Σελίδες

17/4/19

Γεωργοί στην προπολεμική Λαμία



Πρόλογος

   Η Λαμία, από τα παλιότερα χρόνια στηρίχθηκε στη μεταποίηση και στον τριτογενή τομέα, με κυρίαρχο το εμπόριο. Η γεωργία προϋποθέτει κτήματα, που πριν ανήκαν σε Τούρκους και μετά πέρασαν σε Έλληνες μεγαλοκτηματίες. Η μικρή τότε πόλη της Λαμίας κάλυπτε τις ανάγκες διατροφής με γεωργικά προϊόντα, που έρχονταν από τα χωριά της περιοχής. Έτσι, οι πραγματικά Λαμιώτες γεωργοί αναμένουμε ότι θα ήταν λίγοι αριθμητικά και πιθανά θα κατάγονταν από άλλα μέρη.
   Από τα Βιβλία των Ιερών Ναών της Λαμίας, βρέθηκε ένας αριθμός 132 γεωργών, που καταγράφηκε στο μισό περίπου του 20ού αι. στην πόλη, όπου τελεύτησε. Την ίδια χρονική περίοδο, ο αριθμός όσων δηλώθηκαν ως κτηματίες ήταν 127. Η σύγκριση των δύο αριθμών βεβαιώνει ότι το γεωργικό επάγγελμα δεν χαρακτήριζε τη Λαμία.
   Τα σχετικά στοιχεία θα δοθούν με όσο γίνεται σύντομο αλλά περιεκτικό τρόπο.



1.    Κτήματα και καλλιέργειες

   Το Ζητούνι, όπως ονομαζόταν η Λαμία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οριζόταν ως οικιστική περιοχή, από τις παρυφές του λόφου του Κάστρου και την περιοχή “Ανοιξη” στα βόρεια, μέχρι τη μεταγενέστερη σιδηρ. γραμμή στα νότια και προς τα δυτικά στην πλαγιά του λόφου Αγίου Λουκά μέχρι την περιοχή υδρομύλων. Ως ιστορικό κέντρο της Λαμίας θεωρούμε το τρίγωνο των τριών πλατειών Ελευθερίας, Διάκου και Λαού.
   Στα νότια ήταν η κοιλάδα του Σπερχειού, που χωριζόταν σε τσιφλίκια με τα ονόματα των πλησιέστερων χωριών (π.χ. Ταράτσας, Νταϊτσάς, Τσοπανλάτας, Μεγ. Βρύσης, Σαρμουσακλή, Ιμίρμπεης, Αλαμάνας, Κόμματος, κ.ά.) και ανήκαν σε Τούρκους (κυρίως στο ζεύγος Χαλήλμπεη), ενώ μετεπαναστατικά αυτά αγοράστηκαν από άτομα του παροικιακού ελληνισμού (Τσάλλης, Κρίτσας, κ.ά.).
Έλληνες χωρικοί στην Τουρκοκρατία  (λιθογραφία)
  Στα προεπαναστατικά χρόνια, “τα παρακείμενα εδάφη ήταν γόνιμα, αλλά η τυραννία που κατέτρυχε ολόκληρη τη χώρα, τα καθιστούσε αδιάφορα και σχεδόν εγκαταλελειμμένα”, όπως έγραψε ο περιηγητής Τζον Γκαλτ που πέρασε την περίοδο 1809-1811. Στις χαμηλές πλαγιές της περιοχής υπήρχαν αμπέλια.
   Ο Ιταλός περιηγητής Σιμόνε Πομάρντι που πέρασε το 1805 έγραψε ότι “το κρασί που φτιάχνουν στο Ζητούνι είναι το καλύτερο απ’ όλα της περιοχής και περιέχει λιγότερο ρετσίνι”. Από τις σημαντικές καλλιέργειες παραγόταν ρύζι, σιτάρι, καπνός και βαμβάκι, που ανέπτυσσε αξιόλογο εμπόριο, ώστε κάθε χρόνο να φορτώνονται 300 καράβια!
   Τα κτήματα της κοιλάδας στα νότια της Λαμίας, όπως και αυτά στα βόρεια της πόλης μεταξύ Ταράτσας-Νταϊτσάς (Αγριλιάς) και Τσοπανλάτας (Λυγαριάς) περιήλθαν σε κτηματίες, αλλά αυτοί δεν ήταν γεωργοί. Απασχολούσαν ακτήμονες αγρότες από τα γειτονικά χωριά της περιοχής. Το βασικό πρόβλημα στις καλλιέργειες είναι το νερό. Για τα δημητριακά δεν είναι αναγκαία η άρδευση. Όμως για τα κηπευτικά και το ρύζι είναι απαραίτητη.
   Στα βόρεια της Λαμίας, όπως έγραψε ο Γερμανός περιηγητής Φρ. Σταίλιν “ … Κατά την τουρκική περίοδο, οι πλούσιοι μωαμεθανοί κτηματίες, που κατείχαν και τα ωραιότερα σπίτια και κατοικούσαν είτε στην Ακρολαμία, είτε στο Παλάτι στο δυτικό λόφο και στην Κάτω Πόλη, είχαν στην περιοχή της κοιλάδας τους υπέροχους κήπους στα Πηγαδούλια …
   Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα κυλούσε “ … το από την Ταράτσα  ερχόμενο και το καλοκαίρι ακόμα αστείρευτο ρυάκι[1], από τα Πηγαδούλια[2], μέχρι την οδό Λεωνίδου στο νότο, διασχίζοντας την πόλη[3]” , όπως το περιγράφει ο Γερμανός περιηγητής Φρ. Σταίλιν, που ήρθε στη Λαμία το 1912. Παράλληλα έβγαζαν νερό από μικρού βάθους πηγάδια (γι’ αυτό τα έλεγαν Πηγαδούλια). Η ζώνη αυτή λοιπόν, από τη γόνιμη περιοχή των Πηγαδουλίων μέχρι την Ταράτσα, προσφερόταν για γεωργική καλλιέργεια, με κηπευτικά.
   Από τις αρχές του 20ού αιώνα και ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’30, το τμήμα αυτό της οδού Υψηλάντου, από την πλατεία Ελευθερίας  μέχρι το κοσμικό κέντρο «Άνοιξις» στα Πηγαδούλια, αποτελούσε την κοσμική διαδρομή για την απογευματινή βόλτα[4] και διασκέδαση των Λαμιωτών.



2.    Γεωργοί στη Λαμία του 19ου αι.

   Ο κανόνας είναι να κατοικεί κάθε εργαζόμενος κοντά στον τόπο εργασίας του. Ειδικά για τον αγρότη, δεν ήταν δυνατόν κάθε μέρα να πηγαίνει με τα πόδια ή με μεταφορικό ζώο από το σπίτι του σε χωράφι, που θα βρισκόταν μακριά. Με άλλα λόγια, οι γεωργοί διέμεναν στα χωριά της περιοχής. Ίσως ελάχιστοι να κατοικούσαν στα όρια της Λαμίας ασκώντας το γεωργικό επάγγελμα.
   Από το 1833 που η Λαμία ελευθερώθηκε από τους Τούρκους, ακολούθησε η αγορά των τσιφλικιών από Έλληνες ιδιοκτήτες. Η πλειοψηφία όμως των αγροτών παρέμειναν ακτήμονες. Το αίτημα για απαλλοτριώσεις των τσιφλικιών και διανομή της γης άργησε κι έγινε τον 20ό αι. Έτσι, στη Λαμία δεν υπήρχε σημαντικός αριθμός γεωργών.
  Από τα χειρόγραφα Βιβλία ληξιαρχικών πράξεων θανάτου του δήμου Λαμίας στα έτη 1860 και 1863, εντοπίστηκαν οι παρακάτω, που δηλώθηκαν ως γεωργοί. Ο Νικ. Πριόβολος διέμενε στα Καλύβια, ο Ιωάν. Τσαλτάκης[5] κατοικούσε στο χωριό Ζοριάνος του δήμου[6] Κροκυλίου Δωρίδας. Οι  Λουκ. Μανιός και Δημ. Μήτσου ήταν κηπουροί, ο δε Μ. Σουλιώτης γράφτηκε ως περιβολάρης. Ακολουθεί ο σχετικός πίνακας:



Σημείωση : Είναι χαρακτηριστικές οι μικρές ηλικίες των γεωργών, που υποδηλώνει ότι πέθαναν από κάποια ασθένεια. Δεν αποκλείεται όμως να μην ήταν γεωργοί-αγρότες της Λαμίας, αλλά να ήρθαν για σοβαρούς λόγους υγείας στη Λαμία στην οποία και τελεύτησαν.



3.    Γεωργοί στη Λαμία στον 20ό αι.,  μέχρι τα μέσα του

   Το αίτημα των ακτημόνων για απόκτηση καλλιεργήσιμης γης γίνεται έντονο. Κορύφωση αποτελεί η εξέγερση του 1910 στο Κιλερέρ της Λάρισας. Οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες που ακολουθούν 1912-13 αναστέλλουν προσωρινά το κοινωνικό αυτό αίτημα. Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και ο ερχομός των αγροτών προσφύγων υποχρεώνει την κυβέρνηση Ελευθ. Βενιζέλου σε απαλλοτρίωση τμημάτων των - περί τη Λαμία - τσιφλικιών.
   Έτσι  μέχρι το τέλος της δεκαετίας 1920-30 έγιναν απαλλοτριώσεις που απέδωσαν καλλιεργήσιμη γη σε ντόπιους και σε πρόσφυγες γεωργούς ακτήμονες (αν και η διανομή άργησε, φτάνοντας το 1932). Από το τσιφλίκι[7] Μεγάλης Βρύσης, ιδιοκτησίας Χρ. Στεργιοπούλου μέχρι το 1929 είχε απαλλοτριωθεί συνολική έκταση 18.000 στρεμμάτων (για τις 30 οικογένειες προσφύγων. Παράλληλα, οι απόγονοι των τσιφλικούχων (στο τσιφλίκι Ιμίρμπεη) είχαν αρχίσει την εκποίηση τμημάτων της αρχικής έκτασης, που περιήλθαν συνήθως σε ντόπιους.
   Από τα Βιβλία των Ιερών Ναών της Λαμίας, έχουμε στοιχεία όσων τελεύτησαν στη Λαμία και δηλώθηκαν ως γεωργοί. Θα δοθούν τα στοιχεία αυτά χωριστά για κάθε ενοριακή ζώνη.
   Η περιοχή των Αγίων Θεοδώρων Λαμίας, δεν είχε κτήματα. Από τα παλαιότερα χρόνια οι κάτοικοι αυτού του τμήματος της Λαμίας δεν ασχολήθηκαν ποτέ με τη γη, ούτε μπόρεσαν να αγοράσουν κτήματα, εφόσον τα οικονομικά τους ίσα-ίσα έφταναν για να ζουν. Όσοι εγράφησαν σαν γεωργοί, όλοι κατάγονται από αλλού, μετοίκησαν στην περιοχή αυτή, αλλά θα είχαν κτήμα εκτός της περιοχής των Αγίων Θεοδώρων ή ήταν ακτήμονες που εργάζονταν σε ξένα χωράφια. Εξαίρεση είναι ο Κωνστ. Κάκκος, που ασχολήθηκε με αμπέλια και γεννήθηκε εδώ.
   Έτσι, ο πρώτος γεωργός που φαίνεται στα βιβλία του Ναού Αγ. Θεοδώρων (απεβίωσε το 1928) καταγόταν απ’ το Μοσχοχώρι. Άλλοι ήρθαν απ’ το Αυλάκι, απ’ τις Καρυές ή ήταν πρόσφυγες Μικρασιάτες. Ο Ευάγ. Σαρμάνης γράφτηκε ως κηπουρός.
   Οι Νικ. Ανάγνου και Αθ. Παπούλιας δηλώθηκαν ως καπνεργάτες με καταγωγή απ’ το Πουρνάρι Δομοκού και την Καρδίτσα αντίστοιχα, ίσως δεν ήταν ακριβώς γεωργοί (καπνοκαλλιεργητές). Πιθανά, ήρθαν και δούλευαν σε καπνοβιομηχανίες της Λαμίας.
  Ακολουθεί ο σχετικός πίνακας :



   Η περιοχή της ενορίας του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου Λαμίας δεν είναι αγροτική, αλλά μόνον αστική και πυκνοδομημένη από πολλά χρόνια. Στα βιβλία του Ναού ως γεωργοί δηλώθηκαν  λίγα άτομα, συγκεκριμένα μόνο 13 άτομα. Απ’ αυτούς οι περισσότεροι ήρθαν από αλλού και εγκαταστάθηκαν στην ενορία. Δεν μας είναι γνωστό αν διέθεταν κτήματα ή αν εργάζονταν σε ξένα. Από τη δεκαετία του ’30 και μετά, μερικοί κατείχαν κτήμα ή κτήματα, ασχολούνταν μ’ αυτά και δηλώθηκαν ως γεωργοί. Μερικά πιο γνωστά ονόματα είναι : Κουκλάρας, Βαρζάκας (αμπελουργός), Βάρσος (με πιθανή την καταγωγή του από τη Ροδίτσα Λαμίας).
  Θυμίζουμε ότι σ’ αυτή τη συνοικία ή ενοριακή ζώνη της πόλης της Λαμίας, κατοικούσαν 45 κτηματίες που κατείχαν σημαντικές ιδιοκτησίες. Είναι προφανές ότι η ενασχόλησή τους με το γεωργικό επάγγελμα ήταν μάλλον περιττή.
   Παραθέτουμε τα ονόματα των γεωργών στη ζώνη της ενορίας[8] αυτής :



   Στη ζώνη της ενορίας του Ι.Ν. Παναγίας Δέσποινας Λαμίας, που κάλυπτε το βόρειο τμήμα της πόλης, υπήρχαν στις αρχές του 20ού αιώνα κτήματα και περιβόλια. Το τμήμα μεταξύ του σημερινού χειμερινού Δημοτικού Θεάτρου Λαμίας και των κτιρίων της πρώην Παιδαγωγικής Ακαδημίας Λαμίας (σήμερα στεγάζεται το Πανεπιστήμιο) λεγόταν Πηγαδούλια. Είχε πολλές πηγές και μικρά πηγάδια που έδιναν νερό στους κατοίκους της περιοχής αυτής και πότιζαν τους λαχανόκηπους, που αφθονούσαν τότε. Ένα από τα μεγαλύτερα κτήματα ήταν των αδελφών Καφάση, ακριβώς μετά την «Άνοιξη». Βορειότερα ήταν άνυδρες όπου καλλιεργούσαν δημητριακά (σιτηρά κυρίως). Όσες είχαν νερό, τρεχούμενο από το ρυάκι, από το μυλαύλακο ή από πηγάδια, ήταν κατάλληλες για κηπευτικά (κυρίως στα Πηγαδούλια).
   Έτσι προέκυψε[9] ένας σημαντικός αριθμός (56 άτομα) γεωργών[10]. Απ’ αυτούς, οι 6 δηλώθηκαν ως κηπουροί (Δ. Γιαννούλης, Ι. Δαβιδέλης, Κ. Καστάνης, Σ. Καστάνης, Χρ. Νεοφώτιστος, Ανδ. Ταξιαρχόπουλος), 1 περιβολάρης (Χρ. Νεοφύτης), 1 ανθοκόμος (Δ. Τσιμπούρης) κι 1 αμπελουργός (Αλ. Γουργιωτάκης).
   Από πλευράς καταγωγής αυτών των γεωργών, οι 19 δηλώνουν Λαμία, 26 άτομα προέρχονται από χωριά του νομού Φθιώτιδας, 4 άτομα από γειτονικούς νομούς και 2 είναι πρόσφυγες (Πέργαμος, Ρωσία). Στον επόμενο πίνακα παρατίθενται τα ονόματά τους με κάποια στοιχεία :


    Η ζώνη της ενορίας του μητροπολιτικού Ι.Ν. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελίστρια) Λαμίας ορίστηκε από το 1923. Καλύπτει το κεντρικό και δυτικό τμήμα της πόλης. Κι αυτή δεν είναι αγροτική περιοχή, αλλά σαφώς αστική με πυκνή δόμηση, εφόσον ανέρχεται και στο λόφο του Αγίου Λουκά. Από τη μελέτη των βιβλίων[11] του ναού, βρέθηκαν 24 άτομα, από τους οποίους οι 12 δηλώθηκαν ως γεωργοί και οι 6 ως κηπουροί. Οι μισοί (12 άτομα) κατάγονταν από τη Λαμία. Άλλα 9 άτομα προέρχονταν από τον υπόλοιπο νομό Φθιώτιδας με σχετική προτίμηση χωριά της Δυτικής Φθιώτιδας. Από γειτονικούς νομούς κατάγονταν 3 άτομα.
   Περισσότερα στοιχεία για όλους δίνονται στους πίνακες που ακολουθούν :
  

 

    Από το Σεπτέμβριο 1929 που έγινε ο παλιός Ι.Ν. του Αγίου Δημητρίου στη Λαμία έγινε και ενοριακός ναός. Ορίστηκε η ζώνη και ενορία του, η οποία κάλυπτε τμήμα του κέντρου και το νότιο τμήμα της πόλης μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή. Από το Βιβλίο Θανάτων, το υλικό που μελετήθηκε καλύπτει τη χρονική περίοδο 1929-1965. Σ’ αυτό βρέθηκαν 20 αγρότες, από τους οποίους οι 16 δηλώθηκαν ως γεωργοί, 1 ως κηπουρός (Κων. Θεόφιλος), 1 περιβολάρης (Ιωάν. Μπολώτας), 1 αγρότης (Στέφ. Ζαρκαδούλας) και 1 είχε σπάνιο διπλό επάγγελμα του γεωργού-παντοπώλη (Νικ. Αλεξίου)!
   Αναλυτικά στοιχεία δίνονται στον επόμενο πίνακα :



4.    Αγρότες πρόσφυγες από τη Ρωσία στην περιοχή Νέας Άμπλιανης

   Το 1939 ήρθαν από τη Ρωσία (περιοχή Πόντου) οι Έλληνες πρόσφυγες, που έδιωξε ο Στάλιν. Μετά από τυχαία κατανομή που έγινε στην Ελλάδα, ένας αριθμός αυτών ήρθε στη Λαμία. Αρχικά τους εγκατέστησαν σε κτίριο του Γυμνασίου Θηλέων και μετά στο κτίριο του παλιού Ελασσωνείου Νοσοκομείου Λαμίας, που ήταν εγκαταλειμμένο, στην περιοχή Νέας Άμπλιανης. Οι κάτοικοι της περιοχής αυτής στα νότια της σιδηροδρομικής γραμμής, προήλθαν από το χωριό Άμπλιανη Ευρυτανίας και ήταν κτηνοτρόφοι. Υπήρχαν περίπου 30 σπίτια κυρίως επί της οδού Αθηνών και μερικά διάσπαρτα, ενώ η υπόλοιπη περιοχή ήταν χωράφια, που ανήκαν σε κτηματίες (κυρίως στους Ελασσώνα, Καϊλάνη, Μακρή, Γεωργιάδη, Κ. Κοτρωνιά, Γ. Καρακαντά, κ.ά.).
   Οι πρόσφυγες[12] ασχολήθηκαν με τη γη. Μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, στην περιοχή της Νέας Άμπλιανης, ενοικίασαν κάποια κτήματα και τα καλλιέργησαν με κηπευτικά. Άνοιξαν πηγάδια για να ποτίζουν τις καλλιέργειές τους και πρόκοψαν. Έμαθαν στους κτηνοτρόφους της περιοχής Νέας Άμπλιανης τη γεωργική ασχολία και αξιοποίησαν το πεδινό τμήμα της πόλης. Για την ιστορία θα αναφέρουμε τα επώνυμα των οικογενειών των προσφύγων που - σχεδόν όλοι - ασχολήθηκαν με τη γεωργική καλλιέργεια. Μάλιστα κάποια άτομα από τις οικογένειες αυτές αξιοποίησαν τα παραγόμενα κηπευτικά με εμπορικό τρόπο, ανοίγοντας ανάλογα καταστήματα (λαχανοπωλεία, ανθοπωλεία). Γνωστά επώνυμα ήταν :
   Γεωργιάδης, Βελισσαρίδης, Ευθυμιόπουλος, Ευσταθιάδης, Κικιτσίδης, Κορυφίδης, Κωνσταντινίδης, Τσεκερίδης, Τσελεκίδης.
   Η πολυετής εργασία αυτών των άξιων ανθρώπων επιβραβεύτηκε στο χρόνο, με την αγορά κτημάτων στην περιοχή, με ιδιόκτητα σπίτια, ενώ παράλληλα απέκτησαν καλές οικογένειες.


                                  Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
                                                      φυσικός

------------------------------------------


Βιβλιογραφία-Αναφορές-Ιστοσελίδες

1.    Βιβλία Ιερών Ναών της Λαμίας
2.    Φρ. Σταίλιν : “Λαμία 1920/21”, περ. Φθιωτικά Χρονικά 2003, σελ. 83, Λαμία.
3.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “Προϊόντα της περιοχής Ζητουνίου (Λαμίας) και λοιπής Στερεάς στο 18ο και στο 19ο αιώνα (από κείμενα ξένων και Ελλήνων περιηγητών)”, αναρτήθηκε στο www.amfictyon.blogspot.gr, από τις 23-9-2018.
4.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “ Οικογένειες μεγαλοκτηματιών Τσάλλη στην περιοχή Λαμίας και τσιφλίκι Ιμίρμπεη ”, στην εφ. “ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ” σε 6 συνέχειες από την Πέμπτη 2 Ιουλίου 2015 (φ. 20894, σ. 8) μέχρι και το Σάββατο 11 Ιουλίου 2015 (φ. 20902).
5.    Κωνστ. Μπαλωμένου : “Οικισμός αγροτών προσφύγων Μεγάλης Βρύσης Λαμίας”. Δημοσιεύτηκε στο περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2009, σελ. 105-117, Λαμία.
6.    Κων. Μπαλωμένου - Γεωρ. Στεφανή : “Η Νέα Άμπλιανη Λαμίας”, 2018, Λαμία.
7.    Ιωάν. Κ. Γαλανού “Η διαχρονική εξέλιξη του συνοικισμού Γαλανέικων και η συνεισφορά των πρώτων κατοίκων του” , σελ. 25, Λαμία, 2011.
8.    Νίκου Τσιφόρου : ”Ελληνική κρουαζιέρα”, 1978, Αθήνα.



ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



[1] Καλύφθηκε την περίοδο της δημαρχίας του Ιωάν. Μακρόπουλου (1925-29), γιατί αποτελούσε πηγή ελονοσίας και θανάτου.
[2] Φρ. Σταίλιν : «Λαμία 1920/21», περ. Φθιωτικά Χρονικά, 2003, σελ. 83, Λαμία.
[3] ό. π.
[4] Τη δεκαετία του ’70 αναφέρονταν ακόμα τα Πηγαδούλια και ιδιαίτερα τα κέντρα διασκέδασης της περιοχής «Άνοιξης». [Βλ. Νίκου Τσιφόρου «Ελληνική κρουαζιέρα», 1978, Αθήνα]
[5] Πιθανά ήταν συγγενής του λοχαγού Αθανασίου Τσαλτάκη (1847-1897), ο οποίος έπεσε αγωνιζόμενος στην περιοχή Καμηλόβρυση της Όθρυος, αμυνόμενος με τους ευζώνους του εναντίον των Τούρκων.
[6] Τώρα (σχέδιο “Καλλικράτης”) ανήκει στη  Δημοτική Ενότητα Βαρδουσίων του δήμου Δωρίδας, με έδρα το Λιδωρίκι.
[7] Κωνστ. Μπαλωμένου : “Οικισμός αγροτών προσφύγων Μεγάλης Βρύσης Λαμίας”. Δημοσιεύτηκε στο περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2009, σελ. 105-117, Λαμία.
[8] Τα στοιχεία αναφέρονται στην περίοδο 1913-1953.
[9] Τα στοιχεία καλύπτουν την περίοδο 1913-1951
[10] ένας από τους γεωργούς αυτούς ήταν κατάδικος των φυλακών Λαμίας, όπου και πέθανε.
[11] Καλύπτουν την περίοδο 1923-1971.
[12] Επίσης στην περιοχή Γαλανέικων Λαμίας (στο λόφο) εγκαταστάθηκαν οι οικογένειες των Μαραντίδη, Δαμιανίδη, Κικιτσίδη, Ορφανίδη, Στεφανίδη, Λαμπρινίδη, Ατματζίδη, Παπαδοπούλου και Γεωργιάδη. [βλ. Ιωάν. Κ. Γαλανού “Η διαχρονική εξέλιξη του συνοικισμού Γαλανέικων και η συνεισφορά των πρώτων κατοίκων του” , σελ. 25, Λαμία, 2011].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου