τσουκαλάς Δημήτριος Κ.
1869-1914
45
10.   
Αγιοστρατίτης Κωνστ.
1870-1925
55
11.   
Ράπτης Ευθύμιος
1872-1930
58
12.   
Αβραμάκος (;) Κωστ.
1873-1915
42
13.   
Πολύζος Ιωάννης
1875-1958
83
14.   
Μαυρίκης Γεώργ.
1876-1916
40
15.   
Γαλάτης Γεώργ. Απ. 
1879-1931
52
16.   
Κολοφωτιάς Αθανάσιος
1883-1958
75
17.   
Ζαββακόπουλος Νικόλαος Γεωργ.
1888-1923
35
18.   
Ριζοκώστας Δημ.
1888-1944
56
19.   
Τσίγκλας Θ.
1889-1919
30
20.   
Αλεξίου Νικόλαος
1889-1965
76
21.   
Παπαναστασίου Αθανάσιος
1890-1938
48
22.   
Μηλαρόπουλος Αθανάσιος
1892-1949
57
23.   
Μαλάμος Βασίλειος
1893-1954
61
24.   
Συνοδινός Κωνσταντίνος
1893-1963
70
25.   
Ρίζος Θεόδωρος
1894-1944
50
26.   
Χατζηγεωργίου Αντώνιος
1894-1960
66
27.   
Παπαγεωργίου Γεώργιος Κ.
1896-1946
50
28.   
Παρίσης Ευάγ.
1908-1948
40
29.   
Μάμμος Αλέξανδρος
1909-1960
51


 Ακολουθεί μικρό βιογραφικό για όποιους ήταν δυνατό να βρεθούν επιπλέον στοιχεία.

 Αλέξανδρος Δημ. Κονταξής (1893[18] - 1968) :   Η οικογένεια του Δημητρίου και της Σταυρούλας Κονταξή είχε 7 παιδιά. Τα 5 αγόρια της οικογένειας ήταν ο Απόστολος (1887-1958), ο Αλέξανδρος, ο Κωνσταντίνος[19], ο Θεοδόσιος[20] και ο Ιωάννης. Τα άλλα δύο ήταν κορίτσια[21] (Ζωή και Βασιλική). Ήταν μια οικογένεια εμπόρων. Το πρώτο μαγαζί άνοιξε το 1865 από το Δημήτριο Κονταξή.
 Τη δεκαετία 1920-30, ανέλαβαν την επιχείρηση τα 5 αγόρια, σε ιδιόκτητο Κατάστημα στην οδό Ρήγα Φεραίου. Η φίρμα ήταν «Απόστολος Δ. Κονταξής και Αδελφοί». Ήταν ένα μεγαλομπακάλικο της εποχής του Μεσοπολέμου, γενικού εμπορίου με εδώδιμα-αποικιακά. Τροφοδοτούσε πολλά μαγαζιά της Λαμίας, αλλά και τα περισσότερα στις γύρω κωμοπόλεις μέχρι το Δομοκό και το Καρπενήσι. Παράλληλα οι αδελφοί Κονταξή έκαναν χοντρεμπόριο με εισαγωγές-εξαγωγές δημητριακών και τροφίμων.
 Η επιχείρηση[22] απέφερε πολλά κέρδη. Τη δεκαετία 1930-40, τροφοδοτούσε με χρήματα το Κατάστημα της Εμπορικής[23] Τράπεζας στη Λαμία που ήταν ακριβώς δίπλα, όταν έμενε από ρευστό.
Η οικία της οικογένειας Αλέξανδρου
Δ. Κονταξή
 Το 1934, ο Αλέξανδρος Κονταξής παντρεύτηκε τη Σοφία Γεωργ. Παγουροπούλου, κόρη δικηγόρου. Απέκτησαν 2 αγόρια. Το σπίτι[24] τους ήταν στην πλατεία Διάκου, πίσω και αριστερά από το μνημείο (φωτογραφία παρατίθεται). Το αγόρασαν από τον πολιτευτή Νικ. Βελέντζα. Ήταν, την εποχή εκείνη, το πιο σύγχρονο σπίτι της πλατείας Διάκου.
 Στην Κατοχή η επιχείρηση των Αφών Κονταξή έχασε πολλά χρήματα, όπως και πολλές άλλες, από τον πληθωρισμό του νομίσματος. Μεταπολεμικά όμως ανέκαμψε και απέκτησε την προπολεμική της αίγλη στο εμπόριο της περιοχής.
 Το 1968 πέθανε ο Αλέξανδρος Κονταξής και το 1969 το μαγαζί  μεταβιβάστηκε στους Χρυσόστομο Αυγέρο και Κωνσταντίνο Ράπτη. Λειτούργησε ακόμα μέχρι το 1985, οπότε και έκλεισε οριστικά. Η μεγάλη εμπορική επιχείρηση των Αφών Δ. Κονταξή λειτούργησε συνολικά για 120 χρόνια.


