Ιστορική αναδρομή
Πρόλογος
Η σκλαβωμένη Ελλάδα για τέσσερις αιώνες, με την επανάσταση από το 1821
και με αιματηρούς αγώνες μέχρι το 1928 πέτυχε την απελευθέρωση από τους Τούρκους.
Από την ίδρυση του ακόμη μικρού νεοελληνικού κράτους, με Κυβερνήτη τον Ιωάννη
Καποδίστρια, το πρώτο που σκέφτηκε ήταν να τιμήσει τους αγωνιστές, με ένα Ηρώο,
δηλ. ένα μνημείο το οποίο ουσιαστικά έπρεπε να περιλαμβάνει τον Ιερό Ναό του
Σωτήρος.
Οι προσπάθειες που έγιναν για το σκοπό αυτό είναι το θέμα της παρούσης
εργασίας, η οποία άντλησε πολύ σημαντικό και ενδιαφέρον υλικό από δύο θαυμάσιες
εργασίες, οι οποίες αναφέρονται στη Βιβλιογραφία. Οι φωτογραφίες επεξεργάστηκαν
από το γράφοντα.
Όπως πάντα, το θέμα θα αποδοθεί με όσο γίνεται συνοπτικό, αλλά και
περιεκτικό τρόπο.
Κωνσταντίνος
Αθαν. Μπαλωμένος
φυσικός
1. Το όνειρο τιμής και χρέος προς τους αγωνιστές του
’21
Μετά τον πολύχρονο ηρωικό αγώνα 1821-28 και
την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, με το Η’ Ψήφισμα της Δ’ Εθνοσυνελεύσεως
στο Άργος, αποφασίστηκε (στο α’ άρθρο του) :
“… Όταν η τοπική περιφέρεια της Ελλάδος και η
καθέδρα της κυβερνήσεως κατασταθώσιν οριστικώς και οι οικονομικοί πόροι του
Κράτους επιτρέψωσι, θέλει ανεγερθή κατά διαταγήν της Κυβερνήσεως εις την
καθέδραν αυτής, ναός[1]
επ’ ονόματι του Σωτήρος τιμώμενος.”
Η ιδέα ήταν του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια,
ο οποίος με τον τρόπο αυτό ήθελε, με ένα αντάξιο Μνημείο, να εκφραστεί η ευγνωμοσύνη του έθνους σε όσους αγωνίστηκαν
για την ελευθερία της Ελλάδος. Ήταν μια ιερή υπόσχεση που δόθηκε και παρέμενε
ένα όνειρο τιμής του έθνους, μέχρι να οριστικοποιηθεί η θέση της πρωτεύουσας
και τα σύνορα.
Το 1929, προκηρύχθηκε διαγωνισμός[2] για
Ηρώο, που θα δεχόταν τα οστά των υπερασπιστών του Μεσολογγίου. Με προτροπή του
φιλέλληνα Ευνάρδου (1775-1863), ο Λύσ. Καυταντζόγλου, που τότε σπούδαζε στη
Ρώμη, συμμετείχε κι έστειλε ένα σχέδιο, που χάθηκε[3].
Ακολούθησε δεύτερο σχέδιο, ταυτόσημο σχεδόν με το πρώτο, με ελάχιστες αλλαγές
στην εικονογράφηση. Όμως ο θάνατος του Ιωάννη Καποδίστρια και η αβεβαιότητα που
ακολούθησε, άφησαν το θέμα ανοιχτό.
Το Πάνθεον, πρόσοψη (σχέδιο Λύσανδρου Καυταντζόγλου) |
2. Η πρόταση Καυτατζόγλου στα χρόνια του Όθωνα
Με διάταγμα στις 25 Ιανουαρίου 1834, η
Αντιβασιλεία προκήρυξε το έργο της ανέγερσης Ναού του Σωτήρος στην Αθήνα, με τη
δέσμευση σε ένα έτος να γινόταν η θεμελίωσή του. Δεν έγινε τίποτα. Είναι
ιστορικά βέβαιη η αρνητική στάση της αντιβασιλείας προς του αγωνιστές του ’21 και
δεν νοιάζονταν για την ίδρυση μνημείου προς τιμή τους.
Ο πολυβραβευμένος στο εξωτερικό αρχιτέκτονας
Λύσανδρος Καυταντζόγλου (1811-1885), παρουσίασε το τέταρτο σχέδιο για το “Ηρώο εθνικόν εις μνήμην των υπέρ πατρίδος
πεσόντων Ελλήνων και φιλελλήνων”. Ήταν ένα κυκλικό μαρμάρινο οικοδόμημα, με
δύο κιονοστοιχίες και θολωτή στέγη (εικ. 1). Σε δύο ορόφους είχε πολλές γλυπτές
απεικονίσεις του αγώνα και των μαχητών του, με σταυρό στο μέσον και γύρω
αγάλματα. Με γλυπτά απεικονίζονταν όλες οι εστίες του αγώνα. Υπήρχαν επιγραφές
των χορηγών του Ηρώου.
Το έργο συνδύαζε αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά
στοιχεία. Ο Βαυαρός Fr. Tiersch (Θείρσιος) το χαρακτήρισε “μεγάλο
αρχιτεκτονικό αριστούργημα”, η δε γαλλική Ακαδημία τον ανέφερε ως εισηγητή του
Κλασσικισμού (της αρχαίας αρχιτεκτονικής) στο νεοελληνικό κράτος.
Όμως η κριτική της Αντιβασιλείας στην
πρόταση του Λ. Καυταντζόγλου (με το “Πάνθεον”) ήταν ότι “η Ελλάς είναι πτωχή δι’ εκτέλεσιν τοιούτου Μαυσωλείου”.
Στις 3 Απριλίου 1838, από το βασιλιά Όθωνα εκδόθηκε
άλλο Διάταγμα για ανέγερση Ναού του Σωτήρος στην Αθήνα. Το Διάταγμα ανέφερε ότι
τα σχέδια είχαν ήδη εγκριθεί, αλλά δεν έγιναν γνωστά. Για τη θέση του έργου ορίστηκε
η πλατεία Όθωνος (μετά πλατεία Ομονοίας).
Το 1839 όμως έγινε αλλαγή. Ορίστηκε νέα θέση
για το έργο, κοντά στη Μονή Ασωμάτων. Προκηρύχθηκε έρανος, που όμως απέδωσε
ελάχιστα σε καιρούς χαλεπούς οικονομικά για το μικρό και νεότευκτο κράτος, μετά
από πολύχρονο αιματηρό αγώνα. Έτσι το έργο εγκαταλείφθηκε και τα χρήματα του
εράνου διατέθηκαν για ανέγερση δημοτικού ναού στην Αθήνα. Αυτός ο ναός ήταν η
μετά Μητρόπολη[4],
που αφιερώθηκε στην Ευαγγελίστρια.
3. Η πρόταση Τσίλερ στην 50ετηρίδα της επανάστασης
Σχέδιο Τσίλερ (1870) για Μνημείο |
Μετά την έξωση του Όθωνα και στις αρχές της
10ετίας του 1870, στα πλαίσια του εορτασμού της 50ετηρίδας από το Εικοσιένα, ο
βασιλιάς Γεώργιος Α’ εξέδωσε διάταγμα[5] για την
ανέγερση Μνημείου. Το σχέδιο ήταν έτοιμο από το Γερμανό αρχιτέκτονα Τσίλερ και
είχε ήδη εγκριθεί από το βασιλιά! Ως θέση του μνημείου είχε επιλεγεί η πλατεία
Ομονοίας. Για κάλυψη του κόστους κατασκευής, ο βασιλιάς πρότεινε στο
πρωθυπουργό Θρασ. Ζαΐμη να γίνουν έρανοι.
Το έργο ήταν μια μαρμάρινη ψηλή στήλη, με τη συμβολική
μορφή της Ελλάδας, κατά το αρχαιοελληνικό πρότυπο, στην κορυφή της. Στη βάση
είχε τέσσερις γλυπτές μορφές, που παρίσταναν τις τότε ελεύθερες περιοχές της
Ελλάδας (Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα, νησιά Αιγαίου και νησιά Ιονίου. Κάτω έφερε
ανάγλυφες παραστάσεις στις 4 πλευρές.
Το θέμα όπως επιβλήθηκε άνωθεν και με τον
τρόπο αυτό, δέχτηκε αμέσως έντονη κριτική, στα εξής σημεία :
(α) το σχέδιο
του μνημείου δεν ήταν αντάξιο του αγώνα.
(β) δεν είχε
έρθει ο χρόνος για Μνημείο, εφόσον όλη η Ελλάδα δεν ήταν ανεξάρτητη[6] (δηλ. αυτό
δεν εκπροσωπούσε όλες τις ελληνικές περιοχές).
(γ) αθετούσε
την απόφαση της Δ’ Εθνοσυνέλευσης του 1829, που ανέφερε την ανέγερση Ι. Ναού
του Σωτήρος.
(δ) ο βασιλιάς ανέθεσε το έργο χωρίς
διαγωνισμό και μάλιστα σε ξένο, αγνοώντας τους Έλληνες.
(ε) ο Πρωθυπουργός
έπρεπε να αρνηθεί την εντολή, που ήταν μειωτική για τους αγώνες των Ελλήνων και
κολάκευσε τις μεγάλες δυνάμεις.
Είναι φανερό ότι το προτεινόμενο έργο ήταν
κατώτερο των προσδοκιών, συγκρινόμενο με αυτό του Λύσ. Καυταντζόγλου. Η
αντίθεση ήταν κυρίαρχα αντιπολιτευτική για την περίοδο εκείνη, που οι πολιτικές
έριδες ήταν έντονες.
Η μόνη
κριτική ειδικού ήταν του Λύσ. Καυταντζόγλου[7] (το
1879), που είπε ότι:
“… εγένετο επιπόλαιόν τι γύμνασμα παρ’
αλλοδαπού τεχνίτου σχεδιασθέν, όπερ καίτι άμοιρον πάσης ιστορικής αληθείας και
αρχιτεκτονικής αξίας, ενεκρίθη …”
Τελικά το θέμα εγκαταλείφθηκε.
4. Πρόταση Βικέλα και Τσίλερ στις αρχές του 20ού αι.
Σχέδιο Τσίλερ (1908) για Μνημείο στο Λυκαβηττό |
Ο λόγιος-λογοτέχνης Δημήτριος Βικέλας (1835-1908),
πρότεινε το 1901 (που επανήλθε το 1908) να γίνει το Ηρώο[8] της
ελληνικής ανεξαρτησίας, επάνω στο λόφο του Λυκαβηττού.
Πάλι το Γερμανός αρχιτέκτονας Τσίλερ
παρουσίασε πολλαπλές προτάσεις και μελέτες για Ηρώα στα έτη 1905, 1908 και 1910,
έχοντας ως βάση το μνημειακό ναό του Αγίου Γεωργίου Λυκαβηττού.
Προφανώς δεν μπορούσε να αποτελέσει τη
ζητούμενη απάντηση, εφόσον ο ναός δεν ήταν του Σωτήρος, όπως έπρεπε και ο
μνημειακό κτίσμα ήταν υπερβολικό στην κορυφή του λόφου του Λυκαβηττού.
Δεν βρήκε ανταπόκριση.
5. Αναζήτηση Μεγάλου Μνημείου (Ηρώου) στον εορτασμό
της 100ετηρίδας του ’21
Οι πρώτες προσπάθειες για προετοιμασία του εορτασμού της
εκατονταετηρίδας του 1921 ξεκίνησαν το 1916, με πρωτοβουλία του τότε
Πρωθυπουργού και υπουργού Παιδείας, του Σπυρίδωνος Λάμπρου[9]
(1851-1919), που ήταν και σημαντικός ιστορικός. Μετά από 2 χρόνια όμως (το
1918) κατατέθηκε το νομοσχέδιο : “Περί
συστάσεως Επιτροπής προς πανηγυρισμόν της Εκατονταετηρίδος της Εθνικής
Παλιγγενεσίας”. Με βασιλικό διάταγμα, που εκδόθηκε στις 12 Απριλίου 1918,
ορίστηκε η σύνθεση της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος (ΚΕΕ), με πρόεδρο to Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Δημιουργήθηκαν 20 ειδικές επιτροπές για
επιμέρους αντικείμενα, μεταξύ των οποίων ήταν και η Ειδική Επιτροπή για το
Μεγάλο Μνημείο, με πρόεδρο τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η οποία αποφάσισε να γίνει
το Πανελλήνιο Ηρώο, στο λόφο του Αρδηττού.
Μετά τις εκλογές του 1920 και την
κυβερνητική αλλαγή, τα μέλη της ΚΕΕ αντικαταστάθηκαν από αντιβενιζελικά άτομα
και πρίγκιπες στις ανώτερες θέσεις. Στις 4 Απριλίου 1921, η Εκτελεστική
Επιτροπή της ΚΕΕ όρισε το 1930 ως το έτος εορτασμού της εκατονταετηρίδος, ώστε
να υπάρχει χρόνος για προετοιμασία και υλοποίηση δράσεων.
Το Δεκέμβριο 1928 έγινε ανασύσταση της ΚΕΕ, με πρόεδρο τον Αλέξανδρο
Ζαΐμη, πρώην πρωθυπουργό. Συγκροτήθηκαν 15 επιτροπές, με ίδια περίπου
αντικείμενα όπως του 1918.
Η πρώτη ειδική επιτροπή είχε ως αντικείμενο το “Πανελλήνιο Ηρώο”. Σε 4 συνεδριάσεις τέθηκαν ως θέματα: η αναζήτηση
καταλλήλου χώρου, η διαδικασία-τρόπος ανάθεσης και η μορφή του έργου. Με τη
συμμετοχή διαπρεπών αρχαιολόγων, αρχιτεκτόνων κατέληξαν στην απόφαση, να
ανεγερθεί στο κέντρο του Πεδίου του Άρεως. Εσωτερικά θα είχε τύπο ναού, με την
Αγία Τράπεζα στα ανατολικά, οι δε άλλες πλευρές θα είχαν τοιχογραφίες από τον
Ιερό Αγώνα. Εξωτερικά θα κοσμείτο από ανδριάντες, προτομές και γλυπτές
παραστάσεις.
Πρόχειρη στήλη-περίζωμα από κυβόλιθους. Πεδίο Άρεως (1930) |
Στις 16 Αυγ. 1929 προκηρύχθηκε διαγωνισμός για εκπόνηση σχεδίου από
Έλληνες καλλιτέχνες. Το ποσό ορίστηκε σε 10 εκατομμύρια δρχ. Με τη διαμόρφωση
του περιβάλλοντα χώρου εκδόθηκε νέα προκήρυξη που όρισε το ποσό στα 50
εκατομμύρια δρχ.
Η κατασκευή θα γινόταν με κυβόλιθους (ακμής 0,25 m) που θα έστελνε κάθε δήμος ή κοινότητα[10] με
χαραγμένο το όνομα σ’ αυτόν. Οι ελληνικές παροικίες αποκλείστηκαν. Εστάλησαν
929 κυβόλιθοι και στη θεμελίωση χρησιμοποιήθηκαν οι 680. Η οικονομική αδυναμία
των περισσότερων ΟΤΑ δεν επέτρεψε την κατασκευή ακόμα και του κυβόλιθου!
Η πανηγυρική θεμελίωση του Ηρώου έγινε στις 30 Μαρτίου 1930 από τον
πρόεδρο της Δημοκρατίας Αλέξανδρο Ζαΐμη, με κατασκευή ενός πρόχειρου διαζώματος
(φωτογραφία παρατίθεται) και το θέμα
έκλεισε εκεί.
6. Η πρόταση-μελέτη του γλύπτη Γεωργίου Μπονάνου και οι άλλες μελέτες
Για το διαγωνισμό του 1929, υποβλήθηκαν 9
μελέτες, από τις οποίες προκρίθηκαν οι 6 και βραβεύτηκαν τρεις, με τίτλους : “Μεσολόγγι”,
“Μιχαήλ Ψελλός” και “Περικεφαλαία”. Επιπλέον υπήρξε και η πρόταση “Πάνθεον 1821”
του γλύπτη Γεωργ. Μπονάνου, εκτός διαγωνισμού, που όμως έγινε δεκτή. Δυστυχώς
τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ελλιπή.
Η μελέτη του Γεωργίου Μπονάνου (1863-1940)
που ήταν έργο ζωής του (για 30 χρόνια) ήταν μεγάλη σύνθεση, η οποία στο ανώτερο
επίπεδο κατέληγε σε μορφή αρχαίου ναού, όπως της Απτέρου Νίκης. Εξωτερικά είχε
έφιππους ανδριάντες. Υπήρχαν πολλές ανάγλυφες παραστάσεις, συμπλέγματα και
προτομές με ιστορικά πρόσωπα.
Στα έτη 1914 και 1927 απέδωσε διαφορετικές
εκδοχές του έργου, συνδέοντας την αρχαία Ελλάδα, τον Κωνστ. Παλαιολόγο, με την
ελληνική επανάσταση. Σε μεταγενέστερη εκδοχή, κάτω από τον αρχαίο ναό
διαμόρφωσε ένα χριστιανικό ναό, με δυνατότητα χρήσης ως εκκλησίας, αλλά και ως
μαυσωλείου.
Άλλες εργασίες - μελέτες ήταν :
Η μελέτη[11] “Μεσολόγγι”,
που περιλάμβανε ένα σύνολο με αρχαίο ναό στο κέντρο, με Βιβλιοθήκη-αρχείο του
αγώνα και σε στοές υπήρχαν γλυπτά και αναθήματα.
Η μελέτη “Μιχαήλ Ψελλός” ήταν μορφή κυκλικού
ναού (ρωμαϊκού Πανθέου), με κενοτάφιο αγωνιστών του ’21, στο κέντρο και κυκλική
στοά διακοσμημένη με βυζαντινά ψηφιδωτά.
Η μελέτη “Περικεφαλαία” περιλάμβανε αρχαιοελληνικό
ναό με βυζαντινό τρούλο και περιμετρικό διάδρομο ως Μουσείο με κειμήλια του
αγώνα.
Η μελέτη “Αναγέννηση” περιλάμβανε ένα άλσος
με θολωτό κτίσμα στο κέντρο. Επιπλέον πολλά γλυπτά θα κοσμούσαν όλο το χώρο.
8. Το “Τάμα του Έθνους” της δικτατορίας 1967-74
Το 1968 εξαγγέλθηκε από το δικτάτορα Γεώρ. Παπαδόπουλο η κατασκευή του
Ναού του Σωτήρος (το “Τάμα του Έθνους“).
Ο ναός θα ήταν ορατός σε όλη την Αθήνα. Η κατασκευή του θα γινόταν στα
Τουρκοβούνια, στη θέση όπου μεταγενέστερα έγινε το Αττικό Άλσος. Για το σκοπό
αυτό συστήθηκε Ειδικό Ταμείο για τη συγκέντρωση του αναγκαίου ποσού.
Συγκεντρώθηκαν 453,3 εκατομμύρια δρχ., από δωρεές και δάνεια. Επιχορηγήθηκε
επίσης από το κρατικό προϋπολογισμό. Η θεμελίωση του έργου έγινε στις 28
Οκτωβρίου 1971 από τον Γ. Παπαδόπουλο και άρχισε η διαμόρφωση του χώρου.
Προκήρυξε ελληνικό διαγωνισμό και βράβευση των τριών καλυτέρων αρχιτεκτονικών
μελετών, με 5, 3 και 2 εκατομμύρια δρχ. αντίστοιχα. Την περίοδο 1971-74,
διαμορφώθηκε ο χώρος, έγινε δενδροφύτευση και οι οδοί προσπέλασης. Η ανέγερση
του Τάματος προβλεπόταν να αρχίσει το 1974. Όμως το έργο σταμάτησε την περίοδο
Ιωαννίδη και μετά το 1974, με τη μεταπολίτευση καταργήθηκε.
Ο πρόεδρος του Ειδικού Ταμείου Ανεγέρσεως Αριστείδης Σκυλίτσης
κατηγορήθηκε για κατάχρηση με τα χρήματα του Ταμείου, αλλά αθωώθηκε. Η μία
άποψη επιρρίπτει ευθύνες στη μεταπολιτευτική κυβέρνηση μετά το 1974, ρωτώντας
για την τύχη των χρημάτων αυτών (453 εκατομμύρια δρχ.). Η άλλη άποψη
επικαλείται ότι - σχεδόν - όλα τα χρήματα (τα 406 εκατ. δρχ.) δαπανήθηκαν σε
μελέτες και άλλα έξοδα, πριν ακόμα κτιστεί. Στη συνέχεια η υπόθεση ξεχάστηκε. Το
θεωρεί ως ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της περιόδου αυτής. Δεν έχουμε
οριστική απάντηση στο θέμα. Πάντως το Τάμα δεν έγινε.
Επίλογος
Από όλες τις παραπάνω προτάσεις, εκείνη που είχε τη μεγαλύτερη
διαχρονική αποδοχή ήταν η πρόταση του Λύσ. Καυταντζόγλου, παρά το ότι δεν
περιλάμβανε χριστιανικό ναό του Σωτήρος. Το 1930 τέθηκε από μέλη της Επιτροπής,
αλλά δεν έγινε αποδεκτή. Πιθανά υπερίσχυσε ο λόγος του μεγάλου ζωγράφου Κώστα
Παρθένη (1878-1967), ο οποίος θεωρώντας το Ηρώο ως έργο τέχνης, είπε :
“… ένα Ηρώον πρέπει να έχη την έκφρασιν της
εποχής του”.
Δυστυχώς, παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες, το Πανελλήνιο Ηρώο ή
Πάνθεον δεν έγινε ποτέ. Ως αιτίες μπορούμε να αναφέρουμε :
(α) το σημαντικό οικονομικό κόστος του
έργου, σε συνδυασμό με τους αλλεπάλληλους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Η
μικρασιατική καταστροφή, με το μεγάλο όγκο προσφύγων ήταν ένας ακόμη αρνητικός
λόγος. Επίσης, εμποδίστηκε η λύση των ευεργετών[12]-χορηγιών,
επειδή ήταν υποχρέωση[13] του
Έθνους να τιμηθούν οι αγωνιστές.
(β) Οι δεσμεύσεις των προκηρύξεων προς
τους καλλιτέχνες, αλλά και ο φόβος της σύγκρισης με τα έργα των αρχαίων
Ελλήνων, δεν απέδωσαν αντάξιες προτάσεις από τους καλλιτέχνες. Εξαίρεση
αποτέλεσε η πρόταση Καυταντζόγλου.
(γ) Σίγουρα ήταν και παραμένει
σημαντικός ανασταλτικός παράγων και το λεγόμενο “timing”,
δηλαδή ότι άργησε να γίνει το έργο. Ο λαός λέει “κάθε πράγμα στον καιρό του”.
Το Ηρώο έπρεπε να γίνει το 1829-30, αλλά δυστυχώς αυτό δεν ήταν δυνατό. Ίσως
αυτό να γινόταν στην 100ετηρίδα, δηλ. το 1921-22, αν η έκβαση του μικρασιατικού
αγώνα ήταν νικηφόρα, οπότε θα είχε υλοποιηθεί και η Μεγάλη Ιδέα.
Όλες οι μεταγενέστερες κινήσεις για ίδιο θέμα, συνάντησαν την αδιαφορία
του κόσμου. Θα αναφέρουμε δύο περιπτώσεις :
Το 2012, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, μετά από αίτημα
μητροπολιτών, αποφάσισε[14] να ανεγείρει μεγαλοπρεπή καθεδρικό ναό, σταθμίζοντας “τις πνευματικές
ανάγκες του ορθόδοξου ελληνικού λαού” και το γεγονός ότι “όλες οι ορθόδοξες
εκκλησίες κατά την παρελθούσα δεκαετία και εν μέσω δυσμενεστάτων οικονομικών
και κοινωνικών προϋποθέσεων και όρων, έχουν ανεγείρει υπό τη μορφή τάματος
περικαλλείς καθεδρικούς ναούς με εντυπωσιακές οικοδομικές εγκαταστάσεις”. Δεν
είχε συνέχεια.
Στις 13 Φεβρουαρίου 2017, 18 βουλευτές (οι 16 από τη Ν.Δ., ένας από του
ΑΝΕΛ κι ένας ανεξάρτητος) με επερώτηση στη Βουλή ζητούσαν “την εκπλήρωση του τάματος του Έθνους προς τους ήρωές του για ανέγερση
μεγαλοπρεπούς Ι. Ν. του Σωτήρος Χριστού, που αποτελεί ηθική και συμβατική
υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας”. Ως κατάλληλες θέσεις ανέφεραν το Πεδίον
του Άρεως, τα ξέφωτα του Ζαππείου ή Εθνικού Κήπου ή το Αττικό Άλσος. Δεν
χρειάζεται να αναφερθεί η συνέχεια.
Το 2021 είναι ο εορτασμός των 200 ετών από το Εικοσιένα. Ακόμη δεν έχει
ανακοινωθεί το αναλυτικό πρόγραμμα των εκδηλώσεων. Για το Μεγάλο Ηρώο άραγε τι
να ελπίζουμε;
--------------------
Βιβλιογραφία-Αναφορές-Ιστοσελίδες
1. Γ. Λιάλιος : «To “Τάμα του Έθνους”, από τα Τουρκοβούνια στο
Ζάππειο», εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ανάρτηση 16-2-2017.
2. Θεοδώρα Φ.
Μαρκάτου : “Οι προτάσεις για Πανελλήνιο Ηρώο του Εικοσιένα (1830-1930)”
3. Χρήστος
Τριανταφύλλου : “Το έργο της Κεντρικής Επιτροπής Εκατονταετηρίδος (1928-1933)”,
της Εταιρείας Μελέτης Νέου Ελληνισμού “Μνήμων”.
4. Μάνου
Χατζηδάκη : “Η αλήθεια για το Τάμα του Έθνους”, 22 Φεβ. 2017, στην ιστοσελίδα https://www.e-grammes.gr.
5. Βικιπαίδεια.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Υπάρχει αναφορά,
στα άρθρα ε’ και στ’, και για τα μνημεία των Φιλελλήνων, που θα ήταν μέσα στο
ναό.
[2]
Το πρόγραμμα
υπεγράφη στις 18 Δεκ. 1829 από το Γραμματέα των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας
Εκπαιδεύσεως Ν. Χρυσόγελο. Ήταν ο πρώτος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός του
νεοελληνικού κράτους.
[3] Ήταν την περίοδο
που έγινε η δολοφονία (9 Οκτωβρίου 1831) του Ιωάν. Καποδίστρια.
[4] Θεμελιώθηκε τα
Χριστούγεννα του 1842.
[5] Δημοσιεύτηκε στις
25 Μαρτίου 1870.
[6] Προφανώς
υπονοούσαν τη Μεγάλη Ιδέα και αρνούνταν παραίτηση απ’ αυτήν.
[7] Από το 1844 ήταν
Διευθυντής του Σχολείου των Τεχνών (μετά ΕΜΠ) μέχρι το 1862. Πέθανε το 1885.
[8]
Πρότεινε να
διατεθεί για το σκοπό αυτό, ένα μέρος των χρημάτων από έρανο που είχε γίνει για
την κατασκευή ανδριάντα του Θεοδ. Κολοκοτρώνη στην Αθήνα το 1904 (αντίγραφο
έργου του γλύπτη Λάζ. Σώχου, στο Ναύπλιο).
[9] Την περίοδο από τις 27 Σεπτεμβρίου 1916 έως τις 21 Απριλίου 1917.
Ήταν βασιλόφρων.
[10] Το 1928 υπήρχαν
4.990 κοινότητες και 53 δήμοι στην Ελλάδα.
[11] Έγινε από τους
αρχιτέκτονες Πάτροκλο Καραντινό (1903-1976) και Νικόλαο Μητσάκη (1899-1941).
[12]
Το 1917
ήθελε ο ποτοποιός-βιομήχανος του Πειραιά Ευστάθιος Φινόπουλος να αναλάβει τα
έξοδα ανέγερσης του Ηρώου. Η πρότασή του δεν έγινε δεκτή, για τον προαναφερθέντα
λόγο. Ο Παύλος Νιρβάνας έγραψε ότι, η αντίδραση οφειλόταν στην πρόθεση του
Φινόπουλου να γίνει το Ηρώο ένα αντίγραφο του Παρθενώνα.
[13] Άποψη του
κληρικού-λογίου Νεοφύτου Δούκα (1760-1845).
[14] Ανακοινώθηκε στις
8 Ιουνίου 2012.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΠΡΟΑΣΠΙΣΕΩΣ ΗΘΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΤΑΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ WWWFOTGRAMMI.GR ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ. Ο ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΑΥΤΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΠΡΟ ΠΟΛΛΩΝ ΕΤΩΝ ΑΝΑΖΗΤΑ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ ΝΑ ΤΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕΙ ΜΕ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΕΞΟΔΑ
ΑπάντησηΔιαγραφή