Σελίδες

31/8/14

Μετανάστες στην Αμερική από την Κάψη (Τυμφρηστό) Φθιώτιδος (1902-1921)



                    Προλεγόμενα

     Δυστυχώς για μένα, οφείλω να το πω, δεν είμαι από την όμορφη Κάψη, την έχω όμως  επισκεφθεί κάποιες φορές για περιορισμένο χρόνο. Μετά από συζήτηση με το φίλο-ερευνητή Περικλή Φύκα - που έχει αποδείξει το διαρκές ενδιαφέρον του για την ιστορία του τόπου μας - αποφάσισα να κάνω μια εργασία για την ιδιαίτερη πατρίδα του την Κάψη (σημερινό Τυμφρηστό).
    Μελετώντας τους Έλληνες μετανάστες που πήγαν στην Αμερική, κατέγραφα όλους όσους προέρχονταν από το νομό και μεταξύ τους βρήκα 49 μεταναστευτικά ταξίδια ανθρώπων της Κάψης.
    Για το αποτέλεσμα αυτό χρειάστηκαν πολλές ώρες εντατικής απασχόλησης. Με βοήθησε πολύ, μέσω του Διαδικτύου, το εξαιρετικό αμερικανικό αρχείο μετανάστευσης του νησιού Έλλις (Ellis Island). Όσοι βρέθηκαν, είναι βέβαιο ότι έχουν γεννηθεί στην Κάψη. Να ληφθεί υπόψη ότι δεν ξέρω επώνυμα όσων κατάγονται από την Κάψη και δεν ήθελα να διακινδυνεύσω κάποιο λάθος. Θυμίζω τη (συνήθη) περίπτωση που κάποιοι, τότε στις ΗΠΑ, δήλωναν ότι γεννήθηκαν ή ότι διέμεναν στη μεγαλύτερη πόλη ή κωμόπολη της περιοχής. Ίσως διέφυγαν κάποια ονόματα που δεν εντόπισα ή να έγραψαν άλλο τόπο γέννησης και προηγούμενης διαμονής. Κάτι τέτοιο όμως, θα πρέπει να το συμπληρώσει κάποιος που ξέρει τα επώνυμα της Κάψης, κι αν είναι μεγαλύτερης ηλικίας (με καλή μνήμη) ακόμα καλύτερα.
    Επιπλέον η προσπάθεια θα μπορούσε να εμπλουτιστεί με φωτογραφικό υλικό των μεταναστών στις ΗΠΑ, που δεν έχω αυτή τη δυνατότητα. Αν υπάρχει κάποιος Σύλλογος ή με πρωτοβουλία κάποιου (ή κάποιων) αναζητηθούν και βρεθούν στο χωριό κάποιες φωτογραφίες, θα εμπλουτίσουν την προσπάθεια αυτή. Επίσης μπορεί να συμπληρωθεί η εργασία, με την τύχη των μεταναστών αυτών, δηλ. ποιοι γύρισαν στην πατρίδα και ποια ήταν η προκοπή τους (επαγγελματική και προσωπική).
    Η εργασία-μελέτη αυτή θέλει να τιμήσει τους ανθρώπους του σημαντικού αυτού χωριού, για την τόλμη και την απόφαση να φύγουν στα ξένα (μερικοί ίσως να μην ξαναδούν τον τόπο τους), θυσιάζοντας τα καλύτερά τους χρόνια για να  ζήσει η γονική οικογένεια και οι ίδιοι καλύτερα.
      Μετά από έναν αιώνα, η προσπάθεια αυτή αποτείνεται στο θυμικό όσων έζησαν ή έχουν εικόνες από τα χρόνια της μετανάστευσης στην Αμερική. Είναι όμως μια αναγκαία κατάθεση μνήμης για τους νεότερους, στους οποίους και αφιερώνεται.
                     Κωνσταντίνος Αθαν. Μπαλωμένος
                                                                                                    φυσικός - καθηγητής



1. Η κατάσταση στην πατρίδα - Η απόφαση μετανάστευσης

    Στις αρχές του 20ού αιώνα η Κάψη ήταν ένα πολύ μεγάλο χωριό του Δήμου Τυμφρηστού (1847-1912) της επαρχίας Φθιώτιδας. Διακρινόταν[1] σε Μεγάλη Κάψη, Πέρα[2] Κάψη και Μεσαία Κάψη. Στην απογραφή πληθυσμού του 1896 είχε συνολικά  1.119 κατοίκους. Παρόμοια μεγάλοι είναι οι αριθμοί και κατά την απογραφή του 1920. Δίνονται αμέσως οι σχετικοί πίνακες. Με το σχέδιο “Καποδίστριας” αποτέλεσε αυτοτελή Κοινότητα Τυμφρηστού με 566 κατοίκους. Σήμερα (με το σχέδιο “Καλλικράτης”) είναι δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Μακρακώμης.
Στα χρόνια εκείνα. η ζωή των κατοίκων και η οικονομία της περιοχής στηριζόταν στη γεωργία και στην κτηνοτροφία. Η διαθέσιμη καλλιεργήσιμη έκταση είναι πολύ μικρή, λόγω της εδαφικής κλίσης. Όσα επέτρεπαν τα καλλιεργούσαν κυρίως με δημητριακά και κάποια αμπέλια. Η κτηνοτροφία ήταν αναπτυγμένη σε αριθμό αιγοπροβάτων, με ελάχιστα βοοειδή. Τα πανδοχεία είχαν αρκετή δουλειά, εφόσον η Κάψη βρίσκεται πάνω στον οδικό άξονα Λαμίας - Καρπενησίου. Η ξυλεία[3] ήταν επίσης μια σημαντική απασχόληση (υλοτόμοι, ξυλουργικά και εμπόριο ξυλείας).
Μικροί κήποι προμήθευαν τα απαραίτητα λαχανικά, εκτρέφονται μερικά οικόσιτα ζώα και υπήρχε τουλάχιστον ένα μεταφορικό ζώο (όνος, μουλάρι, άλογο) εξασφαλίζοντας τη σχετική αυτονομία του σπιτιού, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες για φαγητό, μετακινήσεις και μεταφορές.
Οι μεγαλύτεροι στην ηλικία κάτοικοι ήταν στην πλειοψηφία τους αναλφάβητοι (κυρίως οι γυναίκες), όπως και κάποια από τα παιδιά τους. Οι γυναίκες είχαν το μεγάλο φορτίο τόσο του σπιτιού και των παιδιών όσο και των αγροτικών εργασιών. Τα παιδιά βοηθούσαν στη φύλαξη των ζώων. Τα οικονομικά των σπιτιών ελάχιστα. Η αγορά των απαραίτητων απ’ το μπακάλη γινόταν για κάποιους με πίστωση. Η σπορά των δημητριακών απαιτούσε χρήματα που πολλές φορές ήταν δανεικά. Η τοκογλυφία αποτελούσε τη λύση ανάγκης και τα χρήματα αυτών των δανείων δίνονταν με υποθήκη κάποιου ακινήτου (συνήθως κτήματος).
Κάποιοι άκουσαν από άλλους τον ωραιοποιημένο μύθο της «γης της επαγγελίας». Ήταν το αμερικάνικο όνειρο.  Για έναν τόπο μακρινό, που έχει δουλειές, που κερδίζουν πολλά λεφτά και ζουν καλύτερα. Ελάχιστοι στην αρχή αλλά τολμηροί, αποφάσισαν να φύγουν. Η μεγάλη ανάγκη της φτώχειας[4] που ζούσαν ξεπέρασε το φόβο του μακρινού, άγνωστου και επικίνδυνου ταξιδιού.
Για τα απαραίτητα ναύλα[5] (εισιτήριο και λοιπά έξοδα του ταξιδιού) πούλησαν ένα ζώο (γίδα, μοσχάρι) ή ένα μικρό χωράφι. Άλλοι δανείστηκαν χρήματα, με την υπόσχεση να επιστραφούν απ’ την οικογένεια του μετανάστη τον άλλο χρόνο.
Έτσι έφυγαν, ο Δημήτριος Σιψής (από το 1902) που είναι ο πρωτοπόρος και ακολούθησε ο Ιωάννης Παπανικολάου (το έτος 1906). Συνέχισαν οι : Βασίλειος Κουτσονίκας, Δημήτριος Κωστορρίζος, Δημήτριος Πανέτσος, κ.ά. από το 1907. Τα επόμενα χρόνια αυξανόταν ο αριθμός των μεταναστών. Μαζί τους έφυγαν και άλλοι από τα γειτονικά χωριά. Πήγαν στην Αμερική[6] κι έδωσαν διέξοδο στην ανέχεια, επιτρέποντας και υλοποιώντας το όνειρο μιας καλύτερης ζωής, αλλά ταυτόχρονα αποτέλεσαν και το παράδειγμα για τους επόμενους.
Μερικά στατιστικά στοιχεία για τους μετανάστες της Κάψης :
Από τους 49 μετανάστες που συνολικά καταγράφηκαν, οι 8 έφυγαν το έτος 1907. Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων, το έτος 1914 έφυγαν 9 μετανάστες. Το 1920 κορυφώθηκε η φυγή με 10 άτομα. Γενικά, υπενθυμίζουμε ότι την εικοσαετία 1900-1920 ο μεταναστευτικός πυρετός θα κορυφωθεί και η Ελλάδα θα χάσει το 8% του συνολικού της πληθυσμού. Τότε 25.000 άνθρωποι περίπου εγκατέλειπαν ετησίως την Ελλάδα. Το αντίστοιχα ποσοστό για την Κάψη είναι 4,5 %, δηλ. το μισό περίπου του πανελλήνιου ποσοστού, που δείχνει ότι είχαν ανεκτό επίπεδο ζωής και λιγότεροι αναζήτησαν στη μετανάστευση τη λύση στη φτώχεια τους.
Οι μετανάστες της Κάψης ήταν σχεδόν όλοι άνδρες (μόνο 2 γυναίκες πήγαν στην Αμερική). Κυριαρχούν οι δύο παραγωγικές ηλικίες 14-20 και 21-30 ετών (από 13 μετανάστες καθεμιά). Σε δεκαετίες ηλικιών, οι αντίστοιχοι αριθμοί των μεταναστών δίνονται στον παρατιθέμενο πίνακα 1. 
Οι ηλικίες των αριθμητικά περισσότερων μεταναστών του χωριού κατά ηλικία δίνονται στον επόμενο πίνακα 2. Ο μέσος όρος των ηλικιών των 49 μεταναστών της Κάψης ήταν 29 έτη (δηλ. μάλλον μεγάλος). Σε μεγαλύτερη απ’ όλους ηλικία (46 ετών) ήταν ο Δημήτριος Σιψής και ο Κωνσταντίνος Μπλατσούκας (45 ετών), που πήγαν το 1920 στην Αμερική.
Οι ανύπαντροι και παντρεμένοι μετανάστες της Κάψης είναι μοιρασμένοι. Συγκεκριμένα από τους 49 μετανάστες που καταγράφηκαν, οι 25 ήταν ανύπαντροι και οι υπόλοιποι 24 ήταν παντρεμένοι.
  Πολλαπλά (δηλ. περισσότερα από ένα) ταξίδια έκαναν 9 άτομα. Μας είναι γνωστά τα επόμενα :
1. Σιψής Δημήτριος : α’ ταξίδι  (1902-1913) με προορισμό το Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια και β’ ταξίδι  (1920- ;) με τον ίδιο προορισμό.
2.Αποστόλου Νικόλαος : α’ ταξίδι  (1903-1909) με προορισμό το Lynn της Μασαχουσέτης και β’ ταξίδι  (1910-; ) με προορισμό το Boston Mass.
3.Ποντικόπουλος Μιχαήλ : α’ ταξίδι  (1904-1919) με προορισμό την Chattanooga, του Τενεσί, β’ ταξίδι  (1921-;) με τον ίδιο προορισμό.
4.Καλαντζής Κωνσταντίνος : α’ ταξίδι  (1910-1919) με προορισμό τη Νέα Υόρκη και β’ ταξίδι  (1921- ;) με προορισμό την Chattanooga, του Τενεσί.
5. Μπλατσούκας Κωνσταντίνος : α’ ταξίδι  (1910-1912) με προορισμό την Chattanooga, του Τενεσί, β’ ταξίδι  (1914-;), με τον ίδιο προορισμό και γ’ ταξίδι (1920) στην Augusta της Τζώρτζια.
6.Μπλατσούκας Σωτήριος : α’ ταξίδι  (1911-1913) με προορισμό την Chattanooga, Tenn., β’ ταξίδι  (1914), με τον ίδιο προορισμό.
7.Σιδέρης Ιωάννης : α’ ταξίδι  (1913-1915) με προορισμό το Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια και β’ ταξίδι  (1916- ;) με τον ίδιο προορισμό.
8.Φλέσσας Γεώργιος : α’ ταξίδι  (1913-1915) με προορισμό το Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια και β’ ταξίδι  (1916-; ) με τον ίδιο προορισμό.
9.Καλαντζής Χαράλαμπος : α’ ταξίδι  (1919) με προορισμό την Augusta της Τζώρτζια και β’ ταξίδι  (1920-; ) με τον ίδιο προορισμό.

  

2. Τα πλοία

Τα μεγάλα ταξίδια γίνονταν με ατμόπλοια, που ανήκαν σε ελληνικές ή σε ξένες εταιρείες. Μεγάλη ξένη εταιρεία ήταν η Austro-Americana Line[7], με μεγάλα υπερωκεάνια, όπως τα : Alice, Giulia, Kaiser Franz Josef I, Laura, Martha Washington, Gerty, Argentina, κ.ά.  Οι άλλες ξένες εταιρείες ήταν μικρότερες.
   Ελληνικές ατμοπλοϊκές εταιρείες δημιουργήθηκαν από το έτος 1907, στη γραμμή Ελλάδα-Αμερική.  Οι πρώτες εταιρείες ήταν : “Μωραΐτης” (1907-1908) και “Υπερωκεάνιος Ελληνική Ατμοπλοΐα” (1910-1912), που δεν άντεξαν στον ανταγωνισμό και χρεοκόπησαν. Αντίθετα, η “Εθνική Ατμοπλοΐα της Ελλάδος” των αδελφών Εμπειρίκου κυριάρχησε στο χώρο των υπερωκεανίων για 30 χρόνια (1908-1937), με πλοία όπως : Patris, Megali Hellas, King Alexander, Athinai, κ.ά.
Τα ελληνικής πλοιοκτησίας ατμόπλοια έπαιρναν επιβάτες από διάφορα λιμάνια (Θεσσαλονίκη, Πειραιά, Καλαμάτα, Πάτρα) με τελικό προορισμό τη Νέα Υόρκη. Με σχετικά μικρή συνολική χωρητικότητα 5-6 χιλιάδων κόρων μετέφεραν 1.200 περίπου επιβάτες. 
Η αναχώρηση του πλοίου για την Αμερική
Τα  μεγάλα ξένα ατμόπλοια της υπερατλαντικής γραμμής Μεσόγειος - Νέα Υόρκη έπαιρναν επιβάτες (κυρίως μετανάστες) από πολλά λιμάνια της Μεσογείου. Αυτά τα πλοία ήταν συνήθως μεγαλύτερα για μεταφορά πλέον των 1.500 επιβατών (τα πιο μεγάλα μετέφεραν 2.000 επιβάτες).
Άλλη επιλογή ταξιδιού των μεταναστών ήταν να περάσουν από την Πάτρα στη Νάπολη της Ιταλίας ή στη Χάβρη της Γαλλίας. Από εκεί, έπαιρναν άλλο ατμόπλοιο (ξένης εταιρείας) κι έφταναν στην Αμερική. Τέτοια πλοία ήταν : Sicilian Prince, La Touraine, Ultonia, Floride, La Provence, Franconia, Celtic, κ.ά.
Η επιλογή του πλοίου δεν είχε ιδιαίτερη σημασία για το μετανάστη εκτός από το κόστος του εισιτηρίου. Πυκνότερη κίνηση είχαν τα ξένης ιδιοκτησίας ατμόπλοια εφόσον ήταν αριθμητικά περισσότερα. Οι μετανάστες της Κάψης μοιράστηκαν περίπου στα λιμάνια της Πάτρας (13) και του Πειραιά (10), ενώ 3 έφυγαν από το γαλλικό λιμάνι της Χάβρης και 1 από τη Νάπολη.
Αναμονή του πλοίου στο λιμάνι της Πάτρας (φωτ. ΕΛΙΑ)
Ένα χαρακτηριστικό των μεταναστών της Κάψης είναι ότι αρκετοί προτιμούσαν να φύγουν μεμονωμένα και όχι σε μεγάλες ομάδες, όπως συνήθιζαν σε πολλά άλλα χωριά. Συγκεκριμένα από τα 27 μεταναστευτικά ταξίδια που έγιναν τα 12 ήταν σε ομάδες και τα 15 ήταν μεμονωμένα.
Σε ένα ταξίδι, το 1920, έφυγαν 5 μετανάστες της Κάψης, με το ελληνόκτητο πλοίο “Megali Hellas”. Από 3 μετανάστες της Κάψης κάθε φορά ταξίδεψαν με τα πλοία “Sicilian Prince”, “Celtic”, “Pannonia” και “King Alexander”, ενώ 4  μετανάστες έφυγαν με το πλοίο “Ultonia”. Από το ιταλικό λιμάνι της Νάπολης έφυγαν 3 μετανάστες της Κάψης, με το πλοίο “Celtic”.



3. Το ταξίδι – η άφιξη

Οι περισσότεροι μετανάστες της Κάψης - όπως προαναφέρθηκε - προτίμησαν τα δύο μεγάλα λιμάνια (Πειραιά, Πάτρα) και πήραν το ατμόπλοιο για την Αμερική ή μέσω Ιταλίας (από τη Νάπολη) ή μέσω Γαλλίας (από τη Χάβρη), απ’ όπου πήραν άλλο πλοίο για τον ίδιο τελικό προορισμό. Σε πλοία των 5-6 χιλιάδων κόρων, οι 1.000-1.300 επιβάτες της 3ης θέσης (οι μετανάστες) στοιβάζονταν σε πολύ στενούς χώρους, κάτω απ’ το κατάστρωμα. 
Άφιξη των μεταναστών στην Αμερική
Σε ένα κρεβάτι-κουκέτα περνούσαν αναγκαστικά όλες  τις ώρες και μέρες του ταξιδιού, λόγω του συνωστισμού. Η πολυκοσμία, η ανύπαρκτη καθαριότητα (η ατομική και των χώρων), η ναυτία, το κρύο και η κακή ποιότητα του φαγητού ήταν, για τις 20 περίπου μέρες ταξιδιού, ένα μαρτύριο που το υπέμεναν αναγκαστικά.
Φτάνοντας στο λιμάνι της Νέας Υόρκης, περνούσαν όλοι από υγειονομικό έλεγχο επάνω στο πλοίο. Μετά κατέβαιναν και μαζί με τις αποσκευές τους περίμεναν στη σειρά για την καταγραφή και τον τελικό έλεγχο της υπηρεσίας Μετανάστευσης, στο κτίριο του Ellis Island (νησιού Έλλις), που οι Έλληνες το έλεγαν «Καστιγγάρι».
Οι άρρωστοι, όσοι είχαν κάποια καταδίκη (κλοπή ή έγκλημα), όσοι δεν είχαν συγγενείς ή φίλους στην Αμερική κι όσοι δεν είχαν λίγα χρήματα για εισιτήριο στον τόπο προορισμού, υποχρεωτικά επέστρεφαν στο πλοίο για επαναπατρισμό.

Πλήθος μεταναστών στο κατάστρωμα του πλοίου,
έτοιμο για αποβίβαση.
Οι νεοαφιχθέντες έμεναν για λίγο στη Νέα Υόρκη [8] (η πρώτη εικόνα της Αμερικής). Ήταν όμως ακριβή πόλη[9] και αναγκαστικά έφευγαν σύντομα για τον τελικό προορισμό τους. Με ένα ποσό γύρω στα 20 δολάρια, αγόραζαν το εισιτήριο και έτρωγαν κάτι στη διαδρομή μέχρι τον τόπο προορισμού.
Οι προορισμοί (αναλυτικά στοιχεία δίνονται σε χωριστή ενότητα) ήταν:
(α) Οι μεγάλες πόλεις του βορρά με αναπτυγμένη βιομηχανία όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο, κ.ά. 
(β) Οι αναπτυγμένες πολιτείες που διαρρέει ο ποταμός Μισσισιπής, όπως η Μιννεσότα (Μιννεάπολη, Πόρτλαντ, κ.ά.)
(γ) Οι βιομηχανικές περιοχές και πόλεις με εργοστάσια υφασμάτων, παπουτσιών, κ.ά. Τέτοιες ήταν : Χάβερχιλ, Βοστώνη, (περιοχή Μασαχουσέτης) κλπ.
(δ) Στην πολιτεία Τζώρτζια (πόλη Augusta).
Λιγότεροι πήγαν σε κεντρικές πολιτείες που ήταν κυρίως αγροτικές (μετά έγιναν και βιομηχανίες) ή είχαν ορυχεία, όπως το Ντάβενπορτ (Αϊόβα), το Σώλτ Λέικ Σίτυ (Γιούτα) ή προς το νότο.


4. Αλφαβητικός πίνακας των μεταναστών της Κάψης

      Από το αμερικανικό αρχείο του νησιού Έλλις (Ellis island) μέσω του Διαδικτύου (internet) βρέθηκαν οι περισσότεροι μετανάστες της Κάψης που έφτασαν στις Η.Π.Α. και καταγράφηκαν. Από το 1892 έως το 1924, περισσότεροι από 22 εκατομμύρια μετανάστες, επιβάτες, και μέλη πληρώματος των πλοίων ήρθαν στις ΗΠΑ μέσω του νησιού Ellis και του λιμένα της Νέας Υόρκης και έχουν καταγραφεί. Τα βασικά στοιχεία των μεταναστών της Κάψης δίνονται συνοπτικά στον παρακάτω πίνακα (με αλφαβητική σειρά και έτσι ακριβώς, όπως τα κατέγραψαν στην Υπηρεσία Μετανάστευσης των ΗΠΑ):



Το κτίριο της Υπηρεσίας Μετανάστευσης των ΗΠΑ,
στο νησί Έλλις (Ellis island), στις αρχές του 20ού αιώνα.


     5. Μεταναστευτικό χρονικό της Κάψης


Α. Οι πρωτοπόροι

    Η αρχή έγινε από το Δημήτριο Σιψή που άνοιξε το δρόμο στους επόμενους. Πήγε στην Αμερική το 1902, ως εργάτης, στο Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, όπου έμεινε 11 χρόνια (μέχρι το 1913, που γύρισε στην πατρίδα). Ακολούθησε ο Νικόλαος Αποστόλου το 1903 (επέστρεψε το 1909) για το Lynn της Μασαχουσέτης. Ο Μιχαήλ Ποντικόπουλος ήταν ο επόμενος. Πήγε το 1904 (μέχρι το 1919 που γύρισε πίσω).
    Ακολούθησε ο Ιωάννης Παπανικολάου, Τον Ιούνιο του 1906 έφυγε από την Ελλάδα και έφτασε στη Γαλλία. Από το λιμάνι της Χάβρης στις 30 Ιουνίου αναχώρησε με το πλοίο La Touraine και στις 8 Ιουλίου έφτασε στην Αμερική. Πίσω, στην Κάψη Φθιώτιδος είχε τον αδερφό του. Ήταν τότε παλικάρι 18 ετών, δήλωσε εργάτης και με 25 $ στην τσέπη του είχε ως προορισμό τη Νέα Υόρκη όπου ήταν ο θείος του Σεραφείμ Πολυχρονόπουλος.
  


Β. Μεγάλη αύξηση του αριθμού μεταναστών το 1907

Κατά τη διάρκεια του 1907 έγιναν τρία ταξίδια, από τρεις ομάδες μεταναστών.
Την πρώτη ομάδα του 1907 αποτέλεσαν οι Βασίλειος Κουτσονίκας, Δημήτριος Κωστορρίζος και Δημήτριος Πανέτσος. Από το λιμάνι της Πάτρας στις 23 Μαρτίου επιβιβάστηκαν στο πλοίο “Sicilian Prince” και στις 13 Απριλίου έφτασαν στην Αμερική. Από την καταγραφή γνωρίζουμε ότι:
·  Ο Βασίλειος Κουτσονίκας ήταν τότε 23 ετών και ανύπαντρος. Είχε γεννηθεί και τελευταία διέμενε στην Κάψη και αναζητούσε δουλειά εργάτη στη Νέα Υόρκη, όπου ήταν ο συμπατριώτης του Σεραφείμ Πολυχρονόπουλος.
·  Ο Δημήτριος Κωστορρίζος ήταν 24 ετών από την Κάψη, δήλωσε εργάτης και πήγαινε κι αυτός στη Νέα Υόρκη, όπου είχε το συμπατριώτη του Σεραφείμ Πολυχρονόπουλο.
·  Ο Δημήτριος Πανέτσος ήταν 21 ετών και ως εργάτης είχε ως τελικό προορισμό τη Νέα Υόρκη όπου ήταν ο ξάδερφός του Αγ. Μακρυκώστας (διέμενε στο ξενοδοχείο “Euritania”).
Η δεύτερη ομάδα του 1907 απαρτίστηκε από τους Χρήστο Βασιλείου, Παναγιώτη Πλατανιά και Διονύσιο Σιψή. Στις 12 Μαΐου αναχώρησαν από το λιμάνι του Πειραιά με το πλοίο “Sicilian Prince” και στις 3 Ιουνίου αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Πιο συγκεκριμένα :
·  Ο Χρήστος Βασιλείου ήταν τότε 43 ετών και παντρεμένος. Οι δικοί του ήταν στη Μεγάλη Κάψη. Ήταν εργάτης και πήγαινε στο Μπάτλερ (Butler) της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο συμπατριώτης του Δημήτριος Σιψής.
·  Ο Παναγιώτης Πλατανιάς ήταν τότε 33 ετών και παντρεμένος. Άφησε τη Μεγάλη Κάψη για να δουλέψει ως εργάτης στο Μπάτλερ (Butler) της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο συμπατριώτης του Δημήτριος Σιψής.
·  Ο Διονύσιος Σιψής ήταν 19 ετών και ανύπαντρος. Πήγαινε για δουλειά εργάτη στο Μπάτλερ (Butler) της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο αδερφός του Δημήτριος Σιψής.
   Την τρίτη και τελευταία ομάδα του 1907 αποτέλεσαν οι αδελφοί Ιωάννης και Λουκάς Δελενίκας. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 15 Σεπτεμβρίου ταξίδεψαν με το πλοίο “Sicilian Prince” και στις 7 Οκτωβρίου έφτασαν στην Αμερική. Μας είναι γνωστό γι’ αυτούς ότι :
·  Ο Ιωάννης Δελενίκας ήταν τότε 20 ετών. Στην Κάψη είχε τον πατέρα τους Ε. Δελενίκα και ως εργάτης πήγαινε στη Νέα Υόρκη, όπου ήταν ο φίλος του Σερ. Πολυχρονόπουλος.
·  Ο Λουκάς Δελενίκας ήταν 19 ετών και αδερφός του Ιωάννη. Πήγαινε μαζί του στη Νέα Υόρκη για δουλειά εργάτη κοντά στο φίλο τους Σερ. Πολυχρονόπουλο.



Β. Μεμονωμένη αναχώρηση στο 1909

    Έγινε από τον Αλέξανδρο Ποντικόπουλο. Από το λιμάνι της Πάτρας, στις 16 Μαΐου, αναχώρησε με το πλοίο “Patris” και στις 2 Ιουνίου έφτασε στην Αμερική. Ήταν τότε 28 ετών και ανύπαντρος. Στη Μεγάλη Κάψη ήταν ο πατέρας του Ιωάννης. Δήλωσε εργάτης και πήγαινε στη Νέα Υόρκη κοντά στο συμπατριώτη του Γεώργιο Παπαρίδη.
 
Το ελληνόκτητο ατμόπλοιο ΠΑΤΡΙΣ

Γ. Νέα αύξηση των μεταναστών στο 1910

    Κατά τη διάρκεια του 1910, έγινε τρεις μεμονωμένες αναχωρήσεις και μία από τριμελή ομάδα. Συνολικά έφυγαν έξη άτομα. Συγκεκριμένα :
   Το Μάιο 1910 από το λιμάνι του Πειραιά, έφυγε με το ελληνόκτητο πλοίο “Athinai” ο Περικλής Φύκας. Στις 31 Μαΐου έφτασε στην Αμερική. Ήταν τότε 24 ετών και ανύπαντρος. Ελλείπουν άλλα στοιχεία.
    Την επόμενη μέρα δηλ. την 1η Ιουνίου έφτασε στην Αμερική ο Νικόλαος Αποστόλου. Είχε ταξιδέψει με το πλοίο “Alice” από το λιμάνι της Πάτρας. Ήταν τότε 25 ετών, δήλωσε εργάτης και πήγαινε στη Βοστώνη της Μασαχουσέτης, όπου ήταν ο αδερφός του Κ. Αποστόλου. Για τον μετανάστη Νικόλαο Αποστόλου αυτό ήταν το β’ ταξίδι στην Αμερική. Πρωτοήρθε το 1903 και δούλεψε 6 χρόνια στο Lynn της Μασαχουσέτης (επέστρεψε στην Ελλάδα το 1909).
    Η τρίτη μεμονωμένη αναχώρηση έγινε από τον Αθανάσιο Στόκα. Από την Ελλάδα ταξίδεψε με πλοίο μέχρι τη Χάβρη. Εκεί, στις 21 Μαΐου, επιβιβάστηκε στο ατμόπλοιο “Floride” και στις 2 Ιουνίου αποβιβάστηκε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Ήταν τότε 36 ετών και παντρεμένος. Τη γυναίκα του στην Κάψη την έλεγαν Ελισάβετ. Ως εργάτης πήγαινε για δουλειά στο Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, κοντά στο φίλο του Ιωάννη Παπαδημητρίου.
    Η μοναδική τριμελής ομάδα μεταναστών του 1910 απαρτίστηκε από τους : Φώτη Καλαντζή, Γεώργιο Μπλατσούκα και Κώστα Μπλατσούκα. Από το λιμάνι της Πάτρας αναχώρησαν με το πλοίο “Laura” στις 12 Δεκεμβρίου και στις 29 Δεκεμβρίου έφτασαν στις ΗΠΑ. Για τους μετανάστες αυτούς γνωρίζουμε ότι :
·  Ο Φώτης Καλαντζής ήταν τότε 19 ετών. Ο πατέρας του στο χωριό λεγόταν Γεώργιος. Δήλωσε εργάτης σε φάρμα και ο τελικός προορισμός του ήταν η Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί, όπου ήταν ο αδερφός του Δ. Καλαντζής.
·  Ο Γεώργιος Μπλατσούκας ήταν 39 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στην Κάψη λεγόταν Παρασκευή. Αναζητούσε δουλειά εργάτη σε φάρμα στην πόλη Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί, όπου ήταν ο ανεψιός του Κώστας Καλαντζής.
·  Ο Κώστας Μπλατσούκας ήταν 36 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στο χωριό λεγόταν Ευφροσύνη. Ως εργάτης σε φάρμα πήγαινε στην Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί, όπου ήταν ο συγγενής του Δ. Καλαντζής.

Το ατμόπλοιο “Martha Washington”


Δ. Νέα μείωση του μεταναστευτικού ρεύματος  στο 1911

    Κατά τη διάρκεια του 1911 έχουμε μία ομάδα μεταναστών και δύο μεμονωμένες αναχωρήσεις. Συνολικά έφυγαν 4 άτομα.
   Η πρώτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1911 έγινε απ’ τον Αθανάσιο Μηλιωρίτσα. Από το λιμάνι της Πάτρας, στις 27 Φεβρουαρίου αναχώρησε με το πλοίο “Martha Washington” και στις 13 Μαρτίου έφτασε στη Νέα Υόρκη. Ήταν τότε 20 ετών, στη δε Κάψη ήταν η μητέρα του Φώτω. Δήλωσε εργάτης σε φάρμα με προορισμό το Ντάβενπορτ της Αϊόβα, όπου ήταν ο φίλος του Αντ. Καραντζάβελος.
   Η μοναδική ομάδα στο 1911 ήταν διμελής και την αποτέλεσαν οι Κώστας Ν. Μπλατσούκας και Σωτήριος Μπλατσούκας. Από το λιμάνι της Πάτρας, στις 4 Σεπτεμβρίου ταξίδεψαν με το πλοίο “Alice” και στις 20 Σεπτεμβρίου αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Πιο συγκεκριμένα ξέρουμε ότι :
·  Ο Κώστας Μπλατσούκας ήταν τότε 23 ετών. Ο πατέρας του στην Κάψη λεγόταν Νικόλαος. Προορισμός του η Νέα Υόρκη για δουλειά εργάτη σε φάρμα, κοντά στον ξάδερφό του Δ. Τσούμα.
·  Ο Σωτήριος Μπλατσούκας ήταν 36 ετών και παντρεμένος. Τη γυναίκα του στο χωριό την έλεγαν Φώτω. Δήλωσε εργάτης σε φάρμα και πήγαινε στην Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί, κοντά στον αδερφό του Γ. Μπλατσούκα.
   Η δεύτερη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1911 έγινε απ’ το Γρηγόριο Ποντικόπουλο. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 29 Οκτωβρίου έφυγε με το πλοίο “Patris” και στις 16 Νοεμβρίου έφτασε στην Αμερική. Ήταν τότε 20 χρονών. Η μητέρα του στην Κάψη λεγόταν Μανθού. Αναζητούσε δουλειά εργάτη στην Johnstown της Νέας Υόρκης, όπου ήταν ο ξάδερφός του Αθ. Γιαννακόπουλος.



Ε. Μικρή αύξηση του αριθμού μεταναστών στο 1912

    Στη διάρκεια του 1912, έγινε τέσσερις μεμονωμένες αναχωρήσεις και μία από διμελή ομάδα. Συνολικά έφυγαν έξη άτομα. Συγκεκριμένα :
   Η πρώτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1912 έγινε από τον Βασίλειο Αναγνωστόπουλο. Από την Ελλάδα ταξίδεψε στη Χάβρη της Γαλλίας. Από εκεί, στις 3 Φεβρουαρίου έφυγε με το πλοίο “La Provence” και στις 10 Φεβρουαρίου πάτησε πόδι στην Αμερική. Ήταν τότε 42 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στο Κάψη λεγόταν Αγγελική. Ήταν εργάτης και πήγαινε στο Poughkeepsie της Νέας Υόρκης, κοντά στον ανεψιό του Σταύρο Παπαντώνη.
   Η δεύτερη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1912 έγινε από τον Παντελή Κωστορρίζο, ο οποίος στις 26 Φεβρουαρίου αναχώρησε με το πλοίο “Alice” από το λιμάνι της Πάτρας και στις 14 Μαρτίου αφίχθηκε στο λιμάνι της Νέα Υόρκης. Ήταν τότε 25 ετών, ο δε πατέρας του πίσω στην πατρίδα λεγόταν Δημήτριος. Προορισμός του για δουλειά εργάτη ήταν το Σώλτ Λέικ Σίτυ της Γιούτα, όπου ήταν ο ξάδερφός του Γεώργιος Παφίλης.
   Η τρίτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1912 έγινε από τον Ανδρέα Σταθόπουλο. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 22 Αυγούστου επιβιβάστηκε στο πλοίο “Patris” και στις 8 Σεπτεμβρίου έφτασε στην Αμερική. Ήταν τότε 18 ετών. Ο πατέρας του στο Κάψη λεγόταν Θεόδωρος. Ως εργάτης, πήγαινε στο  Poughkeepsie της Νέας Υόρκης, κοντά στον ξάδερφό του Σταύρο Ζέινο.
   Η τέταρτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1912 έγινε από τον Ιωάννη Σιδέρη. Από το λιμάνι της Πάτρας έφυγε στις 2 Σεπτεμβρίου με το πλοίο “Laura” και στις 17 Σεπτεμβρίου αφίχθηκε στις ΗΠΑ. Ήταν 21 χρονών και αναλφάβητος. Ο πατέρας του στην πατρίδα λεγόταν Περικλής. Δήλωσε κτηματίας (farmer) με τελικό προορισμό την πόλη Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, κοντά στον αδερφό του Γεώργιο Σιδέρη.
   Τη μοναδική ομάδα (διμελής) μεταναστών στο 1912 αποτέλεσαν οι Σεραφείμ Ζυγούρης και Ανδρέας Φλέσσας. Στις 10 Σεπτεμβρίου από το λιμάνι της Πάτρας, ταξίδεψαν με το πλοίο “Martha Washington” και στις 29 Σεπτεμβρίου έφτασαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Για τους μετανάστες αυτούς ξέρουμε ότι :
·  Ο Σεραφείμ Ζυγούρης ήταν τότε 34 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στη Μεγάλη Κάψη λεγόταν Σταυρούλα. Δήλωσε κτηματίας (farmer) και πήγαινε στην Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο φίλος του Γ. Σιδέρης.
·  Ο Ανδρέας Φλέσσας ήταν 35 ετών και επίσης παντρεμένος. Η γυναίκα του στη Μεγάλη Κάψη λεγόταν Αναστασία. Ως κτηματίας αναζητούσε δουλειά στην πόλη Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο ανεψιός του Γ. Σιδέρης.



Ζ. Νέα αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος στο 1914

    Μετά τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων στην Ελλάδα, καταγράφονται δύο αναχωρήσεις ομάδων μεταναστών και άλλες δύο μεμονωμένες. Στο 1914 θα φύγουν συνολικά 9 μετανάστες της Κάψης για την Αμερική.
   Η πρώτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1914 έγινε από το Χαράλαμπο Βαρλάμη. Από το λιμάνι της Πάτρας, στις 4 Φεβρουαρίου επιβιβάστηκε στο πλοίο “Franconia” και στις 18 Φεβρουαρίου αποβιβάστηκε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Ήταν τότε 41 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του πίσω στην πατρίδα λεγόταν Αναστασία. Δήλωσε εργάτης και πήγαινε στο Σικάγο, όπου είχε το φίλο του Κ. Τσάλτα.
   Η πρώτη ομάδα του 1914, αριθμούσε τέσσερα άτομα. Την αποτελούσαν οι: Ιωάννης Ευθυμίου, Κώστας Κωνσταντίνου, Κωνσταντίνος Μπλατσούκας και Σεραφείμ Μπλατσούκας. Στις 31 Ιανουαρίου, από το λιμάνι της Πάτρας, αναχώρησαν με το πλοίο “Ultonia” και στις 25 Φεβρουαρίου έφτασαν στην Αμερική. Για τους μετανάστες αυτούς έχουμε τα παρακάτω στοιχεία :
·  Ο Ιωάννης Ευθυμίου ήταν τότε 27 ετών, ανύπαντρος και αναλφάβητος. Ο πατέρας του στην πατρίδα λεγόταν Κωνσταντίνος. Δήλωσε εργάτης και πήγαινε στη Νέα Υόρκη, όπου ήταν ο ξάδερφός του Πέτρος Ευθυμίου.
·  Ο Κώστας Κωνσταντίνου ήταν τότε 34 ετών και παντρεμένος. Τη γυναίκα του στην Κάψη την έλεγαν Ελένη. Ως εργάτης ζητούσε δουλειά στην πόλη Καίμπριτζ (Cambridge) της Μασαχουσέτης, κοντά στον κουνιάδο του Κωνστ. Μπλατσούκα.
 
Το πλοίο Ultonia  (Photo: Hisashi Noma Collection)
·  Ο Κωνσταντίνος Μπλατσούκας ήταν 39 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στο χωριό λεγόταν Φροσύνη. Προορισμός του για δουλειά εργάτη ήταν η πόλη Τσατανούγκα του Τενεσί, όπου ήταν ο αδερφός του Γεώργιος Μπλατσούκας. Για τον μετανάστη Κωνσταντίνο Μπλατσούκα αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι στις ΗΠΑ. Είχε ξανάρθει το 1911 και εργάστηκε μέχρι το 1912, πάλι στην Τσατανούγκα.
·  Ο Σεραφείμ Μπλατσούκας ήταν 14 ετών, μαθητής. Ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μπλατσούκα. Η μητέρα του στο χωριό ήταν η Φροσύνη. Μαζί με τον πατέρα του πήγαιναν στην Τσατανούγκα του Τενεσί, κοντά στο θείο του Γεώργιο Μπλατσούκα.
   Η δεύτερη ομάδα του 1914 ήταν τριμελής. Την απάρτιζαν οι Βασίλειος Καλαντζής, Σωτήριος Μπλατσούκας και Ιωάννης Πρασσάς. Η ομάδα ταξίδεψε αρχικά από την Ελλάδα στη Νάπολη της Ιταλίας. Από εκεί αναχώρησε την 1η Απριλίου με το πλοίο “Celtic” και στις 14 Απριλίου έφτασαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Συγκεκριμένα :
·  Ο Βασίλειος Καλαντζής ήταν τότε 18 ετών. Ο πατέρας του στη Μεγάλη Κάψη λεγόταν Γεώργιος. Δήλωσε εργάτης με τελικό προορισμό την Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί, κοντά στον αδερφό του.
·  Ο Σωτήριος Μπλατσούκας ήταν 42 ετών και παντρεμένος. Τη γυναίκα του στην Κάψη την έλεγαν Φώτω. Αναζητούσε δουλειά εργάτη στην Τσατανούγκα του Τενεσί, κοντά στον αδερφό του Γεώργιο. Αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι για τον μετανάστη Σωτήριο Μπλατσούκα. Είχε ξανάρθει την περίοδο 1912-13 και εργάστηκε στον ίδιο τελικό προορισμό.
·  Ο Ιωάννης Πρασσάς ήταν τότε 19 ετών. Ο πατέρας του στην πατρίδα λεγόταν Δημήτριος. Ήταν εργάτης και πήγαινε στην πόλη Άμπριτζ (Ambridge) της Πενσυλβάνια, κοντά στο φίλο του Αριστείδη Κωστορρίζο.

   Η δεύτερη (και τελευταία)  μεμονωμένη αναχώρηση στο 1914 έγινε από το Γρηγόριο Πρασσά. Από το λιμάνι της Πάτρας, στις 4 Μαΐου, έφυγε με το πλοίο “Kaiser Franz Josef I και στις 16 Μαΐου έφτασε στις ΗΠΑ. Ο Γρηγόριος Πρασσάς[10] ήταν τότε 34 ετών, αναλφάβητος και παντρεμένος. Η γυναίκα του στην Κάψη λεγόταν Μαρία. Δήλωσε κτηματίας (farmer) με προορισμό την Κολούμπια (Columbia) της Νέας Υόρκης, όπου ήταν ο φίλος του Κωνσταντίνος Αλεξόπουλος.

 
Το πλοίοKaiser Franz Josef  I”  (Photo: Richard Faber Collection)

Η. Μία μεμονωμένη αναχώρηση στο 1916

   Σημειώνεται η μοναδική και μεμονωμένη αναχώρηση στο 1916, από το Γεώργιο Φλέσσα. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 28 Ιουλίου έφυγε με το πλοίο “Patris” και στις 18 Αυγούστου αποβιβάστηκε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Ο μετανάστης ήταν τότε 24 ετών και ανύπαντρος. Ο πατέρας του στην Κάψη λεγόταν Σπύρος. Δήλωσε εργάτης με τελικό προορισμό την πόλη Άμπριτζ της Πενσυλβάνια, όπου ήταν ο ξάδερφός του Γεώργιος Σιδέρης. Για τον Γεώργιο Φλέσσα αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι στις ΗΠΑ. Είχε ξανάρθει την περίοδο 1913-1915 και εργάστηκε στην ίδια πόλη.




Θ. Κορύφωση της μετανάστευσης στο 1920

    Στη διάρκεια του 1920 έγιναν 4 μεταναστευτικά ταξίδια, από τα οποία τα 2 ήταν ομαδικά και τα άλλα 2 ήταν μεμονωμένες αναχωρήσεις. Συνολικά έφυγαν 10 μετανάστες, στο 1920 (είναι ο μεγαλύτερος αριθμός σε ετήσια καταγραφή). Να σημειωθεί επίσης ότι η πλειοψηφία των μεταναστών έχει μεγάλες σχετικά ηλικίες (αλλά και 2 παιδιά). Πιο συγκεκριμένα έχουμε :
   Η πρώτη ομάδα μεταναστών του 1920 περιλάμβανε 5 άτομα (σε αλφαβητική σειρά) τα εξής : Μαρία Καλαντζή, Ευάγγελος Καλαντζής, Χαράλαμπος Καλαντζής, Ζαχαρίας Παπαγιάννης και Λουκάς Πρασσάς. Από το λιμάνι του Πειραιά, οι μετανάστες αυτοί στις 5 Φεβρουαρίου επιβιβάστηκαν στο ελληνόκτητο ατμόπλοιο “Megali Hellas” και στις 22 Φεβρουαρίου αποβιβάστηκαν στην Αμερική. Από τα διατιθέμενα στοιχεία καταγράφουμε ότι :
·  Η Μαρία Καλαντζή ήταν τότε 24 ετών και παντρεμένη. Στο χωριό πίσω ήταν ο πεθερός της Γεώργιος. Ως επάγγελμα δήλωσε οικιακά. Προορισμός της ήταν η Αουγκούστα της Τζώρτζια, όπου ήταν ο σύζυγός της (είχε καταστήματα).
·  Ο Ευάγγελος Καλαντζής ήταν τότε μαθητής ηλικίας 14 ετών. Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν πίσω στο χωριό Κάψη. Συνοδευόταν από τον αδερφό του και πήγαινε στην Αουγκούστα της Τζώρτζια.
·  Ο Χαράλαμπος Καλαντζής ήταν 37 ετών και παντρεμένος. Ο πατέρας του λεγόταν Γεώργιος. Ήταν έμπορος, είχε μαζί του 100$ και είχε ως προορισμό του την Αουγκούστα της Τζώρτζια, όπου είχε τα καταστήματά του (his shops). Για τον Χαράλαμπο Καλαντζή αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι στις ΗΠΑ. Είχε ξανάρθει το 1919 πάλι στην ίδια περιοχή.
·  Ο Ζαχαρίας Παπαγιάννης ήταν μαθητής 14 ετών. Ο πατέρας του στην Κάψη λεγόταν Σεραφείμ. Είχε μαζί του 100$ και πήγαινε στην Αουγκούστα της Τζώρτζια, όπου ήταν ο αδερφός του Γεώργιος.
·  Ο Λουκάς Πρασσάς ήταν τότε 43 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του πίσω στην πατρίδα λεγόταν Ελένη. Δήλωσε εργάτης και ο τελικός του προορισμός ήταν η Νέα Υόρκη, όπου ήταν ο φίλος του Κώστας Φαλλής.
   Η δεύτερη ομάδα μεταναστών του 1920 αριθμούσε 3 άτομα, τους : Δημήτριο Κουτσονίκα, Γεώργιο Φύκα και Παναγιώτη Φύκα. Στις 14 Μαΐου από το λιμάνι της Πάτρας η ομάδα ταξίδεψε με το πλοίο “Pannonia” και στις 7 Ιουνίου έφτασε στην Αμερική. Τα υπάρχοντα στοιχεία μας πληροφορούν ότι :
·  Ο Δημήτριος Κουτσονίκας ήταν τότε 42 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του στην Κάψη λεγόταν Αναστασία. Δήλωσε εργάτης και πήγαινε στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϋ, όπου ήταν ο φίλος του Κωνστ. Φύκας.
·  Ο Γεώργιος Φύκας ήταν τότε 42 ετών και παντρεμένος. Τη γυναίκα του στο χωριό τη λέγανε Μαρία. Ήταν εργάτης και αναζητούσε δουλειά στη Νέα Υόρκη, όπου είχε το φίλο Αθαν. Παππά.
·  Ο Παναγιώτης Φύκας ήταν τότε 42 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα Αθανασία ήταν πίσω στην πατρίδα. Δήλωσε εργάτης και πήγαινε στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϋ, όπου ήταν ο αδερφός του Κωνστ. Φύκας.
   Η πρώτη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1920 έγινε από τον Κωνσταντίνο Μπλατσούκα. Στις 8 Ιουνίου, από το λιμάνι του Πειραιά, έφυγε με το πλοίο “Megali Hellas[11]” και στις 22 Ιουνίου πάτησε το πόδι του στην Αμερική. Ήταν τότε 45 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του πίσω στην Κάψη λεγόταν Ευφροσύνη. Ως εργάτης δήλωσε προορισμό την Αουγκούστα της Τζώρτζια, όπου ήταν ο γιος του Σεραφείμ. Για τον μετανάστη Κωνσταντίνο Μπλατσούκα, αυτό ήταν το τρίτο ταξίδι στην Αμερική (στη διετία 1910-12 και την πενταετία 1914-1919).
 
Το ατμόπλοιο “Megali Hellas
   Η δεύτερη μεμονωμένη αναχώρηση στο 1920 έγινε από το Δημήτριο Σιψή. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 25 Ιουλίου αναχώρησε με το πλοίο πλοίο “Megali Hellas” και στις 10 Αυγούστου αφίχθηκε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Ο Δημήτριος Σιψής ήταν τότε 46 ετών και παντρεμένος. Η γυναίκα του πίσω στο χωριό λεγόταν Βασιλική. Ως εργάτης κατευθυνόταν στην Άμπριτζ της Πενσυλβάνια όπου ήταν ο ξάδερφός του Βασίλειος Αναστασόπουλος. Ο Δημήτριος Σιψής ήταν ο πρωτοπόρος μετανάστης της Κάψης (πήγε το 1902 για πρώτη φορά στην Αμερική).



Ι. Μεταναστευτικός επίλογος στο 1921

   Η τελευταία και μοναδική ομάδα μεταναστών στο έτος 1921, αριθμούσε τρία άτομα και περιλάμβανε τη Σταυρούλα Καλαντζή, τον Κωνσταντίνο Καλαντζή και τον Μιχαήλ Ποντικόπουλο. Από το λιμάνι του Πειραιά, στις 15 Απριλίου ταξίδεψαν με το πλοίο “King Alexander” και στις 2 Μαΐου αφίχθηκαν στο λιμάνι της Νέα Υόρκης. Για τους μετανάστες αυτές μας δίνονται τα παρακάτω στοιχεία :
·  Η Σταυρούλα Καλαντζή ήταν τότε 24 ετών και παντρεμένη. Πίσω στη Μεγάλη Κάψη ήταν ο πεθερός της Γεώργιος. Δήλωσε οικιακά και ο προορισμός της ήταν η πόλη Τσατανούγκα τοιυ Τενεσί, όπου ήταν ο κουνιάδος της Τζέιμς Καλαντζής.
·  Ο Κωνσταντίνος Καλαντζής ήταν τότε 34 ετών και παντρεμένος. Στη Μεγάλη Κάψη είχε τον πατέρα του Γεώργιο. Δήλωσε έμπορος και πήγαινε στην Τσατανούγκα τοιυ Τενεσί, όπου ήταν ο αδερφός του Τζέιμς Καλαντζής. Για τον μετανάστη Κωνσταντίνο Καλαντζή αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι στις ΗΠΑ. Είχε πρωτοέρθει την περίοδο 1910-1919 και εργάστηκε πάλι στην ίδια περιοχή.
·  Ο Μιχαήλ Ποντικόπουλος ήταν τότε 44 ετών και ανύπαντρος. Στη Μεγάλη Κάψη είχε τον αδερφό του Δημήτριο. Δήλωσε έμπορος και πήγαινε στην Τσατανούγκα τοιυ Τενεσί, όπου ήταν τα ανίψια του αδέρφια Καλαντζή. Για τον Μιχαήλ Ποντικόπουλο (από τους πρωτοπόρους επίσης της Κάψης) αυτό ήταν το δεύτερο ταξίδι στην Αμερική. Ήρθε το 1904 κι έμεινε 15 χρόνια (μέχρι το 1919) εργαζόμενος πάλι στην Τσατανούγκα (Chattanooga) του Τενεσί.



6. Η ζωή του μετανάστη στην Αμερική

Οι Έλληνες που μετανάστευαν στις υπερπόντιες χώρες, εκτός από τη σωματική ικανότητα, δε διέθεταν άλλο προσόν. Έφταναν στην Πάτρα ή στον Πειραιά και αντίκριζαν για πρώτη φορά θάλασσα και βαπόρια. Κάποιοι ήταν αγράμματοι, μερικοί είχαν τελειώσει το Δημοτικό, ήταν “άβγαλτοι” και αθώοι, στερημένοι άνθρωποι, πού δεν είχαν συνείδηση της δύναμής τους, ούτε φυσικά των δικαιωμάτων τους. Ήταν δηλαδή το κατάλληλο υλικό για εκμετάλλευση.
Έλληνες ανθρακωρύχοι στην Αμερική
    Η ζωή στην Αμερική, ειδικά στην αρχή,  ήταν πολύ δύσκολη. Δεν ήξεραν τη γλώσσα, ήταν ανειδίκευτοι εργάτες ή αγρότες και αντιμετώπιζαν την άρνηση των ντόπιων. Αναλάμβαναν τις πιο ανθυγιεινές και σκληρές δουλειές (ορυχεία, σιδηροδρόμους, κ.ά.). Μερικοί έγιναν πλανόδιοι πωλητές (λαχανικά, φρούτα, γλυκά, λουλούδια). Αρκετοί έγιναν λούστροι (στο βορρά, οι περισσότεροι λούστροι ήταν Έλληνες).
Για να κάνουν οικονομία στα χρήματα έμεναν σε άθλια υπόγεια, σε  ένα δωμάτιο με πολλά κρεβάτια ή στο πάτωμα, χωρίς αερισμό και καθαριότητα. Να σημειωθεί ότι τότε «θέριζε» η φυματίωση.
Κάποιοι άλλαξαν[12] δουλειά και πόλη κι έγιναν εργάτες σε βιομηχανίες. Άλλοι από λαντζιέρηδες  μάζεψαν κάποια χρήματα και άνοιξαν δικό τους μαγαζί. Τελικά πλούτισαν. Το 1920 αρκετοί Έλληνες είχαν μικρές επιχειρήσεις με γλυκίσματα (ζαχαροπλαστεία), εστιατόρια, ανθοπωλεία, καπελάδικα, καθαριστήρια, τσαγκάρικα ή έκαναν (λιανικό ή χονδρικό) εμπόριο[13].
Το φθινόπωρο του 1912 άρχισε η επιστράτευση και αμέσως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Η μετανάστευση σταμάτησε και οι νέοι μας ντύθηκαν το χακί και πήγαν στον πόλεμο εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων, με πολλά θύματα. Αντίθετα, κάποιοι γύρισαν από την Αμερική και υπηρέτησαν τη θητεία τους ή ήταν επίστρατοι. Το 1914, μετά το τέλος του πολέμου έφυγαν ξανά.
   Κάποιοι μπορεί να μην τα κατάφεραν, με βασικότερη αιτία την υγεία. Οι συνθήκες ζωής, η κούραση και η φύση της εργασίας (εργάτες ορυχείων, στις γραμμές του σιδηροδρόμου σε όλες τις καιρικές συνθήκες, ατυχήματα, ασθένειες[14], κ.ά.) με την κακή ψυχολογία από την έλλειψη της οικογένειας δεν οδήγησαν το μετανάστη στον «παράδεισο» της επιτυχίας. Έτσι αρρώστησαν και πέθαναν στα ξένα. Στην πατρίδα έστελναν για κάποια χρόνια όσα χρήματα επέτρεπε η οικονομική τους κατάσταση, βοηθώντας τη γονική οικογένεια. Άλλοι δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στις ξένες συνθήκες ζωής ή ατύχησαν στους ανθρώπους και στον τόπο όπου βρέθηκαν.
     Αντίθετα, κάποιοι άλλοι μετανάστες της Κάψης ίσως πρόκοψαν τόσο επαγγελματικά, όσο και στην προσωπική τους ζωή. Να παντρεύτηκαν ελληνίδες ή ξένες γυναίκες αποκτώντας οικογένειες με παιδιά, που στη συνέχεια επίσης να ευδοκίμησαν στην Αμερική δημιουργώντας επιχειρήσεις και δημιουργώντας περιουσίες.
      Η έλλειψη γνώσης για πρόσωπα του τόπου δεν επιτρέπει να ξέρω την τύχη των μεταναστών, μετά από κάποια χρόνια στην Αμερική. Αποτελεί αντικείμενο μικρής επιπλέον έρευνας και συμπλήρωσης αυτής της προσπάθειας.


7. Προορισμοί – Τόποι εργασίας

     Μετά τον έλεγχο της υπηρεσίας Μετανάστευσης, οι άνθρωποι της Κάψης, όπως και κάθε άλλος μετανάστης, έφευγαν για τον τόπο τελικού προορισμού, με σκοπό την εγκατάσταση και την εύρεση εργασίας. Με επιστολές είχαν από πριν συνεννοηθεί πού και πώς θα φτάσουν στον τόπο, όπου τους περίμενε ο συγγενής, συμπατριώτης ή φίλος τους. Οι πρωτοπόροι επέλεξαν τον τόπο εργασίας τους με τον ίδιο τρόπο (μέσω κάποιου γνωστού ή συγγενή) ή τυχαία. Από τον παρατιθέμενο πίνακα φαίνεται ότι οι πλέον ζητούμενοι προορισμοί ήταν οι πολιτείες : Νέας Υόρκης,  Τενεσί και Πενσυλβάνια και ακολουθεί η Τζώρτζια. Για τους κυριότερους τελικούς προορισμούς και τους ανθρώπους της Κάψης που βρέθηκαν εκεί θα δοθεί ένα σύντομο χρονικό. Συγκεκριμένα :


   Στη Νέα Υόρκη[15] : Σε πόλεις της όπως Νέα Υόρκη, Butler, Johnstown, Poughkeepsie και Columbia της πολιτείας New York State, έφτασαν εδώ και εγκαταστάθηκαν αρχικά, το 1906 και το 1907, οι πρώτοι μετανάστες της Κάψης. Αυτοί ήταν οι : Ιωάννης Παπανικολάου, Βασίλειος Κουτσονίκας, Δημήτριος Κωστορρίζος και Δημήτριος Πανέτσος. Τους βοήθησαν οι συγγενείς ή συμπατριώτες Σερ. Πολυχρονόπουλος και Αγ. Μακρυκώστας.
   Τον Οκτώβριο του 1907 έφτασαν στη Νέα Υόρκη για δουλειά οι αδελφοί Ιωάννης και Λουκάς Δελενίκας Πάλι είχαν εκεί το συμπατριώτη τους Σερ. Πολυχρονόπουλο.
   Τον Ιούνιο του 1909 ήρθε ο Αλέξανδρος Ποντικόπουλος. Τον βοήθησε ο συμπατριώτης Γ. Παπαρίδης.
   Το Σεπτέμβριο του 1911 έφτασαν οι Κωνστ. Μπλατσούκας και Σωτήριος Μπλατσούκας. Τους υποστήριξαν οι συγγενείς Δ. Τσούμας και Γ. Μπλατσούκας. Το Νοέμβριο του 1911 ήρθε ο Γρηγ. Ποντικόπουλος στο συγγενή του Αθ. Γιαννακόπουλο.
   Το Φεβρουάριο του 1912 αφίχθηκε ο Βασίλ. Αναγνωστόπουλος. Τον περίμενε και βοήθησε ο ανεψιός του Στ. Παπαντώνης. Τον Αύγουστο του 1912 έφτασε ο Ανδρέας Σταθόπουλος. Τον περίμενε ο ξάδερφός του Στ. Ζέινος.
    Το Φεβρουάριο του 1914, έφτασε ο Ιωάννης Ευθυμίου. Είχε την καθοδήγηση και στήριξη του ξαδέρφου του Πέτρου Ευθυμίου. Το Μάιο του 1914 ήρθε ο Γρηγ. Πρασσάς. Είχε το φίλο του Κων. Αλεξόπουλο.
   Το Φεβρουάριο του 1920 αφίχθηκε ο Λουκάς Πρασσάς. Τον βοήθησε ο φίλος του Κωστ. Φαλλής. Τον Ιούνιο του 1920 κατέφθασε ο Γεώργιος Φύκας και τον υποδέχτηκε ο φίλος του Αθ. Παππάς.
    Συνολικά, τη Νέα Υόρκη επέλεξαν ως τόπο εργασίας, 15-16 άτομα της Κάψης.



    Στο Τενεσί (Tennessee): Συγκεκριμένα στην πόλη Chattanooga[16] (Τσατανούγκα) :
   Το Δεκέμβριο του 1910 ήρθε και εγκαταστάθηκε η ομάδα των Φώτη Καλαντζή, Γεωργίου Μπλατσούκα και Κώστα Μπλατσούκα. Τους υποδέχτηκαν οι συγγενείς  τους Κ. και Δ. Καλαντζής.
   Το Σεπτέμβριο του 1911 ήρθε ο Σωτήριος Μπλατσούκας. Τον περίμενε και βοήθησε ο αδερφός του Γεώρ. Μπλατσούκας.
   Το Φεβρουάριο του 1914 κατέφθασαν οι Κωνσταντίνος και Σεραφείμ Μπλατσούκας. Τους βοήθησε ο συγγενής τους Γεώρ. Μπλατσούκας. Τον Απρίλιο του 1914 αφίχθηκαν ο Βασίλειος Καλαντζής και Σωτήριος Μπλατσούκας. Είχαν τη βοήθεια των άμεσων συγγενών τους Χαρ. Και Γεώρ. Μπλατσούκα.
   Τα Μάιο του 1921 ήρθε η τελευταία ομάδα μεταναστών, με τη Σταυρούλα Καλαντζή, τον Κων-νο Καλαντζή και το Μιχαήλ Ποντικόπουλο. Είχαν όλοι τη στήριξη του συγγενή τους Τζέιμς Καλαντζή.
   Συνολικά,  ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην πόλη αυτή 11 άνθρωποι της Κάψης, ώστε θα μπορούσε να θεωρηθεί μια μικρή παροικία της στην Αμερική.

Chattanooga (Street Marker, 1907)

   Στην Πενσυλβάνια : Συγκεκριμένα στην πόλη Άμπριτζ [17] ήρθε πρώτος και εγκαταστάθηκε Ο Δημήτριος Σιψής[18] το 1902 (ο πρωτοπόρος).  Ακολούθησε ο Αθανάσιος Στόκας από τον Ιούνιο του 1910. Τον περίμενε ο φίλος του Ιωάν. Παπαδημητρίου.
   Το Σεπτέμβριο του 1912 ήρθε ο Ιωάννης Σιδέρης, κοντά στον αδερφό του Γεώργιο. Στον ίδιο μήνα κατέφθασαν οι Σεραφ. Ζυγούρης και Ανδρ. Φλέσσας. Τους βοήθησε στην εγκατάστασή τους ο συγγενής και φίλος Γεώργιος Σιδέρης.
   Τον Απρίλιο του 1914 αφίχθηκε ο Ιωάννης Πρασσάς. Τον υποδέχθηκε ο φίλος του Αριστ. Κωστορρίζος.
    Μεμονωμένα ήρθε ο Γεώργιος Φλέσσας τον Αύγουστο του 1916. Είχε τη βοήθεια του ξαδέρφου του Γεωρ. Σιδέρη.
    Τον Αύγουστο του 1920 έφτασε ο Δημήτριος Σιψής. Τον περίμενε ο ξάδερφός του Βασ. Αναστασόπουλος. Ο Δημήτριος Σιψής ήταν εκείνος που πρωτοήρθε το 1902 στο Άμπριτζ, ανοίγοντας το δρόμο στους επόμενους.
   Συνολικά, ήρθαν και εργάστηκαν στην πόλη αυτή 7 μετανάστες της Κάψης.


  Στην Τζώρτζια : Συγκεκριμένα στην πόλη Αουγκούστα [19] το Φεβρουάριο του 1920 ήρθε και εγκαταστάθηκε η τριμελής ομάδα της οικογένειας Καλαντζή και ο Ζαχαρίας Παπαγιάννης. Είχε ξανάρθει εδώ το 1919 ο Χαράλαμπος Καλαντζής και άνοιξε μαγαζί. Έφερε λοιπόν το 1920 και τη σύζυγό του Μαρία και τον αδερφό του Ευάγγελο. Τον Ιούνιο του 1920 αφίχθηκε και ο Κωνσταντίνος Μπλατσούκας στο τρίτο ταξίδι του, πηγαίνοντας στο γιο του Σεραφείμ που είχε (προφανώς) εγκατασταθεί στην Αουγκούστα.
   Συνολικά, ήρθαν και εργάστηκαν στην πόλη αυτή 4 και πλέον μετανάστες της Κάψης.

 ------------


   Από τα σόγια της Κάψης (τις ευρύτερες οικογένειες) τους περισσότερους αριθμητικά μετανάστες στην Αμερική κατέγραψαν τα επώνυμα : Καλαντζής (με 7 άτομα), Μπλατσούκας (με 5 άτομα), Ποντικόπουλος και Φύκας (από 3 άτομα), Δελενίκας, Κουτσονίκας, Κωστορρίζος, Πρασσάς, Σιδέρης και Φλέσσας (από 2 άτομα), ενώ οι υπόλοιποι μετανάστες είναι μεμονωμένοι.


Βιβλιογραφία

1.       Αρχειακό υλικό
i.    Αρχείο EllisIsland, της Υπηρεσίας Μετανάστευσης των ΗΠΑ.
ii.   Διάταγμα  2-2-1929/ΦΕΚ 40)1929.
iii.  Αρχείο Ε.Λ.Ι.Α.


2.      Εφημερίδες – Περιοδικά
i   Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου : «Μετανάστες της Λαμίας στην Αμερική (αρχές 20ού αι.)» περ. «ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» 2012, Λαμία.
ii.    Κωνσταντίνου Αθ. Μπαλωμένου : «Αμπλιανίτες μετανάστες στην Αμερική», εφ. ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΜΠΛΙΑΝΗΣ, φ. 143, σελ. 1& 6, Σεπτ.-Οκτ. 2008  και φ. 144, σελ. 1 & 6, Νοε.-Δεκ. 2008, Συλλόγου Αμπλιανιτών ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, Αθήνα 
iii.    περιοδ. «Οικονομικός Ταχυδρόμος», ειδικό τεύχος, σελ. 54, 1997.
iv.    εφ. Η ΕΠΑΡΧΙΑ ετών 1927-1934, Λαμίας.


3.      Βιβλία και Άρθρα
i.   «Οδηγός του Μετανάστου», 1910, Αθήνα.
ii. Νικολ. Ταξ. Δαβανέλλου “Η ΡΕΚΛΑΜΑ (1850-1967)”, έκδ. Δήμου Λαμιέων, 2000.
iii.  Θ.  Ανθογαλίδου  «Η ελληνική μετανάστευση στις ΗΠΑ (1900-1925)», ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.auth.gr/virtualschool/1.2/Praxis/BoravouProject.html
iv.  Θανάση Καλαφάτη «1880-1920, η πρώτη εν Αμερική μετανάστευσις», 2-5-2004, από Διαδίκτυο.

4.      Μαρτυρία
Νικήτα Γρηγ. Πρασσά, γιου του μετανάστη.

Χιονισμένη Κάψη (από την ιστοσελίδα του χωριού Μεγάλης Κάψης)


[1] Ο Πουκεβίλ στο κτηματολόγιο Πατρατζίκ, την αναφέρει ως “Κάψι” με τρεις συνοικίες και 150 σπίτια. Η Μεγάλη Κάψη ως “Κάψη” ήταν συνοικισμός του δήμου Τυμφρηστού την περίοδο 1836-1912.
[2] Με τους συνοικισμούς μετονομάστηκε σε Κοινότητα Τυμφρηστού (Διάτ. 2-2-1929/ΦΕΚ 40)1929).
[3] Αναφέρουμε ενδεικτικά την ευρύτερη οικογένεια Χονδρογιάννη, που ανέπτυξε το εμπόριο ξυλείας (αργότερα μετοίκησε στη Λαμία).
[4] Στους παράγοντες που ώθησαν προς την υπερπόντια μετανάστευση, σημαντική θέση δίπλα στις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες κατείχαν και οι πολιτικές συνθήκες. Η εμπόλεμη κατάσταση, αλλά και οι πολιτικές εκτροπές και ανωμαλίες γίνονταν πρόξενοι μεγάλων πληθυσμιακών μετακινήσεων. Η ανυποταξία στο στρατό τις δύο δεκαετίες 1890-1910 ήταν σημαντική. Για τις τότε κυβερνήσεις η μετανάστευση αποτέλεσε μια επιθυμητή εκτόνωση και διέξοδο από το μεγάλο και άλυτο πρόβλημα της ληστείας.
[5] Κυμαίνονταν από 100 μέχρι 400 δραχμές, σε αξία της εποχής εκείνης. Με τον ανταγωνισμό των εταιρειών και με το μεγάλο αριθμό μεταναστών σε κάθε ταξίδι (1.000-1.500 άτομα), το ταξίδι έφτασε να κοστίζει 60 δραχμές. Πάντως ήταν αρκετά σημαντικό ποσό για τα χρόνια εκείνα.
[6] Όταν λέμε Αμερική θα εννοούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ).
[7] Αντιπρόσωπος (πράκτορας) για τη Φθιώτιδα ήταν ο Αθανάσιος Γιαννούκος, με γραφείο στην οδό Ρήγα Φεραίου στη Λαμία.
[8] Στις αρχές του 20ου αιώνα περίπου ένας στους επτά μετανάστες παρέμενε στη Νέα Υόρκη, που είχε το 1910 πάνω από 12.000 Έλληνες. Οι υπόλοιποι συνέχιζαν την πορεία τους στην τεράστια αμερικανική ενδοχώρα.
[9] «Ο βίος εν Νέα Υόρκη είναι αρκούντως πολυδάπανος. Αν ο μετανάστης μείνει ημέρας τινάς άεργος ενταύθα και δεν έχει συγγενείς ή φίλους, οι οποίοι να δαπανώσι δι΄ αυτόν, οφείλει να υπολογίζει εν τουλάχιστον δολλάριον καθ΄ ημέραν δια τροφήν και κατοικίαν, ήτοι πέντε περίπου φράγκα. Και ταύτα αν τρώγει εις τα ελληνικά μικροεστιατόρια και αποφεύγει τα ποτά και τα κεράσματα. Οιονδήποτε ποτόν στοιχίζει το ολιγότερον 5 σεντς, ήτοι 25 λεπτά. Καλόν είναι ο μετανάστης να προσπαθεί να μη μείνει μακρόν χρόνον εν Νέα Υόρκη, αλλά να διευθύνεται εις το εσωτερικόν. [Από τον «Οδηγόν του Μετανάστου», 1910].
[10] Ο μικρότερος γιος του Νικήτας μου ανέφερε ότι στην Αμερική ο πατέρας του δούλεψε στο σιδηρόδρομο. Επέστρεψε όμως το έτος 1916 (η σχετική συζήτηση έγινε στις 9-10-2011, στο χωριό Τυμφρηστός).
[11] Κατασκευάστηκε το 1915 στην  Αγγλία. Πλοίο 9.272 συνολικών τόνων, με μεταφορική ικανότητα 2.130 επιβατών (60 πρώτης, 450 δεύτερης και 1.800 τρίτης θέσης). Ιδιοκτησία ελληνικής εταιρείας, με ελληνική σημαία, ονομάστηκε Vasilefs Constantinos. Τέθηκε στην υπηρεσία της γραμμής Πειραιάς - Νέα Υόρκη.  Το 1919 μετονομάστηκε σε Megali Hellas, με την ίδια σημαία στη γραμμή Μεσόγειος - Νέα Υόρκη. Πουλήθηκε σε άλλη εταιρεία. Το 1928 είχε πάλι ελληνική σημαία. Διαλύθηκε το 1937 στην Ιταλία.
[12] Οι περισσότεροι μετανάστες ασχολήθηκαν μετά με το εμπόριο και τα ελεύθερα επαγγέλματα, ενώ άλλοι πολλοί σε διάφορες υπηρεσίες, έχοντας πάντα στο νου τους πώς να κερδίσουν συντομότερα και να επιστρέψουν στην πατρίδα.
[13] Βλ. περιοδικό «Οικονομικός Ταχυδρόμος», ειδικό τεύχος, σελ. 54, 1997.
[14] όπως η φυματίωση, η γρίπη (ιδιαίτερα η ισπανική γρίπη του 1918) και τα αφροδίσια νοσήματα (σύφιλη). Οι απλές μολύνσεις από χτυπήματα μπορούσαν να οδηγήσουν στο θάνατο, εφόσον δεν είχαν ανακαλυφθεί τα αντιβιοτικά.
[15] Πόλη και Πολιτεία των ΗΠΑ. Εκατομμύρια  μετανάστες πέρασαν απ’ τη Νέα Υόρκη, όταν ήρθαν στην Αμερική προς το τέλος του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Σε όλο το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η πόλη έγινε παγκόσμιο κέντρο για τη βιομηχανία, το εμπόριο, και την επικοινωνία. Στο λιμάνι της έφταναν τα ατμόπλοια φορτωμένα μετανάστες με όνειρα κι ελπίδα. Μετά τους ελέγχους και την καταγραφή στο Έλλις, έμπαιναν στην πόλη της Νέας Υόρκης. Στις αρχές του 20ου αιώνα περίπου ένας στους επτά μετανάστες παρέμενε στη Νέα Υόρκη, που είχε το 1910 πάνω από 12.000 Έλληνες. Οι υπόλοιποι συνέχιζαν την πορεία τους στην τεράστια αμερικανική ενδοχώρα. Ο πληθυσμός της μητροπολιτικής περιοχής της Νέας Υόρκης είναι 19.750.000 άνθρωποι.
[16] Ανήκει στην κομητεία Χάμιλτον και την πολιτεία του Τενεσί των ΗΠΑ. Έχει πληθυσμό 167.674 (απογραφή του 2010).
[17] Η πόλη βρίσκεται στην κομητεία Beaver County στην πολιτεία της Πενσυλβάνια (στα δυτικά της). Ενσωματώθηκε στην πολιτεία το 1905 και πήρε το όνομά της από την εταιρεία Αμερικανική Γέφυρα A[merican] bridge. H Ambridge βρίσκεται 16 μίλια (25χλμ) βορειοδυτικά του Πίτσμπουργκ, παράλληλα με τον ποταμό Οχάιο. Η εταιρεία American Bridge προσέλκυσε χιλιάδες μετανάστες που ήρθαν για εργασία. Η χαλυβουργεία έγινε το επίκεντρο της πόλης. Το 1910 είχε πληθυσμό 5.205 κατοίκους. Το 1920 είχε 12.730 κατοίκους και το 1940 είχε 18.968. Στην απογραφή του 2000 ο πληθυσμός της ήταν 7.769 κάτοικοι.
[18] Το 1907 είχε (πιθανά) μετακινηθεί στο Butler της Πενσυλβάνια και υποδέχτηκε τριμελή ομάδα μεταναστών στην οποία περιλαμβανόταν κι ο αδερφός του Διονύσιος Σιψής.
[19] Η πόλη ιδρύθηκε το 1777, κατά μήκος του ποταμού Savannah. Πήρε το όνομα Αουγκούστα, προς τιμήν της Πριγκίπισσας Augusta, γυναίκας του Frederick, πρίγκιπα της Ουαλίας. Εδώ αναπτύχθηκαν μεγάλες φυτείες βαμβακιού  (με σκλάβους από την Αφρική), οι δε Ολλανδοί έφεραν και τις φυτείες ρυζιού. Ανήκει στην κομητεία του Richmond και στην πολιτεία Georgia (της Γεωργίας). Ο πληθυσμός της στην απογραφή του 2010, ήταν 195.844 κάτοικοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου