Προπολεμικό Θέατρο Σκιών
Γεννήθηκε[1] στη Χαλκίδα αλλά καταγόταν από την Κύμη της Εύβοιας. Γνώρισε και αγάπησε το Θέατρο Σκιών. Ήταν μαθητής του ρουμελιώτη σπουδαίου πρωτοπόρου καραγκιοζοπαίχτη Γιάννη Ρούλια[2], που δημιούργησε το Μπαρμπαγιώργο. Όπως μας πληροφορεί ο Δημήτριος Μόλλας[3], ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης θεωρούσε το Γιάννη Ρούλια μάστορα στην τέχνη. Διακρίθηκε για το άρτιο παίξιμό του, αλλά και για τη ζωγραφική του. Τον μνημονεύουν (ο Δημ. Μόλλας και ο Κώστ. Μπίρης), ότι επέβαλε στο πανί τη φιγούρα του Γύφτου.
Αναφέρουμε μια διήγηση του καραγκιοζοπαίχτη Σίμου Γκαρή: “Ο Αγιομαυρίτης ήταν καλός καραγκιζοπαίχτης, γερός, είχε ένα στήθος που φώναζε εδώ και ακουγόταν στο Κοντάρι. Ήτανε γερός και τα παλικάρια του στα κλέφτικα ήταν καλά, δυνατά και τους Τούρκους, τον Αλή Πασά προπαντός άμα ήταν, έτριζε η σκηνή μέσα. Τέτοιο στήθος είχε …”
Ο καραγκιοζοπαίχτης στη σκηνή (σχέδιο Γ. Χαρίδημου) |
Στην κλασική παράσταση “Ο Μέγας Αλέξανδρος και το καταραμένο φίδι” η σύνδεση με τον δρακοκτόνο Άγιο Γεώργιο αποδίδεται στον Αγιομαυρίτη, όπως έγραψε ο Κώστας Μπίρης :
“Την τελευταία αυτή παρατήρηση μου προσέφερε ένας από τους παλιότερους καραγκιοζοπαίχτες, ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης, που ζει αποτραβηγμένος τώρα στη Στυλίδα. Η παράσταση, μου έλεγε, του θηρίου είναι παρμένη από το θρύλο του Άη Γιώργη και της βασιλοπούλας, που ήταν αιχμάλωτη του δράκοντα. …… Μη μπορώντας όμως να βγάλουνε έναν Άγιο στη σκηνή, γιατί αυτό θα ήταν οπωσδήποτε προσβολή κατά της θρησκείας, βγάλανε στη θέση του έναν άλλο μυθικό ήρωα, το Μέγα Αλέξανδρο, αλλάζοντας έτσι το θρύλο”.
Στη Λαμία[4] ήρθε γύρω στο 1915, σε σχετικά ώριμη ηλικία και στα Πηγαδούλια της Λαμίας, στην οδό Υψηλάντου, στο κέντρο του Χατζόπουλου, έστησε τον πρώτο του μπερντέ. Είχε διαστάσεις 5 μ. μήκος και 1,20 μ. ύψος. Οι φιγούρες του ήταν από δέρμα και χαρτόνι. Το εισιτήριο ήταν 5-6 δραχμές - σημαντικό ποσό τότε - όταν με μια δεκάρα έπαιρνες ένα αυγό. Ο διάκοσμος του μπερντέ είχε μια μόνιμη παράσταση με το άρμα του ηλίου και από πάνω έγραφε “Θέατρο Σκιών Ανδρέα Αγιομαυρίτη”.
Το Θέατρο Σκιών που έστησε στα Πηγαδούλια λεγόταν[5] “Όαση”. Ήταν πάντα καθαρό και η παράσταση ήταν στην ώρα της. Είχε τραπέζια και μπορούσαν να παραγγείλουν ούζο, αναψυκτικά, μεζέ. Αν έβρεχε δεν γινόταν παράσταση. Το Θέατρο-αναψυκτήριο λειτουργούσε μόνο τη θερινή περίοδο (από Ιούνιο μέχρι τέλος Σεπτέμβρη). Ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης είχε οικογένεια και μετά την παράσταση έτρωγαν (μαζί και οι βοηθοί).
Χαρακτηριστικά έργα που έπαιζε ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης ήταν : “Ο Κατσαντώνης”, “Ο Καραγκιόζης καπετάνιος”, “Ο Καραγκιόζης φούρναρης”, “Το μαύρο της ανατολής”, “Ο Καραγκιόζης γραμματικός”, κ.ά. Πολλά έργα ήταν πατριωτικά. Μετά από κάθε έργο έπαιζε και κωμωδίες, όπως “Η κολοκυθιά”, “Το στοίχημα”, “Η κούνια”, κ.ά.
Οι παραστάσεις άρχιζαν μόλις σουρούπωνε, στις 8 ½ περίπου και τελείωναν κατά τις 11, με τρία διαλείμματα (οι ηρωικές παραστάσεις διαρκούσαν περισσότερο). Αν ακολουθούσε και η κωμωδία, τότε τελείωνε στις 12. Ο φωτισμός του μπερντέ γινόταν με λάμπες[6] λουξ. Είχε 2 μόνιμους βοηθούς[7].
Το θέατρο ήτανε και κέντρο. Είχε απέξω ψησταριά με κοκορέτσι, σπληνάντερο και σερβίριζε τους πελάτες. Μέσα στο θέατρο είχε τραπεζάκια και ο κόσμος μπορούσε να παραγγείλει μπύρα ή ούζο με μεζέ, αναψυκτικά, κλπ. Απ’ έξω πουλούσαν στραγάλια αλμυρά, πολίτικο χαλβά, παστέλια, φιστίκια (με τη χούφτα), κ.ά.
Η μάντρα “ΟΑΣΙΣ” με το Θέατρο Σκιών του Αντρέα Αγιομαυρίτη (σκίτσο Αλέκου Κάιλα) |
Πήγαινε πολύς κόσμος, εφόσον δεν υπήρχε μόνιμος κινηματογράφος. Τις καθημερινές είχε λιγότερους θεατές, ενώ τα Σαββατοκύριακα “γινόταν σκοτωμός”. Πάντως η παράσταση γινόταν ακόμα και με λίγους θεατές. Θυμίζουμε ότι την εποχή εκείνη, ο καραγκιόζης ήταν πολύ ελκυστικό θέαμα. Όλος ο κόσμος πήγαινε εκεί και όχι στον κινηματογράφο. Βέβαια αν ο καιρός ήταν άσχημος, τότε ο Αγιομαυρίτης δεν έπαιζε. Η θερινή περίοδος διαρκούσε από τον Ιούνιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Το χειμώνα έπαιζε στου Θεοφίλου.
Τη δεκαετία του ’30 ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης περιγράφεται ως άνθρωπος σωματώδης, με μουστάκι, σοβαρός, με ύψος 1,75 περίπου. Ήταν σπουδαίος καραγκιοζοπαίχτης, τη δε καλλιτεχνική περίοδο που ήταν στη Λαμία, άφησε εποχή. Στις παραστάσεις του πρόσθετε και σκηνές από την καθημερινότητα[8] της Λαμίας, αλλά έβαζε και χαρακτηριστικούς τύπους της (κυρίως από τη συνοικία “Γύφτικα” όπως, ο Δέντρος, ο Λίας ο Φρίας, ο Ταρζάν, ο Διαμαντής κ.ά.). Μάλιστα είχε φτιάξει ανάλογες φιγούρες και τους έπαιζε στο μπερντέ. Οι διάλογοι έφερναν πολύ γέλιο. Για τα παιδιά που δεν είχαν λεφτά, είχε δώσει εντολή να μπαίνουν δωρεάν όταν έπαιζε την κωμωδία. Μερικά μικρά παιδιά που έρχονταν συχνά για τις παραστάσεις, τα έπαιρνε μέσα απ’ το μπερντέ και κρατούσαν το κολλητήρι, το μεμέτη ή κάποια άλλη φιγούρα.
Χαρακτηριστικά στέκια (μάντρες) όπου έπαιζε στη Λαμία ήταν στου Γελούμενου, στο σημερινό “Δέλτα” (πριν το 1936) και στην “Αύρα[9]”, στα Πηγαδούλια. Έκανε και φιλανθρωπικές παραστάσεις (για σχολεία, ορφανοτροφεία).
Τις φιγούρες τις έφτιαχνε μόνος του από δέρμα και μερικές από χαρτόνι. Από δέρμα γίνονταν οι κύριες φιγούρες (Καραγκιόζης, Μπαρμπαγιώργος, Χατζηαβάτης, Βεληγκέκας, Κολητήρι, κ.ά.), ενώ οι δευτερεύουσες φιγούρες (μεμέτια, γέροι, κλέφτες, κ.ά.) γίνονταν από χαρτόνι. Είχε και φιγούρες από δέρμα και χαρτόνι, όπως π.χ. του Νιόνιου το κεφάλι ήταν δερμάτινο και το σώμα χαρτονένιο. Τις ζωγράφιζε πολύ εκφραστικά. Είναι κρίμα που χάθηκαν όλα αυτά τα αριστουργήματα, που θα κοσμούσαν μια μεγάλη πλευρά ενός μουσείου λαϊκής τέχνης.
Αρχικά ο Αγιομαυρίτης έπαιζε χωρίς όργανα, αλλά μετά τα καθιέρωσε. Η ορχήστρα ήταν έξω απ’ τη σκηνή. Άρχιζε με διάφορα δημοτικά τραγούδια και ενίοτε έπαιζε κάποιο ελαφρό τραγούδι της εποχής. Την παράσταση συνόδευαν 3 ή 4 οργανοπαίχτες (βιολί, κλαρίνο, σαντούρι, λαούτο), όπως ο Κλαπαδώρας, ο Μητσόπουλος (βιολί) κι ο Πλατανιάς (σαντούρι). Κάποιες φορές είχε και κιθάρα. Ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης είχε καλή και δυνατή φωνή και τραγουδούσε και ο ίδιος. Για τους πρωταγωνιστές της παράστασής του συνήθιζε να τραγουδά, έναν τούρκικο αμανέ, τα “τρία παιδιά Βολιώτικα” (για το Μπαρμπαγιώργο), το “Τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια” (για τον Καραγκιόζη), το “Ποιος ασίκης, ποιος λεβέντης στο παζάρι τραγουδεί” (για τον Χατζηαβάτη), το “Ωραία που ’ναι η Ζάκυνθος” (για το Νιόνιο), κ.ά.
Ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης μέχρι το 1940 μπορεί να χαρακτηριστεί Λαμιώτης καραγκιοζοπαίχτης[10]. Παράλληλα, στη δεκαετία του ’30 άρχισε να περιοδεύει σε όλη την Εύβοια δίνοντας παραστάσεις Καραγκιόζη. Μετά συνέχισε στην υπόλοιπη Στερεά Ελλάδα, στη Θεσσαλία ακόμα και σε νησιά.
Στα επόμενα χρόνια, συνέχισε την καλλιτεχνική δράση του με κέντρο τη Στυλίδα. Από το 1936 είχε εγκατασταθεί οικογενειακώς στη Στυλίδα. Ενοικίασε ένα σπίτι ιδιοκτησίας Κυριακού (αλλιώς Μπαλαμπάνη) που βρισκόταν στο νέο συνοικισμό της. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του κατοικούσε στο σπίτι του κ. Κων. Παπαγεωργίου, στο δρόμο προς το Γυμνάσιο Στυλίδας. Μάλιστα επισκεπτόταν τη μητέρα του Βασίλη Ζώμα, συμπατριώτισσά του από την Κύμη, για καφέ και κουβέντα. Έτσι ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης μπορεί να χαρακτηριστεί ως Στυλιδιώτης, εφόσον έζησε εκεί τα επόμενα χρόνια.
Για την ιστορία, να αναφερθεί ότι ο πρώτος καραγκιοζοπαίχτης στη Στυλίδα ήταν ο Χρήστος Καρφίτσας. Ήταν πολύ καλός. Τον διαδέχθηκε ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης.
Στη Στυλίδα, κατά τη χειμερινή περίοδο, ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης έπαιζε στο κτίριο του Βασίλη Αθανασίου, ενώ τη θερινή περίοδο έπαιζε στο εξοχικό κέντρο “ΣΑΝ ΣΟΥΣΙ”, όπου επίσης έδιναν παραστάσεις με διάφορα θεατρικά έργα, αλλά και του θεάτρου Σκιών.
Την περίοδο της Κατοχής ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης έπαιζε σε καφενεία και αποτελούσε τη μόνη διασκέδαση. Το 1946 πήρε τη σύνταξή του και πέθανε το 1955[11] σε βαθιά γεράματα στη Στυλίδα.
Ήταν μέλος - από τα πρώτα - του Σωματείου Ελλήνων Καραγκιοζοπαικτών, που ιδρύθηκε το 1924. Γνωστός μαθητής και βοηθός του ήταν ο Κώστας Μάνος ή Αθανασίου (1902-1970) από το Άργος. Όπως αναφέρει[12] ο Δημ. Μόλλας :
“… τον πήρε ως βοηθό του, γιατί είχε καλό χέρι. Εκεί έμαθε τη ζωγραφική και την τέχνη του Καραγκιόζη. Μετά 5-6 χρόνια, ο Αντρέας τον έστειλε να παίξει μόνος του στα Λουτρά της Υπάτης …”.
Η πολυτάλαντη ικανότητα των Ελλήνων καραγκιοζοπαιχτών με την καλλιτεχνική δημιουργία που συνδυάζει ζωγραφική, συγγραφή, διακόσμηση, μίμηση, σκηνοθεσία, φαντασία και εκτέλεση με ευαισθησία αναδείχθηκε και στον Ανδρέα Αγιομαυρίτη, όπως στο Μόλλα, το Χαρίδημο και τόσους άλλους. Για άλλη μια φορά, η αξία και η προσφορά τέτοιων ανθρώπων στον τόπο μας χάθηκαν μέσα στην αδιαφορία και την αγνωμοσύνη. Κρίμα!
Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
Υ.Γ. Καλός φίλος από τη Στυλίδα με πληροφόρησε ότι η πόλη της Στυλίδας, μετά από πίεση των πνευματικών ανθρώπων της προς την τέως Δήμαρχο, “εδέησε” να δώσει το όνομα του Ανδρέα Αγιομαυρίτη σ’ ένα δρομάκι της. Η πόλη της Λαμίας τι έκανε γι’ αυτόν ;
--------------------
Βιβλιογραφία-Αναφορές-Μαρτυρίες
1. Αντωνίου Γ. Νικολάου : “Ο καραγκιοζοπαίχτης Ανδρέας Αγιομαυρίτης”, από τη μνήμη του Νικολάου Λογοθετίδη, στη Στυλίδα. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ΣΚΑΛΑΚΙ”, τεύχος 1, σελ. 25, 1991, έκδοση της Γ’ τάξης του Γυμνασίου Στυλίδας (επιμέλεια Δημητρίου Κ. Καραθεοδώρου, φιλολόγου).
2. Μιχαήλ Γ. Χατζάκη : “Ένας Λαμιώτης Καραγκιοζοπαίχτης”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1983, σ. 180-186, Λαμία.
3. Γιώργου Ν. Μουσταΐρα : “Δύο Αργείοι Καραγκιοζοπαίχτες : Γιάν. Παπούλιας & Κώσ. Μάνος”, στην ιστοσελίδα https://argolikivivliothiki.gr/tag
4. Ιστοσελίδα http://www.karagiozismuseum.gr
5. Ιστοσελίδα http://www.karagkiozis.com
6. Αθανασίου Κ. Μπαλωμένου : “Δρόμοι, Καταστήματα και Ιδιοκτησίες της προπολεμικής Λαμίας (Δεκαετία 1930-40)”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2001, Λαμία.
7. Μαρτυρία Δημήτρη Κ. Καραθεοδώρου, φιλολόγου.
-------------
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Σύμφωνα με τον παλιό Λαμιώτη Στέφανο Χρηστίδη, ο Ανδρέας Αγιομαυρίτης γεννήθηκε το 1895, αλλά δεν είναι σωστό. Πάντως, σε ιστοσελίδα του Διαδικτύου, ως προσεγγιστικά έτη γέννησης και θανάτου γράφονται : περίπου 1870 - περίπου 1955.
[2] Ήταν μαθητής του περίφημου καραγκιοζοπαίχτη Μίμαρου.
[3] Ήρθε στη Λαμία το 1938 και έπαιζε καραγκιόζη στο ΤΙΤΑΝΙΑ, ένα άλλο θέατρο στα Πηγαδούλια. Ο Μόλλας είχε πιο μεγάλες φιγούρες. Το παίξιμο του Μόλλα ήταν πιο σοβαρό, αλλά δεν έβγαζε το γέλιο όπως στις παραστάσεις του Αγιομαυρίτη.
[4] Οι πληροφορίες που αναφέρονται στη Λαμία, προήλθαν από τρεις συνεντεύξεις και δόθηκαν στον ερευνητή Μιχάλη Χατζάκη. Με τον αείμνηστο Λαμιώτη Στέφανο Δ. Χρηστίδη (1902-1986), που διατηρούσε Γραφείο Τελετών στην οδό Καλύβα-Μπακογιάννη. Με τον Ντίνο Αποστόλου (1921-;), που διατηρούσε τσαγκάρικο στην οδό Ανδρούτσου. Επίσης σημαντικές πληροφορίες έδωσε ο αείμνηστος Αλέκος Κάιλας (1929-1993), που είχε ατελιέ ζωγραφικής στις Εφτά Βρύσες της Λαμίας.
[5] Ήταν μια μάντρα, που κατά καιρούς έπαιρνε διάφορα ονόματα, όπως ΑΥΡΑ, ΟΑΣΗ, κ.ά. Ήταν περιτριγυρισμένη με καφασωτά, ασβεστωμένη και με λουλούδια. Δίπλα ήταν ο κινηματογράφος ΑΥΓΗ, που τότε ήταν πολέμιος του καραγκιόζη.
[6] Δούλευαν με λάμπες ασετιλίνης.
[7] Ήταν ο Κεφάλας (επάγγελμα εκδορέας) και ο Λευτέρης Κουραβάνας. Μερικές φορές τον βοηθούσε και η γυναίκα του.
[8] Έκανε και πλάκες. Ένας φούρναρης της Λαμίας του ζήτησε να γράψει έξω απ’ το φούρνο του μια ταμπέλα “Άρτος άσπρος, άρτος μαύρος”. Εκείνος έγραψε στην ταμπέλα “Γάτος άσπρος, γάτος μαύρος”! Οι πελάτες είπαν στον αγράμματο φούρναρη, αυτά που έγραψε. Εκείνος νευρίασε λέγοντας : “Α, τον κερατά τον Αγιομαυρίτη, τι μου ’κανε!” Μετά βέβαια το διόρθωσε.
[9] βλ. υποσημείωση 5.
[10] Μιχαήλ Γ. Χατζάκη : “Ένας Λαμιώτης καραγκιοζοπαίχτης”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1983, σ. 180-187, Λαμία.
[11] Το έτος θανάτου του Ανδρέα Αγιομαυρίτη προήλθε από τον Στυλιδιώτη Νικόλαο Λογοθετίδη.
[12] Δημήτρης Μόλλας στο βιβλίο του : “Ο Καραγκιόζης μας, Ελληνικό Θέατρο Σκιών”, Σύγχρονη Εποχή, 2002, Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου