Ένας άξιος Έλληνας και μεγάλος ευεργέτης
40 χρόνια από το θάνατό του
Πρόλογος
Υπήρξε μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Από την ηλικία των 15 χρόνων ξεκίνησε την εντυπωσιακή
σταδιοδρομία του ως αλευροβιομήχανος! Στα 27 χρόνια, με ήδη σημαντική
περιουσία, πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Η γνωριμία του με τον Ελευθ. Βενιζέλο
του ενίσχυσε το δημιουργικό ρόλο ως Έλληνα, αλλά “κόλλησε και το μικρόβιο” της
πολιτικής. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή έχασε την περιουσία του. Από τη
δεκαετία του ’30, ανέλαβε τη χρεοκοπημένη εταιρία Πυριτιδοποιείο-Καλυκοποιείο και
την έκανε μεγάλη και κερδοφόρα εθνική μονάδα.
Πρόδρομος (Μποδοσάκης)
Αθανασιάδης (φωτ. ΕΛΙΑ) |
Ο Αλμπέρτο Μοράβια είπε : “Για να
κερδίζεις λεφτά χρειάζεται ταλέντο, αλλά για να ξοδεύεις λεφτά χρειάζεται
κουλτούρα”. Με άλλα λόγια, η δημιουργία του πλούτου
είναι απόδειξη της αξιοσύνης του μυαλού, αλλά η χρήση του πλούτου είναι επιβεβαίωση
του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου. Το Ίδρυμα Μποδοσάκη, το “τελευταίο του
παιδί”, όπως το ονόμασε ο ίδιος, αποτελεί - μετά από πολλά άλλα - τη
σημαντικότερη προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο, εδώ και 40 χρόνια (από το
θάνατό του).
Η γραφή τούτη επιθυμεί να θυμίσει τη
δημιουργικότητα κι αξιοσύνη που συνόδευε τους Έλληνες όπου γης, να προβάλλει
στη νέα γενιά ένα επιτυχημένο πρότυπο, που συμβάλλει στην εθνική ανάπτυξη, αλλά
επιπλέον την ευεργεσία προς την πατρίδα του με σημαντικές δωρεές.
Κωνσταντίνος Αθαν.
Μπαλωμένος
φυσικός
------------------------
Η μερική ή ολική αντιγραφή (copy-paste) και ανάρτηση ή δημοσίευση σε άλλο ηλεκτρονικό ή έντυπο μέσο απαγορεύεται, χωρίς τη σχετική άδεια του συγγραφέα ή του
διαχειριστή το παρόντος μέσου (www. amfictyon.blogspot.gr). Θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και
διώκεται σύμφωνα με το νόμο.
1. Τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια
Ο Πρόδρομος Αθανασιάσης γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1891 στον Πόρο της
Μικράς Ασίας, μια κωμόπολη 8.500 κατοίκων (κοντά στη
Νίγδη της Καππαδοκίας),
εκ των οποίων οι 3.000 περίπου ήταν Έλληνες. Αν και το κανονικό του όνομα ήταν
Πρόδρομος, έγινε γνωστός με το όνομα “Μποδοσάκης”, που προήλθε από παραφθορά
του ονόματος Πρόδρομος στα τουρκικά. Οι γονείς του ονομάζονταν Θωμάς και
Δέσποινα Αθανασιάδη και ήταν το μοναδικό αγόρι της οικογένειας, με δύο ακόμη
κόρες.
Τα οικονομικά της οικογένειας Αθανασιάδη δεν ήταν καλά και ο μικρός τότε
Πρόδρομος βοηθούσε. Σε ηλικία 9 ετών, από ένα νοικιασμένο αγρόκτημα έξω απ’ τη
Μερσίνα, φόρτωνε κάθε βράδυ σ’ ένα γαϊδουράκι τα προϊόντα του λαχανόκηπου, για
να τα πουλήσει το πρωί στην αγορά της Μερσίνας. Μέχρι το τέλος της ζωής του
θυμόταν το φόβο της επιστροφής τη νύχτα στο σπίτι, ιδιαίτερα κατά τους
χειμερινούς μήνες.
Η οικογένεια σύντομα μετακόμισε στη Μερσίνα, όπου ο Θωμάς Αθανασιάδης ασχολήθηκε
με το λιανικό εμπόριο δημητριακών. Τα οικονομικά της οικογένειας βελτιώθηκαν
και η μητέρα του έστειλε το μικρό Πρόδρομο στο σχολείο. Ήταν καλός και εύστροφος
μαθητής. Ο δάσκαλος τού έδινε να πουλάει λιθογραφίες προσώπων της ελληνικής
επανάστασης και φυλλάδια πατριωτικού περιεχομένου σε Έλληνες, κρυφά από τους
Τούρκους. Παράλληλα ο Πρόδρομος βοηθούσε το γιο του πλούσιου δωρητή του
σχολείου στα μαθήματά του.
Στο τέλος της σχολικής χρονιάς, το πρώτο
βραβείο του καλύτερου μαθητή δεν δόθηκε στον Πρόδρομο, αλλά στο γιο του δωρητή!
Τότε αγανάκτησε, δάκρυσε και εξοργίστηκε, εγκαταλείποντας οριστικά στο σχολείο.
Στη ζωή του μετά, έγινε βασική του αρχή η αξιοκρατία, την οποία διεκδικούσε με
σθένος.
Για μικρό χρονικό διάστημα εργάστηκε σ’ ένα παντοπωλείο. Ήταν 15 ετών,
όταν ζήτησε από τον πατέρα του και εισήλθε στη μικρή επιχείρηση με εμπόριο
σιταριού, στην οποία εργάζονταν επίσης και τα 2 αδέρφια του. Για το σουσάμι που εμπορεύονταν πρότεινε στον
πατέρα του να ενοικιάσουν έναν υδρόμυλο. Με νέα μέθοδο, παραγόταν άριστης
ποιότητος σησαμέλαιο και ταχίνι, που αποτελούσαν την πρώτη ύλη για τους
χαλβαδοποιούς της περιοχής. Η επιτυχία του εγχειρήματος έφερε σύντομα τη νέα
πρόταση για να εγκαταστήσουν νέο ατμοκίνητο μύλο, που τον αγόρασαν από την
Ελβετία. Η παραγωγή τους αυξήθηκε και έτσι η επιχείρηση κυριάρχησε στην
περιοχή. Μετά από 7 μήνες έστησε εκκοκκιστήριο βάμβακος και πιεστήριο, ώστε το
βαμβάκι να εξάγεται σε δέματα.
2. Γάμος του – Περίοδος οικονομικής κρίσης
Σε ηλικία 20 ετών γνώρισε τη γυναίκα που έγινε σύντροφος της ζωής του. Ήταν
η Ιωάννα Γκεμπάουερ, κόρη αυστριακού μηχανικού. Ήταν ορφανή γονέων και έμενε με
τον αδερφό της, μηχανικό σιδηροδρόμων στη Μερσίνα. Η αγάπη της Ιωάννας ήταν
τόση, ώστε έγινε ορθόδοξη χριστιανή και παντρεύτηκαν την Κυριακή του Θωμά του
έτους 1912.
Ιωάννα και Πρόδρομος |
Στα τέλη του 1913, απογοητευμένος, αποφάσισε - και αφού στο μεταξύ τα
χρέη της οικογενειακής επιχείρησης είχαν αποπληρωθεί - να εγκαταλείψει τη
Μερσίνα και να μεταναστεύσει στην Αμερική. Έφυγε με τη γυναίκα του για την
Αθήνα, αλλά τελικά το ταξίδι στην Αμερική δεν έγινε και το ζεύγος Μποδοσάκη
επέστρεψε ξανά στη Μερσίνα.
Λίγο αργότερα ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και κλήθηκε να υπηρετήσει
στον τουρκικό στρατό. Το απέφυγε, επικαλούμενος λόγους υγείας και αφού βεβαίως
κατέβαλε ένα διόλου ευκαταφρόνητο μπαξίσι.
Δούλευε σκληρά, χωρίς διακοπή, ήταν εφευρετικός και ακούραστος. Η
επιχείρηση γινόταν καθημερινά και πιο μεγάλη, πυροδοτώντας το φθόνο των
ανταγωνιστών, οι οποίοι τον κατηγόρησαν για κατασκοπεία υπέρ των συμμάχων, με
αποτέλεσμα να συλληφθεί. Στη δίκη όμως αποδείχτηκε ότι οι κατηγορίες ήταν
ανυπόστατες κι έτσι αφέθηκε ελεύθερος μετά από 3 μήνες.
3.
Από την
οικογενειακή επιχείρηση στην αυτόνομη
εμποροβιοτεχνική δράση
Στο μεταξύ, ο πατέρας και οι αδελφοί του είχαν διακόψει τη λειτουργία
της επιχείρησης, από φόβο μήπως κατηγορηθούν κι αυτοί ως κατάσκοποι. Η εξέλιξη
αυτή οδήγησε το Μποδοσάκη στην απόφαση να αποχωρήσει από την οικογενειακή
επιχείρηση και να συνεχίσει την επιχειρηματική δραστηριότητα μόνος του, ώστε να
είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τις αποφάσεις και τις ενέργειές του.
Το νέο ξεκίνημα ήταν πολύ δύσκολο γι’ αυτόν και τη γυναίκα του, αλλά
ούτε για μια στιγμή δεν τον εγκατέλειψε η πίστη και η αισιοδοξία. Όμως, με την
αποχώρηση του Μποδοσάκη, η οικογενειακή επιχείρηση άρχισε να παραπαίει και
κινδύνευε με χρεοκοπία. Οι δανειστές τον παρακάλεσαν να γυρίσει πίσω. Γύρισε, αλλά
θέτοντας τους όρους του. Θα μίσθωνε τις εγκαταστάσεις από τον πατέρα και τα αδέλφια
του, θα αναλάμβανε τις υποχρεώσεις, αλλά για όλες τις αποφάσεις θα ήταν απόλυτα
υπεύθυνος ο ίδιος.