 Γεώργιος Κ. Παπαγεωργίου (1896-1946) : Γεννήθηκε στην κοινότητα Βαθυπέδου Ιωαννίνων. Οι γονείς του ονομάζονταν Κωνσταντίνος και Χρυσαυγή. Από τα νιάτα του δούλεψε σε πολλά μαγαζιά κι έμαθε την τέχνη του εμπορίου. Εργάστηκε στη Λαμία και το 1930 παντρεύτηκε την Ευλαλία Γεωργ. Μήλιου (1908-1964) από την Ανθήλη. Απέκτησαν δύο γιους. Ο Γεώργιος Παπαγεωργίου πέθανε το 1946, σε πρώιμη ηλικία 50 ετών.


 Κωνσταντίνος Συνοδινός (1893[25]-1963) : Γεννήθηκε στην Κοινότητα Καμπουριανών Καρδίτσας. Οι γονείς του ονομάζονταν Συνοδινός και Ειρήνη. Από μικρός δούλεψε σε μαγαζιά κι έμαθε την τέχνη. 
Μπακάλικο (κάτω) Κων.  Συνοδινού
 Υπηρέτησε στο στρατό και μετά το 1922 εγκαταστάθηκε στη Λαμία. Τότε παντρεύτηκε την Κωνσταντία Παν. Βασιλειάδη από τη Στυλίδα (γεν. το 1893). Απέκτησαν πέντε παιδιά (4  κόρες κι ένα γιο).
 Η οικογένεια Μανώλη αγόρασε - παλιότερο μάλλον - σπίτι από τους Τούρκους. Στη γωνία της πλατείας Διάκου με τη συνέχεια της οδού Διάκου νότια, απέναντι απ’ το σημερινό Ταχυδρομείο Λαμίας οικοδομήθηκε και υπάρχει ακόμα το διώροφο νεοκλασικό του πρώτου ιδιοκτήτη, του Μανώλη. Αυτό αγοράστηκε από τον Κων. Συνοδινό. Εκεί την περίοδο του Μεσοπολέμου στο ισόγειο ήταν το παντοπωλείο του Κων. Συνοδινού. Πλούσιο κατάστημα με μεγάλη ποικιλία[26] ειδών. Στο σπίτι επάνω έμενε η οικογένειά του.
 Ο Κων. Συνοδινός πέθανε στη Λαμία το 1963, σε ηλικία 70 ετών.



Επίλογος

 Στα μεταπολεμικά χρόνια, τα παντοπωλεία δέχτηκαν την επίθεση των ελληνικών και πολυεθνικών μεγαλοκαταστημάτων (supermarkets) και αναγκάστηκαν να κλείσουν. Λίγες σε αριθμό αντίστοιχες σημαντικές προσπάθειες έγιναν από Λαμιώτες (όπως οι Αφοί Φαρμάκη[27]-Ζάρρα για 20 χρόνια) και επήλυδες (Αντ. Μπαλής κοντά στα 10 χρόνια), αλλά τελικά έκλεισαν. Ελάχιστοι συνεχίζουν, όπως π.χ. το σούπερ μάρκετ  Μίμη Σκούρα (από το 1981).
 Επιβιώνουν όμως και αντέχουν τα πολλά μικρά μαγαζιά (τα λένε μίνι-μάρκετ) τόσο σε κεντρικά και κυρίως σε περιφερειακά σημεία της πόλης. Παραμένοντας ανοιχτά πολλές ώρες της ημέρας, σε μικρή απόσταση από τις κατοικίες, εξυπηρετούν πολύ τους καταναλωτές. Σε κάποια απ’ αυτά επέστρεψε και το “τεφτέρι”, δηλ. η πίστωση, ένα ακόμα φαινόμενο της οικονομικής κρίσης (ή αδήλωτης χρεοκοπίας) της Ελλάδας.
 Το σημαντικότερο όμως είναι ότι στα μικρά μαγαζιά ο πελάτης δεν κάνει απρόσωπες αγορές. Όπως τα παλιότερα χρόνια, ο μπακάλης συνήθως γνωρίζει τον πελάτη. Θα μιλήσουν, θα σχολιάσουν τα νέα, θα κάνουν αστεία, θα κεράσει ίσως ένα τσίπουρο. Με τις κυρίες θα συζητήσουν τα κοινωνικά των κοινών γνωστών ή και άλλων συμπολιτών. Έτσι ο μπακάλης αποκτά πάλι την άτυπη κεντρική κοινωνική του θέση στη γειτονιά, ξέρει πρόσωπα και πράγματα και μπορεί να βοηθήσει όπου είναι δυνατό. Η σχέση ξαναγίνεται ανθρώπινη και στήνεται πάλι ο κοινωνικός ιστός της γειτονιάς.
 Αυτή είναι ίσως η απάντηση στη μοναξιά που συνοδεύει το μοντέρνο ψυχρό τρόπο αγορών των σουπερμάρκετς, τα οποία υπόσχονται στους πελάτες πάντα το “φτηνότερο και καλύτερο”, εξωθώντας τους σε τεχνητές ανάγκες και υπερβολικές αγορές. Καιρός πλέον για τον σκεπτόμενο καταναλωτή, που θα υποστηρίζει τον τόπο του κάνοντας τις αγορές του σ’ ένα παντοπωλείο με συναίσθημα …

Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος
       φυσικός

----------------------------------
Δημοσιεύτηκε στην εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 20686 - 20688, στις 2, 3 & 4 Σεπτεμβρίου 2014.




[1] Η λέξη προέρχεται από το ρήμα έδομαι = τρώγω.
[2] Ως παραδείγματα αναφέρουμε τους 4 αδελφούς Κονταξή (Απόστολο, Κων/νο, Θεοδόση και Ιωάννη), τους 3 αδελφούς Ανταχόπουλου (Αθανάσιο, Γεώργιο, κι άλλον ένα), 3 αδελφούς Ποντικόπουλου (Βασίλειο, Γεώργιο, Δημοσθένη), κ.ά.
[3] εφ. Η ΕΠΑΡΧΙΑ, φ. 1170, 10-4-1937, Λαμία.
[4] Αθαν. Κ. Μπαλωμένου : “Δρόμοι, Καταστήματα και ιδιοκτησίες της προπολεμικής Λαμίας (1930-40)”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2001, Λαμία.
[5] βλ. Αθανασίου Κ. Μπαλωμένου : “Είδη και τιμές προϊόντων σε προπολεμικά μεγάλα Καταστήματα αποικιακών ειδών της Λαμίας (δεκαετία 1930-40)”, στο περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2002, σελ. 56-62, Λαμία.
[6] Μικρό μεταλλικό φτυαράκι χειρός για μεταφορά ζάχαρης, οσπρίων, αλεύρων, ξηρών καρπών, μπαχαρικών, καφέ, κ.ά. Η λέξη είναι ιταλική (sessola), η αντίστοιχη ελληνική είναι άντλιον.
[7] Υπήρχαν όμως και τα MISKO, ΝΤΕΒΕΤΑ, κ.ά. που ήταν σε συσκευασία, αλλά ήταν ακριβότερα στην τιμή τους.
[8] 1 οκά αντιστοιχούσε σε 1,28 κιλά =1.280 γραμμάρια. Η 1 οκά υποδιαιρείτο σε 400 δράμια. Το 1 κιλό αντιστοιχούσε σε 320 δράμια. Πολλαπλάσιο της οκάς είναι το 1 καντάρι,  που είναι  ίσο με 44 οκάδες. Από την 1η Ιουλίου 1959 καταργήθηκε η οκά στην Ελλάδα και ισχύει το 1 χιλιόγραμμο (ή κιλό).
[9] Προέρχονταν από τις εταιρείες Fix και Μάμος (Πατρών). Ήταν σε μπουκάλια. Κάθε μπουκάλι ήταν σε πλεχτή θήκη από άχυρο (για να μη σπάσουν τα μπουκάλια χτυπώντας μεταξύ τους) και τοποθετημένα σε κιβώτια. Η κατανάλωση ήταν πολύ μικρή. Υπήρχε και συσκευασία μπύρας σε ξύλινα βαρέλια για καμπαρέ και εξοχικά κέντρα.
[10] Τότε το ούζο είχε πολύ μεγάλη διάδοση και πολύ μεγάλη  κατανάλωση.
[11] Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου : “Βιοτεχνίες-Βιομηχανίες της Λαμίας στα χρόνια του Μεσοπολέμου”, εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ σε συνέχειες, από 21 έως 25 Σεπτεμβρίου 2004, σ. 9, Λαμία. Επίσης στο περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ2007, σελ. 99-118, Λαμία. Τέλος αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο στη διεύθυνση :  amfictyon.blogspot.gr, από τις 30-6-2014.
[12] Από το 1875 είχε ατμοκίνητο εργοστάσιο με αλευρόμυλο, δύο μανεστροποιεία, δύο σαπωνοποιεία, πέντε πνευματοποιεία, κ.ά. με σημαντική εξαγωγή των προϊόντων του.
[13] Στη Λαμία είχε ατμοκίνητο ελαιοτριβείο, σαπωνοποιεία και οινοπνευματοποιεία. Στο τεράστιο εργοστάσιο της Στυλίδας είχε αλευρομύλους, κλιβάνους αρτοποιείων κατά το ευρωπαϊκό σύστημα, μανεστροποιείο, κ.ά.
[14] εφ. Η ΕΠΑΡΧΙΑ, Μάρτιος 1934, Λαμία
[15] Αθανασίου Κ. Μπαλωμένου “Δρόμοι, Καταστήματα και Ιδιοκτησίες της προπολεμικής Λαμίας (Δεκαετία 1930-40)”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2001, σελ. 61-108, Λαμία
[16] Ήταν τρία αδέρφια (Αθανάσιος, Γεώργιος κι ένας ακόμα).
[17] Ο πατέρας της Καλλιόπης ήταν πρόσφυγας και φορούσε βράκες. Η  Καλλιόπη δεν  παντρεύτηκε. Την έλεγαν «Μαλάμου» επειδή ήταν γνωστός ο Βασίλειος Μαλάμος, που ήταν γαμπρός στην αδερφή της. Το  πραγματικό επώνυμο της Καλλιόπης ήταν Δουκάκη. [βλ. υποσημ. 15]
[18] Σε επιτύμβια πλάκα του Νεκροταφείου Ξηριώτισσας γράφει ως έτος γεννήσεως 1895. Στο Βιβλίο Θανάτων του Ι. Ν. Ευαγγελίστριας Λαμίας γράφει ηλικία 75 ετών, με έτος θανάτου το 1968, που σημαίνει έτος γέννησης το 1893. Ας αναζητηθεί η ορθότητα …
[19] Έκανε εισαγωγές-εξαγωγές με το εξωτερικό, από διάφορες χώρες, που εξυπηρετούνταν μεταφορικά με πλοία από το λιμάνι της Στυλίδας.
[20] Είχε επίσης δικό του Κατάστημα με Κυνηγετικά Είδη, στην οδό Καλύβα-Μπακογιάννη.
[21] Η Ζωή (1896-1952) παντρεύτηκε τον έμπορο (γενικού εμπορίου και μετά βιβλιοπώλη στην οδό Διάκου) Γεώργιο Ποντικόπουλο, η δε Βασιλική παντρεύτηκε το στρατιωτικό Μπάμπαλη.
[22] Σ’ αυτήν εργάστηκε ο Αθανάσιος Μπαλωμένος (ο πατέρας μου) από τα μέσα της 10ετίας του ’30. Μεταπολεμικά εργάστηκαν ο Χρυσόστομος Αυγέρος, ο Κων. Ράπτης, οι αδελφοί Νικόλαος & Ανδρέας Ζουμπόπουλος, κ.ά. Λογιστής της εταιρίας ήταν ο Χαράλαμπος Μιχαλόπουλος.
[23] Από τον Ιούνιο του 2013 η Εμπορική Τράπεζα συγχωνεύτηκε στην Alpha Bank.
[24] βλ. Μαρίας Τζιβελέκη – Πολυμεροπούλου «Τα Σαϊπαίικα – Συνοικία Τρουμπέ Λαμίας», σελ. 14, Λαμία, 1994.
[25] Στα Μητρώα του Δήμου Λαμίας έχει γραφεί το 1894 ως έτος γέννησης.
[26] βλ. υποσημ. 24.
[27] Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου :  “Υπερκαταστήματα (σουπερμάρκετς) ΑΦΩΝ ΦΑΡΜΑΚΗ-ΖΑΡΡΑ”, εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 20383, σελ. 6,  Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013, Λαμία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου