Σελίδες

18/6/22

Γυρεύοντας και τιμώντας τον Νικόλαο Κασομούλη (1795-1872)

150 χρόνια από το θάνατό του στη Στυλίδα

                                                                                   του Δημήτρη Κ. Καραθεοδώρου, φιλολόγου

 

Προτομή Ν. Κασομούλη στον

παλιό ανθόκηπο της Στυλίδας (1980)

   Κοιτάξαμε ένα πρωί γύρω-γύρω το άγαλμα του Κασομούλη, εκεί στο πέτρινο τεχνητό αλωνάκι του ανθόκηπου. Από το μέρος τής πλατείας η χλαλοή των ανθρώπων ρουφούσε αχόρταγα το φούσκωμα της ζωής, αλλά κι από το μέρος τής παραλίας μια θάλασσα πράσινη και χωρίς αναλαμπή, μας δέχτηκε μαρμαρωμένη και παραδομένη σε ταμαχιάρηδες δανειστές μας με την απόφαση μιας απουσίας παντοτινής.  

   Σε κάποια στιγμή, το φως του ήλιου έστριψε διαμαντικά στην ορειχάλκινη προτομή κι αντιχτυπώντας τις σγουρές λεβαντίνες του γήλοφου, μια οσμήν ανέδωκεν που ερέθισε ιστορικά δυσάρεστα τα οπτικά και οσφρητικά μου νεύρα.  Ο ΚΑΣΟΜΟΥΛΗΣ άγνωστος και λησμονημένος από όλους μας και ένα κενό[1].

   Ποιος να ’ταν ο Νικόλαος Κασομούλης που τον γυρεύουμε προσεκτικά σε τούτον τον ανθόκηπο, εκατόν πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό του; Ποιος να ’ταν άραγε;

   Να ’ταν αυτός που μνημονεύει ο Βλαχογιάννης, βασισμένος στις πληροφορίες και έρευνές του :

“Άνθρωπος μετρίου αναστήματος, ευτραφής, εύμορφος, σοβαράς φυσιογνωμίας, φορών πάντα την ελληνική ενδυμασία”,

 ή ήταν αυτός που καταγράφει το διαβατήριο της Ύδρας, στις 10 Δεκ. 1821 :

“ανάστημα σωστόν, μαλλιά καστανά, μέτωπον ευρύχωρον, ομμάτια γαλανά, μύτη σωστή, μουστάκια καστανά, στόμα μέτριον – ιδιαίτερα σημεία δεν έχει;”[2]

 

   Να ’ταν αυτός ο χαρίεις Κοζανίτης – ο φρούραρχος της περιοχής μας στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια του ελεύθερου νεοελληνικού μας κράτους – που σαν απάντησε σε δρόμο της Στυλίδας την ωραία αλλ’ αρραβωνιασμένη δεκαπεντάχρονη κόρη Μαρία,

“ξαφνικά χτυπήθηκε από την ομορφιά της τόσο, που υποχρέωσε τον αρραβωνιαστικό της να τραβήξει χέρι, γιατί η Μαριγώ δεν είναι δική του γυναίκα πια, αλλά του φρούραρχου και γάμος θα γίνει, όπως και έγινε”;[3]

   Να ’ταν αυτός που σαν πέθανε ο γιος του ο Κωστάκης, στρατιωτικός, μόλις 25 χρονών, τόσο πολύ παραλόγιασε που πήγαινε πολλές φορές στον τάφο του ακολουθούμενος από τους υπηρέτες του, φέρνοντας φαγητά και φώναζε :

“Σήκω, Κωστάκη μου, να φάμε”;[4]

Νικόλαος Κασομούλης



 

   Να ’ταν αυτός που μαρτυρεί η μπερδεμένη και φθαρμένη επιγραφή του τάφου του στο Κοιμητήριο των Αγίων Θεοδώρων της πόλης μας :

“Ενθάδε κείται ο Συνταγματάρχης του πεζικού Ν. Κασομούλης αποβιώσας την … Ιανουαρίου 18… μετά του υιού αυτού Κωνσταντίνου γεννηθέντος την 7ην Οκτωβρίου … και αποβιώσαντος την … Δεκεμβρίου …”;[5]

   Να ’ταν ο απροσκύνητος αγωνιστής με την πιστόλα του, αλλά κι ο συγγραφέας ο ανεκτίμητος με το κοντύλι του στα “Ενθυμήματά” του; Ο τέλειος ρεπόρτερ που τα βλέπει όλα, που τ’ ακούει όλα, που τα γράφει όλα, που δεν θέλει τίποτα να παραλείψει, που έχει ιστορική συνείδηση και πόθο της ακρίβειας και της πληρότητας;[6]

   Ο ενθυμηματογράφος που χωρίς εξιδανίκευση μας έδωσε τα “Χρόνια τα Μεγάλα”, γεμάτα ηρωισμό και πνεύμα αυτοθυσίας με τη φουρά την άγια σαν ενώθηκε στο Μεσολόγγι, με του Καραϊσκάκη το ασκέρι στον Πειραιά σαν έσμιξε;

   Να ’ταν :

“ο γραμματικός κι ο παραστάτης στα περίφημα πολεμικά συμβούλια και να ’ταν ο ζωγράφος των μαχών και των εξόδων, των ομηρικών διαλόγων ανάμεσα σε εχθρούς και φίλους, των αγνώστων και απίστευτων επεισοδίων, με μια περιγραφή που μοιάζει με άξαφνο ξεσκέπασμα βαθιά κρυμμένου κόσμου ζωντανού”;[7]

   Άγνωστος και λησμονημένος από όλους μας ο Νικόλαος Κασομούλης κι ένα κενό.

   Λίγα, πολύ λίγα πράγματα μας έχουν απομείνει απ’ το Νικόλαο Κασομούλη στη Στυλίδα μας. Στέκομαι τώρα σιωπηλός μπροστά στον τάφο του, στο κοιμητήριο της πόλης μας, κι εκεί που πάω να ανάψω ένα υψηλό κερί στη μνήμη του, να που ακούω τα ιερά του κόκκαλα να χαρχαλεύουν και να ένας υπόκωφος γδούπος, ένας ακατανόητος ήχος που σαν να θέλει κάτι να μου πει. Η ψυχή μου κλαίει και τον ερμηνεύει : είναι τα τρομαχτικά λόγια της διαθήκης του :

“Εάν επί της εποχής των αυτών προσώπων δεν παρουσιασθή ο κατάλληλος συγγραφεύς δια την έκδοσιν του συγγράμματός μου να μείνει τούτο (έστω μετά έναν αιώνα προφυλαγμένον) εν των κιβωτίω και εκδοθή από τους μεταγενεστέρους οίτινες θα σέβονται περισσότερον την Ιστορίαν της πατρίδος των και θα φροντίζουν με περισσοτέραν αυταπάρνησιν και ζήλον δια την απόκτησιν του συγγράμματος χάριν τού έθνους”.

   Και τότε θυμάμαι : Θυμάμαι τον αείμνηστο ευπατρίδη Δήμαρχό μας ΕΥΑΓΓΕΛΟ Ι. ΠΑΠΠΗ, που μου έλεγε πως χρόνια μετά τον Βλαχογιάννη πήγε στο σπίτι του Ενθυματογράφου – που κατοικούνταν τότε απ’ τη θεια-Λένη την Τρίγκα και την κόρη της την Καλλιόπη – μήπως και ανακαλύψει τίποτα απ’ τα πολύτιμα γραψίματα του μεγάλου οπλαρχηγού. Και το μόνο που βρήκε – μου έλεγε – ήταν ένα βιβλίο στρατιωτικό του Κασομούλη, που γράφει στα γαλλικά το όνομά του και έχει την ημερομηνία Μαΐου 12, 1832 Ναύπλιον και μια υπογραφή, σαν του Κασομούλη.

   Ο τίτλος του : “ΚΑΝΩΝΙΚΗ, ΠΕΡΙΕΧΟΥΣΑ ΤΗΝ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗΝ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗΝ, ΤΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΟΣ, παρά Χ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΟΥ, Ανδριανουπολίτου, ΕΝ ΓΕΝΕΥΗ της Ελβετίας, ΕΚ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Π. Α. ΒΟΝΝΑΝΤΟΥ, 1824” (σελίδες 494). Στο βιβλίο περιέχονται και “ΠΙΝΑΚΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΙ Εις ΤΗΝ ΚΑΝΩΝΙΚΗΝ, ΠΕΡΙΕΧΟΥΣΑΝ ΤΗΝ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗΝ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗΝ ΤΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΟΣ” (σελίδες 54, σύνολο σελίδων 548).[8]

Η επιτύμβια επιγραφή του τάφου Νικ. Κασομούλη στη Στυλίδα

 

   Λίγα, πολύ λίγα πράγματα μάς έχουν απομείνει απ’ τον Νικόλαο Κασομούλη στη Στυλίδα μας. Ακούω τον τρομαχτικό ήχο του τάφου του, τα τρομαχτικά λόγια της διαθήκης του και στον πολεμικό αχό του στρατιωτικού του βιβλίου ξανοίγω τώρα πια καθαρότερη τη φωνή του. Ο Κασομούλης γυρεύει το ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ, που το γκρεμίσαν τόσο βέβηλα οι ανιστόρητες και διαβολικές μηχανές μας. Εκεί στη γωνιά και γειτονιά του Αγίου Δημητρίου, απέναντι απ΄το παλιό αρχοντικό του, γυρεύει από κάθε Στυλιδιώτη και πάντα αρμόδιο να ξαναδεί το νέο αρχοντικό του με όλα τα υπάρχοντά του: Τα Ενθυμήματά του, το Ημερολόγιόν του, την εικόνα του και προσωπογραφία του, την ιδιόγραφον διαθήκην του, τα πολύτιμα χειρόγραφά του, τα βιβλία, όλα τα βιβλία που γράφτηκαν για το δικό του έργο, και ναι, σίγουρα ναι, σε περίοπτη θέση και το βιβλίο του η “ΚΑΝΩΝΙΚΗ”, που με τόσο σεβασμό διασώζει η κ. ΕΦΗ ΠΑΠΠΗ, αρχόντισσα της Στυλίδας και πρώην δημοτικός σύμβουλος.

   Λίγα, πολύ λίγα πράγματα μάς έχουν απομείνει απ’ τον Νικόλαο Κασομούλη στη Στυλίδα μας. Ένας δικός μας άνθρωπος είναι παραπονεμένος. Ένας ήρωας - ενθυμηματογράφος και γλαφυρός συγγραφέας γυρεύει δικαίωση και δικαιοσύνη. Ένας γενναίος αγωνιστής και υπερήφανος άνθρωπος γυρεύει το ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΣΟΜΟΥΛΗ στη Στυλίδα μας. Ας σεβαστούμε όλοι μας περισσότερο την ιστορία τής πόλης μας.

Το σπίτι του Ν. Κασομούλη στη Στυλίδα. Κατεδαφίστηκε στις 26-4-1978


 

   Εν κατακλείδι η Στυλίδα μας θα έπρεπε να τιμά τον Νικόλαο Κασομούλη με πανελλήνια “ΚΑΣΟΜΟΥΛΕΙΑ” και να έχει τη βαθιά ικανοποίηση και γνώση ότι στα σπλάχνα της κλείνει ένα σπουδαίο τέκνο της Μακεδονίας μας που όχι μόνο πολέμησε γενναία στα πεδία των μαχών, αλλά και άφησε πολύτιμα πνευματικά προϊόντα στις επερχόμενες γενεές, ολοκληρώνοντας μάλιστα τη σύνταξη των “Ενθυμημάτων” του και “Ημερολογίου” του σ’ αυτήν εδώ την πόλη. Πρωταρχικό μέλημά μας και ακοίμητη έγνοια μας ο Νικόλαος Κασομούλης ως πυξίδα έρευνας[9].

 

ΣΟΝΕΤΟ ΣΤΟΝ ΚΑΣΟΜΟΥΛΗ

 

Ξυπνάμε από κουβέντες μεσάνυχτα και κάτι

Ο ανδριάντας του Ν. Κασομούλη στη Θεσσαλονίκη

μ’ ένα σμάρι παιδιά κάτω απ’ το παραθύρι·

άλλοι τον λένε ήρωα και κάποιοι αντάρτη,

τον Στυλιδιώτη Λόγιο που ’ναι κοιμητήρι.

 

Πένες, χαρτά, μελάνι και μια παλιά μπιστόλα

πηλάλα όλες τις μάχες να εξιστορήσει·

γλυκιά του σκέψη η λευτεριά και στον Αγώνα,

σεντούκια τα γραπτά του όσο καιρό είχε ζήσει.

 

Κανείς ποτέ δεν είδε τα μύρια που γραφούσε

- στων επιγόνων του τ’ ανήλιαγο κελλάρι –

γραφή βυζαντινή με χέρι που πετούσε.

 

Τρέχαν Γραικοί με βιάση στον νέο Μαραθώνα

θέριζε κάρες λάμψη γιαταγανιού σαν στάρι

Γενιές θα τον θυμούνται στον μέλλοντα αιώνα.[10]

 --------------

 Δημοσιεύτηκε και στην εφ. ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, φ. 22580, σελ. 9. 18-19 Ιουνίου 2022.

--------------

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ



[1] Γ. Σεφέρη : Ποιήματα, δεκάτη έκδοση, Ίκαρος 1976, σ. 185.

[2] Ν. Κασομούλη : Απομνημονεύματα, εκδ. οίκος Χ. Κοσμαδάκη & Σια, Α’ τόμος, σ. νθ.

[3] Ν. Κασομούλη : ό. π., σ. νγ.

[4] Περιοδικό “ΣΤΕΡΕΟΕΛΛΑΔΙΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ”, τεύχος 16/1962, σ. 134.

[5] Η επιγραφή του τάφου έχει περάσει πολλά κύματα. Ξεθωριασμένη, φθαρμένη, αλλοιωμένη, λανθασμένη, ξαναγραμμένη (σωστά) και τώρα τελευταία και πάλι αποχρωματισμένη.

[6] Κ. Θ. Δημαρά : Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, όγδοη έκδοση, Ίκαρος, σ. 257, 1987.

[7] Περιοδικό “ΣΤΕΡΕΟΕΛΛΑΔΙΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ”, τεύχος 17-18/1962, σ. 212.

[8] Περιοδικό “ΣΚΑΛΑΚΙ”, του Γυμνασίου Στυλίδας, τεύχος 9, 1999, σ. 65-66.

[9] εφ. “ΤΑ ΝΕΑ”, Βιβλιοδρόμιο, Σαββατοκύριακο 11-12 Σεπτεμβρίου 2021, σ. 5.   

[10] Το ποίημα είναι του αειμνήστου στυλιδολάτρη ποιητή ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΨΥΛΛΟΥ. Ήταν παραγγελιά μου στον ποιητή και με την υπόσχεση να το δημοσιεύσω, όταν γράψω κάτι για τον Κασομούλη. Όπερ και εγένετο.

             

1 σχόλιο: