Ο ορυκτός πλούτος της Λοκρίδας
Πρόλογος
Το ελληνικό υπέδαφος είναι πλούσιο με ορυκτά,
που όμως η χώρα δεν μπόρεσε κατά το 19ο αι. να τα αξιοποιήσει. Μερικά ορυκτά
περιέχουν σημαντικά μέταλλα σε αναλογία, που συμφέρει οικονομικά η εκμετάλλευσή
τους. Στην παρούσα εργασία θα αναφερθούμε στα σιδηρονικελιούχα μεταλλεύματα,
που αφθονούν στην περιοχή της Λοκρίδας, από τα οποία παράγεται το νικέλιο.
Οι προσπάθειες που έγιναν τόσο για τον
εντοπισμό, αλλά και την απόκτηση τεχνογνωσίας, ώστε από το μετάλλευμα, με τη
λειτουργία του εργοστασίου ΛΑΡΚΟ, να παραχθεί το νικέλιο, θα δοθούν με ιστορική
συνέχεια, αλλά με όσο γίνεται συνοπτικό και κατανοητό τρόπο.
1. Το νικέλιο
Είναι σημαντικό μέταλλο[1] με
πολλές εφαρμογές. Υπάρχει μόνο σε ορυκτά μεταλλεύματα, κυρίως ενωμένο με το
σίδηρο (σιδηρονικέλιο) σε αναλογία 20-40 % σε νικέλιο. Στην Ελλάδα σημαντικά
κοιτάσματα[2] υπάρχουν
στη Φθιώτιδα (περιοχή Λοκρίδας), Βοιωτία, Εύβοια και Καστοριά.
Νομίσματα από
νικέλιο της ΕΣΣΔ (ρούβλια)
(δεκαετία’80) |
Το νικέλιο και τα κράματά του είναι πολύτιμα
για την αντοχή, ελαστικότητα, καλή θερμική και ηλεκτρική αγωγιμότητα, αντοχή
στη διάβρωση, μαγνητικές ιδιότητες και ως καταλύτης[3]. Χρησιμοποιείται κυρίως για παραγωγή
ανοξείδωτου χάλυβα, σε άλλα κράματα, σε επιμετάλλωση, χύτευση μετάλλων και σε
συσσωρευτές.
2. Μεταλλευτικές προσπάθειες στη Στερεά Ελλάδα κατά το Μεσοπόλεμο
Στη
διάρκεια του πρώτου τετάρτου του 20ού αι. (1900-1925), οι μεταλλευτικές
επιχειρήσεις ασχολήθηκαν περισσότερο με την εξόρυξη και τη διάθεση φυσικών
μεταλλευμάτων, παρά με την εκκαμίνευση και τον εμπλουτισμό τους. Έτσι, οι
πρώτες ύλες, ακατέργαστες όπως έβγαιναν,
έφευγαν στο εξωτερικό, όπου μετατρέπονταν σε προϊόντα από τα οποία αγόραζε
η Ελλάδα, σε ακριβές μάλιστα τιμές.
Από το 19ο αι. οι ελληνικές πρώτες ύλες δεν
μπορούσαν να αξιοποιηθούν για οικονομικούς λόγους και έπρεπε να προσελκυσθεί το
ξένο κεφάλαιο. Για αυτό το σκοπό, από ειδικούς, γράφτηκαν[4] ειδικές
εκθέσεις και πραγματείες, που στάλθηκαν στο εξωτερικό, για να δείξουν στους
Ευρωπαίους κεφαλαιούχους τον μεταλλευτικό πλούτο της χώρας.
Από το 1910, στη Λάρυμνα, η μεταλλευτική
εταιρία «Λοκρίς» είχε ανακαλύψει τα νικελιούχα μεταλλεύματα της περιοχής. Μέχρι
το 1918 εξόρυξε 85.997 τόνους
μεταλλεύματα, τα οποία με την τότε μέση τιμή των 39,08 δρχ. τον τόνο (FOB
Λάρυμνα), απέφεραν έσοδα 3.360.000 δρχ.
Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο, η παραγωγή μεταλλευμάτων άρχισε να δείχνει άνοδο σε διάφορα μεταλλεύματα. Το 1918, στις μεταλλευτικές επιχειρήσεις της χώρας μας εργάζονταν 9.202 εργάτες, από τους οποίους οι 4.424 δούλευαν σε υπόγειες εκμεταλλεύσεις και 4.778 σε επιφανειακές. Το μέσο μεροκάματο ήταν 6,12 δρχ.
Μάλιστα, στις κυριότερες μεταλλευτικές επιχειρήσεις το 1918
καταγράφονται η εταιρία «Λοκρίς» στη Λάρυμνα και η «Εταιρία Μεταλλείων
Αταλάντης» στην Αταλάντη για σιδηρομεταλλεύματα.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), οι
κακουχίες κατά την επιστροφή του στρατού μας, το προσφυγικό πρόβλημα, που
δέσποζε στην κυβερνητική πολιτική και η έλλειψη έμπειρων εργατικών χεριών δεν
επέτρεψαν στις ελληνικές μεταλλευτικές[5] επιχειρήσεις
να αυξήσουν την παραγωγή τους. Η περίοδος 1926-32 χαρακτηρίζεται από έντονες
εσωτερικές πολιτικές αναστατώσεις, την παγκόσμια διεθνή κρίση 1929-1930, αλλά
υπήρξαν και συνθήκες με σταθερή Κυβέρνηση (1928-1932).
Στη Λάρυμνα, το 1932, έχουμε παραγωγή
νικελιούχων μεταλλευμάτων. Το 1936 η παραγωγή τους αυξήθηκε σε 50.195 τόνους. Δυστυχώς,
την περίοδο της Κατοχής σταμάτησε κάθε ουσιαστική μεταλλευτική δραστηριότητα.
Το 1946 στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο ιδρύθηκε το Τμήμα Μηχανικών
Μεταλλειολόγων - Μεταλλουργών, που μπόρεσε να καλύψει αργότερα τις ανάγκες της
χώρας σε μηχανικούς μεταλλείων.
Μετά την Κατοχή, όπως και κατά το παρελθόν,
η κρατική πολιτική στον τομέα της έρευνας ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Αντιθέτως
η πρωτοβουλία, το θάρρος και η τόλμη, που έδειξαν τότε οι μεγάλες μεταλλευτικές
επιχειρήσεις στην έρευνα και στον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών τους, ήταν
πράγματι αξιέπαινη. Προπάντων οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις Μποδοσάκη,
Σκαλιστήρη, Ηλιοπούλου και Μπάρλου.
Μετά το 1947, στην ανασυγκρότηση των
μεταλλείων βοήθησαν οι παροχές της αμερικάνικης βοήθειας (A.M.A.G.), το σχέδιο
Marshall και η UNRRA, που το αρμόδιο κλιμάκιό της για τα ελληνικά μεταλλεία
πείσθηκε για την μεταλλοφορία του ελλαδικού χώρου.
3. Μεταπολεμικό μεγάλο ενδιαφέρον για το σιδηρονικέλιο
Μετά τον πόλεμο, την Κατοχή και την
εσωτερική αιματηρή αναταραχή, που κράτησε ως τον Αύγουστο του 1949, το ιδιωτικό
ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου χαλαρώθηκε σοβαρά, όσο και η
σχετική δραστηριότητα των αρμοδίων κρατικών υπηρεσιών. Δεν μπορούσε όμως να
γίνει σωστή ανοικοδόμηση, χωρίς εκβιομηχάνιση της χώρας.
Στην αρχή, με το πρόβλημα αυτό ασχολήθηκαν
περισσότερο οι οικονομολόγοι και λιγότερο οι τεχνικοί. Γρήγορα, όμως, η
ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας[6]
συνδυάσθηκε με την ανάπτυξη του ορυκτού πλούτου, οπότε πήραν θέση και
επιστήμονες πλησιέστεροι προς το αντικείμενο «υπέδαφος της χώρας». Το
ενδιαφέρον των ιδιωτών για τη μεταλλεία εκδηλώθηκε έντονα και χορηγήθηκαν πάρα
πολλές άδειες μεταλλευτικών ερευνών.
Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, πρωτοπόροι και
τολμηροί μεταλλευτές είναι επιχειρηματίες όπως οι: Μποδοσάκης, Σκαλιστήρης,
Πόρτολος, Ηλιόπουλος, Μπάρλος, κ.ά. Τον κορμό[7] της
μεταλλευτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα αποτέλεσαν ο λευκόλιθος (μαγνησίτης), ο
βωξίτης και το σιδηρονικέλιο.
Την ίδια εποχή ο Πρόδρομος Μποδοσάκης
Αθανασιάδης απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών της «Α.Ε.Ε.Χ.Π. και
Λιπασμάτων», που με τη δραστηριότητά του της έδωσε πνοή, τονώνοντας ιδιαίτερα
τον μεταλλευτικό της κλάδο. Η επιχείρηση αυτή το 1952, μετά από πλειοδοτικό
διαγωνισμό, απέκτησε τα μεταλλευτικά δικαιώματα των δημοσίων νικελιούχων
μεταλλείων στη Λάρυμνα, όπου και δημιούργησε μεταλλουργική μονάδα, οργανώνοντας
την αξιοποίηση των μεταλλευμάτων σε νέα βάση.
Συγκεκριμένα στις 16 Ιουλίου 1952 το Ελληνικό Δημόσιο υπέγραψε σύμβαση
με την Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λιπασμάτων με την οποία της εκμισθώνει για περίοδο 36
ετών, μετά από δημόσιο διαγωνισμό στον οποίο πλειοδότησε ο Μποδοσάκης, τα
δικαιώματα μεταλλειοκτησίας των νικελιούχων σιδηρομεταλλευμάτων των μεταλλείων
της περιοχής Λάρυμνας στην Α.Ε.Ε.Χ.Π. & Λιπασμάτων.
Πρόδ. Μποδοσάκης Αθανασιάδης |
Ακολούθησε μία μακρά περίοδος διαπραγματεύσεων πρώτα με την Καναδική
Εταιρία INCO (με σκοπό την πώληση) και στη συνέχεια με την Γαλλική Le Nickel.
Το 1963 συστάθηκε η ΛΑΡΚΟ.
Ο τοπικός τύπος[8]
με δημοσιεύματα αναδεικνύει τον ορυκτό πλούτο του νομού Φθιωτιδοφωκίδος. Ενδεικτικά
γράφει “Ο υπόγειος πλούτος της
επαρχίας Λοκρίδος είναι σημαντικός. Εις τον Παλιόμυλον απαντάται τιτανιούχος
μαγνητίτης, εις την Λάρυμναν νικέλιον, λειμωνίτης και νουμεΐτης”. … “Από το νικελιοφόρο κοίτασμα[9]
Λάρυμνας εξάγονται ετησίως κατ’ ελάχιστον 130.000 τόνοι νικελίου, με μεγάλη
ζήτηση από την παγκόσμια βιομηχανία.”
Η αρχικά εφαρμοσθείσα μέθοδος Krupp-Renn για
παραγωγή μεταλλικού σιδηρονικελίου με περιεκτικότητα 5% σε νικέλιο, παρά τις
προσπάθειες, απέτυχε και εγκαταλείφθηκε, αφού όμως είχε δημιουργήσει ζημιές
πάνω από 25 εκατ. $. Τα μεταλλεία Λάρυμνας επαναλειτούργησαν, με νέα μέθοδο
παραγωγής νικελιούχου σιδήρου. Συγκεκριμένα εφαρμόστηκε νέα μέθοδος που προήλθε
από τον καθηγητή του Πολυτεχνείου κ. Μούσαλο, που ήταν και τεχνικός σύμβουλος
των επιχειρήσεων Μποδοσάκη Αθανασιάδη. Έγινε εκκαμίνευση και εμπλουτισμός του
νικελιούχου μεταλλεύματος, οι δε δοκιμές[10] ήταν
επιτυχείς. Τις παρακολούθησαν τεχνικοί του γερμανικού οίκου Κρουπ. Η νέα
μέθοδος αποδείχθηκε ευκολότερη και οικονομικότερη κατά 20% σε μικρότερη
θερμοκρασία και μικρότερα καμίνια.
Στη νεότερη μεταλλευτική ιστορία της Ελλάδος
η περίοδος 1961-1979 είναι η σημαντικότερη. Η ελληνική μεταλλεία στην περίοδο
αυτή πήρε τις πιο σημαντικές διαστάσεις και καταδείχθηκε, ότι το υπέδαφος του
ελλαδικού χώρου έχει πάνω από 50 είδη ορυκτών υλών, που 20 απ’ αυτά - ανάμεσα
τους και πολλά στρατηγικής σημασίας - είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα.
Παράλληλα, οι επενδύσεις κεφαλαίων για τον εκσυγχρονισμό των μεταλλευτικών
εγκαταστάσεων αυξήθηκαν γρήγορα κι αυτές, ενώ άρχισαν να παίρνονται
αποφασιστικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.
Ο Πρόδρομος Μποδοσάκης-Αθανασιάδης στις
31-7-1961 ανακοίνωσε την οριστική συμφωνία της Ελληνικής Εταιρείας Λιπασμάτων
και της γαλλικής Εταιρείας “Λε Νικέλ” για την ίδρυση[11]
εταιρείας, που θα εκμεταλλευτεί τα σιδηρονικελιούχα κοιτάσματα και θα τα επεξεργάζεται
για την παραγωγή νικελίου και χάλυβα. Υπάρχουν ήδη ιδιόκτητες εγκαταστάσεις της
Εταιρείας Λιπασμάτων στη Λάρυμνα. Στη νέα εταιρεία θα μετέχουν η Εταιρεία
Λιπασμάτων και η γαλλική Λε Νικέλ (με
ποσοστό 21,5%). Η συνεργασία της νέας εταιρείας με την Λε Νικέλ θα ήταν τεχνική
και εμπορική.
Τα μεταλλουργικά προβλήματα κατά την
κατεργασία στα δυσεπεργέργαστα μεταλλεύματα λύθηκαν πλήρως και επιτυχώς με τις
μεθόδους του καθηγητή του ΕΜΠ κ. Μούσαλου. Με βάση αυτές, η νέα εταιρεία θα
ολοκληρώσει τις εγκαταστάσεις της στη Λάρυμνα, ώστε από τα μεταλλεύματα να
παράγει 4.000 τόνους μεταλλικού νικελίου και 90.000 τόνους χυτοχάλυβα. Η
ωφέλεια στην εθνική οικονομία υπολογίστηκε σε 14 εκατ. $ ετησίως.
4. Ίδρυση και λειτουργία της ΛΑΡΚΟ
Το 1963, η εταιρεία «Α.Ε.Ε.Χ.Π.[12]
και Λιπασμάτων» ιδρύει ανεξάρτητο φορέα για την εκμετάλλευση και τη
μεταλλουργική επεξεργασία των νικελιούχων μεταλλευμάτων στη Λάρυμνα και στην Εύβοια. Είναι η “Α.Ε.
ΛΑΡΚΟ”. Συστάθηκε με συμμετοχή της γαλλικής εταιρείας “Le Nickel” κατά
21,5%. Η συμμετοχή των Γάλλων στη ΛΑΡΚΟ διήρκεσε μέχρι το 1968, οπότε και
απεχώρησαν. Στο διάστημα όμως αυτό ο Μποδοσάκης πέτυχε την μεταφορά
τεχνογνωσίας στη μεταλλουργία Λάρυμνας.
Η ΛΑΡΚΟ με αλματώδη ρυθμό ανέπτυξε μεταλλευτική και μεταλλουργική
δραστηριότητα κι αξιοποίησε τους πτωχούς σε περιεκτικότητα νικελίου λατερίτες,
με ελληνική τεχνολογία, παράγοντας απ’ αυτούς σιδηρονικέλιο.
Μεταξύ του Πρόδρομου Μποδοσάκη-Αθανασιάδη και της γαλλικής
εταιρείας «Νικέλ» υπογράφηκε το Καταστατικό για τη σύσταση της Α.Ε. για
αξιοποίηση των νικελιούχων μεταλλευμάτων[13]
Λάρυμνας. Το κεφάλαιο της εταιρείας ανήλθε σε 7 εκατ. $ (5,5 εκατ. $ η Εταιρεία
Λιπασμάτων και 1,5 εκατ. $ η Νικέλ) . Η νέα βιομηχανία ΛΑΡΚΟ θα παρήγαγε[14] 4.000
τόνους καθαρό νικέλιο και 90.000 τόνους χάλυβα το χρόνο.
Το 1966 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του εργοστασίου στη Λάρυμνα.
Μέχρι το 1968 ολοκληρώθηκε και η κατασκευή του οικισμού για τους εργαζομένους και τις οικογένειές τους.
Δημιουργήθηκαν ακόμη και σχολεία.
Το ίδιο έτος
(1968) η γαλλική εταιρεία Le Nikel αποχώρησε από τη ΛΑΡΚΟ. Στη διάρκεια της 7ετίας που
συμμετείχε, έγινε σημαντική μεταφορά τεχνογνωσίας στη μεταλλουργία Λάρυμνας. Η
παραγωγή νικελίου αυξανόταν συνεχώς, από 109 τόνους το 1966, έφτασε στους 2.300
τόνους το 1967 και στους 16.500 τόνους το 1976!
Από το 1969 αρχίζουν τη λειτουργία τους - σε πλήρη εκμετάλλευση - τα
μεταλλεία της Εύβοιας.
Στα κοιτάσματα που εκμεταλλευόταν η εταιρεία γινόταν επιφανειακή εξόρυξη
(μέθοδος ανοικτού φρέατος) ενώ μόνο στο 2% γινόταν υπόγεια εξόρυξη. Το τελικό
αποτέλεσμα ήταν κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο υψηλής καθαρότητας και χαμηλής
περιεκτικότητας σε άνθρακα, το οποίο χρησιμοποιείτο αποκλειστικά στην παραγωγή
ανοξείδωτου χάλυβα και διακινείτο από το λιμάνι της Λάρυμνας.
Το εργοστάσιο της ΛΑΡΚΟ (Λάρυμνα Λοκρίδας) |
Τη διετία 1970-72
προστέθηκαν στην παραγωγή 2 νέες περιστροφικές κάμινοι, που αύξησαν την
παραγωγή σε 15.000 τόν. νικελίου. Ακολούθησε μεγάλη επένδυση (τη διετία
1977-78) για αύξηση του δυναμικού της ΛΑΡΚΟ. Εγκαταστάθηκε η πρώτη σε μήκος μεταφορική
ταινία στην Ευρώπη, με μήκος 7,5χλμ., ώστε να μειώσει το κόστος μεταφοράς του
μεταλλεύματος με φορτηγά αυτοκίνητα.
Στις αρχές
της δεκαετίας του ’80, οι δυσμενείς συγκυρίες στις διεθνείς αγορές
μεταλλευμάτων κυρίως, αλλά και οι ανακατατάξεις που σημειώθηκαν σ’ αυτές,
οδήγησαν μία σειρά από μεταλλευτικές και μεταλλουργικές επιχειρήσεις σε
μαρασμό, στην υπαγωγή τους στην κατηγορία των προβληματικών επιχειρήσεων και
ορισμένες από αυτές σε κλείσιμο. Η πλήρης ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή
κοινότητα επηρέασε και την ελλαδική μεταλλεία. Την ίδια δεκαετία οι εξαγωγές νικελίου
αποτελούσαν το 29,2% του συνόλου της αξίας των εξαγωγών των μεταλλευτικών -
μεταλλουργικών προϊόντων φτάνοντας στο ύψος ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα των
30 δις δρχ. το έτος 1989.
Το 1989 έγινε εκκαθάριση στη ΛΑΡΚΟ και άλλαξε
το ιδιοκτησιακό καθεστώς, με νέους μετόχους την Εθνική Τράπεζα Ελλάδος, τη ΔΕΗ
και τον ΟΑΕ (Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων).
Το 1992 η ΛΑΡΚΟ άνοιξε νέο ορυχείο στη θέση
Ιεροπηγή Καστοριάς. Επίσης η εταιρεία απέκτησε πιστοποίηση ISO 9000 για την ποιότητα του προϊόντος
της.
Η ύφεση που κληροδότησε η προηγούμενη
δεκαετία συνεχίστηκε στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας ’90 δημιουργώντας σοβαρά
προβλήματα. Τα βασικά προβλήματα των κατ’ εξοχήν εξαγωγικού προσανατολισμού,
ελληνικών μεταλλευτικών επιχειρήσεων ήταν : (α) η παρατεταμένη διατήρηση
χαμηλών τιμών των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών προϊόντων, (β) η
συνεχιζόμενη αδυναμία απορρόφησης ελληνικών προϊόντων από παραδοσιακές αγορές
σε συνδυασμό με τον αθέμιτο ανταγωνισμό των προϊόντων μας από χώρες του τρίτου
κόσμου και (γ) η έλλειψη «κοινοτικής συμπαράστασης» για τα επί κοινοτικού
εδάφους παραγόμενα μεταλλευτικά προϊόντα.
5. Η ΛΑΡΚΟ στον 21ο αι. και το αβέβαιο μέλλον
Τη διετία 2000-01 η εταιρεία υλοποίησε επενδυτικό πρόγραμμα στα
πλαίσια του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ενέργειας (ΕΠΕ) ύψους 20 εκατ. €, που
αφορούσε την ανακατασκευή και τον εκσυγχρονισμό βασικών μεταλλουργικών μονάδων
παραγωγής. Παράλληλα η ΛΑΡΚΟ πέτυχε κερδοφορία.
Την περίοδο μέχρι το 2009, και ιδιαίτερα
μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2008 όλος ο κλάδος της εξορυκτικής βιομηχανίας έζησε
μέρες ιδιαίτερης άνθησης. Η ζήτηση των πρώτων υλών στις παγκόσμιες αγορές
αυξήθηκε όπως αυξήθηκαν και οι τιμές τους, ενώ στην εσωτερική αγορά, λόγω
των Ολυμπιακών αγώνων και των κατασκευαστικών έργων αλλά και της άνθησης
των οικοδομικών δραστηριοτήτων, η παραγωγή αδρανών και γενικότερα δομικών
υλικών έφτασε σε σημαντικά ύψη μέχρι και το 2005.
Έτσι από το 2004 η ΛΑΡΚΟ περνάει ξανά σε νέα
περίοδο κερδοφορίας και πετυχαίνει μεγάλη παραγωγή σιδηρονικελίου, από τις
μεγαλύτερες της Ευρώπης, που εξάγεται όλη στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες
ανοξείδωτου χάλυβα. Παράλληλα προσπάθησε να ανανεώσει τον εργοστασιακό εξοπλισμό της. Το 2005
η ΛΑΡΚΟ ήταν η μόνη ευρωπαϊκή εταιρεία που παρήγαγε νικέλιο από αυτόχθονες πηγές, ενώ κάλυπτε το 6% της
πανευρωπαϊκής ζήτησης σε νικέλιο.
Την περίοδο
2005-07 Υη ΛΑΡΚΟ υλοποίησε ένα δεύτερο επενδυτικό πρόγραμμα στα πλαίσια
του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητας (ΕΠΑΝ) ύψους 40 εκατ. ευρώ,
που αφορούσε στην ολοκλήρωση της ανακατασκευής και εκσυγχρονισμού των μονάδων
παραγωγής του Μεταλλουργικού Εργοστασίου της Λάρυμνας.
Ακολούθησαν επιχειρηματικά λάθη. Το 2006 από
την τότε διοίκηση[15], έγινε
προπώληση της παραγωγής ποσοτήτων νικελίου που θα παρήγαγε η εταιρεία στα
επόμενα χρόνια, επειδή η ΛΑΡΚΟ είχε ελάχιστη ρευστότητα (μόλις 1 εκατ. €) και ήταν
αφερέγγυα από τις τράπεζες. Οι τιμές προπώλησης για μεν το 2008 ήταν 19.500
$/τόνο και για το 2009 ήταν 23.000 $/τόνο. Όμως οι διεθνείς τιμές πήραν την
ανηφόρα και εκτοξεύτηκαν στα 30.000 δολάρια ανά τόνο. Έτσι η ΛΑΡΚΟ έχασε πολλά
χρήματα (εκτιμήθηκαν σε 76 εκατ. € στο 2006). Το 2007 η ΛΑΡΚΟ παρουσίασε ζημιές
73 εκατ. €.
Το 2008 ξέσπασε η διεθνής χρηματοπιστωτική
κρίση η οποία περνώντας στην πραγματική οικονομία, παρέσυρε τα πάντα, αφήνοντας
σοβαρό αρνητικό αποτύπωμα στη διεθνή ανάπτυξη.
Στο έτος αυτό (2008) εμφάνισε ζημιές πλέον
των 120 εκατ. €, δηλώνοντας αδυναμία να πληρώσει τους πιστωτές της, ενώ το
Δημόσιο απλώς εγγυήθηκε τη μισθοδοσία. Η διοίκηση[16]
κατηγορήθηκε για οικογενειακά και φιλικά ρουσφέτια, καθώς και για αλόγιστες
σπατάλες εν μέσω κρίσης και για ζημιογόνο πορεία. Έτσι, μέσα στη διεθνή κρίση,
με πεσμένες τις τιμές νικελίου στα 9-12 χιλ. $/τόνο, για οικονομική ρευστότητα[17], η
διοίκηση[18] της
ΛΑΡΚΟ προπώλησε[19] νικέλιο
με 10.000 $/τόνο, όταν η παραγωγή της κόστιζε 20-22.000 $ τον τόνο!
Το έτος 2009 συνέβησαν δύο αλλεπάλληλα ατυχήματα, μετά από εκρήξεις σε
καμίνους, που οφείλονταν κυρίως στην παλαιότητα του εξοπλισμού. Ως αποτέλεσμα
ήταν να δοθεί εντολή για προσωρινή αναστολή λειτουργίας στις καμίνους, προκειμένου
να ελεγχθούν.
Η ελληνική
οικονομία εισήλθε σε ύφεση. Στα μεταλλευτικά–μεταλλουργικά προϊόντα καταγράφηκε
σημαντική μείωση της παραγωγής σιδηρονικελίου, η οποία έφτασε σε ιστορικά
χαμηλά, με βασική αιτία τη χαμηλή ζήτηση και τις μειωμένες τιμές, παρασύροντας
πτωτικά την εξόρυξη των σιδηρονικελιούχων μεταλλευμάτων.
Το 2012 ήταν η χρονιά των εξαιρετικών
επιδόσεων της εταιρείας, εφόσον η παραγωγή ανήλθε σε 18.600 τόνους νικελίου και
οι πωλήσεις στους 19.071 τόνους σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ! Το επόμενο έτος
2013 η παραγωγή έπεσε κατά 10% σε σχέση με το περασμένο έτος. Οι εξαγωγές στο 2013 ανήλθαν
σε 17.054 τόνους νικελίου, με παράλληλη εξάντληση των αποθεμάτων ετοίμου
προϊόντος.
Στις 9/12/2013 έγινε ένα ατύχημα, στο
οποίο ένας 41χρονος έχασε τη ζωή του πέφτοντας από ύψος 20 μέτρων.
Στο α’
εξάμηνο του 2014 η ΛΑΡΚΟ είχε 29 εκατ. $ ζημία, ενώ συνολικά στο έτος αυτό η
ζημία έφτασε τα 75 εκατ. $. Στο 2015 η πτώση της τιμής του νικελίου στα
8.650$/τόνο από τα 14.823 &/τόνο τον Ιανουάριο 2015 (δηλ. απώλεια 41%) έχει
ως αποτέλεσμα η ΛΑΡΚΟ, με κόστος παραγωγής 14.000 $/τόνο, να χάνει 300.000
$/ημέρα (παράγοντας 50 τόνους νικέλιο περίπου) ή 8 εκατ. $/μήνα! Στα προβλήματα[20]
καταγράφονται το υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας (οφείλει πολλά χρήματα[21] στη
ΔΕΗ), επένδυση για εκσυγχρονισμό της και μείωση του κόστους παραγωγής.
Στα τελευταία χρόνια ακολούθησε σειρά
ατυχημάτων. Στις 28 Δεκεμβρίου 2015 έγινε έκρηξη[22] σε
καμίνι της ΛΑΡΚΟ - ευτυχώς - χωρίς τραυματισμό. Στις 18 Ιανουαρίου 2016 έγινε
νέο εργατικό ατύχημα[23] με 2
τραυματίες από έκρηξη σε κάδο μεταλλεύματος. Προκλήθηκαν εγκαύματα.
Επίλογος
Είναι προφανές ότι τα τελευταία πιο συχνά
ατυχήματα έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία στους εργαζόμενους για το μέλλον της
εταιρείας, με το υψηλό κόστος παραγωγής, την τιμή του νικελίου σε χαμηλά
επίπεδα, τα σωρευμένα χρέη και τα σχέδια εξυγίανσης.
Τα φτωχά κοιτάσματα σε νικέλιο, του
ελλαδικού χώρου αποτελούν ένα πρόβλημα, όσο και οι υπάρχουσες ποσότητες αυτών.
Αναζητούνται και νέα κοιτάσματα με υψηλότερη περιεκτικότητα. Επιπλέον όμως
απαιτείται μια πιο φτηνή πηγή
ενέργειας, ακριβώς επειδή η χρησιμοποιούμενη μεταλλουργική μέθοδος είναι
εξαιρετικά ενεργοβόρος (εφόσον δουλεύει σε θερμοκρασίες 900°C-1.500°C)
επιμερίζοντας το μισό και πλέον του συνολικού κόστους παραγωγής για ενέργεια.
Χρειάζονται άμεσα
αποφάσεις για το μέλλον της εταιρείας. Το ελληνικό Δημόσιο έχει τον πρώτο λόγο
εφόσον είναι ο κύριος μέτοχος (με 55,19%). Οι άλλοι μέτοχοι
είναι η Εθνική Τράπεζα με 33,36% και η ΔΕΗ με
11,45%. Άραγε το πετυχημένο έργο του Μποδοσάκη εγκαταλείφθηκε στην τύχη του; Σε
χαλεπούς καιρούς οικονομικά και με χαμηλή την τιμή του νικελίου, πόσο ελκυστική
παραμένει η ΛΑΡΚΟ για τον υποψήφιο επενδυτή;
Φέτος συμπλήρωσε μισό αιώνα ζωής
(1966-2016). Για την αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου και τη στήριξη της
ελληνικής οικονομίας η ΛΑΡΚΟ μας χρειάζεται. Ελπίζουμε για το καλό …
Κωνσταντίνος
Αθ. Μπαλωμένος
φυσικός
----------------------------------------
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
1. εφ.
ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ ετών 1959, 1961, 1963, Λαμία.
2. εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, 1915, Λαμία.
3. εφ.
ΗΜΕΡΑ, 1915, 1916, Λαμία.
- Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ). Ιστοσελίδα http://www.sme.gr
5. Ιστοσελίδα
www.oryktosploutos.net/
6. Τσιραμπίδης
Ανανίας : “Κοιτάσματα μετάλλων και ανάπτυξη Εθνικής Οικονομίας”, ΕΛΙΑΜΕΠ,
9-5-2013, Αθήνα.
7. Ιστοσελίδα
Ιδρύματος Μποδοσάκη : http://www.bodossaki.gr
8. Ιστοσελίδα
εταιρείας ΛΑΡΚΟ : http://www.larco.gr/el.
9. Χάρη Φλουδοπούλου : “Αλήθειες
και ψέματα για την κατάσταση στη ΛΑΡΚΟ ”, εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 21010, σελ. 7,
24 Δεκ. 2015, Λαμία.
10. Ιστοσελίδα
www.in.gr
- wikipedia
---------------------------
Δημοσιεύτηκε στην εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 21046, σ. 10-11,
Τετάρτη 17 Φεβ. 2016, Λαμία.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Μεταλλικό νικέλιο μαζί με σίδηρο βρέθηκε σε μετεωρίτες.
[2] Οι ορυκτοί πόροι
λατεριτικών σιδηρονικελιούχων κοιτασμάτων που υπάρχουν στη χώρα μας υπερβαίνουν
τους 240 εκατομμύρια τόνους.
[3] Π.χ. για
υδρογόνωση των ελαίων στη παρασκευή μαργαρίνης, λιπών.
[4] Όπως ο Ανδρέας. Κορδέλλας (1836-1909),
μηχανικός-μεταλλειολόγος με σπουδές στη Γερμανία, που από το 1860 με εκθέσεις
προετοίμασε το νόμο περί μεταλλείων. Ήταν μηχανικός παραγωγής στα μεταλλεία
Λαυρίου.
[5] Το 1924 ιδρύθηκε ο «Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων» (Σ.Μ.Ε.), στην
Ελλάδα.
[6] Δημ. Μπάτση (1916-1952): “Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα”, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ,
1977, Αθήνα.
[7] “Η ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα (1830-2007)”, κεφ.
5.
[10] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 4, 12-2-1959, Λαμία.
[11] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σελ. 1, 1-10-1961, Λαμία.
[12] του Προδρόμου Μποδοσάκη Αθανασιάδη.
[13] Το μετάλλευμα που γίνεται αντικείμενο
εκμετάλλευσης από την εταιρεία είναι ο νικελιούχος λειμωνίτης.
[14] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 4, 28-3-1963, Λαμία.
[15] Πρόεδρος ήταν ο Βασίλειος Τσίπρας (πρώην πολιτευτής
Ευρυτανίας της ΝΔ) και διευθύνων σύμβουλος ήταν ο Κωνσταντίνος Θανάσουλας,
φίλος και συνεργάτης του Πέτρου Δούκα (τότε υπουργού σε κυβέρνηση της Νέας
Δημοκρατίας).
[16] Με τους Αθαν. Σκρέκα και Απ. Τσουκαλά.
[17] Για το σκοπό αυτό η διοίκηση “έσπασε” τα συμβόλαια αντιστάθμισης
κινδύνων.
[18] Από τον Αθαν. Σκρέκα, παλαιό βουλευτή Τρικάλων της Ν.Δ., ως πρόεδρο και
τον Απ. Τσουκαλά ως διευθύνοντα σύμβουλο.
[19] Η προπώληση της παραγωγής του νικελίου της ΛΑΡΚΟ
γινόταν μέσω τραπεζικών οργανισμών (JΡ Μorgan, Βarclays, Ηypo και Goldman
Sachs) που είχαν εμπλακεί τότε στην πώληση των δομημένων ομολόγων στα
ασφαλιστικά ταμεία.
[20] “Οι άριστοι
μεταλλειολόγοι του Πολυτεχνείου (επί Μποδοσάκη)
δεν προσλαμβάνονται πια. Ο μεγαλύτερος εχθρός της εταιρείας είναι η
αδράνεια…” [Από άρθρο του Χάρη
Φλουδοπούλου, με τίτλο “Αλήθειες και ψέματα για την κατάσταση στη ΛΑΡΚΟ ”, εφ.
ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 21010, σελ. 7, 24 Δεκ. 2015, Λαμία.]
[21] Το 2009 χρωστούσε πάνω από 40 εκατ. €.
[22] εφ. ΗΜΕΡΑ, φ. 1512, σελ. 6, 29-12-2015, Λαμία.
[23] εφ. ΗΜΕΡΑ, φ.1523, σελ. 9, 19-1-2016, Λαμία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου