Σελίδες

18/1/16

Αξιοποίηση του ελληνικού βωξίτη


Από το βωξίτη στο αλουμίνιο



Πρόλογος

  Η Ελλάδα είναι χώρα κυρίως ορεινή, το δε έδαφός της πέρασε πολλές γεωλογικές μεταβολές. Αποτέλεσμα αυτών ήταν ο σχηματισμός σημαντικών ορυκτών, που περιέχουν μέταλλα σε μεγάλες συγκεντρώσεις. Στην παρούσα περίπτωση μας ενδιαφέρει το αλουμίνιο, ένα πολύ σημαντικό μέταλλο, που παράγεται από ένα μετάλλευμα το βωξίτη[1], με σημαντικά κοιτάσματα[2] στην Ελλάδα (τα μεγαλύτερα της Ευρώπης).
   Η ανακάλυψη και αξιοποίηση του ελληνικού βωξίτη είναι το θέμα της παρούσης εργασίας και θα αποδοθεί όσο γίνεται με συνοπτικό και κατανοητό τρόπο.

1. Το αλουμίνιο

   Στα παλαιότερα χρόνια ήταν άγνωστο. Ουσιαστικά είναι το μέταλλο του 20ού αιώνα. Κι όμως είναι από τα πλέον άφθονα συστατικά[3] του πλανήτη μας. Ελεύθερο αλουμίνιο (στη Χημεία λέγεται αργίλιο) δεν υπάρχει, αλλά ενωμένο με άλλα χημικά στοιχεία βρίσκεται σε 270 και πλέον ορυκτά. Για βιομηχανική παραγωγή του αλουμινίου, η κύρια πηγή είναι ο βωξίτης.
  Για πρώτη φορά, ως χημικό στοιχείο, το αλουμίνιο ανακαλύφθηκε το 1808 από τον άγγλο χημικό Ντέιβι (Davy). Ο Δανός Χανς Έρστεντ (1825) και ο Γερμανός Βέλερ (1827) το απομόνωσαν. Ο Γάλλος Πιέρ Μπερτιέ (Berthier) πρώτος ανακάλυψε και απομόνωσε το αλουμίνιο από το βωξίτη. 
Αλουμινένια δεκάρα του 1966
   Το 1886 οι Hall & Heroult ανακάλυψαν μέθοδο βιομηχανικής παραγωγής του αλουμινίου από μίγμα αλουμίνας (οξείδιο του αργιλίου) και κρυολίθου[4] σε μορφή τήγματος. Αυτό ηλεκτρολύεται με συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα 150.000 Αμπέρ. Το τηγμένο (λιωμένο) αλουμίνιο συλλέγεται στο βυθό μιας ηλεκτρολυτικής λεκάνης (πισίνας). Η ηλεκτρόλυση είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα διαδικασία. Ένα μέσο εργοστάσιο αλουμινίου καταναλώνει ρεύμα όσο μια μικρή πόλη.
   Ο βωξίτης είναι μίγμα ορυκτών, με κυριότερο το μετάλλευμα με αργίλιο (ή αλουμίνιο). Οικονομικά εκμεταλλεύσιμος θεωρείται όταν έχει περισσότερο από 45-50% οξείδιο του αργιλίου (αλουμίνα) και λιγότερο από 20% σκουριά (σιδήρου).
   Από το βωξίτη, με τη μέθοδο Bayer (1889) παράγεται καθαρή αλουμίνα (με καυστικό νάτριο). Σε παγκόσμια κλίμακα από το 1900 άρχισε η παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων αλουμινίου, με 8.000 τόνους. Το 1999 η παραγωγή έφτασε τα 24 εκατ. τόνους.




2. Μεταλλευτικές προσπάθειες στη Στερεά Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο

   Στο πρώτο τέταρτο του 20ού αι., οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις ασχολήθηκαν περισσότερο με την εξόρυξη και τη διάθεση φυσικών μεταλλευμάτων, παρά με την εκκαμίνευση και τον εμπλουτισμό τους. Έτσι, οι πρώτες ύλες, ακατέργαστες όπως έβγαιναν, έφευγαν στο εξωτερικό, όπου μετατρέπονταν σε προϊόντα από τα οποία αγόραζε η Ελλάδα, σε ακριβές μάλιστα τιμές.
   Την περίοδο αυτή η ελληνική οικονομία δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στην αξιοποίηση των ελληνικών πρώτων υλών κι έπρεπε να προσελκυσθεί το ξένο κεφάλαιο. Για το σκοπό αυτό γράφτηκαν[5] από ειδικούς, ειδικές εκθέσεις και πραγματείες, που στάλθηκαν στο εξωτερικό, για να δείξουν στους Ευρωπαίους κεφαλαιούχους τον μεταλλευτικό πλούτο της χώρας.
   Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το έτος 1918, η παραγωγή μεταλλευμάτων άρχισε να δείχνει άνοδο σε διάφορα μεταλλεύματα (σιδήρου, σιδηρομαγγανίου, μολύβδου, ψευδάργυρου, σιδηροπυρίτη, χαλκού, λευκολίθου, σμύριδας και λιγνίτη). Στην ίδια χρονική περίοδο είχαν παραχθεί 15.194 τόνοι προϊόντων από εκκαμίνευση. Τα 75% περίπου όλης αυτής της παραγωγής πουλήθηκαν στο εξωτερικό, με συνάλλαγμα αξίας 26.044.822 δρχ. της εποχής εκείνης. Στις μεταλλευτικές επιχειρήσεις εργάζονταν τότε 9.202 εργάτες, από τους οποίους οι 4.424 δούλευαν σε υπόγειες εκμεταλλεύσεις και 4.778 σε επιφανειακές. Το μέσο μεροκάματο ήταν 6,12 δρχ.
   Από το 1917 οι Ιωάννης και Γεώργιος Μπάρλος, είχαν επισημάνει τους βωξίτες της περιοχής Διστόμου- Αντικύρας- Ελικώνα. Αυτοί έστειλαν και δείγματα στη Γερμανία (Πανεπιστήμιο του Μπρεσλάου), που από την ανάλυσή τους αποδείχθηκε, ότι τα ως τότε θεωρούμενα φτωχά μεταλλεύματα σιδήρου των περιοχών ήταν μεταλλεύματα βωξίτη, με τη σημαντική (όπως αποδείχθηκε αργότερα) αξία τους.
   Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), οι κακουχίες κατά την επιστροφή του στρατού μας, το προσφυγικό πρόβλημα, που δέσποζε στην κυβερνητική πολιτική, και η έλλειψη έμπειρων εργατικών χεριών δεν επέτρεψαν στις ελληνικές μεταλλευτικές επιχειρήσεις  να αυξήσουν την παραγωγή τους.
  Το 1924 ιδρύθηκε ο ελληνικός «Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων» (Σ.Μ.Ε.). Το 1925 εμφανίσθηκε στο μεταλλευτικό χώρο η πρώτη εταιρία για βωξίτες «Αδελφοί Λ. Μπάρλου», με μια μικρή παραγωγή για τον χρόνο εκείνο (3.700 τόνων).
   Την περίοδο 1926-32 τη χαρακτηρίζουν έντονες πάλι εσωτερικές πολιτικές αναστατώσεις, η παγκόσμια διεθνής κρίση 1929-1930, αλλά και συνθήκες με σταθερή Κυβέρνηση (1928-1932). Έγιναν τότε διάφορα αναπτυξιακά έργα υποδομής, που όμως τα ανέκοψαν και κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τριπλή κατοχή.
Δείγμα βωξίτη Παρνασσού
  Το 1927 ο Ευρ. Μαυρομμάτης μετά από έρευνα τριών χρόνων ανακάλυψε στην περιοχή Παρνασσού - Γκιώνας - Οίτης την ύπαρξη «πτωχού σιδηρομεταλλεύματος», που ήταν βωξίτης. Στη νεοσύστατη εταιρεία, το φθινόπωρο του 1933, εκχωρήθηκαν τα πρώτα μεταλλευτικά δικαιώματα. Πρωτεργάτες του συγκροτήματος ήταν ο Ευριπίδης Μαυρομμάτης και οι Ηλίας και Γεώργιος Ηλιόπουλος αρχικά, ενώ πέντε χρόνια αργότερα συμμετέχει και ο Αθανάσιος Ηλιόπουλος (ο τρίτος αδελφός), οι οποίοι συγκροτούν την Ανώνυμο Εταιρεία Μεταλλείων Βωξίται Παρνασσού (Α.Ε.Μ. “Βωξίται Παρνασσού”).
   Έτσι από το 1932, που ιδρύθηκε η εταιρεία αυτή, άρχισε η παραγωγή με εξόρυξη μικρών αρχικά ποσοτήτων βωξίτη στη Δεσφίνα της Άμφισσας και στο Δίστομο. Βέβαια οι βωξίτες αυτοί ήταν γνωστοί από παλιά σαν φτωχό σιδηρομετάλλευμα, αλλά ήταν μια αρχή. Το έργο που ξεκίνησαν οι Ευρ Μαυρομάτης και Ηλ. Ηλιόπουλος συνέχισαν  και προώθησαν ο Γεώρ. Ηλιόπουλος με στενό συνεργάτη τον Αθαν. Ηλιόπουλο.
   Η αρχή έγινε. Την ίδια χρονική περίοδο αρχίζουν την εξόρμηση αρκετές μεταλλευτικές επιχειρήσεις παραγωγής βωξίτη. Αυτές είναι :
1.    «Α.Ε. Μεταλλείων Βωξίτου Παρνασσού»,
2.    «Αδελφοί Λ. Μπάρλου» (από το 1928),
3.    «Α.Ε. Μπάρλου Βωξίται Ελλάς»,
4.    «Α.Ε. Μεταλλείων και Σιδηροδρόμων ΟΤΑΒΙ»,
5.    «Α.Ε.Μ. Βωξίται Δελφών» και το
6.    «Τεχνικό Γραφείο Δημητρίου Σκαλιστήρη».
   To 1934, το «Τεχνικό Γραφείο Δημητρίου Σκαλιστήρη» που το διεύθυνε ο Δημήτριος Σκαλιστήρης σαν ατομική του επιχείρηση, άρχισε να ασχολείται με μεταλλευτικές έρευνες στην περιοχή της Ελευσίνας, όπου ανακάλυψε τα εκεί βωξιτικά κοιτάσματα. Από τότε γεννήθηκε το συγκρότημα Σκαλιστήρη με τις διάφορες μετέπειτα επιχειρήσεις του.
   Το 1935 άρχισε η συστηματική παραγωγή βωξίτη, βασικά από την «Α.Ε. Μεταλλείων Βωξίται Παρνασσού», που η παραγωγή της το 1936 έφθασε στους 129.898 τόνους, εγκαινιάζοντας έναν από τους πιο σημαντικούς κλάδους της σύγχρονης ελληνικής μεταλλείας.
   Την περίοδο 1935-36 ο Δημήτριος Μ. Σκαλιστήρης βρήκε κοιτάσματα βωξίτη[6] στην Ελευσίνα και άρχισε την εκμετάλλευση. Τον βωξίτη πουλούσε στη Γερμανία. Από το 1941 όμως οι Γερμανοί κατέσχεσαν όλα τα αποθέματα βωξίτη.
   Η παραγωγή βωξίτη από τα μεταλλεία του Παρνασσού, ­ από τους 5.000 τόνους το έτος 1935 εκτοξεύτηκε στους 180.000 τόνους το 1938, μια ποσότητα που αντιστοιχούσε, με βάση τα δεδομένα της εποχής, στο 5% της παγκόσμιας παραγωγής!
   Η μεταφορά του μεταλλεύματος γινόταν με εναέριο τελεφερίκ, αλλά και με φορτηγά, προς το λιμάνι της Ιτέας. Χρησιμοποιήθηκε επίσης και εξέδρα που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του ’30 στην Αγία Μαρίνα Στυλίδας. Οι κτιστές βάσεις που έχουν πλέον απομείνει (μετά την ανατίναξη από τους κατακτητές Γερμανούς) φαίνονται σε φωτογραφία που παρατίθεται.


Επάνω στις κτιστές αυτές βάσεις υπήρχε σιδερένια προβλήτα, με σιδηροτροχιές
για μεταφορά και φόρτωση του βωξίτη σε πλοία. (φωτ. 2014)

   Προπολεμικά, η γερμανική εταιρεία ΟΤΑΒΑ (με εργοστάσιο Αλουμινίου στη Γερμανία) είχε υπό την κατοχή της μεταλλεία βωξίτη στην Παρνασσίδα (στις θέσεις “πλαγιά”, “κορομηλιά”, “ελέφαντες”, “δέκα δένδρα Μανανά”) στην περιφέρεια Γραβιάς, που ήταν γερμανική περιουσία (με τη μεσεγγύηση του ελληνικού κράτους).
   Ήρθε όμως η Κατοχή. Την περίοδο 1941-44 σταμάτησε κάθε ουσιαστική μεταλλευτική δραστηριότητα. Ο πόλεμος και η Κατοχή είχαν καταστρεπτικά αποτελέσματα για τις εταιρείες του συγκροτήματος “Βωξίται Παρνασσού”, που εξαναγκάστηκαν να πουλήσουν τα μεταλλεία του βωξίτη στους Γερμανούς.
   Ακολούθησε ο Εμφύλιος.

3. Μεταπολεμική ανάπτυξη της μεταλλείας βωξίτη


   Το 1946 ιδρύθηκε το Τμήμα Μηχανικών Μεταλλειολόγων - Μεταλλουργών στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο, που μπόρεσε να καλύψει αργότερα τις ανάγκες της χώρας σε μηχανικούς μεταλλείων.
   Η κρατική πολιτική από το 1947 στον τομέα της έρευνας ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Η πρωτοβουλία όμως, το θάρρος και η τόλμη, που έδειξαν τότε οι μεγάλες μεταλλευτικές επιχειρήσεις στην έρευνα και στον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών τους, ήταν όντως αξιέπαινη. Ιδιαίτερα αναφέρουμε τις μεταλλευτικές επιχειρήσεις Μποδοσάκη, Σκαλιστήρη, Ηλιόπουλου και Μπάρλου.
   Μετά το 1947 βοήθησαν στην ανασυγκρότηση των μεταλλείων οι παροχές της αμερικάνικης βοήθειας (A.M.A.G.), το σχέδιο Marshall και η UNRRA, που το αρμόδιο κλιμάκιό της για τα ελληνικά μεταλλεία πείσθηκε για την μεταλλοφορία του ελλαδικού χώρου. Έτσι το 1950 το ελληνικό Δημόσιο εκμίσθωσε στην ΑΕ Βωξίται Παρνασσού τα πρώην δικά της μεταλλεία.
   Μετά τον πόλεμο, την Κατοχή και την εσωτερική αιματηρή αναταραχή, που κράτησε ως τον Αύγουστο του 1949, το ιδιωτικό ενδιαφέρον για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου χαλαρώθηκε σοβαρά, όπως και η σχετική δραστηριότητα των αρμοδίων κρατικών υπηρεσιών. Δεν μπορούσε όμως να γίνει σωστή ανοικοδόμηση χωρίς εκβιομηχάνιση της χώρας.
   Με το πρόβλημα αυτό στην αρχή ασχολήθηκαν περισσότερο οι οικονομολόγοι και λιγότερο οι τεχνικοί. Γρήγορα όμως, η ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας[7] συνδυάσθηκε με την ανάπτυξη του ορυκτού πλούτου, οπότε πήραν θέση και επιστήμονες που είχαν άμεση σχέση με το αντικείμενο «υπέδαφος της χώρας». Το ενδιαφέρον των ιδιωτών για μεταλλεία εκδηλώθηκε έντονα και χορηγήθηκαν πάρα πολλές άδειες μεταλλευτικών ερευνών.
   Το 1951 ιδρύθηκε η «Α.Ε. Μεταλλεία Βωξίτου Ελευσίνος» από το Συγκρότημα Σκαλιστήρη. Το 1971 η εταιρία αυτή μετονομάστηκε σε «Α.Ε. Μεταλλεία Βωξίτου Ελευσίνος - Μεταλλευτικαί, Βιομηχανικαί και Ναυτιλιακαί Εργασίαι», με αντικείμενο τα μεταλλεύματα βωξίτη και μαγγανίου.
   Στις αρχές του 1951[8], ο κ. Ποκ, διευθυντής της γερμανικής εταιρείας ΟΤΑΒΑ επισκέφτηκε την περιοχή για παραχώρηση των μεταλλείων. Παράλληλα δόθηκε άδεια εξόρυξης στην ελληνική εταιρεία Καστρινάκη για 5.000 τόνους βωξίτη με προορισμό την εξαγωγή του στη Γερμανία από την Α.Ε. Βωξίται Παρνασσού. Σύντομα άρχισαν οι εργασίες, από 200 εργάτες. Το μετάλλευμα με αυτοκίνητα μεταφερόταν στην Ιτέα για φόρτωση.
   Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, πρωτοπόροι και τολμηροί μεταλλευτές ήταν επιχειρηματίες όπως οι: Μποδοσάκης, Σκαλιστήρης, Πόρτολος, Ηλιόπουλος, Μπάρλος, κ.ά. Τον κορμό[9] της μεταλλευτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα αποτέλεσαν ο λευκόλιθος (μαγνησίτης), ο βωξίτης και το σιδηρονικέλιο.
Φωτιστικό ασετιλίνης σε στοές

   Το 1955 η Α.Ε.Μ. Βωξίτες Ελευσίνας άρχισε[10] την κατασκευή εγκαταστάσεων φόρτωσης βωξίτη στο λιμένα Αγκάλη (παρά την Ιτέα), με αγορά 100 στρεμμάτων. Η εταιρεία αυτή κατείχε το μεταλλείο βωξίτη Βουνιχώρας, Πανουργιά και Στρώμης. Δόθηκε άδεια για κατασκευή προβλήτας φόρτωσης βωξίτη (ήταν επένδυση 100.000 $).
  Το 1956 είναι η σημαντικότερη ίσως μεταπολεμική χρονιά του μεταλλευτικού συγκροτήματος Ηλιόπουλου – Κυριακόπουλου. Υπογράφει το πρώτο της συμβόλαιο πώλησης βωξίτη στην ΕΣΣΔ[11], που από το 1933 προσπαθούσε να πετύχει. Στη διάρκεια των επόμενων 35 χρόνων οι εξαγωγές προς τη Σοβιετική Ένωση θα ξεπεράσουν τα 10 εκατομμύρια τόνους. Η εταιρεία επί σειρά δεκαετιών αποτελούσε προνομιακό εταίρο της Σοβιετικής Ένωσης και της Ρουμανίας. Αυτό το γεγονός ήταν η αιτία δημιουργίας σοβαρών προβλημάτων, μετά την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Χρειάστηκαν 2 χρόνια προσαρμογής για αναζήτηση σε νέες αγορές, που έφτασαν έως την Ιαπωνία. Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι το σύνολο της παραγωγής της ΑΕΜ Βωξίται Παρνασσού μέχρι το έτος 2000 εξαγόταν.
   Αποδείχθηκε λοιπόν περίτρανα ότι ο νομός[12] Φθιωτιδο-φωκίδος είναι πλούσιος σε ορυκτά και μεταλλεύματα. Το 1960, μεταξύ άλλων εταιρειών, διακρίθηκαν για τη δραστηριότητά τους και πέντε επιχειρήσεις, που εκμεταλλεύονταν βωξίτες στον Παρνασσό, στο Δίστομο, στον Ελικώνα, στη Μάνδρα Ελευσίνας και στη Γραβιά. Το 1960 ο Γεώργιος Λ. Μπάρλος αποχώρησε από την «Α.Μ.Ε. Μπάρλου Βωξίται Ελλάς» και ίδρυσε ατομική επιχείρηση αρχικά, που το 1964 μετέτρεψε σε «Α.Ε. Ελληνικοί Βωξίται Ελικώνος Γεώργιος Λ. Μπάρλος».
   Η περίοδος 1961-1979  είναι η σημαντικότερη στη νεότερη μεταλλευτική ιστορία της Ελλάδος. Η ελληνική μεταλλευτική δραστηριότητα στην περίοδο αυτή πήρε τις μεγαλύτερες διαστάσεις και καταδείχθηκε, ότι το υπέδαφος του ελλαδικού χώρου έχει πάνω από 50 είδη ορυκτών υλών, που 20 απ’ αυτά - ανάμεσά τους και πολλά στρατηγικής σημασίας - είναι οικονομικά εκμεταλλεύσιμα. Παράλληλα, οι επενδύσεις κεφαλαίων για τον εκσυγχρονισμό των μεταλλευτικών εγκαταστάσεων αυξήθηκαν γοργά κι αυτές ενώ άρχισαν να παίρνονται αποφασιστικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.
   Το 1967 ιδρύθηκε η «Α.Β.Μ.Ε. Ελληνικοί Βωξίται Διστόμου».

Μεταφορά βωξίτη (1967, Vagonetto)


4. Εργοστάσιο αλουμίνας και αλουμινίου

   Το 1960 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των αναδόχων εταιρειών (Pechiney - Compadec - O.B.A. - Όμιλος Νιάρχου) υπογράφηκε το Πρωτόκολλο για την ίδρυση εργοστασίου αλουμίνας-αλουμινίου,. Το επόμενο έτος (1961) ιδρύθηκε η εταιρία «Αλουμίνιον της Ελλάδος Α.Ε.Β.Ε.», με σκοπό από τα μεταλλεύματα βωξίτη να παράγει αλουμίνα και αλουμίνιο, που η ζήτησή τους στην παγκόσμια αγορά αυξανόταν γρήγορα.
   Στις 7 Απριλίου 1963, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, συνοδευόμενος από τους υπουργούς Συντονισμού, Βιομηχανίας, Γεωργίας και τον Πρόεδρο της Βουλής, θεμελίωσε[13] το εργοστάσιο στην παραλία του Διστόμου. Η συνολική επένδυση ήταν 3 δις δρχ. Θα απασχολούσε 1.000 εργάτες. Οι εργασίες κατασκευής των βιομηχανικών εγκαταστάσεων στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας άρχισαν αμέσως.

   Το 1965 έγινε η προνομιακή σύμβαση της εταιρείας με τη ΔΕΗ για παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε χαμηλή τιμή, διάρκειας 40 ετών (λήξη το 2005). Το επόμενο έτος (1966) το εργοστάσιο εγκαινιάστηκε και άρχισε τη λειτουργία του παράγοντας αλουμίνα και αλουμίνιο από ελληνικό βωξίτη. Μέχρι το τέλος του 20ού αι. είναι το μοναδικό εργοστάσιο στον κόσμο που παράγει αλουμίνα και αλουμίνιο (πρόκειται για 2 εργοστάσια). Από 4 τόνους βωξίτη παράγει 2 τόνους αλουμίνας και τελικά 1 τόνο αλουμίνιο. Σε πλήρη ανάπτυξη, προς το τέλος του 20ού α., καθημερινά κατανάλωνε τόσο ρεύμα, όσο το νησί της Κρήτης!
   Η δεκαετία του ’70 που ακολούθησε ήταν περίοδος ακμής και ανάπτυξης του εργοστασίου, που επεκτάθηκε και διπλασίασε την παραγωγή αλουμίνας και αλουμίνιου. Τότε ξεκίνησαν και τα πρώτα περιβαλλοντικά έργα.
   Το 1971 έγινε ένα σοβαρό ατύχημα. Από έκρηξη χειροβομβίδας στα μεταλλεία βωξίτη Παρνασσίδος, κοντά στη θέση Αποστολιά Αγίου Βασιλείου φονεύθηκαν[14] 2 άτομα και τραυματίστηκαν άλλα 4. Συγκεκριμένα φονεύθηκαν οι Χρ. Φουσέκης 50 ετών (που βρήκε τη χειροβομβίδα) και Γεώρ. Σωτηρόπουλος 26 ετών. Τραυματίστηκαν σοβαρά οι Ι. Καπούρης 50 ετών, Α. Μπαλωμένος 56 ετών και ελαφρότερα οι Α. Κορομπίλης και Ν. Παρατσόκας.
   Το 1972 εγκαινιάστηκε[15] η πρώτη μονάδα εμπλουτισμού βωξίτη στις εγκαταστάσεις της Α.Ε. “Βωξίτες Παρνασσού” στην Ιτέα. Παρέστησαν ο τότε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Νικ. Μακαρέζος, κ.ά. Μίλησε ο πρόεδρος του Δ.Σ. της εταιρείας Αθ. Ηλιόπουλος. Η παραγωγή βωξίτη τότε ξεπερνούσε τα 2,5 εκατ. τόνους. Με τη μονάδα εμπλουτισμού, ο φτωχός σε μετάλλευμα (λόγω των προσμίξεων) βωξίτης γινόταν εμπορεύσιμο μετάλλευμα.
   Το 1973 η μετοχή της «ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» ξεκινά να διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
   Στο μεταλλείο του Συγκροτήματος Σκαλιστήρη, ο βωξίτης της Λαμίας από τότε αξιοποιείται και εκατοντάδες συμπολίτες έχουν σταθερή εργασία με καλή αμοιβή. Μεταξύ των αναπτυξιακών έργων ενός νέου επενδυτικού προγράμματος (από το 1974) του Συγκροτήματος Σκαλιστήρη είχε περιληφθεί και το εργοστάσιο[16] διαλογής-ταξινομήσεως βωξίτη στην Αγία Μαρίνα Στυλίδος.
   Στις 7 Φεβρουαρίου 1975, σε στοά των μεταλλείων Οίτης φονεύθηκε[17] ο εργάτης - γομωτής Βασ. Παπαμίχος, ετών 51, χτυπημένος από κομμάτι μεταλλεύματος που έπεσε.
   Από τον Ιούλιο του 1976, η εταιρεία ΑΕΜ ΒΩΞΙΤΑΙ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, που ανήκει στην οικογένεια Κυριακοπούλου άρχισε να καλύπτει όλους τους εργαζομένους στην εταιρεία ασφαλιστικά και για ασθένεια[18] (ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη).
   Στη δεκαετία του ’80, αρχίζει η ύφεση στην αγορά των μεταλλευτικών προϊόντων, που συνεχίστηκε και στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του ’90, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα. Αιτίες ήταν : η παρατεταμένη διατήρηση χαμηλών τιμών των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών προϊόντων, η συνεχιζόμενη αδυναμία απορρόφησης ελληνικών προϊόντων από παραδοσιακές αγορές σε συνδυασμό με τον αθέμιτο ανταγωνισμό των προϊόντων μας από χώρες του τρίτου κόσμου, καθώς και η έλλειψη[19] «κοινοτικής συμπαράστασης» για τα επί κοινοτικού εδάφους παραγόμενα μεταλλευτικά προϊόντα. Αυτά αποτέλεσαν τα βασικά προβλήματα της κατ’ εξοχήν εξαγωγικού προσανατολισμού ελληνικής μεταλλείας. Μία σειρά από μεταλλευτικές και μεταλλουργικές επιχειρήσεις-μέλη του ΣΜΕ οδηγήθηκαν σε μαρασμό, στην υπαγωγή τους στην κατηγορία των προβληματικών επιχειρήσεων και ορισμένες από αυτές σε κλείσιμο.

Εργοστάσιο Αλουμίνιο της Ελλάδος


5. Μεταλλεία βωξίτη - εργοστάσιο αλουμινίου και περιβαλλοντικά προβλήματα


   Από το 1977 άρχισαν να αναδεικνύονται τα περιβαλλοντικά προβλήματα που δημιουργούσε το Εργοστάσιο. Το αέριο φθόριο, που παράγεται και ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα, επέφερε αλλαγές στη βλάστηση και κυρίως έφερε μεγάλη μείωση στην τοπική κτηνοτροφία. Μετά από κινητοποιήσεις και δικαστικές αγωγές των κτηνοτρόφων, σκεπάστηκαν οι λεκάνες ηλεκτρόλυσης, ώστε να δεσμεύεται το φθόριο. Επιπλέον τέθηκε το άλυτο πρόβλημα με το παραγόμενο Βάριο. Επίσης η λάσπη κοκκινοχώματος που αποβάλλεται στη θάλασσα και έφερνε προβλήματα στην αλιεία. Επιπλέον η εξόρυξη του μεταλλεύματος από τον Ελικώνα που γίνεται χωρίς την αναγκαία - μετά - αποκατάσταση του χώρου. Τέλος αναφέρθηκαν τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργούνται με το καθεστώς ιδιοκτησίας της πόλης Άσπρα Σπίτια, από την εταιρία Πεσινέ.
   Στο μεταξύ το έτος 2009 εντάθηκαν οι διαμαρτυρίες των κατοίκων της Φωκίδας στην περιοχή της Γκιώνας (όπως αντίστοιχα στην Οίτη και Παρνασσό) με επικεφαλής το δραστήριο Σύλλογο «Κίνηση για τη σωτηρία της Γκιώνας», που αντιδρούσαν στην εντατικοποίηση της μεταλλευτικής δραστηριότητας.
Σεληνιακό τοπίο η Γκιώνα (2011)

   Συγκεκριμένα, οι κάτοικοι δεν ζητούσαν το κλείσιμο των μεταλλείων, αλλά τήρηση των όρων που έθετε η άδεια εκμετάλλευσης (να μην γίνονται αυθαιρεσίες). Πολύ σημαντική θεωρήθηκε (και είναι)  η αποκατάσταση και ανάπλαση του τοπίου, που μέχρι τότε δεν γινόταν καθόλου ή γινόταν πλημμελώς. Οι εταιρίες, με επιφανειακές εξορύξεις στις προηγούμενες δεκαετίες,  εγκαταλείποντας τη δραστηριότητα, άφηναν εκεί ανοιχτές πληγές[20] (νταμάρια). Πολλά σημεία που αποτελούν προστατευόμενες περιοχές NATURA έγιναν αντικείμενο εξορυκτικής εκμετάλλευσης, ενώ «το ΥΠΕΧΩΔΕ αμελούσε επιμελώς να ιδρύσει Φορέα Διαχείρισης της Γκιώνας με συνέπεια να μην ασκείται κανένας έλεγχος». Παράλληλα, αναφέρθηκε εκτεταμένη χρήση εκρηκτικών στη διαδικασία εξόρυξης.
   Τα αδρανή απορρίμματα (μπάζα) της εξόρυξης, σε πολλές περιπτώσεις συσσωρεύονταν στους πρόποδες των βουνών «πιέζοντας» ασφυκτικά τα γειτονικά χωριά. Η σκόνη που εκλύεται κατά την εξόρυξη, αλλά κυρίως κατά τη μεταφορά του κοιτάσματος, ταλαιπωρούσε τον πληθυσμό της περιοχής, ειδικά το καλοκαίρι, εγκυμονώντας σοβαρούς κινδύνους για την υγεία τους (από μικροσωματίδια που ελευθερώνονταν). Η εταιρεία ΑΜΕ Δίστομο - Παρνασσός από την πλευρά της υποστήριζε ότι τα τελευταία δέκα χρόνια κάνει αποκλειστικά υπόγεια εκμετάλλευση και ότι σε πολλές περιπτώσεις γίνεται αποκατάσταση του τοπίου.
   Τα παλαιότερα χρόνια, οποιαδήποτε φωνή διαμαρτυρίας «σιγούσε» χάρη στις ανταποδοτικές μεθόδους των εταιρειών. «Μας έκτιζαν ένα υδραγωγείο, μια παιδική χαρά ή μας ενίσχυαν οικονομικά», θυμάται ο κ. Κόλλιας, «έτσι ο κόσμος υπαναχωρούσε από τις διεκδικήσεις του. Έφθασε, όμως, το πλήρωμα του χρόνου».
   Η εταιρεία ΕΛΜΙΝ, που πραγματοποιούσε αποκλειστικά υπόγεια εξόρυξη βωξίτη απασχολούσε περίπου 100 εργαζομένους. Το 2011 κατέγραψε καθαρά κέρδη 79.000 ευρώ. Το 2012 είχε καθαρή ζημία 1,65 εκατ. ευρώ. Το 2011 οι δασικές αρχές της Φθιώτιδας, είχαν εγείρει αμφισβητήσεις σχετικά με τη νομιμότητα ορισμένων αδειών λειτουργίας της εταιρείας, αλλά η επιχείρηση συνέχισε τις δραστηριότητές της με απόφαση της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.
   Φορείς της περιοχής, οι οποίοι ασχολούνται μεταξύ άλλων με την προστασία του Εθνικού Δρυμού της Οίτης, αντιτίθενται στην επέκταση των δραστηριοτήτων της ELMIN, η οποία έχει εμπλακεί σε δικαστικές διαφορές, κατηγορούμενη για φθορά δασικής έκτασης και υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η εταιρία[21] αρνείται τις σχετικές κατηγορίες και έχει στραφεί δικαστικώς εναντίον ορισμένων επικριτών της.


6. Ο ελληνικός βωξίτης και αλουμίνιο στον 21ο αι.


   Την περίοδο 2000-09 και ιδιαίτερα μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2008 όλος ο κλάδος της εξορυκτικής βιομηχανίας έζησε μέρες ιδιαίτερης άνθησης. Η ζήτηση[22] των πρώτων υλών στις παγκόσμιες αγορές αυξήθηκε, όπως αυξάνονταν και οι τιμές τους. Την ίδια περίοδο, η μεγαλύτερη παραγωγή της χώρας είναι σε βωξίτη, με εγχώρια παραγωγή αλουμίνας – αλουμινίου και σημαντικό εξαγωγικό προϊόν.
   Το έτος 2000 ιδρύθηκε η εταιρεία ΕΛΜΙΝ. Από το 2011 υλοποιεί 10ετές επενδυτικό πρόγραμμα εξόρυξης βωξίτη, κόστους 20 εκατ. €, με σκοπό τον τριπλασιασμό της παραγωγής και κάλυψη της ζήτησης στο εξωτερικό. Το σύνολο σχεδόν της τρέχουσας παραγωγής της εξάγεται στην Ευρώπη, την Αφρική και την Αμερική, μέσω εγκαταστάσεων επεξεργασίας και φόρτωσης σε μονάδα στην Αγία Μαρίνα Φθιώτιδας.
   Το 2003 η εταιρία ALCAN αγόρασε το εργοστάσιο αλουμινίου από την εταιρία ΠΕΣΙΝΕ. Το Δεκέμβρη του 2004 η ελληνική εταιρεία «ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ» αγόρασε το 53 % του εργοστασίου. Η λήξη του συμβολαίου 40 ετών με τη ΔΕΗ για προνομιακή τιμή ηλεκτρικού ρεύματος οδήγησε στην απόφαση για κατασκευή μονάδας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος[23] από φυσικό αέριο (κόστος 200.000 €).
   Το 2008 ξεσπά η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση η οποία περνώντας στην πραγματική οικονομία, παρασύρει τα πάντα, αφήνοντας σοβαρό αρνητικό αποτύπωμα στη διεθνή ανάπτυξη. Από το 2009 η ελληνική οικονομία εισήλθε σε ύφεση. Στα μεταλλευτικά-μεταλλουργικά προϊόντα καταγράφηκε σημαντική μείωση παραγωγής πρωτόχυτου αλουμινίου, που έφτασε  σε ιστορικά χαμηλά, με βασική αιτία τη χαμηλή ζήτηση και τις μειωμένες τιμές, παρασύροντας πτωτικά την εγχώρια παραγωγή βωξίτη.
   Το 2011, για τη δραστηριότητα της εταιρίας S&B - Βιομηχανικά Ορυκτά (εταιρία Κυριακόπουλου) στους βωξίτες εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από τον όμιλο Μυτιληναίος (Αλουμίνιον), αλλά η διαδικασία δεν κατέληξε σε συμφωνία.
   Η ελληνική μεταλλευτική εταιρεία ELMIN (Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις), τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης βωξίτη στη χώρα, ελέγχεται πλέον, κατά πλειοψηφία, από γαλλικά κεφάλαια. Στη διάρκεια του 2012, επήλθε συμφωνία - με κατάλληλες εγγυήσεις των ελληνικών αρχών - ώστε το 53 % των μετοχών της ανήκει στο γαλλικό βιομηχανικό συγκρότημα[24] Kerneos. Το υπόλοιπο 47% των μετοχών της παραμένει στους επιχειρηματίες Ιω. Σ. Βαρδινογιάννη και Λ. Πολυχρονόπουλο, που το 2000 απέκτησαν από το Ελληνικό Δημόσιο τις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις και παραχωρήσεις μεταλλευτικών δικαιωμάτων, τις οποίες κατείχε η άλλοτε ιδιωτική και ισχυρή (αλλά μετέπειτα προβληματική και υπό δημόσιο έλεγχο) εταιρεία «Μεταλλεία Βωξίτη Ελευσίνας», αρχικής ιδιοκτησίας της οικογένειας Σκαλιστήρη, στους πρόποδες των οροσειρών Γκιώνας και Οίτης, σε Φωκίδα και Φθιώτιδα αντίστοιχα. Η συνολική αξία της επιχείρησης αποτιμήθηκε το 2012, στο πλαίσιο της εξαγοράς, σε 60 εκατ. ευρώ.
   Το 2015 ο γαλλικός πολυεθνικός όμιλος Kerneos[25], απέκτησε το 100% της εταιρείας “Ευρωπαϊκοί Βωξίτες Α.Ε.”, που ανήκε στην οικογένεια Κυριακόπουλου (S&B Βιομηχανικά Ορυκτά[26]). Πρόθεση των Γάλλων είναι να προχωρήσουν στη συγχώνευση της εταιρίας “Ευρωπαϊκοί Βωξίτες Α.Ε.” με την εταιρεία εξόρυξης βωξίτη «ΕΛΜΙΝ - Ελληνικές Μεταλλευτικές Επιχειρήσεις».



Επίλογος

   Στον ελληνικό χώρο, η ζώνη Ελικώνα – Παρνασσού – Γκιώνας διαθέτει τα σημαντικότερα γνωστά κοιτάσματα βωξίτη[27], που εκτιμώνται σε περίπου 100 εκ. τόνους. Η αξιοποίηση του βωξίτη έγινε με δύο τρόπους : (α) με εμπόριο (πώληση) του μεταλλεύματος (βωξίτη) στο εξωτερικό, που έδωσε εργασία σε μεταλλωρύχους  και κράτησε τον πληθυσμό των χωριών της Φωκίδας κυρίως στον τόπο τους. Η συνολική παραγωγή βωξίτη των ελληνικών εταιρειών[28] το 2011 ήταν 2,3 εκατ. τόνοι. (β) με τη μετατροπή του βωξίτη σε αλουμίνα ή καλύτερα σε αλουμίνιο, που έδωσε σημαντική προστιθέμενη αξία σ’ ένα δώρο της φύσης.
   Η συμβολή του μοναδικού ελληνικού εργοστασίου της εταιρείας Αλουμίνιον Α.Ε. είναι πραγματικά ανεκτίμητη. Επεξεργάζεται περισσότερο από 1,5 εκατ. τόνους βωξίτη το χρόνο. Τότε κρίθηκε αναγκαίο να επιδοτηθεί από το ελληνικό δημόσιο (μέσω της ΔΕΗ) με προνομιακά χαμηλή τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για 40 χρόνια. Όμως άλλαξε την απασχόληση των κατοίκων, δημιούργησε το νέο οικισμό των Άσπρων Σπιτιών, έφερε χρήματα στον τόπο, κινήθηκε το εμπόριο, δημιουργήθηκαν νέα επαγγέλματα. Έτσι, συνέβαλε σημαντικά στο ΑΕΠ (ποσοστό 1%). Οι κανόνες ασφαλείας που εφαρμόζονται σε όλους τους χώρους, με διάφορα μέσα έχουν ελαχιστοποιήσει (μέχρι μηδενίσει) τα εργατικά ατυχήματα.
   Βέβαια στη χρονική διαδρομή του δημιούργησε και περιβαλλοντικά προβλήματα με τις καμινάδες, τις λεκάνες και τα απόβλητα (κόκκινη λάσπη). Δόθηκαν κάποιες  λύσεις σ’ αυτά.
   Η καλή πορεία της αξιοποίησης του ελληνικού βωξίτη, με σημαντικό προϊόν το αλουμίνιο και τις πολλές εφαρμογές του θα συνεχιστεί και στο μέλλον. Ο ορυκτός πλούτος της ελληνικής γης θα έχει σημαντική συμβολή στην ανέλιξη της οικονομίας μας.

Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος
  φυσικός            



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.    Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ)
2.    Ιστοσελίδα  www.diss.fu-berlin.de/diss/servlets/
3.    Ιστοσελίδα www.gaiaelliniki.gr, Θεόδωρος Αποστολόπουλος
4.    Ιστοσελίδα  www.domokos.gr
5.    Ιωάννας Φωτιάδη : “Βαθιές πληγές στα βουνά της Φωκίδας από τα λατομεία βωξίτη”, 5-4-2009, Ιστοσελίδα http://www.kathimerini.gr
6.    Νίκος Χρυσικόπουλος : “Κυρίαρχοι οι Γάλλοι στους ελληνικούς βωξίτες”, 24-2-2015,  nikos.chrissikopoulos@capital.gr
7.    Δημ. Χαροντάκη : “Πώς δημιουργήθηκε και γιγαντώθηκε το μεταλλευτικό συγκρότημα Ηλιόπουλου-Κυριακόπουλου”, εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, (http://www.tovima.gr/23-1-2000).
8.    Ιστοσελίδα  http://www.alhellas.com
9.    Ιωάν. Ε. Μακρή : “Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των χωριών της επαρχίας Ζητουνίου”, περ. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1998, σ. 27-35, Λαμία.
10.  Ιωάν. Βορτσέλας : “ΦΘΙΩΤΙΣ, η προς νότον της Όθρυος”, σ. 34, Αθήναι.
11.  Κώστας Κωστής : “Κράτος και επιχειρήσεις στην Ελλάδα - Η ιστορία του «Αλουμινίου της Ελλάδος»”, Εκδόσεις Πόλις, 2013.
12.   Ιστοσελίδα  www.oryktosploutos.net/
13.  Ιστοσελίδα της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών Αθηνών (The American Scholl of Classical Studies at Athens)  http://www.ascsa.edu.gr
14.  Δημ. Μπάτση (1916-1952): “Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα”, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, 1977, Αθήνα.
15.  Wikipedia

            ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Η Αυστραλία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα σε βωξίτη στον κόσμο.
[2] Στη ζώνη Παρνασσού-Γκιώνας-Οίτης και σε μικρότερα κοιτάσματα στον Ελικώνα, στη Χαλκιδική, στην περιοχή Ελευσίνας, στην Εύβοια και στα νησιά Αμοργό και Σκόπελο.
[3] Είναι το πιο άφθονο μέταλλο, ενώ από τα χημικά στοιχεία είναι το τρίτο σε αφθονία στη φύση (μετά το οξυγόνο και το πυρίτιο). Αποτελεί περίπου το 8% του στερεού φλοιού της Γης κατά βάρος.
[4] Είναι φθοριούχο άλας του νατρίου και του αργιλίου (Na3AlF6).
[5] Όπως ο Ανδρέας. Κορδέλλας (1836-1909), μηχανικός-μεταλλειολόγος με σπουδές στη Γερμανία, που από το 1860 με εκθέσεις προετοίμασε το νόμο περί μεταλλείων. Ήταν μηχανικός παραγωγής στα μεταλλεία Λαυρίου.
[6] Από συνέντευξη του Μιχάλη Δ. Σκαλιστήρη, που δόθηκε στις 4-2-2007 στην Αθήνα.
[7] Δημ. Μπάτση (1916-1952): “Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα”, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, 1977, Αθήνα.
[8] εφ. “ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ”, σελ. 3, 4-2-1951, Λαμία.
[9] “Η ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα (1830-2007)”, κεφ. 5.
[10] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 3, 11-2-1956, Λαμία.
[11] ΕΣΣΔ (Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών).
[12] εφ. “ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ” , 18-6-1959, Λαμία.
[13] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 3, 14-4-1963, Λαμία.
[14] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 3, 24-10-1971, Λαμία.
[15] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 3, 29-6-1972, Λαμία.
[16] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, φ. 2.604, σ. 1, 20-6-1974, Λαμία.
[17] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σελ. 4, 9-2-1975, Λαμία.
[18] εφ. ΕΘΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ, σ. 3, 12-8-1976, Λαμία.
[19] Αποτέλεσμα της πλήρους ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή κοινότητα.
[20] Μέχρι το 1977, οι μεταλλευτικές εταιρείες κατέβαλαν ένα ποσοστό από το κέρδος των εξορύξεων στο κράτος και αυτό μετά όφειλε να επιμεληθεί την ανάπλαση της περιοχής. Προφανώς τα χρήματα αυτά κατέληξαν αλλού και τα νταμάρια ξεχάστηκαν.
[21] Η εταιρία διαθέτει μεταλλευτικές παραχωρήσεις και στους νομούς Εύβοιας και Βοιωτίας. Διερευνά επέκταση των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων της στην Ελλάδα και σε άλλα ορυκτά (συμπεριλαμβανομένων των κοιτασμάτων νικελίου).
[22] Στην εσωτερική αγορά, λόγω των  Ολυμπιακών αγώνων και των κατασκευαστικών έργων αλλά και της άνθισης των οικοδομικών δραστηριοτήτων, η παραγωγή αδρανών και γενικότερα δομικών υλικών φτάνει σε σημαντικά ύψη μέχρι και το 2005.
[23] Εφόσον το 2006 έληγε  η ειδική προνομιούχος σύμβαση (διάρκειας 40 ετών) για προμήθεια φτηνής ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ.
[24] Το συγκρότημα Kerneos, με τη σειρά του, ελέγχεται από τη γαλλική επενδυτική εταιρεία Wendel  (που είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο του Παρισιού).
[25] Η Kerneos ελέγχεται από το γαλλικό επενδυτικό σχήμα Astorg Partners.
[26] Απέκτησε τον έλεγχο η πολυεθνική εταιρία Imerys. Η Imerys είναι  μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες βιομηχανικών ορυκτών μετάλλων στον κόσμο, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο του Παρισιού με κεφαλαιοποίησή της τάξης των 4,3 δισ. ευρώ. Αρχικοί μέτοχοι ήταν η οικογένεια Ρότσιλντ, το δε 56% του μετοχικού της κεφαλαίου ελέγχεται από τον βελγο-καναδικό όμιλο GBL. Δραστηριοποιείται σε 50 χώρες με περισσότερους από 16.000 εργαζόμενους. Η οικογένεια Κυριακοπούλου γίνεται ο τρίτος μεγαλύτερος μέτοχος στην Imerys με ποσοστό 4,4%.
[27] Ο ελληνικός βωξίτης είναι διασπορικού τύπου και αποτελείται από 1 μόριο κρυσταλλικού νερού ανά 1 μόριο αλουμίνας (οξείδιο του αργιλίου).
[28] Το 2011 ήταν 3 εταιρείες : Η “S&B Βιομηχανικά Ορυκτά Α.Ε.”, η “ΔΕΛΦΟΙ ΔΙΣΤΟΜΟΝ Α.Μ.Ε.”, θυγατρική της εταιρείας ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ Α.Ε. και η “ΕΛΜΙΝ”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου