Πρόλογος
Η εργασία θα παρουσιαστεί σε 3 μέρη, λόγω
μεγέθους. Η κάλυψη ενός μεγάλου νομού, όπως η Φθιώτιδα στο μεγάλο θέμα της
υδροκίνησης επιτεύχθηκε στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, με τη βοήθεια των ΟΤΑ, της
περιόδου 1996-98, με τη χρήση μεγάλου ερωτηματολογίου. Αυτό έγινε από τους
Κωνστ. Μπαλωμένο, φυσικό και Κωνστ. Στασινό, βιολόγο. Εστάλη από την τότε
Νομαρχία Φθιώτιδας. Από τις τότε Κοινότητες και Δήμους λάβαμε απαντήσεις σε
ποσοστό 70 %. Αυτό δεν μειώνει το αποτέλεσμα της προσπάθειας. Αν κάποιοι τόποι
της Φθιώτιδας δεν αναφέρονται, αυτό δεν οφείλεται σε παράλειψη, αλλά σε απουσία
στοιχείων.
Η εργασία θα αποδοθεί με όσο γίνεται σύντομο,
αλλά και περιεκτικό τρόπο.
Κωνσταντίνος Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
φυσικός
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ (Α’ μέρους)
1.
Γενικά
- Εισαγωγή
2.
Είδη
μύλων (ιστορικά στοιχεία, τεχνικά στοιχεία)
3.
Οι
υδρόμυλοι - κατασκευή και δομή (θέση, κτίσμα, υδρομάστευση, κλπ)
4.
Περιγραφή
– Μέρη του υδρομύλου
5.
Οι
μυλωθροί (το έργο του, ο ρόλος του)
6.
Στοιχεία
υδρομύλων της Φθιώτιδας
7.
Βακούφικοι
υδρόμυλοι της Φθιώτιδας
8.
Η
παραγωγή των υδρομύλων
9.
Εγκατεστημένη
ισχύς και ισοδύναμη ενέργεια από υδρομύλους
10.
Χωριά
χωρίς υδρομύλους
11.
Στατιστικά
υδρομύλων της Φθιώτιδας
1. Γενικά - Εισαγωγή
Η μεγάλη φτερωτή του Φραντζόμυλου (φωτ. Κ.Α.Μ., 2007) |
Στην ιστορία του ανθρώπου, η ανάπτυξη της γεωργίας ήταν βασικό ορόσημο,
με κύριο προϊόν τα δημητριακά. Οι σπόροι (νωποί, ξεροί ή ελαφρά ψημένοι) ήταν η
πρώτη μορφή τροφής. Οι καρποί (σπόροι) γίνονταν μικρά κομματάκια, με
κυλινδρικές πέτρες επάνω σε πλάκες. Αυτό ήταν το πρώτο άλεσμα (τριπτήρες).
Ακολούθησε το ιγδίο (ή γουδί), από τον προϊστορικό άνθρωπο για άλεσμα των
σπόρων.
Από την πλούσια ελληνική μυθολογία, γνωρίζουμε
ότι ο Μύλης, γιος του πρώτου βασιλιά της Λακωνίας Λέλεγα, θεωρείται ο εφευρέτης
του πρώτου χειρόμυλου. Ο Δίας ήταν ο προστάτης των χειρόμυλων και γι’ αυτό
λεγόταν “Μυλεύς”.
Δεν είναι γνωστή χρονικά, πότε έγινε η ανακάλυψη και χρήση των
χειρόμυλων και μετά των περιστρεφόμενων μύλων. Την κίνηση αυτών των μύλων την
έκαναν είτε άνθρωποι, είτε ζώα. Η υδραυλική ενέργεια[1] από το νερό,
ή η αιολική ενέργεια από τον άνεμο, δεν είναι γνωστό πότε χρησιμοποιήθηκαν για
πρώτη φορά.
Νερόμυλοι, νεροτριβές (μαντάνια – ντριστίλες) και νεροπρίονα μπορεί να
παραπέμπουν σε άλλες εποχές, αλλά η συμβολή τους στην ενίσχυση των τοπικών
οικονομιών υπήρξε ανεκτίμητη.
Αποκαθιστώντας το χαμένο κύρος αυτών των διάσπαρτων υδροκίνητων
εργαστηρίων και μέσα από τις ανασυνθέσεις της ζωής του μυλωνά, του πριονιά και
του ντριστιλιέρη - μανταντζή, γίνεται αντιληπτό γιατί τα εργαστήρια αυτά της
προβιομηχανικής εποχής αποτελούν μνημεία του πολιτισμού και της τεχνολογίας,
άξια να ερευνηθούν και να διασωθούν.
2. Είδη μύλων
Ανάλογα με το προϊόν που επεξεργάζονται και παράγουν, οι μύλοι διακρίνονται
σε :
Αλευρόμυλους, ελιόμυλους
(λιοτρίβια), μπαρουτόμυλους, ρυζόμυλους, ταμπακόμυλους ή καπνόμυλους (για τα
ταμπάκικα, για κοπή ή κονιορτοποίηση καπνού, το γνωστό ταμπάκο), ζαχαρόμυλους,
(ση)σαμόμυλους, χαρουπόμυλους[2], μύλους οικοδομικών υλικών
(όπως ασβεστόμυλοι, κουρασανόμυλοι), καρβουνόμυλους, χαρτόμυλους,
μύλους τριψίματος ορυκτών, κ.α.
Ανάλογα με το είδος του μηχανισμού που χρησιμοποιούν για τη λειτουργία
τους οι μύλοι διακρίνονται σε:
μύλους αλέσματος, σύνθλιψης, κρούσης,
τριβής, πριονίσματος, θρυμματισμού, άντλησης, τεμαχισμού, αποφλοίωσης,
εξαερισμού στοών, φυσήματος, επεξεργασίας υφαντών, κ.α.
Η λειτουργία των υδροκίνητων
μηχανισμών γινόταν με μικρό ή μεγάλο υδροτροχό (φτερωτή), τοποθετημένο όρθια ή
οριζόντια, τον οποίο με διάφορους τρόπους περιέστρεφε η δύναμη του νερού.
Στην ιστορία της τεχνολογίας η υδραυλική ενέργεια και ο υδροτροχός είναι έννοιες
αναπόσπαστα συνδεδεμένες.
Οι όρθιοι υδροτροχοί καθιερώθηκαν ως
«ρωμαϊκοί», διότι εξαπλώθηκαν στο ρωμαϊκό κράτος, ενώ οι οριζόντιοι - που
είναι μεταγενέστεροι - ως «ελληνικοί» ή «ανατολικοί», διότι χρησιμοποιήθηκαν
στη βυζαντινή επικράτεια.
Μάλιστα, στο «Γεωργικό Νόμο» του Ιουστινιανού,
συμπεριλαμβάνονταν ειδικές διατάξεις για τη λειτουργία των νερόμυλων.
3. Οι υδρόμυλοι (κατασκευή και δομή)
Οι νερόμυλοι, φτιαγμένοι σε θέση όπου έφτανε
το νερό κι αυτό έδινε τη δύναμή του γυρίζοντας τη μυλόπετρα, για να γίνει το
άλεσμα. Στα μάτια των απλών ανθρώπων το λιτό κτίριο του μύλου ήταν ένα μικρό
εργοστάσιο, που το ήξερε μόνο ο μυλωνάς. Παράλληλα ήταν και κοινωνικός χώρος,
με γνωριμίες, με ειδήσεις, σχόλια και αλληλοκεράσματα. Τους μύλους συνόδευαν
μύθοι και δοξασίες. Γι’ αυτό διατήρησαν μια ιδιαίτερη γοητεία στη μνήμη των
παλιότερων.
Η θέση[3]
τους, σε σχέση με τους οικισμούς, μπορεί να ήταν :
·
ενταγμένοι
μέσα σ’ αυτούς (π.χ. υδρόμυλοι στην πλαγιά του Κάστρου της Λαμίας)
·
στην
άκρη τους (π.χ. οι υδρόμυλοι στην πλαγιά του λόφου Αγίου Λουκά της Λαμίας)
·
έξω
και μακριά απ’ αυτούς.
Αυλάκι υδρομύλου Θερμοπυλών (φωτ. 1999) |
Όπου το νερό ήταν λιγοστό ή το έδαφος ήταν κατηφορικό και επέτρεπε, τότε
οι υδρόμυλοι κτίζονταν με τέτοια διάταξη, ώστε να το χρησιμοποιούν διαδοχικά[4]. Έτσι
μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και πάλι για την κίνηση των επόμενων μύλων (για ίδιο
ή διαφορετικό σκοπό). Τέτοια περίπτωση είχαμε με τους 14 διαδοχικούς[5] υδρομύλους με
το νερό του μυλαύλακου, στην πλαγιά του λόφου Αγίου Λουκά, μέχρι κάτω στο
Αραπόρεμα.
Η κατασκευή του κτίσματος των υδρόμυλων
διέφερε από τόπο σε τόπο και ακολουθούσε τις τοπικές αρχιτεκτονικές συνήθειες
και μεθόδους ανάλογα με τα διαθέσιμα υλικά και το περιβάλλον. Υπάρχουν
επίπεδα δώματα
με
διάφορους τρόπους κατασκευής, με στέγες ξύλινες κεκλιμένες και καλυμμένες με
κεραμίδια ή σχιστόπλακες,
Για να χτιστεί νερόμυλος έπρεπε να βρεθεί κατάλληλο μέρος, κοντά σε ποταμό και σε αρκετή απόσταση από τα χωριά. Ορισμένα χωριά μπορεί
να απείχαν μια και δυο ώρες. Με κανάλι το νερό έφτανε στη θέση όπου θα κτιζόταν
ο νερόμυλος. Το νερό ήταν ανάγκη να κάνει κρέμαση ως 8 και πλέον μέτρα, για να
περνάει από κει στην κάναλη του μύλου. Και η κάναλη έπρεπε να έχει πάνω από 8
μέτρα ύψος, ώστε να γεμίζει γρήγορα και με την ορμή του νερού να
περιστρέφει τη φτερωτή.
Συνήθως το κτίσμα του μύλου ήταν χαμηλό, πετρόκτιστο, με στέγη, που
κατασκευαζόταν με γερά δρύινα ξύλα, και στέγη σκεπασμένη με πλάκες. Το
εσωτερικό του ήταν διαρρυθμισμένο ώστε να εξυπηρετεί τη δουλειά του μυλωνά. Το
αποτελούσε ένα αρκετά μεγάλο κύριο δωμάτιο, με τις αλεστικές εγκαταστάσεις, τις
μυλόπετρες, κάτω από το δάπεδο ήταν η φυλακή (ή ζουριό) με την οριζόντια
φτερωτή (ή αν είχε κατακόρυφη φτερωτή τότε αυτή ήταν εξωτερικά του
κτίσματος). Στον προθάλαμο - μπροστά
φόρτωναν και ξεφόρτωναν τα αλέσματα. Δίπλα ήταν το υπόγειο (ή σταύλος) για τα
ζώα, κυρίως στους χειμερινούς μήνες.
Σε διπλανό ξεχωριστό δωμάτιο, που ήταν χωρισμένο με τσατμά (ή με
σανίδες), έμενε ο μυλωνάς. Ήταν δωμάτιο με τζάκι και χωρίς πατώματα και ταβάνι.
Τα δοκάρια που συγκρατούσαν τη στέγη μαυρισμένα από την καπνιά. Για κρεβάτι
είχε λίγα σανίδια και ένα αχυρένιο στρώμα δίπλα στο τζάκι. Σ’ αυτό το
δωμάτιο ο μυλωνάς είχε τα προσωπικά του πράγματα, το σεντούκι για το ξάι,
μαγειρικά σκεύη, γάστρα κι άλλα απαραίτητα.
Παραδίπλα υπήρχαν (ενίοτε) κοτέτσι με τις κότες, που τρέφονταν από τα
αλέσματα και ένας μικρός κήπος με όλα τα ζαρζαβατικά.
Τα κτήρια των υδρόμυλων δεν χτίζονταν ομοιόμορφα, δεν είχαν δηλαδή τις
ίδιες διαστάσεις και ύψος. Ανάλογα με την τοποθεσία γίνονται και τα κτίσματα.
Το εσωτερικό του κτίσματος έπρεπε να είναι ευρύχωρο, για να χωράνε τα φορτώματα
και τα ζώα.
Τα γραφικά αυτά κτίσματα, ήταν πνιγμένα στο πράσινο , κοντά σε γέρικα
πλατάνια και απόκρημνες ρεματιές.
4. Περιγραφή – Μέρη του υδρομύλου
Πρώτη φροντίδα του μυλωνά κατά το χτίσιμο του μύλου ήταν ο υπολογισμός
του αυλακιού, ώστε το νερό να ρέει άνετα ως την κάναλη. Από το ποτάμι, ένα
μέρος του νερού έμπαινε στο αυλάκι κι έφτανε στη δέση. Από εκεί έμπαινε στην
κάναλη και το νερό από την κάτω άκρη της το φυσούνι (ή σ’φούνι) έβγαινε με
ταχύτητα και γύριζε τη φτερωτή. Με περισσότερα στοιχεία λοιπόν :
Η δέση
: Ήταν μερικό φράγμα στο ποτάμι ή ρέμα, απ’ όπου η ποσότητα του νερού έμπαινε
στο αυλάκι (ή μυλαύλακο). Γινόταν με μεγάλες πέτρες, ξύλα ή και σίδερα, ώστε να
αντέχει στις κατεβασιές νερού. Ήταν η διαρκής έγνοια του μυλωνά, μήπως πάθει
ζημιά. Υπήρχε η έκφραση του κόσμου “όλοι
κλαίν΄ τα χάλια τους, κι ο μυλωνάς τη δέση”.
Ο μύλος του
Ματσούκα στην Υπάτη. Αριστερά
φαίνεται η κάναλη
(Πίνακας του Βασ. Σίμου)
|
Το μυλαύλακο : Με πλάτος τουλάχιστον μισό μέτρο και άλλο τόσο βάθος
(0,5-0,6 μ.) και μικρή κλίση, μετέφερε την ποσότητα νερού. Οι βροχές και τα
ορμητική νερά έκαναν ζημιές στο αυλάκι και χρειαζόταν συνεχή έλεγχο. Επίσης
ήθελε καθαρισμό 2 φορές το χρόνο από φύλλα, κλαδιά και ξύλα που έπεφταν μέσα.
Η δεξαμενή
(ή στέρνα) : Συγκέντρωνε και
κρατούσε μεγαλύτερη ποσότητα νερού. Ήταν σημαντική κυρίως την περίοδο του
θέρους, που τα νερά λιγόστευαν.
Η κάναλη
(ή βαένι): Ένα είδος σωλήνα, που
κάτω στένευε. Από 1 μ. διάμετρο στην κορυφή κατέληγε σε 0,5 μ. διάμετρο στο
κάτω μέρος της. Την έφτιαχναν από σανίδες δρύινες ή καρυδιάς, όπως αυτές των
ξυλοβάρελων, που τις έσφιγγαν με μεταλλικά στεφάνια ή τσέρκια, για να αντέχει στην
πίεση του νερού. Στην κορυφή είχε μεταλλική σχάρα που συγκρατούσε τα φύλλα,
κλαδιά ή άλλα ξύλα. Πάντοτε τοποθετούσαν την κάναλη λοξά (με κλίση) και η κάτω
πλευρά της στηριζόταν σε κτίσμα, που άρχιζε από το κανάλι και έφτανε ως το
κεφαλοκάναλο. Η στήριξη της κάναλης μπορούσε να γίνει και με ξύλινα υποστήλια[6]. Με τον τρόπο
αυτό δεν υπήρχε φόβος, να φύγει η κάναλη από τη θέση της, δεξιά ή αριστερά, από
την πίεση του νερού. Ένα μέρος της κάναλης περνούσε το τοίχωμα του κτίσματος
του κυρίως μύλου και με τη βάση της έφτανε ένα μέτρο μέσα στο χώρο του μύλου,
όπου και στερεωνόταν. Το συνολικό μήκος της μπορούσε να φτάσει τα 10 μ. Πάντως,
το ύψος που έπαιρνε η κάναλη, έπαιζε σπουδαίο ρόλο για να αλέθει ο μύλος
γρήγορα, δηλ. η «κρέμαση», όπως την έλεγαν.
Το φυσούνι (σ’φούνι, στα ρουμελιώτικα): Ήταν ξύλινο και στη μέση είχε
στενή τρύπα (διαμέτρου 5 εκ.), απ’ όπου περνούσε το νερό με ταχύτητα και έπεφτε
στη φτερωτή. Ενίοτε, η διάμετρος της τρύπας μπορούσε να ρυθμίζεται, ανάλογα με
την ποσότητα του νερού (κυρίως το καλοκαίρι).
Η φτερωτή
: Μεταλλικός (ή ξύλινος στα παλιότερα χρόνια) τροχός, με διάμετρο 1,5 μ. και
πλέον, με μεταλλικές ακτίνες (τις έλεγαν κουτάλια), που κατέληγαν σε στεφάνι,
ενώ τέσσερις κατέληγαν στο κέντρο. Εκεί υπήρχε άνοιγμα για να περάσει ο
κατακόρυφος μεταλλικός άξονας (λεγόταν αδράχτι).
Απλό σχέδιο μηχανισμού υδρομύλου |
Το αδράχτι : Ήταν ο μεταλλικός άξονας. Το κάτω άκρο του (το έλεγαν
κεντρί) ήταν μυτερό από μπρούντζο, και
διευκόλυνε την περιστροφή. Η άνω άκρη του άξονα δεχόταν προέκταση (τη χελιδόνα) που κατέληγε και γύριζε την
επάνω μυλόπετρα.
Το ζουριό : Ήταν το κατώι του υδρομύλου, με το μηχανισμό της κίνησης
του μύλου. Ήταν περιορισμένος χώρος μόνο για έλεγχο και επισκευή.
Οι μυλόπετρες : Ήταν δύο και είχαν διάμετρο 1 μ. και πλέον, ενώ το
πάχος τους ήταν 0,20 μ. Δεν ήταν συμπαγές κομμάτι, αλλά ήταν καλώς ταιριασμένα
μέρη από σκληρές πέτρες της Νάξου και Μήλου. Στην περιφέρεια είχαν δεθεί με
φαρδύ μεταλλικό στεφάνι. Η κάτω μυλόπετρα ήταν ακίνητη, με τρύπα στη μέση, ενώ
η επάνω περιστρεφόταν.
5. Οι μυλωθροί (μυλωνάδες)
Για να γίνει το ψωμί, έπρεπε - κατά διαστήματα και πιο πολύ το
φθινόπωρο, μετά το αλώνισμα - το σιτάρι ή καλαμπόκι να αλεστεί και να γίνει
αλεύρι. Σε μεταφορικό ζώο (γάιδαρο, μουλάρι ή άλογο) πήγαιναν από νωρίς τα σακιά για να πάρουν σειρά. Τα
άφηναν στα πέτρινα πεζούλια του μύλου. Οι μυλωνάδες τηρούσαν τη σειρά με
ευλάβεια, λέγοντας : «Σαν είσαι και
παπάς, με την αράδα σου θα πας». Μερικοί είχαν και Βιβλίο αλεσμάτων, όπου έγραφαν, για να τηρούν τη σειρά.
Παναγ.
Παπαγιάννης,
μυλωνάς Λαμίας (1872-1952)
|
Ψυχή του μύλου ήταν ο μυλωνάς. Ήταν άνθρωποι υπομονετικοί, καλοσυνάτοι,
ακούραστοι, αεικίνητοι, έτρεχαν πότε να προσέξουν το νερό στο νεροσυρμή και στη
δέση, πότε στα μαντάνια και πότε στις νεροτριβές. Ήταν άνθρωποι γελαστοί και
χαρούμενοι, πάντα μ’ έναν καλό λόγο στο στόμα. Οι κυνηγημένοι για διάφορους
λόγους έβρισκαν καταφύγιο στους μύλους. Εκεί ένιωθαν ζεστασιά και άκουγαν έναν
καλό λόγο. Ζεσταίνονταν, έπαιρναν και σταχτοκουλούρες και έφευγαν. Πολλές φορές
τους μυλωνάδες εκβίαζαν περαστικοί, κυνηγοί και τσοπάνηδες. Όμως όλα τα
προσπερνούσαν με πονηριά και καπατσοσύνη. Επειδή, συνήθως, στους μύλους
πήγαιναν γυναίκες, οι μυλωνάδες απέκτησαν τη φήμη του γυναικά, του μουρντάρη
(σε κάποιες περιπτώσεις ήταν αλήθεια).
Άνθρωποι ξεχωριστοί οι μυλωνάδες, αλλά και κατηγορημένοι, γιατί η
δουλειά τους σε σύγκριση με άλλες δουλειές θεωρείτο κατώτερη. Από κει έμεινε
και η φράση: «Βάζει κι η μυλωνού τον
άντρα της με τους πραματευτάδες». Και επίσης για να δείξουν τη δειλία του
μυλωνά, έμεινε η έκφραση : «Αυτός έχει
θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά». Και τι δεν έχει λεχθεί για τους
μυλωνάδες, όπως “από μυλωνάς, δεσπότης”!
Περιμένοντας υπομονετικά να έρθει η σειρά και να γίνει το άλεσμα, κυριαρχούσαν
τα χωρατά και τα κουτσομπολιά. Μάλιστα έμεινε η φράση “Αυτά τα λένε στο μύλο”. Ο πολύπειρος μυλωνάς έλεγε ιστορίες,
παραμύθια, ήξερε γιατροσόφια για ζώα κι ανθρώπους και άρεσε στη συντροφιά.
Έπιαναν και τραγούδια για να περάσει ευχάριστα η ώρα. Υπήρχαν βέβαια και αρκετές
φορές που ο μυλωνάς ήταν μονάχος του, στις ατέλειωτες ώρες του χειμώνα.
Αγρότες και οι μυλωνάδες είχαν πολλά να πουν, για τις αγροτικές
εργασίες, ώσπου αποκαμωμένοι όλοι τους, με τη σειρά κοιμόντουσαν, πάνω από τα
γεμάτα σακιά “τον έπαιρναν στα κλεφτά”.
Ξυπνούσαν με το «σταμάτημα του μύλου» ή όταν άκουγαν τον ιδιότυπο θόρυβο της
μυλόπετρας που γύριζε γρήγορα σημάδι ότι τέλειωσε το άλεσμα στο κοφίνι. Για το
μυλωνά συνήθιζαν να λένε:
“Κοιμάται όταν αλέθει ο μύλος και ξυπνάει
όταν σταματήσει”.
Η δουλειά του μυλωνά δεν ήταν καθόλου εύκολη. Συχνά, με τις κακοκαιρίες
έπρεπε να φροντίζει και να διορθώνει τη
νεροδεσιά, που χάλαγε από τις κατεβασιές του νερού. Επίσης το αυλάκι του νερού
έπρεπε να το ελέγχει, ώστε να μην ξεχειλίζει το χειμώνα και το καλοκαίρι να μην
χάνεται καθόλου νερό. Όπως έλεγαν “το
μάζευε με τη γλώσσα”, για να μην σταματήσει τη λειτουργία του ο μύλος. Η
ταλαιπωρία του αυτή παρέμεινε στη φράση :
“καθένας με τον πόνο του κι ο μυλωνάς τ’
αυλάκι του”.
Επίσης δύσκολη στιγμή για το μυλωνά ήταν το ξάιασμα, δηλ. το αλεστικό
δικαίωμα (ο κόπος του μυλωνά) για τη δουλειά του, που το έλεγαν “ξάι”. Τα
χρήματα ήταν τότε δυσεύρετα και η πληρωμή του μυλωνά γινόταν σε είδος, δηλ.
παρακρατούσε ένα μέρος από το αλεύρι[7] (μερικές
φορές από το σιτάρι ή καλαμπόκι). Αυτό γινόταν στο τέλος του αλέσματος. Μόνο
στα αλέσματα του γάμου ο μυλωνάς δεν έπαιρνε ξάι, για να προκόψουν τα
νιόγαμπρα.
Σχέδιο του μηχανισμού μετάδοσης της κίνησης |
Για το ξάι, υπήρχαν δύο τενεκεδένια κουτιά διαφορετικών μεγεθών για κάθε
περίσταση. Για τα μικρά φορτώματα (τα γομαρίσια) που ζύγιζαν 60-65 οκάδες το
ξάι γινόταν με το μικρό κουτί, ενώ για τα μεγαλύτερα φορτώματα (τα μουλαρίσια)
που ζύγιζαν 80-85 οκάδες, το ξάι γινόταν με το μεγάλο κουτί. Υπήρχαν και
“αβαρίες” (δηλ. έπαιρναν λιγότερο από το κανονικό ξάι) σε φτωχούς, παπάδες και
δασκάλους. Όλοι αντιμετώπιζαν με καχυποψία το ξάιασμα του μυλωνά, επειδή
αρκετοί έκλεβαν στην ποσότητα. Η γνωστή έκφραση προς το μυλωνά Γιάννο π.χ. ήταν
: “του βαρια-ξάισες Γιάννο μ’” και
άλλα παρόμοια.
Στη Φθιώτιδα, κάποιοι μύλοι ή μυλωνάδες, που το παράκαναν στο ξάι,
έμειναν στην προφορική παράδοση. Ως παράδειγμα η έκφραση :
Σε βακούφικης ιδιοκτησίας μύλο στην Πάππα (ή Μεσοχώρι) Μακρακώμης, που
δούλεψε μέχρι το 1940, για άλεσμα 5 οκάδων, ο μυλωνάς έπαιρνε ξάι 2 οκάδες!
Οι μυλωνάδες δεν ήταν μόνο εργάτες, αλλά και κατασκευαστές. Κάποιοι
μύλοι χτίστηκαν από τους ίδιους (κάποιοι άλλοι έγιναν από ηπειρώτες συνήθως
μαστόρους). Έπρεπε να επισκευάζει κάθε τι στο μύλο, με εργαλεία που είχε για το
σκοπό αυτό. Ο ίδιος έπρεπε να χαράζει κατά διαστήματα και τη μυλόπετρα, με
ειδικά σφυριά και κοπίδια.
6. Μυλωθροί περιοχής Λαμίας
Είχαν ιδιόκτητους ή ενοικιασμένους υδρόμυλους (νερόμυλους) για άλεσμα
κυρίως των δημητριακών (σιτάρι, καλαμπόκι, κ.ά.). Με εξαίρεση τον Ανάργ.
Ταρσαναλή, που ήταν πρόσφυγας (από το Μ. Ταρσανέ) όλοι δηλώθηκαν ως Λαμιώτες.
Τα στοιχεία προήλθαν από τα Βιβλία Αποβιώσεων των Ι. Ν. της Λαμίας και από τα
χειρόγραφα Βιβλία ληξιαρχικών πράξεων (1860, 1863) του Δήμου Λαμιέων.
Ακολουθούν τα στοιχεία :
Σημείωση : Η ενορία όπου διέμεναν γράφεται
ως εξής (Θ) των Αγίων Θεοδώρων, (Ε) της Ευαγγελίστριας και (Ν) του Αγίου
Νικολάου.
7. Στοιχεία υδρομύλων της Φθιώτιδας
Η καταγραφή των υδρομύλων άλεσης για δημητριακά, απέδωσε τον εκπληκτικό
αριθμό των 312! Από κάποιες κοινότητες της περιοχής Λοκρίδας και Δομοκού δεν
υπήρξαν στοιχεία. Αυτό βεβαίως δεν μειώνει την αξία της προσπάθειας.
Τους περισσότερους κατέγραψε η Λαμία[9]
(19). Χωριά και παραποτάμιες θέσεις που βρίσκονταν στην πλαγιά και τους πρόποδες
των ορέων Οίτης και Όθρυος ακολούθησαν σε αριθμό μύλων, όπως : Σέλιανη
(Μάρμαρα) με 8, Παλαιοβράχα και Σπαρτιά με 7, Πουγκάκια με 6, Κανάλια,
Κυριακοχώρι, Νεοχώρι Υπάτης και Υπάτη με 5, κ.ο.κ. Αναλυτικά στοιχεία δίνονται
στον επόμενο πίνακα :
Σημειώσεις : (α) Στην
είσοδο του χωριού Σπαρτιά, στα δεξιά, υπήρχε παλιότερα ανεμόμυλος!
(β) Ένας μύλος στη Στυλίδα (του Αθαν. Κουτσίκου) αρχικά λειτούργησε με
νερό, αλλά στη συνέχεια μετατράπηκε σε ατμόμυλο!
(γ) Ένας
υδρόμυλος στις Κομποτάδες δωρίθηκε στο Ορφανοτροφείο Θηλέων Λαμίας.
Για το μύλο των Θερμοπυλών
έχουμε την καταγραφή του ξένου περιηγητή Belle. Ήρθε στην Ελλάδα στα έτη 1861, 1868 και 1874 και
περιέγραψε ένα μύλο στις Θερμοπύλες ως εξής (περίπου) :
«… ένας μύλος που τροφοδοτείται από τις
θερμές πηγές, χάνεται, όπως η καλύβα μιας μάγισσας, μέσα στα σύννεφα των ατμών,
που σκορπούν μια αηδιαστική μυρωδιά θειαφιού»
Η περιγραφή αυτή έγινε ένα θαυμάσιο
χαρακτικό από τον Taylor (8Χ16).
Ο υδρόμυλος στην περιοχή Ψωρονέρια κατέπεσε εδώ και χρόνια, αλλά το
κτιστό κανάλι του είναι εντυπωσιακό. Λειτούργησε από τα χρόνια της
τουρκοκρατίας, με το ιαματικό νερό των πηγών, τα δε άλατα του νερού κράτησαν τόσα
χρόνια το κανάλι μέχρι τις μέρες μας.
8. Βακούφικοι υδρόμυλοι στη Φθιώτιδα
Η λέξη βακούφι,
προήλθε από την αραβική γλώσσα waqf-
και την τουρκική vakif-, και σημαίνει ακίνητο (π.χ. κτήμα ή κτίσμα)
που έχει δοθεί / αφιερωθεί από τον ιδιοκτήτη του σε έναν
ιερό (π.χ. ναό ή μοναστήρι), φιλανθρωπικό ή
κοινωνικό (π.χ. ορφανοτροφείο) σκοπό. Στην προκείμενη περίπτωση, έχουμε
υδρομύλους που δωρίθηκαν σε ναούς ή μονές. Επίσης έχουμε μύλους που ίδρυσαν
κάποιες μονές για να παράγουν άλευρα καλύπτοντας τις ανάγκες τους. Η καταγραφή απέδωσε το σημαντικό
αριθμό των 36 βακούφικων μύλων !
Αυτοί βρίσκονταν σε σημεία-τόπους, κοντά στα
επόμενα χωριά :
1.
Αργύρια.
2.
Ασβέστης,
στη θέση “Γεφύρι”.
3.
Βίτωλη
(υπήρχαν 2 μύλοι).
4.
Γραμμένη
(ανήκε στον Ι.Ν. της Αγ. Παρασκευής).
5.
Παλαιά
Γιαννιτσού.
6.
Νέα
Γιαννιτσού (του Ι.Ν. Αγίου Ιωάννου Θεολόγου).
7.
Στη
θέση Βρύσες της Ι. Μονής Δαμάστας.
8.
Δίβρη,
ο μύλος του “Πελεκάνου” (ανήκε στην Ι. Μονή Αντίνιτσας, αλλά πουλήθηκε).
9.
Δίκαστρο,
στη θέση “Τζιμ Βρύση”.
10.
Δίλοφο
ή Μπρούφλιανη (αλλά ανήκε σε Ναό του χωριού Καλλιθέα).
11.
Κυριακοχώρι.
12.
Λιτόσελο,
στη θέση “Ρέμα”.
13.
Λυχνός
(ανήκε στην Ι. Μονή Αγάθωνα).
14.
Λογγίτσι
, στη θέση “Παλιούρι”.
15.
Μαυρίλο,
στη θέση “Ισιώματα” (του Ι.Ν. Αγίου Αθανασίου).
16.
Μοσχοχώρι,
η Κοινότητα παραχώρησε το μύλο στην εκκλησία, που το 1922 τον επισκεύασε και
λειτούργησε μέχρι το 1982.
17.
Νεοχώρι
Τυμφρηστού.
18.
Νεράιδα
Στυλίδας.
19.
Νικολίτσι,
στη θέση “Φροξυλιά”.
20.
Παλαιοβράχα
(υπήρχαν 2).
21.
Παλαιοχώρι
Ομιλαίων (ανήκε στην Ι. Μονή Προφήτη Ηλία).
22.
Παλαμά
Δομοκού (υπήραν 2 μύλοι, που ανήκαν στην Ι. Μονή Αντίνιτσας)
23.
Περίβλεπτο,
στη θέση “Ρεντινιώτικα” ή “Λογγιές”.
24.
Πίτσι,
στο Καναλιόρεμα.
25.
Πιτσιωτά,
στη θέση “Ανάβρα”.
26.
Πλατύστομο.
27.
Πάππα
ή Μεσοχώρι (υπήρχαν 2 μύλοι).
28.
Ρεγκίνι,
στη θέση “Μύλος αλλαγής”.
29.
Ροβολιάρι,
στη θέση “Σέλινα”.
30.
Σπαρτιά
(ανήκε στην Ι. Μονή Αγίας Παρασκευής).
31.
Τρίλοφο
ή Κούρνοβο, στη θέση “Φτέρες” ή “Κασιδιάρης”.
32.
Τσούκα,
στη θέση “Ασμάν” (ανήκε στον Άγιο Γεώργιο Ροβολιαρίου).
33.
Φτέρη,
στη θέση “Κάτω Μαυρορράχη”.
9. Η παραγωγή των υδρομύλων της Φθιώτιδας
Η παραγωγή μπορεί να κατανεμηθεί σε χαμηλή, σε μέση και σε μεγάλη,
ανάλογα με την “κρέμαση”, δηλ. με την παροχή νερού και με το ύψος της
υδατόπτωσης.
Η συνηθισμένη παραγωγή ήταν 40-60 κιλά/ώρα, ή 60-80 κιλά/ώρα. Στη μεγάλη
“κρέμαση” έφτανε τις 100 οκάδες/ώρα ή 128 κιλά/ώρα (όπως π.χ. στο μύλο του
Ρούσκα στην Υπάτη).
Θυμίζουμε ότι αρκετοί υδρόμυλοι δούλευαν ένα 6μηνο (χειμώνα-άνοιξη, που
υπήρχαν πολλά νερά), ενώ άλλοι ακόμα λιγότερους μήνες.
10. Εγκατεστημένη ισχύς και ισοδύναμη ενέργεια από την υδροκίνηση των μύλων (προσεγγιστικοί υπολογισμοί)
Για τη Φθιώτιδα έχουμε καταγράψει πλέον των 300 υδρομύλων, που
λειτουργούσαν από μερικούς μήνες (3-6) ή όλο το χρόνο, η δε παραγωγή τους όπως
προαναφέρθηκε διέφερε ανάλογα με την “κρέμαση”. Ας κάνουμε κάποιες παραδοχές
(κατά μέσο όρο) :
·
Παραγωγή
αλέσματος : 50 Kg/h (κιλά/ώρα)
·
Λειτουργία
του υδρομύλου : 6 μήνες
·
Ωράριο
λειτουργίας : 8 ώρες/ημέρα
Έχει υπολογιστεί ότι η παραγωγή
ενός αλεστικού νερόμυλου, ισοδυναμούσε με την αντίστοιχη 15 περίπου ανθρώπων (παλιότερα
δούλων). Αν δε λάβουμε υπόψη ότι η ισχύς ενός ανθρώπου σε κανονική εργασία
είναι 0,1 ίπποι (HP), τότε η ισχύς του μύλου είναι 1,5 HP. Για 300 περίπου υδρομύλους στη Φθιώτιδα, είχαμε λοιπόν
εγκατεστημένη ισχύ 450 ίππων (HP)! Από τη
Φυσική ξέρουμε ότι 1 αγγλικός ίππος (HP) ισοδυναμεί
με 746 W (βατ). Τότε οι 450 HP ισοδυναμούν με 450Χ746 = 335.700 W ή με ισχύ
335,7 KW (κιλοβάτ).
Η Φθιώτιδα από το 19ο αι. μέχρι τα
προπολεμικά χρόνια, είχε επαρκή εγκατεστημένη ισχύ.
Για να υπολογίσουμε την ισοδύναμη ενέργεια,
πρέπει να ξέρουμε πόσο χρόνο δούλευε ο υδρόμυλος. Η ισχύς ενός μύλου 1,5 HP ισοδυναμεί[10] με 1,5 Χ 746 = 1119 W ή 1,119 KW.
Για ευκολία θα στρογγυλοποιήσουμε την ισχύ ενός μύλου σε 1 KW.
Για 8 ώρες/ημέρα έχουμε ισοδύναμη ενέργεια
κάθε μύλου : 1 KW X
8 h = 8 KWh/ημέρα (κιλοβατώρες/την
ημέρα). Αν δε, κατά μέσο όρο, κάθε μύλος δούλευε 6 μήνες (αντί για 1 χρόνο),
δηλ. για 6 μήνες Χ 30 ημέρες = 180 ημέρες, τότε η ισοδύναμη ενέργεια κάθε μύλου
είναι : 8 Χ 180 = 1.440 KWh (κιλοβατώρες).
Για 300 υδρομύλους της Φθιώτιδας, η ετήσια ισοδύναμη ενέργεια θα ήταν
: 1.440 Χ 300 = 432.000[11] KWh (κιλοβατώρες) ή 432 MWh (μεγαβατώρες)!
Όσο για την ετήσια παραγωγή αλέσματος κάθε μύλου (με τις παραπάνω παραδοχές)
θα είναι : 50 Kg/h X
8 X 180 ημέρες = 72.000 Kg ή 72 τόνοι.
Για 300 υδρομύλους η ετήσια παραγωγή στη Φθιώτιδα θα ήταν : 72 Χ 300 = 21.600 τόνοι!
11. Χωριά χωρίς υδρόμυλο
Από το σύνολο των καταγραφών προέκυψαν και κάποια χωριά/τόποι που δεν
ήταν δυνατή η λειτουργία υδρομύλων. Αυτά ήταν :
Αμαλώτα, Αγία Μαρίνα Στυλίδας, Ανθήλη,
Βαθύκοιλο, Βαρδάτες, Γλύφα, Δέλφινο, Καλαμάκι, Κουτσούφλιανη, Καρυά, Λαδικού, Λουτρά
Υπάτης, Μάκρη, Μπράλος, Νέο Κρίκελλο, Νεοχωράκι, Παλιούρι, Ράχες, Ροδίτσα.
11. Στατιστικά υδρομύλων της Φθιώτιδας
Μετά την Τουρκοκρατία και την ίδρυση του
νεοελληνικού κράτους καταγράφηκαν 6.000 περίπου νερόμυλοι, εκ των οποίων οι
περισσότεροι ήταν τουρκικοί. Το ελληνικό δημόσιο απέκτησε την ιδιοκτησία τους
και τους ενοικίαζε σε ιδιώτες.
Με την είσοδο του 20ού αι. και τη χρήση πετρελαιομηχανών,
αλλά κυρίως με την ηλεκτροκίνηση των μύλων στις πόλεις, κωμοπόλεις και σε ελάχιστα
χωριά, άρχισε η εγκατάλειψη των υδρομύλων. Την περίοδο του Εμφυλίου, με την
υποχρεωτική μετακίνηση του πληθυσμού των
ορεινών περιοχών, σταμάτησαν τη λειτουργία τους αρκετοί υδρόμυλοι.
Οι περισσότεροι υδρόμυλοι στη χώρα μας εγκαταλείφθηκαν
από τη δεκαετία του 1950, όταν άρχισε να διαλύεται ο κοινωνικός και οικονομικός
ιστός της ελληνικής περιφέρειας. Η αστυφιλία, ο εξηλεκτρισμός
της υπαίθρου και η εκτεταμένη μηχανοποίηση έφεραν την εγκατάλειψη της υπαίθρου, τη μείωση έως την εξαφάνιση των παραδοσιακών
καλλιεργειών στα ημιορεινά εδάφη της χώρας, με τελικό αποτέλεσμα και το τέλος
των υδρομύλων.
Το έτος 1998 λειτουργούσαν ακόμη 6 υδρόμυλοι στη Φθιώτιδα.
Συνέχεια στο β’ μέρος
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Παλαιότερη γραπτή
μαρτυρία έχουμε από τον Στράβωνα, για τον Μιθριδάτη Στ’ τον Ευπάτωρα, βασιλιά
του Πόντου στα Κάβειρα.
[2] Τον καιρό της
πείνας, στην Κατοχή, στον υδρόμυλο του Παπαγιάννη στην περιοχή Αραπόρεμα Λαμίας
είχαν αλέσει ακόμα και χαρούπια με τις φλούδες, όπως και καλαμπόκι με τα
κότσαλα. (μαρτυρία του Αργύρη Δημ.
Παπαγιάννη, γιου μυλωνά)
[3] Στα παραμύθια, το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων, παρουσιάζονταν οι καλικάντζαροι στους
νερόμυλους και εκεί παρέμεναν μέχρι την ημέρα των φώτων, που αγιάζονταν τα νερά
και τους έδιωχναν οι παπάδες με την αγιαστούρα.
[4] Αυτό είναι το
μεγάλο πλεονέκτημα της υδροκίνησης. Ο νερόμυλος, όσο νερό χρειαστεί, δεν το
καταναλώνει και το παραδίδει χωρίς καμία φθορά στην ποσότητα και με τον ίδιο
βαθμό καθαρότητας που παρέλαβε.
[5] Ο περιηγητής
Ουίλλιαμ Λήκ (πέρασε το 1805 από τη Λαμία) ανέφερε : “Στην απέναντι πλευρά της
πόλεως ένα μικρό γοργό ποταμάκι κινεί 14 νερόμυλους, που βρίσκονται ο ένας πιο
πάνω από τον άλλο στην πλαγιά του λόφου”.
[6] Είναι πιο
πρόχειρη στήριξη. Τέτοια περίπτωση είναι στο μύλο του Μυλωνογιάννη και του
Ραχούτη στο Γαρδίκι Ομιλαίων.
[8] Μυλωνάδες ήταν ο
Δημ. Πανέτσος και μετά ο Φώτ. Υφαντής.
[9] Αναφέρονται από
περιηγητές (α) τον Κάρολο Γουστάβο Φίντλερ, που πέρασε το 1836 από τη Λαμία και
ανέφερε ότι “Από αυτή την πλευρά του δρόμου βλέπει κανείς μόνο το κάστρο του
Ζητουνίου και μπροστά του πέντε μικρούς νερόμυλους, τον ένα κάτω από τον άλλο
και από ψηλά προς τα κάτω ερχόμενο ρυάκι με νερό …”, (β) τον Ουίλιαμ Ληκ,
που πέρασε το 1805 από τη Λαμία, ότι “ Στην
απέναντι πλευρά της πόλεως ένα μικρό γοργό ποταμάκι κινεί 14 νερόμυλους, που
βρίσκονται ο ένας πιο πάνω από τον άλλο στην πλαγιά του λόφου”.
[11] Με την τρέχουσα
τιμή χρέωσης της ΔΕΗ, που είναι 0,09458 €/KWh,
το ετήσιο όφελος που θα προέκυπτε για τις 432.000 KWh
είναι : 40.858,56 €.
Σύμφωνα με την απογραφή του 1540, στα χρόνια του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1494-1566), στον καζά (όπως λέμε νομό) Πατρατζικίου (της Υπάτης), σε 104 χωριά που περιλάμβανε τότε και 1 πόλη (Πατρατζίκι) υπήρχαν 131 μύλοι !
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα στοιχεία προήλθαν από τα Οθωμανικά Αρχεία για την περίοδο 1514-1550, στο Εγιαλέτι της Ρούμελης και στον καζά Ζητουνίου (Λαμίας) και καζά Πατρατζικίου (Υπάτης).