Μετά από ένα τρίμηνο, με σκληρή δουλειά και διορατικές κινήσεις, όχι
μόνο είχε ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις, αλλά είχε συγκεντρώσει και κεφάλαιο 3.000
χρυσών τουρκικών λιρών! Ένιωθε πια ότι άνοιγε γι’ αυτόν ο δρόμος της επιτυχίας, που τόσο ονειρευόταν.
Ο Μποδοσάκης πίστευε ότι όταν δουλεύεις σωστά και με συνέπεια, οι
ευκαιρίες θα έρθουν. Κι έτσι έγινε. Του προτάθηκε να αναλάβει την τροφοδοσία με
άλευρα των στρατιωτικών μονάδων της Μερσίνας. Ανέλαβε τη δουλειά και παρέδωσε πολύ
καλύτερη ποιότητα από αυτή που του ζητήθηκε, αν κι έτσι περιόριζε σημαντικά το
περιθώριο κέρδους του. Αυτό όμως εκτιμήθηκε ιδιαίτερα. Σύντομα του ανατέθηκαν
πολύ μεγαλύτερες παραγγελίες, όπως η προμήθεια 12.000 τόνων κρέατος και η
τροφοδοσία 30.000 εργαζομένων, οι οποίοι δούλευαν στην κατασκευή της
σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης - Βαγδάτης.
4.
Ένας ευέλικτος
Έλληνας σ’ ένα δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον
Ο Πρόδρομος ήταν μόλις 24 ετών, αλλά από τότε και μέχρι το τέλος της
ζωής του, σε όλες τις επιχειρηματικές του κινήσεις, σκεπτόταν μακροπρόθεσμα.
Καλλιεργούσε σχέσεις εμπιστοσύνης, ώστε
να αντέχουν στο χρόνο, ενώ το πρόσκαιρο κέρδος δεν τον συγκινούσε. Δεν δίσταζε
να χάσει ακόμη και μεγάλα ποσά, προκειμένου να μην αθετήσει μια συμφωνία που
είχε κάνει. Και αυτό συνέβη πολλές φορές μέχρι το τέλος της ζωής του.
Παρά τις επιτυχίες, η γενικότερη κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη και το
περιβάλλον ευμετάβλητο. Ήταν μια εμπόλεμη περίοδος. Το έτος 1916, κατά τη
διάρκεια ενός βομβαρδισμού, ο αλευρόμυλός του στη Μερσίνα καταστράφηκε. Δεν
πτοήθηκε όμως και γρήγορα τον ξαναέστησε. Ταυτόχρονα είχε όμως και άλλα
προβλήματα να αντιμετωπίσει. Ήταν ένας Έλληνας χριστιανός ορθόδοξος, που έπρεπε
να συναλλάσσεται συνεχώς με Τούρκους υψηλόβαθμους αξιωματούχους. Επομένως ήταν
επιβεβλημένο να είναι πολύ ευέλικτος, διπλωμάτης, εξαιρετικά προσεκτικός στις
κινήσεις του και ξεκάθαρος στις συναλλαγές του. Η καλή του φήμη είχε εξαπλωθεί
και οι Τούρκοι στρατηγοί τού ζητούσαν να αναλάβει την τροφοδοσία των μονάδων
τους με σιτάρι. Ακόμη και ο διοικητής στα Άδανα του ζήτησε να αναλάβει την
τροφοδοσία της περιοχής του. Δεν μπορούσε να αρνηθεί, αν και δεν ήταν καθόλου
εύκολο, να εξασφαλίσει την τροφοδοσία τόσων χιλιάδων ανθρώπων.
Στη Μερσίνα ενίσχυε όχι μόνο τους χριστιανούς αλλά και
τους Τούρκους. Γι’ αυτό και κυκλοφορούσε με τον αμαξά του, μόνος, χωρίς να
φοβάται. Βοηθούσε τον κοσμάκη, βοηθούσε και το δοβλέτι. Όταν στην οθωμανική
κυβέρνηση δημιουργήθηκε πρόβλημα επισιτισμού των εργατών που κατασκεύαζαν τη
σιδηροδρομική γραμμή της Βαγδάτης, αυτός, παρά τη σιτοδεία, ανέλαβε να τους προμηθεύσει
ψωμί. Με μπαξίσια στην τουρκική διοίκηση, μυστικές συμφωνίες, άλευρα που
μεταφέρονταν από το Χαλέπι με καμήλες και ανακατεύονταν με αποθέματα πίτουρου,
που είχε αποθηκεύσει προνοητικά, ο έξυπνος Ρωμιός τα κατάφερε. Στο δρόμο του βρέθηκαν
αινιγματικά πρόσωπα της Ανατολής. Οργάνωσε μυστικά δείπνα με τούρκους
αξιωματούχους όπως ο Ραμζή πασάς, ο Τζεμάλ πασάς και κάποιος Κεμάλ πασάς, που “όσο
έπινε τόσο μεγαλύτερη πνευματική διαύγεια είχε”. Όλα αυτά πλούτισαν τις
εμπειρίες του.
Ο νεαρός Έλληνας τα κατάφερε. Όχι μόνο ολοκλήρωσε με επιτυχία το τιτάνιο
έργο που είχε αναλάβει, αλλά του απονεμήθηκε και παράσημο για την ποιότητα των
υπηρεσιών του. Παράλληλα, η επιτυχία
αυτή του απέφερε πολύ μεγάλα κέρδη, καθιστώντας τον ισχυρό οικονομικό
παράγοντα. Μέσω της δραστηριότητάς του, είχε δημιουργήσει σχέσεις με τους
ισχυρούς παράγοντες της τουρκικής διοίκησης και τους στρατού, οι οποίοι συχνά
τον καλούσαν στις συγκεντρώσεις τους. Σε μια τέτοια συγκέντρωση γνώρισε και το
στρατηγό Κεμάλ πασά. Προφανώς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι είχε μπροστά του
τον άνθρωπο που θα γινόταν ο αναμορφωτής και απόλυτος κυρίαρχος της Τουρκίας. Ο
μετέπειτα πανίσχυρος Κεμάλ Ατατούρκ.
5. Στην Κωνσταντινούπολη, επιτυχημένος και πλούσιος
Έλληνας
Τον Οκτώβριο του 1918 ο Μποδοσάκης με τη γυναίκα του εγκατέλειψαν τη
Μερσίνα και εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Είχε ήδη αποκτήσει μια
τεράστια περιουσία και μπορούσε να παίρνει με άνεση τις αποφάσεις του. Στην
Κωνσταντινούπολη, ο Μποδοσάκης επισκέφθηκε το Φανάρι. Σε όλη τη διάρκεια του
Μικρασιατικού πολέμου ενίσχυε οικονομικά το Πατριαρχείο, αλλά πάντα με απόλυτη
μυστικότητα.
Οι αιφνιδιαστικές κινήσεις και οι κεραυνοβόλες
απαντήσεις σε κάθε αμφισβήτηση ήταν στις συνήθειές του. Όταν έφυγε από τη
Μερσίνα, όπου έκανε τα πρώτα επιτυχημένα επαγγελματικά του βήματα, και
εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη επεδίωξε να συναντηθεί με τη διοίκηση της
Οθωμανικής Τράπεζας και δεν το πέτυχε. Τότε απέσυρε αμέσως τις καταθέσεις του, που
ανέρχονταν σε 3.100.000 λίρες Τουρκίας, τιμωρώντας έμπρακτα τους υπερόπτες.
Ο ίδιος έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι αυτή η περίοδος στην
Κωνσταντινούπολη ήταν από τις πλέον ευτυχισμένες της ζωής του. Διέμενε στο
Ξενοδοχείο “Πέρα Παλλάς”, το πολυτελέστερο της Κωνσταντινούπολης. Στο ίδιο
ξενοδοχείο διέμεναν και πολλοί Έλληνες αξιωματικοί. Ο Μποδοσάκης γνωρίστηκε με
τους περισσότερους από αυτούς.
Όταν το 17 Οκτωβρίου 1918 το θωρηκτό «Αβέρωφ»
αγκυροβόλησε μπροστά στον Ντολμά Μπαξέ και οι γαλανόλευκες υψώθηκαν στα σπίτια
των Ρωμιών στην Πόλη, ο Μποδοσάκης, που διέμενε στο «Πέρα Παλλάς», θέλησε να
υψώσει ελληνική σημαία στο μπαλκόνι του δωματίου του. Δεν του επετράπη όμως
γιατί μόνο οι κάτοχοι ελληνικών ιδιοκτησιών είχαν αυτό το δικαίωμα. Λέγεται ότι
ο Μποδοσάκης βγήκε από το ξενοδοχείο. Μερικές ώρες αργότερα επέστρεψε με τις
μετοχές της επιχείρησης στον χαρτοφύλακά του και διέταξε τον γενικό
σημαιοστολισμό του κτιρίου … Υπάρχει όμως κι άλλη εκδοχή, που ακολουθεί :
Ένα βράδυ το Δεκέμβριο του 1918, ο συνταγματάρχης Γεώργιος Κατεχάκης
(1881-1939) και ο πλοίαρχος Γεώργιος Α. Κακουλίδης (1871-1946) είπαν στο
Μποδοσάκη ότι το “Πέρα Παλλάς”, το ξενοδοχείο-σύμβολο της Κωνσταντινούπολης,
ήταν επιθυμία του Ελευθερίου Βενιζέλου να περάσει σε ελληνικά χέρια. Του είπαν
ότι ο Βενιζέλος ήθελε να δείξει στους συμμάχους τη δυναμικότητα του ελληνικού
στοιχείου της Πόλης. Ο Μποδοσάκης τούς αιφνιδίασε :
- “Αν
αυτή είναι η επιθυμία του προέδρου, τότε το αγοράζω εγώ και αμέσως μάλιστα”.
Όταν πληροφορήθηκε ότι ο εκπρόσωπος της γαλλικής εταιρείας Wagon-Lits στην οποία
ανήκε το ξενοδοχείο ήταν εκεί, σηκώθηκε αμέσως και πήγε να τον συναντήσει. Σε
μισή ώρα επέστρεψε στο σαλόνι, όπου οι δύο αξιωματικοί τον περίμεναν με αγωνία.
“Τι έγινε ; Τι είπατε ;”
- “Αγαπητοί μου, το ξενοδοχείο “Πέρα
Παλλάς”, σύμφωνα με την επιθυμία του προέδρου, είναι σε ελληνικά χέρια .” Το αγόρασε έναντι 5.250.000 γαλλικών φράγκων!
Οι δύο αξιωματικοί έμειναν άναυδοι. Κι εκείνος ένοιωθε υπερήφανος. Από
τότε και μέχρι το τέλος της ζωής του, τίποτα δεν του πρόσφερε μεγαλύτερη
συγκίνηση από το να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για τα συμφέροντα της αγαπημένης
και πολύπαθης πατρίδας του.
Τον Ελευθέριο Βενιζέλο τον γνώρισε από κοντά, το Δεκέμβριο του 1919 στο σπίτι του Εθνάρχη στη γωνία της λεωφόρου Πανεπιστημίου και της οδού
Αμερικής
στην Αθήνα. Στο μεταξύ ο Βενιζέλος τον είχε παρασημοφορήσει για τις σημαντικές
δωρεές που είχε κάνει κατά τη σύντομη παραμονή του στην Αθήνα. Η συζήτηση ήταν
ζεστή και εγκάρδια. Ο Μποδοσάκης εντυπωσιάστηκε και έγραψε στο ημερολόγιό του:
“Όταν έφυγα από το σπίτι του πρωθυπουργού ένιωθα διαφορετικός άνθρωπος. Είχε
ενσταλάξει στην ψυχή μου τη βαθύτατη πίστη του στα πεπρωμένα της φυλής μας”.
Η ανατολίτικη σοφία του Μποδοσάκη τον έκανε πιο
διορατικό από τους πολιτικούς. Στο Βενιζέλο είχε υποδείξει ότι πρέπει να
ενισχυθούν οι ελληνικοί πληθυσμοί που ζούσαν στα παράλια της Μικράς Ασίας, με
μεταφορά των Ελλήνων της ενδοχώρας, οι οποίοι θα χάνονταν ανάμεσα στον συμπαγή
τουρκικό πληθυσμό. Επιπλέον τόνισε την πάγια ανάγκη να γίνουν σχολεία και να
σταλούν έλληνες δάσκαλοι.
Η εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων έγινε για τον Μποδοσάκη το
κυρίαρχο πάθος στη ζωή του. Όταν πληροφορήθηκε ότι ο Γάλλος ιδιοκτήτης του Sporting Club
της
Σμύρνης προσπαθούσε να απαγορεύσει την παρουσία των Ελλήνων στρατιωτικών στα
σαλόνια του, τον επισκέφθηκε και αγόρασε το Club
χωρίς παζάρια, κάνοντάς το Λέσχη των Ελλήνων Αξιωματικών!
Μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 θα ακολουθήσει
ο νέος εθνικός διχασμός. Ο Μποδοσάκης κινούμενος σε όλη την Ευρώπη για τις
επιχειρηματικές του υποθέσεις και ερχόμενος σε επαφή με κορυφαίους
αξιωματούχους, βλέπει την τεράστια καταστροφή που πλησιάζει με γοργό ρυθμό.
Επισκέπτεται τον Βενιζέλο στη Γαλλία, όπου διαμένει αυτοεξόριστος και τον
ενημερώνει. Ο Βενιζέλος αρνιόταν να πιστέψει ότι μια τεράστια καταστροφή
βρισκόταν προ των πυλών. Ο Μποδοσάκης αγαπούσε και σεβόταν τον Βενιζέλο, αλλά
κάποια στιγμή δεν άντεξε και τον ρώτησε :
- “Για
ποιόν λόγο, πρόεδρε, αποφασίσατε να καταλάβετε τη Μικρά Ασία; Με τα χάλια που
είχε η Τουρκία μετά την ήττα της, μέσα σε δέκα το πολύ χρόνια θα την είχαμε
κατακτήσει οικονομικά, χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίματος”.
Το 1921, πάλι κατόπιν επιθυμίας του Ελευθ. Βενιζέλου,
ο Μποδοσάκης έδωσε το σεβαστό ποσό των 40.000 χρυσών λιρών στο Δημήτριο
Λαμπράκη για να εκδώσει δύο βενιζελικές εφημερίδες, το «Ελεύθερο Βήμα» και τα
«Αθηναϊκά Νέα».
6. Μικρασιατική Καταστροφή – Νέο ξεκίνημα του
Μποδοσάκη στην Ελλάδα
Η είδηση της μικρασιατικής καταστροφής βρήκε τον Μποδοσάκη στη
Φραγκφούρτη. Το σοκ που υπέστη ήταν τρομερό. Υπέστη όμως και τεράστια
οικονομική καταστροφή. Όλη η αμύθητη περιουσία του στην Τουρκία χάθηκε. Λέγεται ότι ο Μποδοσάκης “άφησε στην Τουρκία περιουσία ανώτερη από τα
κεφάλαια της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος”!
Στην Κωνσταντινούπολη κατηγορήθηκε από τους φανατικούς κεμαλικούς ως
πράκτορας των γκιαούρηδων. Έχασε τα πάντα εκεί, μεταξύ των οποίων και το
ξενοδοχείο “Πέρα Παλλάς”. Ευτυχώς είχε μεριμνήσει ώστε να μεταφέρει σε
ευρωπαϊκές τράπεζες πολύ σημαντικά ποσά σε
καταθέσεις.
Ενώ σκεφτόταν πού να
εγκατασταθεί, τον Ιανουάριο του 1923 συναντήθηκε με τον Ελευθ. Βενιζέλο στη
Λωζάννη[1],
που προσπαθούσε να περισώσει ό,τι ήταν δυνατό. Τον βρήκε εξαντλημένο από την
προσπάθεια. Συζήτησαν για πολλά. Ο Βενιζέλος εκτιμούσε πάντα τη γνώμη του
Μποδοσάκη. Όταν όμως του είπε ότι σκόπευε να εγκατασταθεί σε κάποια ευρωπαϊκή
χώρα για να συνεχίσει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες εκεί, ο Βενιζέλος
αντέδρασε έντονα :
- “Όχι,
πρέπει να κατέβεις και να δουλέψεις στην Ελλάδα. Εκεί χρειάζεσαι. Θέλω να μου
υποσχεθείς ότι μετά την υπογραφή της συνθήκης θα εγκατασταθείς στην Αθήνα”.
Και το υποσχέθηκε. “Ήταν τόση η
επιβολή που μου ασκούσε, ώστε δεν μπορούσα να αρνηθώ”, έγραψε στο
ημερολόγιό του.
Ο Μποδοσάκης έφτασε στην Αθήνα, στις 10 Νοεμβρίου 1923. Η πολιτική
κατάσταση ήταν ζοφερή. Του έγιναν προτάσεις για ενεργό συμμετοχή του στην
πολιτική, τις οποίες απέρριψε. Ένιωθε ότι έπρεπε άμεσα να επαναδραστηριοποιηθεί
στις επιχειρήσεις. Είχε αναλάβει υπό την προστασία του περισσότερα από 150
άτομα, ανάμεσά τους οι γονείς του, συνεργάτες και υπάλληλοί του, που έφτασαν
εξαθλιωμένοι στην Αθήνα μετά την καταστροφή. Ο Μποδοσάκης είχε μάθει να
εργάζεται με δύο τρόπους: Στην Τουρκία με καλλιέργεια προσωπικών σχέσεων και
μπαξίσι, και στην Ευρώπη με αψεγάδιαστη επιχειρηματική συμπεριφορά. Στην
Ελλάδα, της δεκαετίας του 1920 δεν είχε καμία ελπίδα. Έκανε πολλές προσπάθειες
να ξαναστήσει νέες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, χωρίς επιτυχία. Επίσης, η έμμονη
ιδέα να ανακτήσει σύντομα μέρος της τεράστιας περιουσίας που έχασε με τη
μικρασιατική καταστροφή, τον οδήγησε στο ελληνικό χρηματιστήριο. Απώλεσε
σύντομα τα κεφάλαια που του είχαν απομείνει. Ήταν μια ολοκληρωτική οικονομική
καταστροφή.
Ο Μποδοσάκης όμως και πάλι δεν πτοήθηκε. Έγραφε στις σημειώσεις του “Δεν
κάμφθηκα από τίποτε. Διατήρησα την ψυχραιμία μου, την αυτοπεποίθησή μου, την
υπερηφάνειά μου. Πούλησα τα πάντα, αυτοκίνητα, κοσμήματα της γυναίκας μου, όλα
τα οικιακά είδη που είχαν κάποια αξία,
για να ξεπληρώσω στο ακέραιο τις υποχρεώσεις μου… ”.
Από την αρχή της σταδιοδρομίας του είχε επαφές με την εξουσία. Πέρα από
το γεγονός ότι με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να προασπίσει και τα συμφέροντα
των επιχειρήσεών του, ο Μποδοσάκης πίστευε ότι οι όποιες παρεμβάσεις του είχαν
πάντοτε χαρακτήρα πατριωτικό. Πράγματι ποτέ δεν δίστασε να πει αυτό που πίστευε
ότι ήταν σωστό για την πατρίδα, έστω και αν πολλές φορές ήξερε ότι τα λόγια του
δεν ήταν αρεστά στα υψηλόβαθμα πρόσωπα, συχνότατα στους ίδιους τους
πρωθυπουργούς ή δικτάτορες, αλλά και στους βασιλείς.
7. Δημιουργία της ΠΥΡ.ΚΑΛ. στα χρόνια του Μεσοπολέμου
Μέχρι το 1934 δεν μπόρεσε να κάνει κάτι σημαντικό. Και τότε, ξαφνικά,
του παρουσιάζεται η μεγάλη ευκαιρία. Τον Ιανουάριο του 1934 τον κάλεσε ο Διοικητής
της Εθνικής Τράπεζας Ιωάν. Δροσόπουλος (1870-1939) και του πρότεινε να αναλάβει
την Εταιρία[2]
Ελληνικού Πυριτιδοποιείου & Καλυκοποιείου (ΠΥΡ.ΚΑΛ.), που παράπαιε. Μετά
από σκληρή διαπραγμάτευση, η Ε.Τ.Ε. συμφώνησε να μεταβιβάσει στο Μποδοσάκη την
κυριότητα των μετοχών της στην ΠΥΡ-ΚΑΛ.
Έκλεισαν μια αμοιβαία επωφελή συμφωνία. Τώρα είχε στα χέρια του μια
μεγάλη ευκαιρία και το κίνητρο να δημιουργήσει ξανά. Ρίχτηκε στη δουλειά.
Οραματιζόταν να στήσει μια πολεμική βιομηχανία όχι μόνο εφάμιλλη, αλλά και
καλύτερη των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Τα συμφέροντα τα οποία θίγονταν με την
εξέλιξη αυτή πρόβαλαν ως επιχείρημα ότι το καλυκοποιείο δεν είχε τη δυνατότητα
παραγωγής οβίδων, που ήταν απαραίτητες για τα πυροβόλα του ελληνικού στρατού. Ο
Μποδοσάκης δεν έχασε χρόνο. Με ταχύτατες κινήσεις έστησε μονάδα παραγωγής τους
στην Ελλάδα.
Παράλληλα, το 1935, η εταιρία ΠΥΡΚΑΛ του Μποδοσάκη, με δική του πρόταση,
εξαγόρασε το 80% του πακέτου των μετοχών της εταιρίας “Ελληνική Εριουργία Α.Ε.”
που κατείχε η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος.
Αυτή ήταν μια σημαντική ελληνική βιομηχανία, που είχε ιδρυθεί το 1909 με
εγκαταστάσεις στα Πατήσια. Αρχικά
παρήγαγε κλινοσκεπάσματα και στρατιωτικές στολές. Ήταν η εποχή των Βαλκανικών
Πολέμων και κάλυπτε[3] το
μεγαλύτερο μέρος των αναγκών του Ελληνικού Στρατού. Μετά την εξαγορά της από το
Μποδοσάκη, η “Ελληνική Εριουργία Α.Ε.” λειτούργησε με ικανοποιητικές επιδόσεις
και αναδείχθηκε σε μία από τις πλέον σύγχρονες υφαντουργικές μονάδες της
Βαλκανικής.
Η περίοδος 1935-36 στην Ελλάδα χαρακτηριζόταν από έντονη πολιτική
αστάθεια. Στο ίδιο διάστημα πέθαναν ο Ελευθ. Βενιζέλος (1864-1936) και ο Γεώργ.
Κονδύλης (1879-1936). Το πολίτευμα άλλαξε. Έγινε ξανά βασιλεία και στις 4
Αυγούστου 1936 η δικτατορία Μεταξά. Ο Μποδοσάκης έμεινε αυτό το διάστημα μακριά
από τις πολιτικές εξελίξεις.
Εγκαίνια του Οβιδουργείου ΠΥΡΚΑΛ (Μεταξάς, Μποδοσάκης) |
Ο καλύτερος πελάτης για την ελληνική πολεμική βιομηχανία ήταν η ισπανική
κυβέρνηση, με το ξέσπασμα της επανάστασης και την έναρξη του εμφυλίου[4].
Η δυναμικότητα του εργοστασίου πολλαπλασιάστηκε. Τα κέρδη και η εισροή πολύτιμου
συναλλάγματος ήταν τεράστια. Μάλιστα, για να καλυφθούν οι τεράστιες ανάγκες παραγωγής
εγκαταστάθηκαν νέα μηχανήματα.
Στην Ελλάδα όμως, η στάση των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν εχθρική προς τον
Μποδοσάκη. Οι στρατιωτικοί αμφισβητούσαν την ποιότητα των προϊόντων της ΠΥΡ-ΚΑΛ
και συχνά προμηθευόντουσαν πυρομαχικά από το εξωτερικό, παρά την αναγνωρισμένη
διεθνώς ποιότητα των προϊόντων της εταιρίας. Ο Μποδοσάκης όμως, δεν άφησε τη βιομηχανία
να υπολειτουργεί. Συνέχισε την παραγωγή με εντατικούς ρυθμούς, δημιουργώντας
υψηλά αποθέματα. Αυτά αποδείχθηκαν σωτήρια όταν ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός
πόλεμος, οπότε φάνηκε πόσο σωστή ήταν η πρωτοβουλία του.
Το 1938 ο Μποδοσάκης συναντήθηκε με το
Γερμανό υπουργό Οικονομικών[5]
Χέρμαν Γκαίρινγκ, στο ανάκτορό του στο Βερολίνο. Εκεί ο Γκαίρινγκ τον απείλησε,
λέγοντας ότι το Καλυκοποιείο ΠΥΡΚΑΛ προμήθευε με όπλα τους Κόκκινους στην
Ισπανία. Ο έξυπνος Μικρασιάτης τού απάντησε εύστοχα:
- “Αυτούς που λέτε κόκκινους, εγώ τους ξέρω για
κυβερνητικούς”!
8.
Ελληνοϊταλικός
πόλεμος
– Κατοχή
Με την ιταλική εισβολή και την έναρξη του πολέμου φάνηκε γρήγορα ότι όλα
θα κρίνονταν από τη δυνατότητα αντίστασης της Ελλάδας στο μέτωπο. Και πράγματι,
η σθεναρή αντίσταση του ελληνικού στρατού σόκαρε τον επίδοξο κατακτητή. Πέρα
όμως από τον αδιαμφισβήτητο ηρωισμό των Ελλήνων αξιωματικών και στρατιωτών,
καθοριστικό ρόλο έπαιξε η δυνατότητα διάθεσης πολεμοφοδίων στην πρώτη γραμμή
του μετώπου.
Ο Μποδοσάκης για μια ακόμη φορά έδειξε τον πατριωτισμό του. Προνοητικός
καθώς ήταν, είχε φροντίσει - αποκλειστικά με δική του πρωτοβουλία - να παράγει
και να αποθηκεύσει πολύ μεγάλες ποσότητες πολεμοφοδίων, τα οποία διέθεσε
αμέσως, κάνοντας το ελληνικό πυροβολικό πανίσχυρο. Επίσης, με την ομάδα των
τεχνικών του στο καλυκοποιείο, επέλυσε δύσκολα προβλήματα τεχνικής φύσεως,
προκειμένου να γίνει αξιόμαχο ένα σημαντικό μέρος του πεπαλαιωμένου εξοπλισμού
που διέθετε ο ελληνικός στρατός.
Στις αρχές του 1941, όταν πλέον η γερμανική εισβολή ήταν προ των θυρών,
ο Μποδοσάκης ζητούσε επίμονα από την Κυβέρνηση να φυγαδεύσει τον εξοπλισμό της
ΠΥΡ-ΚΑΛ στη Μέση Ανατολή, προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των Γερμανών. Η
έγκριση δόθηκε, όταν πια ήταν πολύ αργά … Οι κατακτητές, με την άφιξή τους στην
Ελλάδα, έσπευσαν να απογυμνώσουν το εργοστάσιο και να μεταφέρουν τα πάντα στη Γερμανία.
Πρόδρομος (Μποδοσάκης) Αθανασιάδης |
Σε όλη την περίοδο του εκπατρισμού του ταξίδεψε στην Αίγυπτο, σε όλη
σχεδόν την Αφρική και στις ΗΠΑ. Σκεφτόταν τρόπους για να βοηθήσει την πατρίδα. Ήταν μια
δοκιμασία σε θέματα υγείας. Κατηγορήθηκε ακόμη και για την πατριωτική του
δράση. Τον Απρίλιο του 1945 επέστρεψε και πάλι πανευτυχής στην Ελλάδα. Ό,τι
είχε δημιουργήσει πριν τον πόλεμο, για μια ακόμη φορά, είχε καταστραφεί. Η
κατάσταση που αντίκρισε ήταν απελπιστική. Οποιοσδήποτε άλλος θα εγκατέλειπε
κάθε προσπάθεια. Όχι όμως ο “Μποδοσάκης”. Κι έτσι για μια ακόμη φορά στη ζωή
του θα ξεκινούσε και πάλι από την αρχή …
9. Μετακατοχικά χρόνια – Ανασυγκρότηση
Σε μια εποχή που πολλοί παραδοσιακοί Έλληνες βιομήχανοι σκέπτονταν να
εγκαταλείψουν την Ελλάδα, ο Μποδοσάκης κράτησε εντελώς διαφορετική στάση. Θα
έμενε στην Ελλάδα και θα επένδυε σε νέους τομείς στη βιομηχανία. Για να
ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία προέτρεψε και τους άλλους να κάνουν το ίδιο.
Είχε απόλυτη συναίσθηση του κοινωνικού έργου που πρόσφερε για τη δημιουργία
νέων βιομηχανιών. Το δημιουργικό πνεύμα και η θέλησή του για προσφορά τον
ώθησαν στην ίδρυση ή στην εξαγορά προβληματικών βιομηχανικών επιχειρήσεων, τις
οποίες γρήγορα μετέτρεπε σε καινοτόμες με διεθνή αναγνώριση.
Τον Οκτώβριο του 1946 ο
Μποδοσάκης αγόρασε την “ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΚΑΙ
ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ (Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λ.)” , από τους κληρονόμους των ιδρυτών της
Εταιρίας το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών. Η Εταιρία αυτή, είχε ιδρυθεί το 1909,
αλλά βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση λόγω κακής διαχείρισης.
Διέγνωσε τις καλές προοπτικές της και επιδόθηκε με ζήλο στην ταχύρρυθμη
εξυγίανση και ανάπτυξη της Εταιρίας, η οποία εκείνη την εποχή διέθετε μονάδα
παραγωγής υπερφωσφορικών λιπασμάτων στη Δραπετσώνα και τα μεταλλεία
σιδηροπυρίτη στη Χαλκιδική, που τροφοδοτούσαν το εργοστάσιο λιπασμάτων με πρώτη
ύλη. Είχε επίσης στην ιδιοκτησία της και μεταλλεία χαλκού στην Κύπρο.
Για τα μεταλλεία χαλκού της “Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λ.” στην Κύπρο, ο
Μποδοσάκης ίδρυσε νέα Εταιρία, προκειμένου η διαχείριση να γίνεται επί τόπου,
επειδή είχε διαπιστωθεί ότι η παρακολούθηση των εργασιών από την Αθήνα ήταν
ανεπιτυχής.
Το 1947 ο Μποδοσάκης εξαγόρασε την Οινοπνευματοποιία ΚΕΟ. Η εταιρία αυτή
είχε ιδρυθεί το 1906. Με νέα πλέον επωνυμία “ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΟΙΝΩΝ
& ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΩΝ (ΒΟΤΡΥΣ)” προχώρησε άμεσα σε πλήρη αναδιοργάνωση και
ανανέωση του εξοπλισμού της. Ακολούθησε προσθήκη μονάδος ζυθοποιίας, τα
εγκαίνια της οποίας έγιναν το 1951.
Στα εργοστάσιά της σε Αθήνα και Ελευσίνα η εταιρία ΒΟΤΡΥΣ διέθετε 5
τμήματα: οινοπνευματοποιίας, οινοποιίας, ποτοποιίας, αποσταγμάτων και ζύθου.
Την περίοδο 1974 – 1979 οι εξαγωγές της εταιρίας σε οίνους, ποτά και
αποστάγματα σε χώρες της Δ. Ευρώπης και Β. Αμερικής έφθασαν τα 12 εκατ. $
περίπου.
Σε λίγα χρόνια κατάφερε να ελέγχει πάνω από το 35 % του συνολικού
δυναμικού της Ελλάδας, στο χώρο της βιομηχανίας. Η δραστηριότητά του κάλυψε
πολλούς τομείς. Πυρομαχικά, εριουργία, οινοπνευματώδη, λιπάσματα, υαλουργία,
ναυτιλιακά, ασφάλειες, κατασκευές και βέβαια μεταλλεία και ορυχεία.
10. Εμποροβιομηχανικές δράσεις στη δεκαετία του ’50
Το 1951 ξανάρχισε η λειτουργία του Πυριτιδοποιείου-Καλυκοποιείου (ΠΥΡ-ΚΑΛ)
με την είσοδο της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Χάρη στις συνεχόμενες παραγγελίες του ΝΑΤΟ
και με την προτροπή του Αλεξ. Παπάγου, ο Μποδοσάκης πραγματοποίησε μεγάλη
επένδυση εκσυγχρονισμού της βιομηχανίας, που ολοκληρώθηκε το 1954.
Ωστόσο, η μεταπολεμική περίοδος για την ΠΥΡ-ΚΑΛ δεν είχε την αναμενόμενη
ευτυχή έκβαση. Προφανείς λόγοι ήταν (α) ότι μειώθηκε θεαματικά η χρήση
πολεμικού υλικού με το τέλος του πολέμου και (β) η Ελλάδα, όπως και άλλα κράτη,
ήταν πλέον δέσμια του μεταπολεμικού κλίματος του Ψυχρού Πολέμου, οπότε και η
πολεμική βιομηχανία της δεν είχε πλέον τη δυνατότητα ελεύθερων επιλογών, όσον
αφορά την αγορά και πώληση πολεμικού υλικού. Εξ άλλου, ο κρατικός παρεμβατισμός
ήταν έντονος, γιατί το κράτος ανέκαθεν εκδήλωνε την πρόθεση να θέσει υπό τον
απόλυτο έλεγχό του την πολεμική βιομηχανία της χώρας.
Τελικά, μετά από μια δύσκολη μεταπολεμική πορεία, η ΠΥΡ-ΚΑΛ
κρατικοποιήθηκε το 1981.
Το 1953, ο Όμιλος των Επιχειρήσεων Μποδοσάκη στην Κύπρο, με τα μεταλλεία
χαλκού, προσέφερε απασχόληση σε 3.000 Κύπριους. Το 1960 ο Μποδοσάκης δώρισε
στην Κυπριακή Κυβέρνηση το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων στην Κύπρο,
προκειμένου να αξιοποιηθούν υπέρ του κυπριακού λαού.
Η δεκαετία του 1950 ήταν η περίοδος μεγάλης ακμής για την “ΑΝΩΝΥΜΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΧΗΜΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ (Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λ.)”, η
οποία τότε διέθετε τρεις βιομηχανικούς κλάδους με πληθώρα προϊόντων, τα οποία
πωλούσε τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό. Επίσης η Α.Ε.Ε.Χ.Π.
& Λ. διέθετε ανά την Ελλάδα μεταλλεία σιδηροπυρίτη, μολύβδου, ψευδαργύρου,
λιγνίτη και χρωμίου.
Πρόδρομος-Μποδοσάκης
Αθανασιάδης |
Το 1955 ο Μποδοσάκης ξεκίνησε ένα έργο μεγάλης πνοής. Πρόκειται για το
έργο αξιοποίησης της λιγνιτοφόρου περιοχής Πτολεμαΐδας. Με εξόρυξη του λιγνίτη,
θα δημιουργούσε Μονάδες Ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και άλλες βιομηχανίες (όπως π.χ.
αζωτούχων λιπασμάτων). Ήταν μια πρωτοβουλία που δίνει το μέτρο της
επιχειρηματικής φαντασίας του Μποδοσάκη.
Για το σκοπό αυτό δημιούργησε την εταιρία ΛΙΠΤΟΛ (Λιγνιτωρυχεία
Πτολεμαΐδας). Το έργο εγκαινιάστηκε το 1957, στη δε ομιλία του ανάφερε ότι : «Το έργο αυτό αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο
της μελλοντικής εξέλιξης της οικονομίας της χώρας».
Στην περίοδο της κυβέρνησης[6]
Κων. Καραμανλή το 1958, ο Μποδοσάκης πλήρωσε την καχυποψία και αυταρχικότητα
του Κων. Καραμανλή, που τον θεωρούσε εχθρικά διακείμενο. Εκμεταλλευόμενοι την
ανάγκη που είχε ο Μποδοσάκης για πρόσθετο δανεισμό, τον ανάγκασαν να εκχωρήσει τις
μετοχές της ΛΙΠΤΟΛ στο κράτος. Ήταν τότε το μεγαλύτερο βιομηχανικό συγκρότημα
στη Βόρειο Ελλάδα με ορυχείο λιγνίτη, εργοστάσιο παραγωγής λιγνιτοπλίνθων,
εργοστάσιο αζωτούχων λιπασμάτων, ατμοηλεκτρικό σταθμό κ.λπ.
Δυστυχώς δεν ευτύχησε να απολαύσει τους καρπούς των μόχθων του. Η
δικαιολογημένη πικρία του εκφράστηκε με τη γραφή του :
“Χωρίς τη δική μου αποκλειστικά πρωτοβουλία,
το δικό μου μόχθο, τις δικές μου γνωριμίες και τις δικές μου δαπάνες, αυτό
είναι το έργο δεν θα είχε γίνει ποτέ”.
Ο τότε
πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής αποπειράθηκε να του πάρει επίσης το Εργοστάσιο της
Δραπετσώνας και το Καλυκοποιείο, αλλά τελικά με συμβιβαστική παρέμβαση του
Σοφοκλή Βενιζέλου δεν δόθηκε συνέχεια. Από τη σύγκρουση των δύο ανδρών
ζημιωμένη βγήκε φυσικά η οικονομία, διότι πράγματι ο Μποδοσάκης είχε τέτοιες
γνωριμίες και κύρος στο εξωτερικό που θα έφερνε μεγάλες επενδύσεις στη χώρα.
11. Νέες επιτυχείς δραστηριότητες στις δεκαετίες ’60[7] και
’70
Στις 16 Ιουλίου 1952 το Ελληνικό Δημόσιο υπέγραψε σύμβαση με την
“Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λιπασμάτων”, με την οποία της εκμίσθωσε για περίοδο 36 ετών
τα δικαιώματα μεταλλειοκτησίας των νικελιούχων[8]
σιδηρομεταλλευμάτων των μεταλλείων στην περιοχή Λάρυμνας.
Τα πρώτα δέκα χρόνια λειτουργίας των Μεταλλείων Λαρύμνης, η έρευνα και η ανάπτυξη των κοιτασμάτων (εξόρυξη) υπήρξε πολύ ικανοποιητική και υπερέβαινε τις συμβατικές υποχρεώσεις της εταιρίας.
Τα πρώτα δέκα χρόνια λειτουργίας των Μεταλλείων Λαρύμνης, η έρευνα και η ανάπτυξη των κοιτασμάτων (εξόρυξη) υπήρξε πολύ ικανοποιητική και υπερέβαινε τις συμβατικές υποχρεώσεις της εταιρίας.
Καραμανλής, Μποδοσάκης, Alfred Krupp |
Ακολούθησαν διαπραγματεύσεις για πώληση των μεταλλείων στην Καναδική
εταιρία νικελίου INCO, οι οποίες διεκόπησαν οριστικά τον Ιούνιο 1961. Σχεδόν
αμέσως μετά «εμφανίστηκε» το γαλλικό ενδιαφέρον με την εταιρία LE NICKEL. Στις
31 Ιουλίου 1961 υπεγράφη πρωτόκολλο συμφωνίας για σύσταση νέας εταιρίας με την
επωνυμία ΛΑΡΚΟ (ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΛΑΡΥΜΝΑΣ) και με
συμμετοχή της εταιρίας LE NICKEL κατά 21,5%.
Η συμμετοχή των Γάλλων στη ΛΑΡΚΟ διήρκεσε μέχρι το 1968, οπότε και
απεχώρησαν. Στο διάστημα αυτό, όμως, ο Μποδοσάκης πέτυχε τη μεταφορά
τεχνογνωσίας στη μεταλλουργία παραγωγής νικελίου στη ΛΑΡΚΟ.
Έτσι η ΛΑΡΚΟ βρήκε το δρόμο της. Η παραγωγή νικελίου από 109 τόνους το
1966, ξεπέρασε τους 2.300 το 1967 και με συνεχή άνοδο έφθασε τους 16.500 το
1976, που είναι και το ρεκόρ ετήσιας παραγωγής για όλη την περίοδο λειτουργίας,
πριν τη μεγάλη επένδυση 1977-1978 για αύξηση του δυναμικού της. Έτσι ο
Μποδοσάκης δικαιώθηκε για την πίστη και τους αγώνες που έδωσε με αποτέλεσμα την
επιτυχία του εγχειρήματος της Λάρυμνας.
Το 1962 ιδρύθηκε η εταιρία ΧΗΜΙΚΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
(Χ.Β.Β.Ε.) με τη συμμετοχή της Α.Ε.Ε.Χ.Π. & ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ, της Εθνικής
Τράπεζας της Ελλάδος και του Γαλλικού συγκροτήματος Rhône-Poulenc. Η λειτουργία
του εργοστασίου της εταιρίας ξεκίνησε το 1966 στα Διαβατά Θεσσαλονίκης, το
οποίο παρήγαγε οξέα, λιπάσματα και προωθητικά αέρια (για συσκευασίες αεροζόλ
και για ψυκτικές εγκαταστάσεις).
Από την έναρξη της παραγωγής του εργοστασίου ξεκίνησαν και οι εξαγωγές
κυρίως σε οξέα και προωθητικά αέρια και μικρών ποσοτήτων λιπασμάτων, δεδομένου
ότι ο μεγάλος όγκος παραγωγής κάλυπτε εγχώριες ανάγκες. Στην εξαετία 1974-1979
οι εξαγωγές της εταιρίας ξεπέρασαν τα 60 εκατ. $.
Την 21η Απριλίου του ’67 ο Μποδοσάκης σκέφτηκε να
κλείσει τα εργοστάσιά του παραγωγής πολεμικού υλικού για να μη συγχρωτίζεται
μαζί τους. Είχε όμως εκατοντάδες εργαζομένους. Έτσι, όταν οι πρώτοι πυρήνες
αντίστασης κατά των συνταγματαρχών του ζήτησαν βοήθεια, είπε με ειλικρίνεια:
- «Καλά κάνετε
τζάνεμ. Αλλά εγώ έχω απλωμένο τραχανά!..»
Περί το 1970, με πρωτοβουλία του Μποδοσάκη, δημιουργήθηκε η εταιρία
«Ελληνικά Υαλουργεία Ελευσίνος-OWENS A.E.».
Στην εταιρία συμμετείχαν οι εταιρίες του Μποδοσάκη με ποσοστό 65% (ΛΑΡΚΟ
32,5%, ΑΕΕΧΠ & Λ 25,5 % και ΠΥΡΚΑΛ 7%), η ΕΤΕΒΑ με ποσοστό 10% και η OWENS
ILLINOIS S.A. με το υπόλοιπο ποσοστό 25%. Η παραγωγή ξεκίνησε το Δεκέμβριο του
1972.
Το
εργοστάσιο παρήγαγε φιάλες κατάλληλες για συσκευασία ποτών, αναψυκτικών,
φαρμακευτικών και άλλων προϊόντων, παρήγαγε επίσης ποτήρια και άλλα επιτραπέζια
είδη. Η συνολική ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα του εργοστασίου ήταν 240
τόνοι.
Σημαντικό μέρος (15-20%) της παραγωγής εξαγόταν κυρίως στην Αίγυπτο, στη
Λιβύη και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής. Οι εξαγωγές από 280.000 $ το 1974
έφθασαν τα 1.400.000$ το 1979 και τα 3 εκατ. $ το 1980.
12. Χαρακτηριστικά του ανθρώπου Μποδοσάκη Αθανασιάδη
Η ωριμότητα φάνηκε από τα εφηβικά του χρόνια.
Κατανοώντας τις οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας, ανέπτυξε ιδέες-λύσεις
στη μικρή επιχείρηση του πατέρα του. Ήταν το πρώτο οικονομικό σχολείο της ζωής
του, όπου ανέδειξε τα προσόντα του. Η αναγκαία εμπορική συναναστροφή στο
διοικητικό περιβάλλον της τότε παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ένα
κοινωνικό σχολείο, που τον δίδαξε να ελίσσεται, να αποφεύγει τις αντιπαλότητες
και να αποκτά ωφέλιμες σχέσεις. Η ανατολίτικη εμπειρία με τα “μπαξίσια” σε
τοπικούς συνήθως “άρχοντες” της πολιτικής ή της στρατιωτικής διοίκησης ήταν
επωφελής.
Ο αξιοκρατικός χαρακτήρας του από το
προσωπικό μάθημα που πήρε με τη σχολική αδικία, συνδυάστηκε με την έντονη
εργατικότητα και τον ακολούθησε σ’ όλη του τη ζωή. Ήταν πείσμων και
ακατάβλητος, παρά τις ενδιάμεσες καταστροφές του υπέστη. Η απόκτηση σημαντικού
πλούτου από την τρίτη δεκαετία της ζωής του, του έδωσε ευελιξία, δύναμη και -
όπως είναι φανερό - δίψα για εξουσία. Ο
δημοσιογράφος Νικ. Νικολάου, τον περιέγραψε :
“…μιλούσε σιγά, αργά και με
χαμηλωμένα πάντα τα μάτια, όπως όλοι οι Μικρασιάτες, που είχαν ζήσει για χρόνια
την τουρκική τυραννία. Όταν, όμως, ξαφνικά και για μια στιγμή σήκωσε τα μάτια,
αστραποβολούσε το βλέμμα του, άλλοτε δαιμονικά και άλλοτε σαρκαστικά,
αντιλαμβανόσουν αμέσως ότι απέναντί σου είχες όχι μόνο έναν διορατικό,
δραστήριο και τολμηρό επιχειρηματία, αλλά και μια πολυμήχανη και αδίστακτη
προσωπικότητα, έναν άνθρωπο διψασμένο για δύναμη και εξουσία.”
Πρώτα απ' όλα, ήταν δημιουργός. Το μεράκι
του ήταν να στήνει βαριές βιομηχανίες, που αξιοποιούσαν τον ορυκτό πλούτο της
χώρας, σε συνεργασία με τους πιο φημισμένους διεθνείς βιομηχανικούς οίκους (όπως
π.χ. ο οίκος Krupp της Γερμανίας). Όπως έλεγε “…Το μεράκι μου ήταν να φτιάχνω εργοστάσια και να αντικρίζω τον καπνό
που άφηναν οι υψικάμινοι”. Και το όνειρό του έγινε πραγματικότητα όταν - γύρω
στη δεκαετία του '60 - ο Μποδοσάκης έφθασε να έχει στην ιδιοκτησία του τη μισή
βιομηχανία της χώρας!
Όμως μαζί με το μεράκι του δημιουργού ήρθε
και το σαράκι της πολιτικής και η φιλοδοξία να κατευθύνει από το
παρασκήνιο την πολιτική ζωή της χώρας. Από το Δεκέμβριο του 1919, που γνώρισε
τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος άλλωστε ήταν ο αγαπημένος όλων των αλύτρωτων
Μικρασιατών, γοητεύθηκε. Στις προσωπικές του σημειώσεις έγραψε : “ … όταν έφυγα από το σπίτι του πρωθυπουργού,
ένιωθα διαφορετικός άνθρωπος. Είχε ενσταλάξει στην ψυχή μου τη βαθύτατη πίστη
του στα πεπρωμένα της φυλής μας”.
Πολιτικός που επηρέασε καθοριστικά τη
δραστηριότητα του Μποδοσάκη απεδείχθη ο Σπύρος Μαρκεζίνης, τον οποίο ο
Μποδοσάκης θαύμαζε για την ευφυΐα και την τόλμη του στην οικονομία, αποκορύφωμα
της οποίας ήταν η υποτίμηση της δραχμής και η απελευθέρωση των εισαγωγών το
1953. Όταν ο Μαρκεζίνης παραιτήθηκε από υπουργός Συντονισμού της κυβέρνησης
Αλεξ. Παπάγου την 1η Απριλίου 1954, ο Μποδοσάκης παρέμεινε φίλος, υποστηρικτής[9] του και συνεργάτης του μέχρι το θάνατό του.
Πρόδρομος Αθανασιάδης |
Είχε αυτογνωσία της θέσης του και
χρησιμοποιούσε όλα τα μέσα για επιτυχία του σκοπού του. Ο βιομηχανικός χώρος σε
συνδυασμό με το εμπόριο είναι έντονα ανταγωνιστικός[10]
για να αποκτηθεί η κορυφή. Γι’ αυτό και τον αποκαλούσαν “μπέη” της ελληνικής
βιομηχανίας.
Το 1947, όταν ολοκλήρωσε την εξαγορά των
Λιπασμάτων της Δραπετσώνας από τον Αλέκο Κανελλόπουλο, που όδευαν σε χρεοκοπία,
άλλαξε όλα τα στελέχη με δικούς του ανθρώπους. Τότε ο πρόεδρος της Εθνικής
Τράπεζας Αλέξ. Διομήδης του είπε: “Συμπεριφέρεσαι
σαν να είσαι γενικός γραμματέας κόμματος, σαν το Στάλιν δηλαδή, αφού διευθύνεις
την αυτοκρατορία σου με σιδερένια πυγμή”.
Το Μάιο του 1956 επισκέφθηκε επισήμως την
Ελλάδα ο Γερμανός πρόεδρος Χόις και στη δεξίωση προς τιμήν του στα ανάκτορα,
όταν έφθασε καλεσμένος και ο Μποδοσάκης, ο αυλάρχης τον οδήγησε κατευθείαν στη
Φρειδερίκη. Κι εκείνη παρουσίασε τον Μποδοσάκη στον Γερμανό Πρόεδρο λέγοντάς
του: «Αυτός είναι η Ελλάς!».
Η στενή σχέση του Μποδοσάκη με τη βασίλισσα Φρειδερίκη
και τα συχνά διαβούλια στο σπίτι του Σπ. Μαρκεζίνη με τους Δημ. Λαμπράκη και
Σοφοκλή Βενιζέλο για τα οποία ενημερωνόταν η βασίλισσα, είχαν ενοχλήσει[11]
τον Κων. Καραμανλή. Η καχυποψία του
κορυφώθηκε όταν τον Φεβρουάριο του 1958, ο Παν. Παπαληγούρας, ο Γεώρ. Ράλλης
και άλλοι 13 βουλευτές έφυγαν από την ΕΡΕ, και ο Καραμανλής απέδωσε την κίνηση
σε συνωμοσία του Μποδοσάκη με το φίλο του τον πτέραρχο Ποταμιάνο, αυλάρχη του
Παύλου.
Ο δημοσιογράφος Νικ. Νικολάου που έβλεπε
συχνά το Μπλοδοσάκη και μιλούσαν, δίνει μια ακόμα εικόνα του προεκλογικού
κλίματος στην Ελλάδα. Έγραψε :
“ … Στις εκλογές του 1977 πηγαίνοντας
στο γραφείο του είδα απ' έξω μια σειρά πολυτελείς τσάντες. Ερώτησα αφελώς περί
τίνος πρόκειται και μου απάντησε με ένα αδιόρατο χαμόγελο: - «Λεφτά είναι
τζάνουμ. Εκλογές δεν γίνονται; Πρέπει να βοηθήσουμε κι εμείς».
Και μια άλλη φορά τραβώντας το συρτάρι του
γραφείου του μου είπε: «Ολα τα μυστικά της πολιτικής ζωής γνωρίζει το συρτάρι
αυτό. Μόνο αυτόν τον βελζεβούλη, τον Παναγή Παπαληγούρα, αλλά και το Γεώργιο
Ράλλη δεν συνάντησε»”.
13. Ένα περιστατικό-απόδειξη
ενός “εν ζωή εθνικού ευεργέτη[12]”
Καταγράφηκε από το δημοσιογράφο Νίκο
Νικολάου. Το περιστατικό συνέβη τον Οκτώβριο του 1976 στο γραφείο του τότε
υπουργού Συντονισμού Παναγή Παπαληγούρα. Στο γραφείο ήταν ο υπουργός, ο
Μποδοσάκης και ο διευθυντής του υπουργείου Σάκης Χαλκιάδης. Ο Μποδοσάκης
καβγάδιζε, ζητώντας να του δοθεί ακέραιη η επιδότηση της 1574 απόφασης της
Νομισματικής Επιτροπής για τις εξαγωγές σε νικέλιο, την οποία ο ίδιος υπολόγιζε
σε 18 εκατ. δρχ. και ο Χαλκιάδης την κατέβαζε στα 14. Ο Μποδοσάκης φώναζε στον
Παναγή Παπαληγούρα λέγοντας «να
εφαρμόσεις το νόμο και να μου δώσεις την επιδότηση που δικαιούμαι, όπως τη
δίνεις στον Κατσάμπα και το Δράκο».
Πάνω στον καβγά μπαίνει στο γραφείο ο
υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελος Αβέρωφ και λέει αναστατωμένος:
- «Παναγή,
πρέπει να δώσεις αμέσως εντολή στον υπουργό Οικονομικών (Ευάγγελο Δεβλέτογλου)
να στείλει παρευθύς επιταγή στα ναυπηγεία της Βρέμης, για να πάρουμε τη φρεγάτα
του ναυτικού μας. Τηλεφώνησα στο Δεβλέτογλου, αλλά μου είπε ότι ο
προϋπολογισμός του υπουργείου μου έχει εξαντληθεί και αρνείται να στείλει την
επιταγή».
Όλα αυτά τα έλεγε ο Αβέρωφ με άγχος και
αγωνία και τότε ο Μποδοσάκης, που τον άκουγε εντυπωσιασμένος, ξαφνικά βγάζει από
τη μέσα τσέπη του σακακιού του ένα μπλοκ επιταγών, υπογράφει μία και τη δίνει
του Παπαληγούρα, λέγοντας:
- «Παναγή
ξέχασε τα λεφτά που μου χρωστάς. Δεν τα θέλω. Αφού η αγορά της φρεγάτας είναι
για την Ελλάδα πάρε την επιταγή και δώσ’ τη στον Αβέρωφ».
Η επιταγή που υπέγραψε ο Μποδοσάκης ήταν για
174 εκατ. δρχ. Η γραμματέας κ. Τσούκα δύο φορές έφερε καταπραϋντικά χάπια στον
νευρώδη υπουργό : Μία κατά τη διάρκεια του καβγά για τα 14 εκατ. της επιδότησης
και μία μετά, για να τον ισορροπήσει από το σοκ της επιταγής των 174 εκατ. δρχ.
Ο Παπαληγούρας και ο Αβέρωφ ασπάστηκαν
πολλές φορές τον Μποδοσάκη, ευχαριστώντας τον.
14. Θάνατος του Μποδοσάκη - Αποτίμηση του έργου του
Ο Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης πέθανε στις 18 Ιανουαρίου 1979. Με το
θάνατό του έκλεισε ο κύκλος μιας μεγάλης δημιουργικής πορείας ενός σπουδαίου
Έλληνα βιομηχάνου και πατριώτη.
Με τις βιομηχανικές μονάδες του ο Μποδοσάκης βοήθησε αποτελεσματικά στην
οικονομική ανόρθωση της Ελλάδας, τοποθετώντας τη χώρα ξανά στο διεθνή
οικονομικό χάρτη. Επίσης, προσέφερε εργασία σε περισσότερους από 15.000
Έλληνες, σε μια εποχή που κάθε θέση εργασίας είχε τεράστια αξία για την
κοινωνία και την οικονομία.
Ο Μποδοσάκης Αθανασιάδης, το ξυπόλυτο ελληνόπουλο από τη Μικρά Ασία , ο
Μπέης της ελληνικής βιομηχανίας, όπως τον αποκαλούσαν οι φίλοι του, κατάφερε
και συνέχισε επάξια την εθνική παράδοση των μεγάλων ευεργετών του γένους.
15. Δωρεές – Ίδρυμα Μποδοσάκη
Ο Μποδοσάκης δεν δούλευε για το χρήμα. Το μεράκι του ήταν η δημιουργία
και η κοινωνική προσφορά. Το χρήμα ήταν άμεσο επακόλουθο της επιτυχίας του και στη
συνέχεια ήταν εργαλείο για την επίτευξη του κοινωνικού και φιλανθρωπικού έργου
που είχε οραματιστεί. Το όνειρό του και ο σκοπός που έθεσε στη ζωή του
εκφράστηκε από τον ίδιο:
“Με τα πολλά λεφτά που απέκτησα σε νεαρή
ηλικία θα μπορούσα εύκολα να γίνω ένας μεγάλος εφοπλιστής ή ένας δυνατός
τραπεζίτης. Τίποτε από αυτά όμως δεν με συγκινούσε. Το μεράκι μου ήταν να
φτιάχνω εργοστάσια και να αντικρίζω τον καπνό που άφηναν οι υψικάμινοι!”
Ως άνθρωπος έζησε μια λιτή ζωή, μαζί με τη σύζυγό του Ιωάννα, μακριά από
τα φώτα της κοσμικής ζωής. Είχε αδυναμία στα παιδιά, αν και δεν αξιώθηκε να
αποκτήσει δικά του. Ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του το αφιέρωσε στη
δημιουργία σχολείων, στη θέσπιση υποτροφιών και γενικά στην προαγωγή της
παιδείας στην Ελλάδα.
Το κοινωφελές έργο του Μποδοσάκη
άρχισε πολύ πριν εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Το 1919 έκανε δωρεά στο Ηράκλειο Κρήτης
για την ανέγερση σχολείου, που φέρει το όνομά του. Ακολούθησαν δωρεές στο
Οικουμενικό Πατριαρχείο, σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, σε συλλόγους, σε
πνευματικούς και καλλιτεχνικούς οργανισμούς και σε εκπαιδευτήρια, ενώ ενίσχυσε
πολλούς νέους για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Οι Times
του Λονδίνου, σε δημοσίευμά τους το 1935, υπολόγιζαν ότι οι χορηγίες του
Μποδοσάκη σε ιδρύματα και σε ενισχύσεις νέων ανθρώπων, ξεπερνούσαν τις 200.000
λίρες Αγγλίας!
Η ευαισθησία του για τη γνώση στο κοινωνικό σχολείο της ζωής εκφράστηκε
με τις ρήσεις του :
·
“Εγώ τη
μόρφωσή μου την απέκτησα μόνος μου μέσα από την πείρα της ζωής.”
·
“Έμαθα σε
όλη μου τη ζωή να ακούω τους απλούς ανθρώπους. Παρακολουθούσα με προσοχή τα όσα
γίνονταν γύρω μου. Έβλεπα, διάβαζα. Η ζωή είναι το καλύτερο σχολείο.”
Το 1955 δώρισε ποσό 400.000 δολαρίων για την ανέγερση τεχνικής σχολής
στην Κύπρο και το 1960 δώρισε και μεταβίβασε στην ελληνική κοινότητα της Κύπρου
τις μετοχές των κυπριακών επιχειρήσεων που είχε στο όνομά του. Το 1968 ο
Μποδοσάκης και η σύζυγός του όρισαν, με συμβολαιογραφική πράξη, ότι μετά το
θάνατό τους, το σπίτι όπου κατοικούσαν στο Παλαιό Ψυχικό θα περιερχόταν στο
ελληνικό Δημόσιο για να χρησιμοποιείται ως κατοικία του εκάστοτε πρωθυπουργού
της χώρας. Αν και η επιθυμία αυτή του Μποδοσάκη δεν πραγματοποιήθηκε, ύστερα
από αρκετές περιπέτειες, στο οίκημα αυτό στεγάστηκε το Ελληνικό Ίδρυμα
Πολιτισμού.
Ενώ ήταν ακόμη στη ζωή κληροδότησε στο Ίδρυμα Μποδοσάκη όλη την τεράστια περιουσία του.
Έτσι η προσφορά του συνεχίζεται αποτελεσματικά και αθόρυβα μέχρι σήμερα, χάρη
στο Ίδρυμα Μποδοσάκη, το τελευταίο και πιο σημαντικό “παιδί” του, όπως συνήθιζε
να λέει ο ίδιος χαμογελώντας.
Το Ίδρυμα, 40 χρόνια μετά το
θάνατο του Μποδοσάκη, συνεχίζει να υλοποιεί το όραμα του δημιουργού του, με τη
συνεπή τήρηση της εντολής του για διάθεση των οικονομικών του πόρων στην
προαγωγή της παιδείας και της υγείας, καθώς και την προστασία του
περιβάλλοντος.
Βιβλιογραφία-Αναφορές-Ιστοσελίδες
1. Από την
ιστοσελίδα του Ιδρύματος Μποδοσάκη http://www.bodossaki.gr/gr
2. Άρθρο από
περ.” Intelligent Life”,
σελ. 44-49, Αθήνα
3. Μαρίας Καραβία
: “Η ιστορία του Πρόδρομου”, 24 Νοε. 2008, παρουσίαση του βιβλίου του K. Χατζιώτη «Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης 1891-1979»,
στην ιστοσελίδα https://www.tovima.gr
4. Νίκου Νικολάου
: “Το μεράκι του Μποδοσάκη για
τη βιομηχανία και το σαράκι της πολιτικής”, 5-7-2008, στο http://www.kathimerini.gr/
5.
Κωνσταντίνου
Αθ. Μπαλωμένου : “Μεταλλεύματα νικελίου στην Ελλάδα και ΛΑΡΚΟ”, εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ
ΤΥΠΟΣ, φ. 21046, σ. 10-11, Τετάρτη 17 Φεβ. 2016, Λαμία.
6. Βικιπαίδεια
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Έγινε η Διεθνής
Διάσκεψη για τη σύναψη Συνθήκης ειρήνης Ελλάδος - Τουρκίας. Υπογράφηκε στις 24
Ιουλίου 1923.
[2] Η μικρή εταιρία όπλων και φυσιγγίων των Αδελφών
Μαλτσινιώτη το 1908 συγχωνεύθηκε με το Ελληνικό Πυριτιδοποιείο Χημικών &
Βιομηχανικών Προϊόντων. Από το 1924, η Ελληνική Κυβέρνηση δια της Εθνικής
Τράπεζας επιχείρησε να δραστηριοποιήσει πάλι την εταιρία με τη συμμετοχή σ’ αυτήν
των τραπεζών Εθνικής και Βιομηχανίας. Όμως η προσπάθεια αυτή δεν είχε επιτυχία.
[3] Το 1919 έγινε
Ανώνυμη Εταιρία με κεφάλαιο 2.000.000 δρχ. Στην οικονομική κρίση των ετών
1929-1931 η εταιρία δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει δάνεια που είχε πάρει από την
Εθνική Τράπεζα και υποχρεώθηκε να της μεταβιβάσει το πακέτο των μετοχών της.
[4] Ο ισπανικός
εμφύλιος πόλεμος διήρκεσε από τις 17 Ιουλίου 1936, μέχρι την 1η Απριλίου 1939.
Ήταν ο πόλεμος μεταξύ των Ισπανών εθνικιστών υπό την καθοδήγηση του στρατηγού
Φρανσίκσο Φράνκο και των Δημοκρατικών, δηλαδή των υπερασπιστών της νόμιμα
εκλεγμένης κυβέρνησης, αριστερών, σοσιαλιστών, αναρχικών και κομμουνιστών.
[5] στα έτη 1937-38.
Μετά ήταν υπουργός Αεροπορίας και από το 1941 έως το 1945 ήταν Αντικαγκελάριος.
[6] Μετά τις πρόωρες εκλογές του 1958 με ενισχυμένη αναλογική, τις οποίες
κέρδισε ο Κων. Καραμανλής, φέρθηκε με σκληρότητα στον Μποδοσάκη, την «εκτέλεση»
του οποίου ανέθεσε σε δύο φανατικούς αντιβενιζελικούς. Στον υπουργό Συντονισμού
Αριστείδη Πρωτοπαπαδάκη που ποτέ δεν είχε λησμονήσει την προ 35ετίας εκτέλεση
του πατέρα του από την Επανάσταση του '22 και στο διοικητή της Εθνικής Τράπεζας
Δημήτρη Χέλμη.
[7] Αν και παλαιός βενιζελικός, επισκεπτόταν την Ελένη Βλάχου στην εφ.
«Καθημερινή», κομίζοντας μαύρο χαβιάρι και πανάκριβες γραβάτες για τον σύζυγό της
K. Λούνδρα και για την ίδια, ένα
μπουκέτο τριαντάφυλλα, που καλλιεργούσε στον κήπο του.
[8] Μαζί με τον Πέτσαβο στη Λαπωνία, ήταν τα μοναδικά στην Ευρώπη νικελιούχα
μεταλλεύματα και η αξιοποίησή τους ανεδείκνυε τον ορυκτό πλούτο της χώρας.
[9] Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση Μαρκεζίνη που έγινε το
1973 μετά το Πολυτεχνείο στελεχώθηκε από υπουργούς που πρότεινε ο Μποδοσάκης.
[10] Έχει καταγραφεί η
έντονη αντιπαλότητα με το Χιώτη τραπεζίτη Στρατή Ανδρεάδη, το 1962, όταν εκείνος άρχισε
την κατασκευή εργοστασίου φωσφορικών λιπασμάτων στη Νέα Καρβάλη.
[11] Ο Μποδοσάκης ζήτησε τότε να δει τον Κ. Καραμανλή και του είπε: «Δεν λέω ότι
εγκατέλειψα τον Μαρκεζίνη, θα ήμουν άνανδρος αν το έκανα, ούτε κρύβω ότι είμαι
βενιζελογενής. Αλλά στις εκλογές σε ψήφισα. Γιατί να σε πολεμήσω τώρα; Για να
φέρω ποιον;».
[12] έτσι αποκαλούσε το Μποδοσάκη ο Σπύρος Μαρκεζίνης.
Ο πιο μεγάλος αγωνιστής για την χώρα μας μεγάλα τα έργα που άφησε στην Ελλάδα μας μεγάλο όνομα θα τον θυμόμαστε για πάντα.. ως ευεργέτη και καλό και δίκαιο άνθρωπο
ΑπάντησηΔιαγραφή